ΤΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΚΑΡΠΙΑΙΟΥ ΣΩΛΗΝΑ
Τι είναι ;
Είναι μία συνηθισμένη πάθηση του χεριού που προκαλείται από την πίεση του μέσου νεύρου στον καρπιαίο σωλήνα καθώς διέρχεται από τον πήχη στο χέρι. Ο καρπιαίος σωλήνας είναι η δίοδος ,τρόπον τινά του μέσου νεύρου , η οποία είναι από τη φύση αρκετά στενή. Σχηματίζεται από τα οστά του καρπού και τον εγκάρσιο καρπιαίο σύνδεσμο και φιλοξενεί 9 τένοντες και το μέσο νεύρο. Επομένως, η οποιαδήποτε αιτία προκαλεί την ελάττωση του χώρου διέλευσης του μέσου νεύρου μέσα από τον στενόχωρο αυτό σωλήνα, προκαλεί την πίεση του νεύρου και την εμφάνιση μιας σειράς συμπτωμάτων.
Ποιες είναι οι αιτίες πρόκλησης συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα ;
Οι αιτίες πρόκλησης του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα είναι αδιευκρίνιστες σε αρκετές περιπτώσεις. Ουσιαστικά, το σύνδρομο αυτό μπορεί να το παρουσιάσει ο οποιοσδήποτε. Έχει όμως συσχετιστεί με διάφορες αιτίες όπως:
Σακχαρώδης Διαβήτης
Παλαιοί τραυματισμοί ή κατάγματα στον καρπό
Ρευματοπάθειες
Εγκυμοσύνη
Επαναλαμβανόμενες κινήσεις λόγω της φύσεως της εργασίας
Παθήσεις του Θυρεοειδούς Αδένος
Η τελική κατάληξη της οποιασδήποτε αιτίας προκαλεί τη γέννεση του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα είναι η δημιουργία φλεγμονής στον υμένα που περιβάλλει τον εγκάρσιο σύνδεσμο του καρπού, η οποία οδηγεί τελικά σε πάχυνση του συνδέσμου.
Η πάχυνση του εγκάρσιου συνδέσμου προκαλεί την πίεση του μέσου νεύρου και την πρόκληση της ανάλογης συμπτωματολογίας.
Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι προαναφερόμενες αιτίες αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης του συνδρόμου σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Δεν έχουν επιβεβαιωθεί μέχρι σήμερα αξιόπιστα μέτρα πρόληψης του συνδρόμου, όπως η λήψη συμπληρωμάτων διατροφής, η προληπτική χρήση ναρθήκων, ή η αλλαγή εργασίας.
Ποια είναι τα συμπτώματα ;
Τα συμπτώματα που θα πρέπει να μας οδηγήσουν στο γιατρό είναι ο πόνος στο χέρι , το μούδιασμα, οι παραισθησίες ( αίσθημα ότι περνάει ηλεκτρικό ρεύμα ή ότι μας τρυπούν βελόνες) και ότι αισθανόμαστε το χέρι μας πιο αδύναμο. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δώσουμε όταν ο πόνος και το μούδιασμα μας ξυπνάει τη νύκτα και χρειάζεται να μαλάξουμε το χέρι μας για να ανακουφιστούμε. Τα δάκτυλα τα οποία προσβάλλονται συνήθως είναι αυτά πού νευρώνονται από το μέσο νεύρο, δηλαδή ο αντίχειρας, ο δείκτης, ο μέσος και ο παράμεσος.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διαγνωστική προσέγγιση του ασθενούς πρέπει να ακολουθεί τα εξής στάδια:
1.Την λήψη ενός λεπτομερούς ιστορικού όπου να διευκρινίζεται ο χαρακτήρας και η συχνότητα των συμπτωμάτων.
2.Την λεπτομερή εξέταση του χεριού και τη σύγκριση με το άλλο χέρι.
3.Την εξέταση του αυχένος και τον αποκλεισμό του αυχενικού συνδρόμου.
4.Ακτινογραφίες άκρας χειρός και πηχεοκαρπικής.
5.Έλεγχος των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα, έλεγχος ρευματολογικών παραγόντων στο αίμα, έλεγχος των δραστικών ορμονών του θυρεοειδούς Τ3 και Τ4, καθώς και της θυρεοτρόπου ορμόνης TSH.
6.Το ηλεκτρομυογράφημα και τον έλεγχο των ταχυτήτων αγωγής των νεύρων που νευρώνουν το χέρι.
Ιδιαίτερη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί στη διαγνωστική αξία του ηλεκτρομυογραφήμ-
ματος και του ελέγχου της ταχύτητας αγωγής των νεύρων που νευρώνουν το χέρι.
Η εξέταση αυτή επιβεβαιώνει τη διάγνωση του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα και αποκλείει άλλες παθήσεις που είτε υποδείονται το συνδρόμο του καρπιαίου σωλήνα, ή μπορεί να συνυπάρχουν , όπως η ωλένιος νευρίτιδα , η το αυχενοβραχιόνιο σύνδρομο.
Οι κινητικές ταχύτητες αγωγής δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 4,5 msec, ενώ οι αισθητικές ταχύτητες αγωγής δε θα πρέπει να υπερβαίνουν τα 3,5 msec.
Η οποιαδήποτε παράταση των ταχυτήτων αγωγής του μέσου νεύρου σε συνδυασμό με τα κλινικά συμπτώματα και την κλινική εξέταση επιβεβαιώνει την διάγνωση του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα.
Πώς θεραπεύεται ;
H θεραπεία του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα έχει δύο σκέλη, όπου το κάθε ένα σκέλος έχει τις ενδείξεις του:
Συντηρητική θεραπεία
Η συντηρητική θεραπεία εφαρμόζεται στα αρχικά στάδια του συνδρόμου. Περιλαμβάνει τη χρήση μη στεροειδών αντι-φλεγμονωδών φαρμάκων από το στόμα, τη χρήση ναρθήκων νυκτός όπου ακινητοποιούν την πηχεοκαρπική άρθρωση και την έγχυση της κορτιζόνης μέσα στον καρπιαίο σωλήνα.
Επίσης, ιδιαίτερη ανακούφιση μπορεί να προσφέρουν και τα φυσιοθεραπευτικά μέσα, όπως η χρήση των υπερήχων με αντιφλεγμονώδη αλοιφή, η κινησιοθεραπεία και τα δεινόλουτρα.
Η φιλοσοφία της συντηρητικής αγωγής είναι να καταστείλει την φλεγμονή στον καρπιαίο σωλήνα και να προληφθεί έτσι η δημιουργία του ουλώδους ιστού όπου προκαλεί την πάχυνση του εγκάρσιου καρπιαίου συνδέσμου.
Η συντηρητική θεραπεία θα πρέπει να εφαρμόζεται για διάστημα 6 εβδομάδων και κατόπιν να επανεξετάζεται ο ασθενής.
Χειρουργική θεραπεία
Η χειρουργική θεραπεία έχει ένδειξη επί αποτυχίας της συντηρητικής αγωγής ή επί επιδεινώσεως των ενοχλημάτων. Η οποιαδήποτε χειρουργική τεχνική αποσκοπεί στην διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού και στην αποσυμπίεση του μέσου νεύρου.
Υπάρχουν δύο τεχνικές που χρησιμοποιούνται σήμερα:
Η ανοικτή μέθοδος
Η ενδοσκοπική μέθοδος
Η ανοικτή μέθοδος αποτελεί την κορυφαία μέθοδο η οποία είναι και η ευρύτερα διαδεδομένη. Αφού έχει προηγηθεί η κατάλληλη μορφή περιοχικής αναισθησίας από εξειδικευμένο αναισθησιολόγο και η τοποθέτηση ισχαίμου περιδέσεως στο βραχίονα έτσι, ώστε η επέμβαση να γίνει αναίμακτα, πραγματοποιείται μια επιμήκης τομή 2 εκατοστών παράλληλη με την γραμμή της ζωής , η οποία γίνεται στη βάση του χεριού (Εικόνα 1).
Με τη χρήση κατάλληλων εργαλείων διανοίγεται ο εγκάρσιος καρπιαίος σύνδεσμος εώς ότου αποσυμπιεστεί πλήρως το μέσο νεύρο. Κατόπιν, αποσυμπιέζεται η ίσχαιμος περίδεση, καυτηριάζονται τοπικά τα αιμορραγούντα αγγεία και τοποθετούνται ράμματα στο δέρμα. Το χέρι προστατεύεται σε νάρθηκα για 7 ημέρες και σε 10 ημέρες κόβονται τα ράμματα.
Ο ασθενής χρησιμοποιεί τα δάκτυλά του αμέσως μετά το χειρουργείο αλλά καλό είναι αποφεύγει να σηκώσει βάρος άνω των δύο κιλών για 10 ημέρες περίπου.
Τα αποτελέσματα μιας επιτυχημένης τεχνικά επέμβασης εξαρτώνται από τη χρονιότητα των συμπτωμάτων. Όταν δεν προϋπάρχουν ατροφίες στους μυς και δεν προϋπάρχει αναισθησία στα δάκτυλα, τότε η πρόγνωση για την αποκατάσταση είναι καλή. Συνήθως, οι αιμωδίες αποκαθίστανται πρώτες, ενώ η μυική ισχύς βελτιώνεται μέσα στο πρώτο εξάμηνο από το χειρουργείο.
Η ενδοσκοπική μέθοδος αποτελεί μια εναλλακτική λύση η οποία κερδίζει έδαφος τα τελευταία χρόνια. Απαιτεί εξειδίκευση από τον χειρουργό και άρτιο χειρουργικό εξοπλισμό. Έχει το πλεονέκτημα ότι δεν ανοίγεται το δέρμα της παλάμης ακριβώς απάνω από τον εγκάρσιο καρπιαίο σύνδεσμο και έτσι ο ασθενής έχει μικρότερες πιθανότητες εμφάνισης μετεγχειρητικού πόνου σε σύγκριση με την ανοιχτή μέθοδο (Εικόνα 2). Οι υποστηριχτές της μεθόδου αναφέρουν ότι ο χρόνος αποκατάστασης των ασθενών είναι μικρότερος με την ενδοσκοπική μέθοδο συγκριτικά με τη ανοιχτή μέθοδο. Επίσης, οι ουλές από τις χειρουργικές τομές είναι θεωρητικά λιγότερο ορατές, άραγε και καλύτερο το αισθητικό αποτέλεσμα.
Τα μειονεκτήματα είναι το αυξημένο ποσοστό επιπλοκών σε σύγκριση με την ανοικτή μέθοδο, όπως ο τραυματισμός του μέσου νεύρου ή των γειτονικών καμπτήρων τενόντων, καθώς και η ελλιπής διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού.
Ποια χειρουργική τεχνική να προτιμήσω;
Η απόφαση θα πρέπει να λαμβάνεται μετά από συνεννόηση του χειρουργού με τον ασθενή. Ο ασθενής θα πρέπει να κατανοήσει ότι καμία χειρουργική τεχνική δεν είναι χωρίς κινδύνους, όπως και καμία χειρουργική τεχνική δεν παρέχει απόλυτη εγγύηση για επιτυχία. Τόσο η ανοιχτή, όσο και η ενδοσκοπική μέθοδος έχουν δώσει πολύ καλά αποτελέσματα όταν έχουν εφαρμοστεί από χειρουργούς που έχουν εμπιστοσύνη στις χειρουργικές τους ικανότητες. Ο χειρουργός θα πρέπει να προτείνει στον ασθενή εκείνη τη μέθοδο με την οποία αισθάνεται πιο εξοικειωμένος.
Εικόνα 1: Η τομή που χρησιμοποιείται στην ανοικτή μέθοδο. Είναι τομή 2 εκατοστών και επιτρέπει την διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού και την αποσυμπίεση του μέσου νεύρου υπό άμεση όραση.
Εικόνα 2: Οι τομές που χρησιμοποιούνται στην ενδοσκοπική μέθοδο. Μεταξύ των δύο τομών τοποθετείται η ενδοσκοπική κάμερα και το ειδικό νυστέρι με το οποίο γίνεται η διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου του καρπού. Το υπερκείμενο του εγκαρσίου συνδέσμου δέρμα παραμένει ακέραιο.