Πόσο κοιμάται φυσιολογικά ένα παιδί;
Οι ανάγκες ποικίλουν από παιδί σε παιδί, εξαρτώνται όμως άμεσα από την ηλικία και το βαθμό ωρίμανσης του νευρικού τους συστήματος.
Έτσι, τα νεογέννητα κοιμούνται περίπου 16 με 18 ώρες και τα βρέφη 14 με 15 ώρες την ημέρα. Προς το τέλος του 1ου χρόνου τα στάδια του ύπνου ομαλοποιούνται και τα παιδιά κοιμούνται μια μεγάλη περίοδο την νύχτα και 1 ή 2μικρά διαστήματα ύπνου την ημέρα, με σύνολο περίπου 12 με 13 ώρες. Μεταξύ 4-5χρονών, τα περισσότερα παιδιά σταματούν να κοιμούνται την ημέρα και το σύνολο του ύπνου μειώνεται στις 11 με 12ώρες.
Η μείωση των ωρών ύπνου συνεχίζεται βαθμιαία μέχρι την εφηβεία που φτάνει τις 8 με 9 ώρες την ημέρα. Οι ενήλικες κοιμούνται 6,5 με 8 ώρες, ενώ ο αναγκαίος για την επιβίωση ύπνος είναι 4 με 5ώρες την ημέρα.
Είναι συχνά τα προβλήματα ύπνου στα παιδιά;
Υπολογίζεται ότι 40% των παιδιών προσχολικής ηλικίας και 27% των παιδιών σχολικής ηλικίας εμφανίζουν διαταραχές ύπνου, ενώ 15% των μαθητών παρουσιάζουν υπνηλία στο σχολείο και 10% υπνοβατούν.
Ο ύπνος των παιδιών διαφέρει από αυτόν των ενηλίκων. Η ομαλοποίηση των σταδίων του ύπνου επιτυγχάνεται μετά το 1ο χρόνο ζωής, για αυτό στην πλειοψηφία τους οι διαταραχές του ύπνου αφορούν παιδιά μεγαλύτερα του έτους.
Τι είδους προβλήματα μπορεί να έχουν τα παιδιά με τον ύπνο τους;
Τα προβλήματα του ύπνου, μπορούμε για περιγραφικούς λόγους να τα χωρίσουμε σε προβλήματα στην ποσότητα(δυσυπνίες) και προβλήματα στην ποιότητα(παραϋπνίες).
Τι σημαίνει πρακτικά πρόβλημα με την ποσότητα του ύπνου(δυσυπνία);
Τα παιδιά με πρόβλημα στην ποσότητα του ύπνου έχουν αϋπνία, είτε επειδή αργούν να κοιμηθούν, είτε επειδή ξυπνούν συχνά κατά την διάρκεια της νύχτας είτε τέλος επειδή ξυπνούν πολύ νωρίς το πρωί. Συνήθως οι διαταραχές εμφανίζονται σε παιδιά 1ος μέχρι 3ων ετών, σπάνια οφείλονται σε πραγματικές ενοχλήσεις ή ασθένεια(ωτίτιδα, κωλικούς, πόνους κλπ.). Κατά κανόνα σχετίζονται με ακανόνιστες συνήθειες ύπνου και ακατάλληλους χειρισμούς γονέων (το παιδί να κοιμάται μαζί τους ή να χρησιμοποιούν τον ύπνο σαν τιμωρία κλπ).
Θεραπεία: Υποχωρούν με την ηλικία, μετά τον 4ο χρόνο, και αντιμετωπίζονται κυρίως με συμβουλές προς τους γονείς για διόρθωση των χειρισμών:
Τα παιδιά πρέπει να έχουν όσο το δυνατό σταθερό πρόγραμμα στο καθημερινό τους ύπνο. Το περιβάλλον ύπνου να είναι όσο γίνεται καταλληλότερο, με ησυχία ή απαλή μουσική και χαμηλό φωτισμό. Ένα ελαφρύ γεύμα αποτελούμενο κυρίως από γάλα καθώς και ένα μπάνιο, βοηθούν πολλά παιδιά να χαλαρώσουν και να κοιμηθούν ευκολότερα. Πρέπει να αποφεύγονται τα έντονα σωματικά παιχνίδια-άσκηση και το φως για τουλάχιστον 1 ώρα πριν το νυχτερινό ύπνο. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει ο ύπνος να συνδυάζεται με τιμωρία
Στην ίδια ομάδα διαταραχών ύπνου ανήκουν οι υπνικές άπνοιες και οι διαταραχές του κιρκαδιανού ρυθμού (“jet-lag”).
Εάν το παιδί σας ενώ κοιμάται σταματάει να αναπνέει για περίπου 10’’ και στην συνέχεια παίρνει μία βαθιά αναπνοή σαν ροχαλητό, τότε παρουσιάζει υπνική άπνοια. Γίνεται κατά τον βαθύ ύπνο και παρόλο που το παιδί δεν ξυπνάει, διαταράσσεται η πορεία του ύπνου και προκαλείται αϋπνία. Συχνότερη αιτία είναι τα «κρεατάκια»(υπερτροφία των αδενοειδών εκβλαστήσεων), η παχυσαρκία και σπανιότερα ανατομικές ιδιαιτερότητες(κρανιοπροσωπικές δυσπλασίες) ή νευρομυϊκά νοσήματα.
Θεραπεία: Η αντιμετώπιση-διόρθωση του αιτίου, δηλαδή χειρουργική αφαίρεση των υπερτροφικών αδενοειδών εκβλαστήσεων («κρεατάκια»), έλεγχος και αντιμετώπιση της παχυσαρκίας κλπ.
Εάν το παιδί σας αργεί να κοιμηθεί και κατά συνέπεια αργεί να ξυπνήσει, ο κύκλος ύπνου-αφύπνισης σταδιακά αλλάζει(διαταραχή κιρκάδιου ρυθμού ή σύνδρομο μεταβολής φάσεων γνωστό και ως jet-lag). Αφορά κυρίως έφηβους(~8%παιδιών 12 με 19χρονών) που συνηθίζουν να ξενυχτάνε διαβάζοντας ή διασκεδάζοντας. Όπως είναι αναμενόμενο τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να ξυπνήσουν το πρωί, αισθάνονται κουρασμένα και μειώνεται η νοητική τους ικανότητα κατά την διάρκεια της ημέρας.
Θεραπεία: Σταδιακή διόρθωση των καθημερινών συνηθειών και στις σοβαρότερες περιπτώσεις φωτοθεραπεία ή και χρήση μελατονίνης.
Τι σημαίνει πρακτικά πρόβλημα με την ποιότητα του ύπνου(παραϋπνίες);
Πρόκειται για φαινόμενα που παρεμβάλλονται κατά τη διάρκεια του ύπνου, και συχνότερα στα παιδιά είναι οι εφιάλτες, οι νυχτερινοί τρόμοι και η υπνοβασία.
Οι εφιάλτες είναι τρομακτικά όνειρα που συμβαίνουν συνήθως στο 2ο μισό της νύχτας. Το παιδί ξυπνά τρομαγμένο, αλλά έχει άριστη επαφή με το περιβάλλον, ανακουφίζεται εύκολα από τους γονείς του και μπορεί να διηγηθεί το όνειρο με λεπτομέρεια και παραστατικότητα. Συνήθως σχετίζονται με τρομαχτικές εμπειρίες που έζησε κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Θεραπεία: Εστιάζεται στη μείωση του άγχους του παιδιού.
Οι νυχτερινοί τρόμοι συμβαίνουν συνήθως στην αρχή του ύπνου (15-90 λεπτά μετά την έναρξη του). Το παιδί πετιέται όρθιο σε έξαλλη κατάσταση και βγάζει μια κραυγή πανικού. Τα μάτια του είναι σχεδόν ανοιχτά, με τις κόρες μεγαλωμένες(μυδρίαση), αναπνέει γρήγορα και έχει ταχυκαρδία. Παρόλο που είναι αναστατωμένο, δεν έχει ξυπνήσει τελείως, δεν αναγνωρίζει τίποτα και δεν μπορεί να το καθησυχάσει κανείς. Το επεισόδιο διαρκεί 5-20 λεπτά και το παιδί πέφτει κουρασμένο σε ένα ομαλό ύπνο, ενώ το πρωί δεν θυμάται τίποτα από το περιστατικό.
Η υπνοβασία επίσης συμβαίνει στην αρχή του ύπνου (15-90 λεπτά μετά την έναρξη του), με το παιδί να σηκώνεται από το κρεβάτι του και να αρχίζει να περιπλανάται με ανοιχτά τα μάτια και ανέκφραστο πρόσωπο, χωρίς όμως να βλέπει. Καθοδηγείται , κυρίως, με τη μνήμη και για αυτό μπορεί να σκοντάψει και να χτυπήσει. Είναι πολύ δύσκολο να το ξυπνήσει κάποιος και συνήθως επιστρέφει στο κρεβάτι μόνο του και συνεχίζει τον ύπνο του. Η διάρκεια της υπνοβασίας είναι 5-15 λεπτά, υπάρχει συνήθως θετικό ιστορικό στην οικογένεια και κατά κανόνα υποχωρεί με την πάροδο της ηλικίας. Είναι σημαντικό να φροντίζουμε να μην τραυματιστεί το παιδί.
Θεραπεία: Δοκιμάστε την τεχνική της λεγόμενης προγραμματισμένης αφύπνισης. Υπολογίζοντας περίπου την ώρα που το παιδί παρουσιάζει τον εφιάλτη ή τον νυχτερινό τρόμο ή την υπνοβασία κλπ., ξυπνήστε το εσείς μία ώρα νωρίτερα και στην συνέχεια αφήστε το να ξανακοιμηθεί μόνο του.
Άλλες λιγότερο σοβαρές παραϋπνίες είναι οι υπναγωγικές κινήσεις (ρυθμικές κινήσεις-τινάγματα του σώματος στη φάση της υπνηλίας-αρχής του ύπνου που εμφανίζονται τον 6ο με 9ο μήνα και υποχωρούν μέχρι τον 3ο χρόνο), η υπνολαλία(το γνωστό μας παραμιλητό, με αυτόματες λεκτικές εκφράσεις, άλλοτε ακατάληπτες και άλλοτε να θυμίζουν κανονική ομιλία), και το τρίξιμο των δοντιών(αρκετά συχνή διαταραχή –10 με 20% των παιδιών-, συνδέεται με έντονο στρές και μπορεί να καταστρέψει τα δόντια, για αυτό και στις σοβαρότερες περιπτώσεις αντιμετωπίζεται με συσκευές σύγκλισης).
Πως θεραπεύονται τα προβλήματα ύπνου στα παιδιά;
Οι περισσότερες διαταραχές ύπνου στα παιδιά αν και δραματικές, είναι αθώες και υποχωρούν με την ηλικία χωρίς να αφήνουν κάποιο πρόβλημα ή τραύμα. Ίσως να αποτελούν μια μορφή αντιμετώπισης των προβλημάτων της καθημερινότητας, όπως αυτά βιώνονται στη παιδική ηλικία.
Σε άλλες περιπτώσεις αποτελούν το σύμπτωμα, το οποίο θα υποχωρήσει αρκεί να αντιμετωπίσουμε την αιτία του. Εάν για παράδειγμα έχουμε ένα παχύσαρκο παιδί με υπνικές άπνοιες ή ένα τρομαγμένο από την τηλεόραση παιδί με εφιάλτες, αντιμετωπίζοντας τις αιτίες (παχυσαρκία και φόβος-στρες) θα υποχωρήσει και το σύμπτωμα (άπνοιες και εφιάλτες).
Μεγάλη προσοχή θέλει ώστε να μην ενθαρρύνουμε την παρουσία των διαταραχών με την συμπεριφορά μας. Ένα παιδί που θα συνδυάσει την όποια διαταραχή ύπνου με εκδήλωση υπέρμετρης τρυφερότητας από όλη την οικογένεια (αγκαλιές, τραγούδια, δώρα, ύπνο στο κρεβάτι με τους γονείς κλπ), πιθανά υποσυνείδητα να επιζητά τη διαταραχή για να απολαμβάνει τις συνέπειες της.
Έχοντας υπόψη ότι η διαταραχή, όσο εντυπωσιακή και αν είναι, δεν αποτελεί κίνδυνο για το παιδί, προσπαθήστε όσο μπορείτε να την αποθαρρύνεται. Οι πιο γενναίοι και …σκληροί γονείς μπορούν να δοκιμάσουν την επίδειξη αδιαφορίας. Μόλις το παιδί αρχίσει να κλαίει μπαίνουμε στο δωμάτιο, ελέγχουμε γρήγορα ότι όλα είναι εντάξει και εγκαταλείπουμε το δωμάτιο, αγνοώντας από κει και πέρα το υπόλοιπο κλάμα. Για λιγότερο σκληρούς υπάρχει η σταδιακή αντιμετώπιση. Εδώ, αγνοούμε το κλάμα ή τις αφυπνίσεις, αυξάνοντας σταδιακά το χρόνο αναμονής μας πριν μπούμε στο δωμάτιο (από 5 λεπτά την πρώτη νύχτα σε 10 κ.ο.κ.) στοχεύοντας στο ότι μπορεί να σταματήσει. Αφού περάσει ο χρόνος, μπαίνουμε στο δωμάτιο ήρεμα, καθησυχάζουμε το παιδί με ήπιο χάδι χωρίς να ανάψουμε φως, και δεν το παίρνουμε αγκαλιά όσο διάστημα κλαίει. Είναι το σημείο κλειδί όχι αγκαλιά όσο κλαίει. Εγκαταλείπουμε το δωμάτιο το συντομότερο δυνατό. Ο συνδυασμός των παραπάνω μεθόδων είναι η τροποποιημένη αντιμετώπιση, κατά την οποία αγνοούμε το κλάμα για 20 λεπτά και αν δεν σταματήσει μπαίνουμε στο δωμάτιο, ελέγχουμε μήπως υπάρχει πρόβλημα χωρίς να ασχοληθούμε με το παιδί και εγκαταλείπουμε γρήγορα το δωμάτιο. Εάν συνεχισθεί το κλάμα επαναλαμβάνουμε το ίδιο μετά από 20 λεπτά.
Τέλος, μην ξεχνάμε και την τεχνική της προγραμματισμένης αφύπνισης, κατά την οποία ξυπνάμε εμείς το παιδί περίπου 1 ώρα πριν την αναμενόμενη έναρξη του κλάματος, και στη συνέχεια το αφήνουμε να ξανακοιμηθεί μόνο του(είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική στην αντιμετώπιση των παραϋπνιών όπως εφιάλτες, νυχτερινούς τρόμους κλπ).
Πότε πρέπει να ανησυχήσω;
Εάν το πρόβλημα του παιδιού είτε δεν ταιριάζει με καμία από τις παραπάνω καταστάσεις, είτε είναι πολύ έντονο και μοιάζει να κινδυνεύει η σωματική του ακεραιότητα, είτε δεν υποχωρεί με τις παραπάνω θεραπευτικές τεχνικές, προτιμότερο είναι να συμβουλευτείτε τον παιδίατρο σας. Υπάρχουν παθολογικές περιπτώσεις όπως αυτές κάποιων μορφών παιδικών σπασμών που μπορούν να μπερδευτούν εύκολα με διαταραχή ύπνου και μπορεί να χρειάζονται έλεγχο από παιδονευρολόγο.
Η χορήγηση φαρμάκων σε παιδιά με διαταραχές ύπνου περιορίζεται σε επιλεγμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα ανθεκτικών μορφών, ή σε παιδιά με σοβαρά αναπτυξιακά προβλήματα και δεν χορηγείται για διάστημα μεγαλύτερο των 3-6 εβδομάδων. Παραδείγματα αποτελούν νυχτερινοί τρόμοι ή υπνοβασίες με βίαιες αφυπνίσεις και κίνδυνο τραυματισμού του παιδιού (βενζοδιαζεπίνες ή αντικαταθλιπτικά), εφιάλτες που τρομοκρατούν το παιδί σε βαθμό να αποφεύγει τον ύπνο (διφαινυλδραμίνη ή αντικαταθλιπτικά), έντονη αϋπνία που δεν αφήνει το παιδί να ζήσει φυσιολογικά (αντισταμινικά, ένυδρο χλωράλη ή βενζοδιαζεπίνες) και τέλος διαταραχές του κιρκαδιανού ρυθμού ή αναπτυξιακά προβλήματα (μελατονίνη).
Η απόφαση για την λήψη ή όχι της κατάλληλης αγωγής ανήκει αποκλειστικά στο παιδίατρο.