Μελέτη του ύπνου: Ένα βράδυ στο νοσοκομείο…
Η συνηθέστερη μορφή μελέτης του ύπνου είναι η πολυπνογραφία, που μπορεί να είναι νυκτερινή ή ημερήσια. Κατά κανόνα, γίνεται νυκτερινή πολυπνογραφία σε ανθρώπους που είθισται να κοιμούνται τα βράδια, διότι η προσπάθεια είναι η μελέτη του ύπνου να μιμηθεί όσο περισσότερο γίνεται τις συνθήκες του σπιτιού _ ειδάλλως, με τη μελέτη του ύπνου δεν θα αναδειχθεί το πρόβλημα.
Ωστόσο, σε μερικές περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πάσχοντες συνηθίζουν να κοιμούνται πρωί (όπως λ.χ. συμβαίνει όταν εργάζεται κάποιος με εναλλασσόμενο ωράριο), η πολυπνογραφία πρέπει να γίνει ημέρα, ειδάλλως θα ανατραπεί το βιολογικό ρολόι των ασθενών.
Συνήθως, μελέτη ύπνου κάνουμε στους ανθρώπους που υποπτευόμαστε ότι έχουν άπνοια, αλλά μπορεί να γίνει και σε άτομα με υποψία για σύνδρομο ανήσυχων ποδιών όταν η κατάσταση που περιγράφουν δεν είναι απόλυτα ενδεικτική του συνδρόμου.
Ας σημειωθεί πως μελέτη ύπνου μπορεί να γίνει και σε ασθενείς με επιληψία, όταν αυτή δίνει υπόνοιες πως την προκαλεί άπνοια. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διάγνωση και η θεραπεία της άπνοιας «καταργούν» μία από τις συνθήκες των επιληπτικών κρίσεων που είναι η υποξαιμία, δηλαδή η μείωση των επιπέδων οξυγόνου στο αίμα την οποία επιφέρει η άπνοια.
Προδιαγραφές
Η μελέτη γίνεται με τοποθέτηση περίπου 25 καλωδίων στον ασθενή, τα οποία καταγράφουν διάφορες παραμέτρους, όπως η ηλεκτρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο, στους μυς και την καρδιά του (γίνεται ηλεκτροεγκεφαλογράφημα, ηλεκτρομυογράφημα και ηλεκτροκαρδιογράφημα αντιστοίχως), η ροή του αέρα στο στόμα και τη μύτη του, καθώς και οι κινήσεις του θώρακα, της κοιλιάς και των ποδιών του.
Ουσιαστικά τοποθετούνται καλώδια από το κεφάλι μέχρι τις κνήμες.
Προτού έρθει ο ασθενής για την πολυπνογραφία, συνιστούμε να μην έχει ξεκουραστεί την ίδια ημέρα ώστε να μπορέσει να κοιμηθεί το βράδυ.
Μία από τις βασικές απαιτήσεις στη μελέτη του ύπνου είναι οι συνθήκες στο ιατρείο να μιμούνται τις συνθήκες της κρεβατοκάμαρας του ασθενούς, γι’ αυτό και υπάρχουν συγκεκριμένες προδιαγραφές πώς θα είναι από πλευράς χώρων.
Τα δωμάτια είναι μονόκλινα, ευρύχωρα και με κατάλληλη θερμοκρασία και φωτισμό. Δεν διαθέτουν νοσοκομειακό εξοπλισμό, έχουν ηχητική μόνωση και βρίσκονται μακριά από τα θορυβώδη τμήματα του νοσοκομείου (δεν βρίσκονται λ.χ. δίπλα στην Εντατική ή στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών)
Επιπλέον, στα δωμάτια υπάρχουν οθόνες ώστε να παρακολουθούνται οι ασθενείς δίχως να πρέπει το νοσηλευτικό προσωπικό να ανοιγοκλείνει την πόρτα. Οι περισσότερες παρεμβάσεις του προσωπικού, τέλος, γίνονται με τηλεχειριστήριο από την κονσόλα που βρίσκεται έξω από το μονόκλινο, ενώ υπάρχει και ενδοσυνεννόηση.
Η μελέτη γίνεται υπό επιτήρηση από ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό, το οποίο όλη τη νύχτα ελέγχει αν το σήμα από τα καλώδια είναι καλό ώστε να κάνει τις απαιτούμενες προσαρμογές και, βεβαίως, παρακολουθεί τον ασθενή.
Η επόμενη μέρα…
Το πρωί που ξυπνά ο ασθενής, του αφαιρούνται τα καλώδια και ο γιατρός εξετάζει τα δεδομένα που όλη νύχτα αποθηκεύονταν σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Αν διαπιστωθεί πως ο ασθενής έχει άπνοια, καλείται να περάσει και δεύτερη νύχτα στο νοσοκομείο.
Κατά τη διάρκεια της δεύτερης νύχτας, του τοποθετούνται πάλι τα καλώδια, αλλά και μια ειδική μάσκα μέσω της οποίας του χορηγείται αέρας υπό πίεση. Η μέθοδος αυτή λέγεται CPAP (συνεχής θετική πίεση στους ανώτερους αεραγωγούς). Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ρυθμίζουμε (αυξομειώνουμε) την πίεση του αέρα με τηλεχειριστήριο ώστε να βρούμε αυτή που θα εξαφανίζει τα επεισόδια άπνοιας του ασθενούς.
Ο ασθενής, πάντως, μπορεί να χρειαστεί να περάσει και τρίτη νύχτα στο νοσοκομείο, όπως συμβαίνει λ.χ. όταν δεν ρυθμίζεται η πίεση της μάσκας το δεύτερο βράδυ επειδή δεν την αντέχει και την βγάζει έπειτα από μια – δυο ώρες. Ας σημειωθεί ότι η χρήση της μάσκας δεν είναι απλή για τους ασθενείς: πολλοί παθαίνουν πανικό μόλις την βάλουν και αρχίσουν να νιώθουν την πίεση του αέρα. Ωστόσο, το προσωπικό είναι εκπαιδευμένο και συνήθως τους ηρεμούν αποτελεσματικά.
Διερεύνηση της υπνηλίας
Για να μετρήσουμε την υπνηλία ενός ασθενούς, τον υποβάλλουμε σε ειδική εξέταση που λέγεται MSLT (Multiple Sleep Latency Test). Αυτή γίνεται με τοποθέτηση ηλεκτροδίων στο κεφάλι, στα μάτια και στον υπογενίδιο μυ (κάτω από το σαγόνι) και ουσιαστικά αφορά καταγραφή της σταδιοποίησης του ύπνου _ χρησιμοποιούνται δηλαδή για να γίνει υπνόγραμμα στον ασθενή.
Η εξέταση γίνεται ημέρα. Ο ασθενής προσέρχεται στο νοσοκομείο και τοποθετείται σε ένα σκοτεινό και ήσυχο δωμάτιο, όπου ξαπλώνει. Του συνιστούμε να ηρεμήσει και να προσπαθήσει να κοιμηθεί, ώστε να καταγράφουμε τις παραμέτρους που χρειαζόμαστε επί δύο συνεχόμενες ώρες.
Στη συνέχεια, γίνεται διάλειμμα για δύο ώρες και η μέτρηση επαναλαμβάνεται. Η αλληλουχία αυτή γίνεται συνολικά τέσσερις – πέντε φορές την ίδια ημέρα.
Αν ο ασθενής δεν έχει πρόβλημα υπνηλίας, δεν θα μπορέσει να κοιμηθεί κατά τη διάρκεια των μετρήσεων. Αν κοιμηθεί σε λιγότερο από δέκα λεπτά πάσχει από υπνηλία, διότι ένας άνθρωπος που έχει κοιμηθεί καλά το βράδυ και έχει ξεκουραστεί, δεν μπορεί να κοιμηθεί αμέσως μόλις ξαπλώσει μέρα μεσημέρι σε ένα κρεβάτι.
Αν όμως ο εξεταζόμενος κοιμηθεί έπειτα από δεκαπέντε ή περισσότερα λεπτά δεν έχει υπνηλία, διότι είναι φυσιολογική η αντίδρασή του να κοιμηθεί αφού βρίσκεται ακίνητος και ήρεμος σε έναν ήσυχο χώρο.
Από τις μετρήσεις που κάνουμε στον ασθενή, βγάζουμε τον μέσο όρο και αποφαινόμαστε αν έχει υπνηλία και τι είδους.
Μία από τις μορφές υπνηλίας λέγεται ναρκοληψία και τα ευρήματά της στη μελέτη είναι παθολογικά, όχι μόνο ως προς τον χρόνο έλευσης ύπνου αλλά και ως προς το υπνόγραμμα. Στη ναρκοληψία κοιμάται αμέσως και το υπνόγραμμά του αρχίζει με το στάδιο REM του ύπνου, το οποίο φυσιολογικά θα ερχόταν έπειτα από μιάμιση ώρα. Αν αυτό συμβεί τις περισσότερες από τις τέσσερις – πέντε μετρήσεις που κάνουμε, ο ασθενής έχει ναρκοληψία.
Οι μελέτες της υπνηλίας δεν είναι ιδιαίτερα συχνές και, βεβαίως, δεν γίνονται σε όλους όσοι νυστάζουν, αλλά πρέπει να υπάρχουν ορισμένα κριτήρια.
http://ygeia.tanea.gr