Ουρική αρθρίτιδα
Η ουρική αρθρίτιδα, επίσης γνωστή σαν ποδάγρα, είναι μία κατάσταση που προκαλείται από την εναπόθεση και συσσώρευση κρυστάλλων ουρικού οξέως στο υγρό και τους ιστούς μίας ή περισσότερων αρθρώσεων. Αυτό προκαλεί φλεγμονή, πρήξιμο και σοβαρό πόνο στην άρθρωση. Η άρθρωση που επηρεάζεται συχνότερα είναι στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού, αλλά η ουρική αρθρίτιδα μπορεί να εμφανιστεί επίσης στα χέρια, στους καρπούς, τα γόνατα και τα πόδια. Η ουρική αρθρίτιδα μπορεί να εμφανιστεί πολλές φορές τον χρόνο και να διαρκέσει πολλές ημέρες κάθε φορά. Κατά τη διάρκεια των επεισοδίων μπορεί να συσσωρευτούν εναποθέσεις ουρικού οξέος σε χόνδρους, τένοντες και μαλακούς ιστούς. Οι εναποθέσεις ουρικού οξέος μπορεί επίσης να σχηματίσουν μάζες κάτω από το δέρμα (που ονομάζονται τόφοι) και μπορεί να συσσωρευτούν στους νεφρούς, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό λίθων και πιθανή βλάβη των νεφρών. Τα περισσότερα επεισόδια ουρικής αρθρίτιδας είναι οξέα και διαρκούν λίγες ημέρες, αλλά η σοβαρότητα και συχνότητα των επεισοδίων μπορεί να αυξηθεί και κάποιοι ασθενείς μπορεί να αναπτύξουν μία χρόνια μορφή ουρικής αρθρίτιδας.
Το ουρικό οξύ είναι τελικό προϊόν της διάσπασης των πουρινών, που βρίσκονται σε όλους τους ιστούς του σώματος και σε μερικές τροφές. Το ουρικό οξύ μεταφέρεται φυσιολογικά από το αίμα και απεκκρίνεται με τα ούρα. Αν η παραγωγή ουρικού οξέος από το σώμα αυξηθεί ή αν κάποιος τρέφεται με τροφές πλούσιες σε πουρίνες ή αν μειωθεί η ικανότητα των νεφρών να απομακρύνουν ουρικό οξύ, τότε αυξάνεται η συγκέντρωση ουρικού οξέος στο αίμα (κατάσταση που ονομάζεται υπερουριχαιμία) και προκαλείται σχηματισμός κρυστάλλων. Ουρική αρθρίτιδα εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες παρά στις γυναίκες και είναι πιο κοινή στους ενήλικες. Ασθενείς με διαβήτη τύπου 2, παχυσαρκία, δρεπανοκυτταρική αναιμία , και νόσους των νεφρών έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ουρικής αρθρίτιδας. Φάρμακα όπως η κυκλοσπορίνη, διουρητικά θειαζίδης και σαλυκιλικά (ασπιρίνη) μπορεί να επηρεάσουν την απέκκριση του ουρικού οξέος, όπως και η κατανάλωση αλκοόλ. Σε σπάνιες περιστάσεις κάποιος μπορεί να κληρονομήσει μειωμένη ικανότητα μεταβολισμού πουρινών και έτσι να έχει αυξημένη τάση ανάπτυξης ουρικής αρθρίτιδας.
Η ουρική αρθρίτιδα πρέπει να διαχωριστεί από καταστάσεις που μπορεί να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα, όπως η ψευδοποδάγρα, κατάσταση που προκαλείται από συσσώρευση πυροφωσφορικών κρυστάλλων, η σηπτική αρθρίτιδα (που προκαλείται από μόλυνση μίας άρθρωσης), και η ρευματοειδής αρθρίτιδα (μία αυτοάνοση αρθρίτιδα). Οι ενδεικνυόμενες θεραπείες για αυτές τις καταστάσεις είναι διαφορετικές από εκείνες που χρησιμοποιούνται για την διαχείριση της ουρικής αρθρίτιδας.
Εργαστηριακή διερεύνηση
Οι στόχοι της εργαστηριακής διερεύνησης είναι να προσδιοριστεί η ουρική αρθρίτιδα, να διαχωριστεί από άλλες καταστάσεις, όπως άλλοι τύποι αρθρίτιδας, που μπορεί να παρουσιάζουν παρόμοια συμπτώματα και να διερευνηθεί η αιτία της αύξησης της συγκέντρωσης του ουρικού οξέος στο αίμα.
Εργαστηριακές εξετάσεις
*
Ανάλυση αρθρικού υγρού – χρησιμοποιείται για την ανίχνευση των βελονόμορφων κρυστάλλων ουρικού οξέος, άλλων κρυστάλλων που μπορεί να υπάρχουν και για την διερεύνηση συμπτωμάτων μόλυνσης της άρθρωσης.
*
Ουρικό οξύ – για την ανίχνευση αυξημένων επιπέδων στο αίμα.
*
Βασικό μεταβολικό προφίλ – ομάδα εξετάσεων, που μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση και παρακολούθηση της νεφρικής λειτουργίας του ασθενούς.
*
Κάποιες άλλες εξετάσεις, όπως RF (Ρευματοειδής παράγοντας) ή ΑΝΑ (Αντιπυρηνικά αντισώματα) μπορεί να χρησιμοποιηθούν για τον αποκλεισμό άλλων αιτίων που μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα αρθρίτιδας. Καλλιέργεια αίματος και/ή καλλιέργεια αρθρικού υγρού μπορεί να απαιτηθούν εάν ο ιατρός υποπτεύεται σηπτική αρθρίτιδα (αρθρίτιδα που προκαλείται από μόλυνση στην άρθρωση).
Μη εργαστηριακές εξετάσεις
*
Ακτινογραφίες των αρθρώσεων που πονούν μπορεί να δείξουν εναποθέσεις ουρικού οξέος και φθορές που υποδεικνύουν ουρική αρθρίτιδα.
Θεραπείες
Στόχοι της θεραπείας είναι να μειωθούν ο πόνος και η φλεγμονή και να μειωθούν τα επίπεδα του ουρικού οξέος ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα εμφάνισης νέων επεισοδίων και ο κίνδυνος βλάβης στις αρθρώσεις και τους νεφρούς.
Κατά τη διάρκεια οξέων επεισοδίων οι ασθενείς μπορεί να λαμβάνουν μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) , όπως ιμπουπροφένη ή ναπροξένη για τη μείωση του πόνου και της φλεγμονής και, αν κριθεί απαραίτητο, κορτικοστεροειδή, όπως πρεδνιζόνη.
Φάρμακα όπως προβενεσίδη ή σουλφινπυραζόνη, που ελαττώνουν το ουρικό οξύ και η αλλοπουρινόλη, που αναστέλλει το ένζυμο, που παράγει ουρικό οξύ, μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την μείωση του αριθμού και της σοβαρότητας μελλοντικών επεισοδίων.
Οι ασθενείς μπορεί επίσης να κάνουν αλλαγές του τρόπου ζωής τους, για να ελαχιστοποιήσουν τα επεισόδια ουρικής αρθρίτιδας. Μπορούν για παράδειγμα να ελαττώσουν την κατανάλωση αλκοόλ, να λαμβάνουν μέτριες ποσότητες τροφών, που είναι πλούσιες σε πρωτεΐνες και να αυξήσουν την πρόσληψη υγρών για να βοηθήσουν τους νεφρούς να απεκκρίνουν ουρικό οξύ.
http://www.labtestsonline.gr