Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή σε γυναίκες «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας»

Facebooktwitterpinterest

Πέρα από το εγκάρδιο καλωσόρισμα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής προκύπτουν ανησυχίες που, μετάξύ άλλων, αφορούν στην εφαρμογή των αναπαραγωγικών μεθόδων σε γυναίκες «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας». Οι ιατρικές αναφορές δίνουν ασαφείς εξηγήσεις αναφορικά με την ασφάλεια της σύλληψης, της κυοφορίας και του τοκετού σε αυτές τις περιπτώσεις ενώ έννοιες όπως «ηλικία», «αναπαραγωγική ηλικία» «ικανότητα φυσικής αναπαραγωγής» κλπ δεν ορίζονται με ομοιόμορφο τρόπο. Την προσπάθεια κατανόησης του δικαιώματος στην αναπαραγωγή ακολουθεί μια σειρά από ηθικοκοινωνικά διλήμματα που επιβάλλουν κάπου να τοποθετηθεί ένα φρένο.

Κεφάλαιο 1ο: Η «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία» σαν ιατρική έννοια:

Α) Η φυσική εμμηνόπαυση σαν βοηθητικός παράγοντας προσδιορισμού της έννοιας της «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας»

Έννοια φυσικής εμμηνόπαυσης: Η εμμηνόπαυση μεταξύ άλλων θεωρείται το κύριο σημάδι ότι η ικανότητα της γυναίκας να «συλλάβει» φθείνει. Ορίστηκε στενά σαν το ολοκληρωτικό σταμάτημα της εμμηνορρυσίας που συνήθως αρχίζει στις ηλικίες των 45-50 ετών, αλλά δεν πρόκειται για ένα σύμπτωμα που ακολουθεί αναγκαστικά την ηλικία (natural menopause), εφόσον διάφοροι παράγοντες θα μπορούσαν να οδηγήσουν μια γυναίκα πιο νεαρής ηλικίας σε εμμηνόπαυση για διάφορους λόγους (πρώϊμη εμμηνόπαυση) ή η εμμηνόπαυση μπορεί να εκδηλώνεται ως σύμπωμα κάποιας ασθένειας ανεξαρτήτως ηλικίας, να είναι ιατρογενής (iatrogenic menopause). Οι μεθόδοι θεραπείας της ιατρογενούς εμμηνόπαυσης είναι από μια άποψη απαίτηση η «ασθενής» να μπορεί να δεχτεί ιατρική φροντίδα όπως θα συνέβαινε σε κάθε άλλη περίπτωση. Μας ενδιαφέρει μόνο η φυσική εμμηνόπαυση που ως ένα φυσιολογικό στάδιο της ζωής της γυναίκας δεν χρήζει κατ’αρχήν θεραπείας.

Φυσική εμμηνόπαυση και «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία»: Η φυσική εμμηνόπαυση δεν είναι μια κατάσταση που δημιουργείται αυτομάτως σε συγκεκριμένη ημερομηνία η πάροδος της οποίας θα σημαίνει το «στοπ» της λειτουργίας του αναπαραγωγικού συστήματος. Πρόκειται για μια βιολογική διαδικασία η οποία αρχίζει και τελειώνει σταδιακά και σε διάφορες ηλικίες σε κάθε γυναίκα (perimenopause και menopause {1}), λαμβανομένων υπόψη και διάφορων παραγόντων που θεωρήθηκαν κατά καιρούς να επηρρεάζουν (σωματικό βάρος, κάπνισμα, αλκοολισμός, άγνωστοι παράγοντες {2}). Πρόκειται για ένα αρκετά ευρύ χρονικό πλαίσιο έναρξης και εγκατάστασης της αναπαραγωγικής φθοράς {3}. Η «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία» διατρέχει την περίοδο της φυσικής (και όχι άλλης) εμμηνόπαυσης, αλλά δεν μπορεί να αφορά σε συγκεκριμένη χρονολογική ηλικία (40, 45 ή 60 ετών) και αυτό είναι το πρόβλημα. Σαν χαρακτηρισμός αφορά στη γενική φυσική κατάσταση της γυναίκας κατά ή μετά τη φυσική εμμονόπαυση η οποία δεν θα της επέτρεπε επιτυχή σύλληψη, κυοφορία και τοκετό χωρίς την καθοριστική και συνεχή επέμβαση της ιατρικής επιστήμης.

Η «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία» και τα ρίσκα της αναπαραγωγής: Η εφαρμογή θεραπείας γονιμότητας σε μια γυναίκα με «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία» είναι σαν να χύνεις νέο κρασί σε ένα παλιό ασκί. Η λειτουργία του αναπαραγωγικού συστήματος σε μια γυναίκα «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας» διαταράσσεται {4} και διαταράσσει (παύση ή κακή ποιότητα ωοκυττάρων με συνεπαγόμενη διαταραχή της ορμονικής ισορροπίας κλπ). Διάφοροι ιατρικοί ερευνητές αναγγέλλουν πρώτιστα τις μειωμένες πιθανότητες επιτυχίας {5} των τεχνητών αναπαραγωγικών λύσεων (In Vitro Fertilisation, Oocytes donation) και έπειτα, ακόμα και στην επιτυχή σύλληψη με την εφαρμογή των εν λόγω μεθόδων επισύρουν την προσοχή στην ύπαρξη διαφόρων πιθανών κινδύνων για την υγεία τόσο του εμβρύου όσο και της επίδοξης μητέρας αλλά και του παιδιού εάν αυτό γεννηθεί ζωντανό. Όροι όπως χρωματοσωματικές αλλοιώσεις, αναπτυξιακές και άλλες ανωμαλίες στο έμβρυο, προεκλαμψία, αποβολή, διαβήτης, αποκόλληση του πλακούντα, προδρομικός πλακούντας ακούγονται σαν ένα πακέτο ιστοριών τρόμου ενώ παράλληλα προβάλλεται ευρέως από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης το «αναπαραγωγικό θαύμα» της 67χρονης νέας μητέρας από τη Ρουμανία. Βέβαια το μόνο επίκεντρο για την ηθική κριτική μια γυναίκα «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας» να επιζητά υποβοηθούμενη αναπαραγωγή δεν θα μπορούσε να εστιάζει μόνο στους «κινδύνους» της εγκυμοσύνης εξαιτίας της γήρανσης του σώματος και της διατάραξης της λειτουργίας του, δεδομένου πως και η εγκυμοσύνη σε μια νεαρή γυναίκα μπορεί να είναι επικίνδυνη για πολλούς άλλους λόγους. Είναι η «μεγάλη αναπαραγωγική ηλικία» ιατρική έννοια τελικά;

Υπήρξε και μια άλλη προσέγγιση {6} που έδωσε θετική απάντηση στο πιο πάνω ερώτημα, με αφορμή μια προ τριετίας αναφορά ότι είναι εφικτή η μέτρηση της ωοθηκικής δύναμης με διακολπική υπερηχογραφία (measurement of the ovarian volume by transvaginal sonography). Η θεωρία τους λίγο πολύ αφορά στο ότι από κάθε γυναίκα προκύπτουν διαφορετικές μετρήσεις ovarian volume και ο προσδιορισμός της αναπαραγωγικής ηλικίας έχει να κάνει με νούμερα και σε καμία περίπτωση με τη χρονολογική ηλικία. Ο γιατρός, σύμφωνα με αυτή την άποψη, είναι ο μόνος που μπορεί να προσδιορίσει την αναπαραγωγική ηλικία της γυναίκας. Ένα παράδειγμα είναι ότι προβαίνοντας σε μετρήσεις σε δύο γυναίκες χρονολογικής ηλικίας 40 ετών η μία μπορεί να έχει αναπαραγωγική ηλικία 36 ετών και η άλλη να έχει αναπαραγωγική ηλικία 42 ετών.

Αυτή η θεωρία τείνει να τοποθετήσει το επίκεντρο του ορισμού της έννοιας της αναπαραγωγικής ηλικίας στην πραγματική ιατρική μαρτυρία του αναπαραγωγικού status κάθε γυναίκας ξεχωριστά (από αυτή την άποψη φαίνεται υποκειμενική), περαιτέρω το αναπαραγωγικό status κάθε γυναίκας δεν έχει να κάνει με την χρονολογική ηλικία της (απαγκίστρωση της φυσικής κατάστασης του ατόμου από το κριτήριο του χρόνου). Από την άποψη του προσδιορισμού της αναπαραγωγικής ηλικίας με τις ειδικές μετρήσεις (μαθηματικοποιημένη μέθοδος) φαίνεται ως μια προσπάθεια αντικειμενικής προσέγγισης του ζητήματος. Θα μπορούσαμε στο σύνολο της να την χαρακτηρίζαμε μικτή ή συνδυασμένη θεωρία.

Β) Από την ιατρική έννοια της αναπαραγωγικής ηλικίας στην κοινωνική

Η ιατρική έννοια αφορά στην αναπαραγωγική ικανότητα και όχι στην ηλικία: Υπάρχουν αναφορές {7} που υποστηρίζουν ότι εάν το αναπαραγωγικό σύστημα φθείνει είναι κάτι που συμβαίνει για βιολογικούς λόγους και δεν έχει να κάνει με τον παράγοντα «χρόνος» ο οποίος είναι ένας εξωτερικός ανεξάρτητος παράγοντας. Δεν υπάρχει η έννοια «αναπαραγωγική ηλικία» ουσιαστικά αλλά η έννοια «αναπαραγωγική ικανότητα ή ανικανότητα». Η παύση ή η κακή ποιότητα των ωοκυττάρων είναι αυτοί οι βιολογικοί παράγοντες που ευθύνονται για την αναπαραγωγική ανικανότητα και μπορούν να υπάρχουν σε κάθε γυναίκα ανεξαρτήτως χρονολογικής ηλικίας. Επίσης ότι η μήτρα, σε σχέση με τα άλλα όργανα, είναι ανθεκτική στο χρόνο. Σύμφωνα με την άποψη αυτή όταν υπάρχει αναπαραγωγική ανικατότητα (αδιακρίτως) η γυναίκα έχει δικαίωμα πρόσβασης στη διαθέσιμη ιατρική επιστήμη και η επιστήμη χρέος να της παρέχει την καλύτερη δυνατή θεραπεία. Θεωρητικά, σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή ή κατ’επέκταση της, μια γενικά υγιής και σε καλή φυσική κατάσταση γυναίκα 70 ετών το μόνο πρόβλημα της οποίας είναι η αναπαραγωγική ανικανότητα μπορεί με την κατάλληλη θεραπεία γονιμότητας να αναπαράγει. Το πρόβλημα δεν είναι ιατρικό αλλά κοινωνικό εάν η 70χρονη γυναίκα είναι «μεγάλης αναπαραγωγικής ηλικίας» ή όχι. Η παρεχόμενη θεραπεία ευλόγως αφορά στην αναπαραγωγική ανικανότητα και όχι στην «αναπαραγωγική ηλικία». Η άποψη αυτή ενδεχομένως παραλείπει να λάβει υπόψη της το γεγονός ότι οι ως άνω επικαλούμενοι αποκλειστικά βιολογικοί παράγοντες υπάρχουν και λειτουργούν όχι ανεξάρτητα από το υπόλοιπο σώμα της γυναίκας. Η άποψη αυτή βλέπει το σώμα της γυναίκας σαν μια μηχανή η καλή συντήρηση της οποίας θα επιφέρει τις επιθυμητές αποδόσεις, παραλείπει όμως να λάβει υπόψη της ότι όταν υπολειτουργεί ή δεν λειτουργεί το ένα εξάρτημα αυτής της μηχανής αναγκαστικά επηρρεάζεται και η αποδοτικότητα. Η έννοια «αναπαραγωγική ικανότητα» θα μπορούσε να έχει ευρύτερο περιεχόμενο. Ο επίλογος αυτής της θεωρίας αφορά στο ότι το αν θα αναπαράγει μια γυναίκα ή όχι δεν είναι ιατρικό αλλά κοινωνικό πρόβλημα και είναι εκτός του πλαισίου αρμοδιοτήτων των γιατρών να αποφανθούν σχετικά. Ο γιατρός προσδιορίζει μόνο την δυνατότητα με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο αλλά δεν μπορεί να πει αν μία γυναίκα είναι «μεγάλη» ή «μικρή» αφού πρόκειται για χαρακτηρισμούς κοινωνικούς που καλά θα ήταν να μην μπερδεύονται με την ιατρική επιστήμη.

Η δήλωση ότι η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είναι σε κάθε ηλικιακή περίπτωση ιατρικά δυνατή αλλά και ασφαλής: Οι σχετικές αναφορές {8} κάνουν ένα κατηγορηματικό επίλογο αναφορικά με την κοινωνική φύση της αναπαραγωγικής ηλικίας. Η συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζει ότι η αναπαραγωγή ενέχει μεν κινδύνους για την υγεία αλλά είναι προσωρινοί. Η γυναίκα μετά την υποβοηθούμενη σύλληψη (oocyte donation και hormones therapy) μπορεί να φέρει εις πέρας την κυοφορία και τον τοκετό όπως κάθε πιο νεαρή γυναίκα. Ο επίλογος αυτής της θεωρίας είναι ότι το αν μια γυναίκα είναι μεγάλης ή μικρής αναπαραγωγικής ηλικίας πρέπει να θεωρείται μόνο με κοινωνικά κριτήρια. Υπάρχουν εξάλλου κι άλλοι τρόποι για μία γυναίκα να απολαύσει τη μητρότητα χωρίς τη χρήση του σώματός της, όπως το να υιοθετήσει ένα παιδί ή γενικά να αναλάβει τη φροντίδα και προστασία του ή ακόμα με δανεικά ωάρια σε συνδυασμό με παρένθετη μητρότητα (η ίδια μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από ένα ζευγάρι ομοφυλοφίλων), σε κάθε περίπτωση τα σχετικά ηθικά διλήμματα αφορούν στην κοινωνία και όχι στην ιατρική η οποία είναι απλά το πάντα δυνατό εργαλείο και ο ρόλος των νόμων αυτός είναι να θέσει τα όρια. Μάλιστα διακρίνεται και μία ελαφρά πικρία από το γεγονός ότι οι κοινωνικές ανησυχίες πολλές φορές καταλογίζονται σε ιατρικά προβλήματα. Με αυτό τον τρόπο διαχωρίζεται, κατά τη θεωρία αυτή, το έργο της ιατρικής επιστήμης από τα κοινωνικά τεκταινόμενα κάτι βέβαια που αντίκειται στην ίδια τη φύση και στο ρόλο της κάθε επιστήμης.

Η ανομοιομορφία των ιατρικών αναφορών όσο αφορά τουλάχιστον τις αλλαγές που επιδέχεται το αναπαραγωγικό σύστημα με την πάροδο του χρόνου, όπου θα ανέμενε κανείς περισσότερη αντικειμενικότητα, είναι ένα θέμα που σαστίζει. Ανεξάρτητα από το αν η έννοια της αναπαραγωγικής ηλικίας είναι ιατρική ή κοινωνική, το ζήτημα της μητρότητας σε προχωρημένη ηλικία δεν παύει να είναι και κοινωνικό, αφού ανεξάρτητα από την δυνατότητα μιας γυναίκας 63 ετών να φέρει εις πέρας μια εγκυμοσύνη φέρνοντας στον κόσμο ένα υγιές παιδί το ζήτημα θα τεθεί εν συνεχεία αναφορικά με τη δυνατότητα της να λειτουργήσει ως μητέρα. Και για την κοινωνική ευταξία και ευνομία υπήρξε μία άποψη ότι θα έπρεπε να συνάδουν οι περιορισμοί τόσο στη δυνατότητα υιοθεσίας ενός παιδιού όσο και στην δυνατότητα γέννησης του με χρήση μεθόδων υποβοηθούμενης παραγωγής, κάτι που με βρίσκει αντίθετη.

Κεφάλαιο 2ο: Ο κοινωνικός ενθουσιασμός, το δικαίωμα στην αναπαραγωγή και η αρχή της πρόνοιας του παιδιού

Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και οι υποσχέσεις των υποστηρικτών των σχετικών μεθόδων ενθαρρύνουν πληθώρα γυναικών που επιλέγουν να κάνουν ένα παιδί αργά και μετά την επίτευξη των λοιπών κοινωνικών ή προσωπικών στόχων τους, εκπαίδευσης, καριέρας, οικονομικής και κοινωνικής ολοκλήρωσης κλπ, σύμφωνα με τους σημερινούς ρυθμούς ζωής. Υπάρχει μια αρκετά ενδιαφέρουσα ψυχολογική έρευνα {9} αναφορικά με τα κίνητρα των γυναικών μεγαλύτερης ηλικίας όταν αποφασίζουν να απολαύσουν τη μητρότητα, η οποία κάπου θέτει και ένα ερώτημα προκλητικό: «Εκφράζουν την προσωπική επιθυμία τους για ένα είδος επιθυμίας αθανασίας; Επιζητούν να γεμίσουν την άδεια τους φωλιά, θέλουν συντροφιά; Πρόκειται για ναρκισσισμό, για το ότι θέλουν να μείνουν για πάντα νέες; Πόσο εγωϊστικό είναι;».

Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που προβλήθηκαν από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης γυναικών που έγιναν μητέρες σε μεγάλη ηλικία, παράλληλα είναι και ένα κύμα φεμινιστικής σύστασης που μες τον ενθουσιασμό του ξεχειλίζει την οργή όλων των προηγούμενων χρόνων αναφορικά με την ελευθερία των ανδρών να κάνουν παιδιά χωρίς (κοινωνικούς) περιορισμούς ακόμα και στα 70 τους χρόνια. Είναι μια τάση να θεωρείται το δικαίωμα στην ανθρώπινη αναπαραγωγή ως ένα βαθμό δεδομένο με το σκεπτικό πως ο φυσικός ή λογικός προορισμός κάθε ανθρώπου είναι να αναπαράγεται. Μπορεί η επιστήμη να ενισχύει ένα τέτοιο προορισμό χωρίς περιορισμούς;

Α) Το δικαίωμα στην αναπαραγωγή {10}

Είναι γεγονός ότι αν κάποιος τολμήσει να καταπιαστεί με τον διαχωρισμό ανάμεσα σε θετικά (επιθετικά) ή αρνητικά (αμυντικά) δικαιώματα δεν θα καταλήξει κάπου. Υπάρχει μια προσέγγιση που υποστηρίζει την ταυτόχρονη φύση όλων των δικαιωμάτων ως θετικά και αρνητικά. Πολλές φορές το θέμα άπτεται μόνο σε φόρμουλες διατύπωσης και η πολυπλοκότητα είναι αχρείαστη.

Στη φιλοσοφία του δικαίου το δικαίωμα στην αναπαραγωγή είναι η θέση μου ότι βρίσκει μια άκρως εγωϊστική εξήγηση, ενταγμένο σε ένα συνεχές σύστημα ως πτυχή του ατομικού δικαιώματος της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας του ανθρώπου και απαραίτητη βάση επί της οποίας μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα στην οικογένεια. Ωστόσο όσο αφορά στην τεχνητή αναπαραγωγή πιστεύω πως υπάρχουν πολλές διαστάσεις με το ευρύτερο «δικαίωμα στην αναπαραγωγή» το οποίο υπονοεί κυρίως το δικαίωμα στη φυσική αναπαραγωγή. Θεωρώ ορθότερο το δικαίωμα στην τεχνητή αναπαραγωγή να αποτελεί πτυχή του δικαιώματος στην ιατρική περίθαλψη, του δικαιώματος στη θεραπεία με ό,τι αυτό συνεπάγεται και δεν θα μας απασχολήσει περαιτέρω στην παρούσα αναφορά.

Β) Τα δικαιώματα του κυοφορούμενου και η πρόνοια του αναμενόμενου να γεννηθεί του παιδιού {11}

Στο κεφάλαιο της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής είναι λίγο περίεργη ή έστω λογικά ανασφαλής {12} η εφαρμογή των σχετικών αρχών για σεβασμό των καλύτερων συμφερόντων ή δικαιωμάτων του εμβρύου ή του παιδιού, εφόσον τα διλήμματα τίθενται πριν την εφαρμογή κάποιας μεθόδου τεχνητής γονιμοποίησης για υποβοηθούμενη σύλληψη, άρα εφόσον γίνεται διάλογος για κάτι ανύπαρκτο.

Η επίκληση των ως άνω αρχών γίνονται απλά επειδή υπάρχει μια ανησυχία αφενός όσο αφορά στην υγεία του κυοφορούμενου το οποίο κατά τις τελευταίες ιατρικές-νομικές έρευνες και τάσεις έχει προσωπικότητα και δικαιώματα, αφετέρου για την υγεία του τελικά γεννημένου παιδιού και τέλος πιο απομακρυσμένα για την κοινωνική κατάσταση του παιδιού που θα γεννηθεί υγιές (επικεντρωμένες στην ποιότητα και στη διάρκεια της σχέση του με μια ηλικιωμένη μητέρα {13}).

Όσο αφορά στην κοινωνική κατάσταση του τελικά γεννημένου παιδιού, το οποίο είναι υγιές, ο αντίλογος {14} περιορίζεται στο ότι πολλά παιδιά μεγαλώνουν με τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους, κάποια παιδιά μεγαλώνουν χωρίς γονείς, χωρίς να σημαίνει ότι αυτά τα παιδιά θα αναπτύξουν αντικοινωνική ή άλλως πώς προβληματική συμπεριφορά. Υπάρχουν βέβαια και παιδιά που μεγαλώνουν με «νεαρούς» γονείς και τελικά συμβαίνει να αναπτύσσουν προβληματική συμπεριφορά ή να αντιμετωπίζουν σωρεία άλλων προβλημάτων.

Γ. Οι νομικές γενικότητες (συγκριτικά) και το κοινωνικό αδιέξοδο

Στους κύκλους της ιατρικής επιστήμης η εφαρμογή μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας θεωρείται συχνά πρόκληση {15}.

Στη Βρεττανία δεν υπάρχει ευθύς νομικός περιορισμός ανώτατου ορίου ηλικίας ατόμου που επιδέχεται θεραπεία γονιμότητας αν και υπάρχει σχετικός διάλογος και ο μόνος μηχανισμός ρύθμισης της κατάστασης μέχρι στιγμής τίθεται εμμέσως και ασαφώς από τους ιατρικούς πράκτορες (ανομοιόμορφα) και από το καθήκον τους να λάμβάνουν υπόψη τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του μελλοντικά γεννημένου παιδιού (αρμοδιότητα κρίσης που παράλληλα αμφισβητείται) [Human Fertilisation and Embryology Act – section 13(5)].

Συγκριτικά, σε άλλα δίκαια επιτρέπεται η λήψη θεραπείας γονιμότητας όταν η γυναίκα είναι σε ηλικία φυσικής αναπαραγωγικής ικανότητας (Ελλάδα: ΑΚ, Ν.3089/2002, αρ.1455 παρ.1εδ.β’ / Γαλλία: Code de la Sante Publique 1994, article L.152-2 par.3). Πρόκειται για γενικά διατυπωμένες φόρμουλες που ενώ ενδεικνύουν τη γενικότερη πρόθεση αποτροπής των μεγαλύτερων σε ηλικία γυναικών να χρησιμοποιούν υποβοηθητικές μεθόδους γονιμοποίησης, παραμένουν ασαφείς, λαμβανομένων υπόψη και όσων λέχθηκαν ανωτέρω, και κατά συνέπεια προβληματικές στο βαθμό που μπορούν να δημιουργήσουν καταστάσεις ανισότητας. Όσο αφορά στους νόμους περί υιοθεσίας στις ίδιες προαναφερόμενες χώρες (Ελλάδα: αρ.1543 ΑΚ / Γαλλία: art.341-345C.C.) στο Ελληνικό δίκαιο τίθεται άμεσο ανώτατο όριο ηλικίας του ατόμου που υιοθετεί η ηλικία των 60 χρόνων ενώ στο Γαλλικό δίκαιο το ανώτατο όριο ηλικίας προκύπτει έμμεσα από τον συνδυασμό των πιο πάνω διατάξεων, λαμβανομένων υπόψη και άλλων ρυθμίσεων που αφορούν στη διαφορά ηλικίας ανάμεσα στο άτομο που υιοθετεί και στο άτομο που υιοθετείται κλπ. δημιουργώντας ένα πλέγμα κοινωνικής εξισορρόπησης που καλώς υποστηρίζει λίγο πολύ ότι «υποβοηθούμενη αναπαραγωγή» και «υιοθεσία» είναι θέματα εντελώς άσχετα μεταξύ τους.

Σε κάθε περίπτωση αμφισβητείται εάν η ύπαρξη μιας ρύθμισης ρητού ανωτάτου ηλικιακού ορίου της γυναίκας που πρόκειται να τύχει υποβοηθούμενης αναπαραγωγής θα έλυνε τα όποια ζητήματα έχουν ήδη αναλυθεί.

Κλείνοντας έχω να παρατηρήσω πως η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή στις γυναίκες προχωρημένης ηλικίας δεν είναι μόνο μια πρόκληση στην ιατρική επιστήμη αλλά και ένα ηθικονομικό αγκάθι. Δεν υπάρχουν απόλυτες απαντήσεις αλλά τίθεται η βάση για περαιτέρω προβληματισμό.

American Journal of Obstetrics and Gynecology, Vol.185,Issue 3,p.p.758-770, AJOG Reviews: J.Klein, M.V.Sauer: “Assessing fertility in women of advanced reproductive age” (p.760).
ibid (p.763)

EMedicine, J.C.Petrozza, M. “Assisted reproductive technology” (2004)

ASMRS N.A.Klein “The impact of age on female fertility”

J.Andersen: “I’m not too old for motherhood! Pregnancy and Birth at 40+”

Human Reproduction Vol.19,No.7,pp.1613-18, 2004 W.H.Wallace, T.W.Kelsey: “Ovarian reserve and reproductive age may be determined from measurement of ovarian volume by transvaginal sonography”.

Human Reproduction update 1996, Vol.2,No.6,S.F.Marcus, P.R.Brinsden “In Vitro Fertilization and embryo transfer in women aged 40 years and over”, p.466.

JAMA, Vol.288, No.18, R.J.Paulson, R.Boostanfar, P.Saadat, E.Mor, D.E.Tourgeman, C.C.Slater, M.M.Francis, J.K.Jain: “Pregnancy in the sixth decade of life: Obstetrical Outcomes in Women of Advanced reproductive age” (2002)

J.L.Rosenthal: “Psychological Aspects of Care” p.186 / B.Damant: “The body speaks: psychogenetic infertility, femininity and life scripts” p.p.30-34 / 70-93

The Concise Encyclopedia of Ethics of New Technologies (2001), L.Frith: “Reproductive Technologies”, p.p.354-355 (given reading material).

Human Reproduction, Vol.14,No.5 (1999) G.Pennings “Measuring the welfare of the child: in search of the appropriate evaluation principle” p.p.1146-1150.

E.Jackson “Fertility treatment: abolish the welfare principle”

American Society of Reproductive Medicine (ASRM), American Society of Reproductive Medicine’s Ethics Committee “Oocyte donation to postmenopausal women” (1996).

J.Andersen: “The advantages of being an older parent”

Curr Women Health Rep. 2003 Oct;3(5), S.G.Derman, D.B.Seifer: “In Vitro Fertilization in the older patient”,p.318

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.