Υπάρχει θεραπεία για το διαβήτη?

Facebooktwitterpinterest

Αν και δεν υπάρχει τρόπος θεραπείας του διαβήτη τύπου 1, ο κίνδυνος εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 μπορεί να μειωθεί σημαντικά με απώλεια υπερβάλλοντος βάρους, άσκηση και υγιεινή διατροφή και με περιορισμό του διατροφικού λίπους. Ο εντοπισμός προ-διαβητικών καταστάσεων και η αλλαγή του τρόπου διατροφής για την μείωση των επιπέδων σακχάρου σε φυσιολογικά επίπεδα μπορεί να προφυλάξουν από τον διαβήτη τύπου 2 ή να καθυστερήσουν την ανάπτυξη του επί πολλά χρόνια. Όταν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα επανέλθουν στο φυσιολογικό μπορεί να ελαχιστοποιηθούν ή και να αποφευχθούν αγγειακές και νεφρικές βλάβες.

Δεν υπάρχει σήμερα θεραπεία για τον διαβήτη, αν και έχει σημειωθεί περιορισμένη επιτυχία με μεταμόσχευση βήτα κυττάρων παγκρέατος για την πιθανή αποκατάσταση της παραγωγής ινσουλίνης. Στόχοι της θεραπείας του διαβήτη είναι η διατήρηση των επιπέδων σακχάρου όσο πιο κοντά στα φυσιολογικά επίπεδα και να αντιμετωπιστεί η προϊούσα αγγειακή νόσος ή η φθορά σε όργανα που τυχόν θα εμφανιστεί.
Η θεραπεία διαβητικών κατά την διάγνωση είναι κατά τι διαφορετική από την θεραπεία κατά την πρόοδο της νόσου. Η διάγνωση διαβήτη τύπου 1 γίνεται συχνά σαν οξύ περιστατικό, που εμφανίζεται με πολύ ψηλά επίπεδα σακχάρου, ηλεκτρολύτες εκτός ισορροπίας, σε κατάσταση διαβητικής κετο-οξέωσης, με κάποιο βαθμό νεφρικής ανεπάρκειας. Στην χειρότερη περίπτωση, οι ασθενείς μπορεί να είναι αναίσθητοι και σε κώμα. Αυτή είναι μία σοβαρή κατάσταση, που απαιτεί άμεση νοσηλεία και βοήθεια από ειδικούς για να επανέλθει το σώμα στην φυσιολογική του ισορροπία.

Οι διαβητικοί τύπου 2 μπορεί κάποιες φορές να αντιμετωπίσουν παρόμοιες καταστάσεις αν αγνοήσουν τα αρχικά συμπτώματα ή αν παραμελήσουν την θεραπεία τους ή εάν υποστούν σοβαρή καταπόνηση του οργανισμού τους όπως καρδιακή προσβολή ή εγκεφαλικό ή λοίμωξη. Τα πολύ ψηλά επίπεδα σακχάρου και η αφυδάτωση ενισχύονται αμοιβαία, οδηγώντας σε αδυναμία, σύγχυση, σπασμούς και υπεργλυκαιμικό, υπεροσμωτικό κώμα. Αυτή είναι επίσης πολύ σοβαρή κατάσταση, που απαιτεί άμεση νοσηλεία.

Η διαβητική θεραπεία περιστρέφεται γύρω από την καθημερινή παρακολούθηση και τον έλεγχο των επιπέδων σακχάρου, την λήψη υγιεινής και προγραμματισμένης διατροφής και την τακτική άσκηση (για τη μείωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα, την αύξηση της ευαισθησίας του σώματος στην ινσουλίνη και την αύξηση της κυκλοφορίας του αίματος). Είναι σημαντική η στενή συνεργασία με τον ιατρό και, αν είναι δυνατό, με ένα ειδικό εκπαιδευτή διαβήτη, να γίνονται τακτικά τσεκ απ (αρκετές φορές το χρόνο) που θα περιλαμβάνουν εξετάσεις όπως μικροαλβουμίνη και αιμοσφαιρίνη A1c hemoglobin A1c, και να παρέχεται άμεση ιατρική φροντίδα σε περίπτωση επιπλοκών, που περιλαμβάνουν:
· Μολύνσεις πληγών, ειδικά στα πόδια. Μπορεί να επουλώνονται αργά και αν δεν παρασχεθεί φροντίδα, μπορεί να οδηγήσουν σε ακρωτηριασμό. Επιθετικά και ειδικού τύπου μέτρα συχνά είναι απαραίτητα και ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί την συμβουλή ειδικού ιατρού, που θα ειδικεύεται στην τροποποιημένη διαδικασία επούλωσης των διαβητικών.
· Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, που μπορεί να οδηγήσει σε φθορά των ματιών, αποκόλληση αμφιβληστροειδούς και τύφλωση. Μπορεί να χρειαστεί χειρουργική Laser για την επανασυγκόλληση του αμφιβληστροειδούς.
· Μολύνσεις του ουροποιητικού, που μπορεί να είναι συχνές και ανθεκτικές σε αντιβιοτικά. Καθυστερημένη ή ανεπαρκής θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε ή να επιδεινώσει τυχόν νεφρική βλάβη.

Οι διαβητικοί τύπου 1 πρέπει να αυτοελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου τους και να κάνουν ενέσεις ινσουλίνης αρκετές φορές την ημέρα. Η ινσουλίνη δεν είναι διαθέσιμη για λήψη από το στόμα. Καταστρέφεται στο στομάχι, έτσι πρέπει να λαμβάνεται με υποδόρια ένεση. Η ποσότητα και ο τύπος της ινσουλίνης πρέπει να ρυθμίζονται ανάλογα με την διατροφή του ασθενή, το μέγεθος των γευμάτων και την φυσική άσκηση. Διατίθενται διάφοροι τύποι ινσουλίνης, κάποιοι άμεσης ενέργειας και μικρού χρόνου ζωής, άλλοι αργής ενέργειας και μεγαλύτερου χρόνου ζωής.

Οι περισσότεροι διαβητικοί τύπου 1 χρησιμοποιούν συνδυασμό ινσουλινών για να καλύψουν τις ανάγκες τους και η διατήρηση του ελέγχου μπορεί μερικές φορές να είναι δύσκολη. Καταπόνηση, ασθένειες και μολύνσεις μπορεί να μεταβάλλουν την ποσότητα ινσουλίνης, που είναι απαραίτητη. Επιπλέον κάποιοι διαβητικοί τύπου 1 έχουν ασταθή έλεγχο τα επίπεδα σακχάρου τους μεταβάλλονται ταχύτατα κατά την διάρκεια της ημέρας. Κάποιοι διαβητικοί τύπου 1 έχουν επιλέξει να φορούν αντλίες ινσουλίνης, προγραμματιζόμενες συσκευές που εφαρμόζονται στην μέση και αποδίδουν μικρές ποσότητες ινσουλίνης μέσω μίας υποδερμικής βελόνας κατά την διάρκεια της ημέρας ώστε να προσομοιώνουν την φυσιολογική έκκριση ινσουλίνης. Σαν ένας επιπλέον παράγοντας επιπλοκών, με το χρόνο οι διαβητικοί τύπου 1 μπορεί να αναπτύξουν αντισώματα έναντι της ινσουλίνης. Το σώμα τους αρχίζει να αντιλαμβάνεται την ινσουλίνη που λαμβάνουν ως «εισβολέα» και προσπαθεί να τη καταστρέψει. Σαν αποτέλεσμα χρειάζεται η λήψη όλο και ψηλότερης δόσης ινσουλίνης ή αλλαγή του τύπου.

Οι διαβητικοί τύπου 1 μπορεί να πάρουν υπερβολική ποσότητα ινσουλίνης, να μην λάβουν τροφή για μεγάλο χρονικό διάστημα ή να αλλάξουν απρόσμενα οι ανάγκες τους, με αποτέλεσμα να έχουν προβλήματα λόγω χαμηλών επιπέδων σακχάρου. Πρέπει λοιπόν να έχουν μαζί τους σάκχαρο, με την μορφή καραμέλας και να πάρουν λίγο στα πρώτα συμπτώματα υπογλυκαιμίας. Ενέσεις γλυκαγόνης, που ενεργοποιούν το ήπαρ να ελευθερώσει σάκχαρο επίσης συνιστώνται όταν η υπογλυκαιμία δεν αντιμετωπίζεται με λήψη σακχάρου από το στόμα και οι διαβητικοί πρέπει να τις έχουν μαζί τους ώστε να μπορέσει κάποιος να τις χορηγήσει εάν οι ίδιοι είναι αναίσθητοι. Οξείες καταστάσεις, όπως διαβητική κετο-οξέωση ή νεφρική ανεπάρκεια μπορεί να χρειαστούν νοσηλεία για να αντιμετωπιστούν.

Οι διαβητικοί τύπου 2 συνήθως ελέγχουν το σάκχαρο τους μία ή περισσότερες φορές την ημέρα. Διακρίνονται καταστάσεις ποικίλλης βαρύτητας, από εκείνους που μπορούν να ελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου τους με δίαιτα και άσκηση, σε εκείνους που παίρνουν από του στόματος φαρμακευτική αγωγή, ως εκείνους που πρέπει να κάνουν καθημερινά ενέσεις ινσουλίνης. Κάποιοι ασθενείς ακολουθούν την παραπάνω πορεία καθώς προχωρά η νόσος. Τα διαθέσιμα από του στόματος φαρμακευτικά σχήματα κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες: αυτά που ενεργοποιούν το πάγκρεας να παράξει περισσότερη ινσουλίνη, αυτά που βοηθούν το σώμα να γίνει πιο ευαίσθητο στην ινσουλίνη που παράγει και αυτά που καθυστερούν την απορρόφηση υδατανθράκων στο στομάχι, καθυστερώντας την μετα-γευματική αύξηση του σακχάρου του αίματος. Οι διαβητικοί τύπου 2 συχνά λαμβάνουν δύο ή περισσότερα φαρμακευτικά σχήματα ώστε να επιτύχουν γλυκαιμικό έλεγχο.

Στο διαβήτη κύησης η μέλλουσα μητέρα θα χρειαστεί να λαμβάνει τροποποιημένη διατροφή, να ασκείται τακτικά και να παρακολουθούν τα επίπεδα σακχάρου όσο συχνά συστήσει ο ιατρός. Αν απαιτηθεί περισσότερος έλεγχος, θα της δοθούν ενέσεις ινσουλίνης (από του στόματος θεραπεία δεν χρησιμοποιείται σήμερα). Συνήθως ο διαβήτης υποχωρεί μετά τον τοκετό, αν και η γυναίκα παραμένει σε υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξει διαβήτη τύπου 2 και πρέπει να παρακολουθείται στενά στις τυχόν επόμενες εγκυμοσύνες. Αμέσως μετά την γέννηση το παιδί πρέπει να παρακολουθείται για τυχόν συμπτώματα υπογλυκαιμίας και προβλημάτων του αναπνευστικού.
http://www.labtestsonline.gr/

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.