Προληπτική αντιμετώπιση της αθηρωματικής νόσου
Ο ιατρικός όρος αθηρωμάτωση ή αθηροσκλήρυνση αφορά ειδικού τύπου βλάβες του τοιχώματος των αρτηριών, που μπορούν να προκαλέσουν στένωση ή αιφνίδια απόφραξη του αυλού τους.
Η αθηροσκλήρυνση είναι η συχνότερη αιτία θανάτου σε άνδρες ηλικίας άνω των 45 ετών και γυναίκες άνω των 65 ετών στο δυτικό κόσμο. Ως εκ τούτου η ελάττωση της εμφάνισής της στο γενικό πληθυσμό αποτελεί τον κύριο στόχο της προληπτικής καρδιολογίας. Σε μεγάλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν επισημανθεί καταστάσεις, ονομαζόμενες παράγοντες κινδύνου, οι οποίες σχετίζονται με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης της αθηροσκλήρυνσης και των επιπλοκών της.
Οι παράγοντες αυτοί διακρίνονται σε μείζονες και ελάσσονες, ανάλογα με τη σοβαρότητα και τη βαρύτητά τους. Μείζονες παράγοντες κινδύνου αποτελούν το κάπνισμα, η υπερχοληστερολαιμία, η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, το άρρεν φύλλο, η προχωρημένη ηλικία και η παχυσαρκία. Ελάσσονες παράγοντες κινδύνου αποτελούν η καθιστική ζωή, το οικογενειακό ιστορικό πρώιμης αθηρωμάτωσης, τα εθνολογικά χαρακτηριστικά και ψυχοκοινωνικοί παράγοντες. Υπάρχουν ισχυρές επιδημιολογικές, κλινικές και εργαστηριακές ενδείξεις ότι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου είναι το κάπνισμα και η υπερχοληστερολαιμία, για τα οποία ακολουθεί μια σύντομη αναφορά.
Το κάπνισμα αποτελεί το μεγαλύτερο κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Είναι η συχνότερη αιτία πρόωρης θνητότητας και ευθύνεται για το 1/3 των θανάτων στα άτομα της παραγωγικής ηλικίας. Και οι 4 κύριες αιτίες θανάτου στο δυτικό κόσμο – στεφανιαία νόσος, καρκίνος (ιδιαίτερα του πνεύμονα), αγγειακή εγκεφαλική νόσος και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια – συνδέονται ισχυρά με το κάπνισμα. Το κάπνισμα πολλαπλασιάζει την επίδραση των άλλων παραγόντων κινδύνου για στεφανιαία νόσο και υπολογίζεται ότι ευθύνεται για το 20% περίπου των καρδιαγγειακών θανάτων. Εντούτοις παρά τις δυσοίωνες στατιστικές, μελέτες που έγιναν τις 3 τελευταίες δεκαετίες έδειξαν ότι με τη διακοπή του καπνίσματος η θνητότητα και η νοσηρότητα μειώνονται σημαντικά.
Η συσχέτιση μεταξύ του καπνίσματος και των διαφόρων παθήσεων βασίζεται σε επιδημιολογικά δεδομένα και παρατηρήσεις. Οι ενδείξεις για αιτιολογική σχέση είναι ισχυρές και είναι πλέον γνωστό ότι υπάρχει και δοσοεξαρτώμενη σχέση. Όσο περισσότερα τσιγάρα, δηλαδή, καπνίζει κανείς, τόσο μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχει να υποστεί τις συνέπειες των σοβαρών παθήσεων που προαναφέρθηκαν.
Όμως και το παθητικό κάπνισμα, το οποίο είναι πολύ συχνό στο γενικό πληθυσμό, εγκυμονεί αυξημένους κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Σε μια πρόσφατη μετα-ανάλυση 18 επιδημιολογικών μελετών που περιελάμβαναν 6813 ασθενείς διαπιστώθηκε ότι το παθητικό κάπνισμα συνοδεύεται από αύξηση κατά 25% του κινδύνου στεφανιαίας νόσου στους μη καπνιστές. Πρέπει να τονιστεί ότι και στο παθητικό κάπνισμα έχει τεκμηριωθεί δοσοεξαρτώμενη επίδραση.
Η διακοπή του καπνίσματος είναι πιθανότατα η σημαντικότερη τροποποίηση παράγοντα κινδύνου τόσο στην πρωτογενή, όσο και στη δευτερογενή πρόληψη της αθηροσκληρυντικής νόσου. Συνοδεύεται από μεγάλη ελάττωση της νοσηρότητας και της θνητότητας που υπερβαίνει κατά πολύ την αύξηση του κινδύνου από ενδεχόμενη αύξηση του σωματικού βάρους, εκτός αν η τελευταία είναι υπερβολική. Στους καπνιστές η θνητότητα από στεφανιαία νόσο μειώνεται σημαντικά τα πρώτα 2 – 3 χρόνια μετά τη διακοπή του καπνίσματος. Στη συνέχεια ο ρυθμός μειώνεται και χρειάζονται περίπου 10 χρόνια για έναν πρώην καπνιστή να φτάσει στο ίδιο επίπεδο κινδύνου με κάποιον που δεν κάπνισε ποτέ. Πολύ σημαντική είναι η διακοπή του καπνίσματος για τους ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε καρδιοχειρουργική επέμβαση επαναγγείωσης, το γνωστό σε όλους σας by pass. Έχει αποδειχθεί ότι τα όποια πλεονεκτήματα της χειρουργικής θεραπείας της στεφανιαίας νόσου σε σχέση με τη συντηρητική θεραπεία, σχεδόν εκμηδενίζονται στους ασθενείς που συνεχίζουν να καπνίζουν μετά την επέμβαση. Η διακοπή, επομένως, του καπνίσματος αποτελεί βασική προϋπόθεση για την πρόληψη και τη θεραπεία της στεφανιαίας νόσου.
Είναι συχνό το φαινόμενο της διακοπής του καπνίσματος από άτομα που, είτε τα ίδια, είτε κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο υπέστη καρδιακό επεισόδιο. Παρόλ’ αυτά οι περισσότεροι καπνιστές οι οποίοι αισθάνονται υγιείς θεωρούν αδύνατο να σταματήσουν το κάπνισμα, γι’ αυτό και θα τους ήταν πολύ χρήσιμη κάποια βοήθεια. Αυτή περιλαμβάνει συμβουλές και κοινωνική υποστήριξη από φίλους και μέλη της οικογένειας οι οποίοι είναι μη καπνιστές ή έχουν σταματήσει το κάπνισμα.
Η διακοπή του καπνίσματος είναι μια πολύπλοκη και δύσκολη διαδικασία, διότι η νικοτίνη αποτελεί μια ισχυρή εθιστική ουσία. Η ρητή συμβουλή του γιατρού για την πλήρη διακοπή του καπνίσματος και η διακρίβωση για το αν το άτομο είναι πρόθυμο να το κάνει αποτελούν τα πρώτα αποφασιστικά βήματα της διαδικασίας διακοπής. Η βραχεία αναφορά των καρδιακών και των άλλων κινδύνων της υγείας που απορρέουν από το κάπνισμα θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι κάθε ιατρικής επίσκεψης.
Ο αριθμός των φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη διακοπή του καπνίσματος έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και αναμένεται ότι θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Η θεραπεία υποκατάστασης της νικοτίνης διατίθεται σε μορφή τσίχλας, διαδερμικού αυτοκόλλητου και ρινικού σπρέυ, όμως το σπουδαιότερο ρόλο παίζει η πραγματική θέληση του ίδιου του καπνιστή να διακόψει το κάπνισμα καθώς και η συνεχής και συστηματική ενθάρρυνση και προτροπή από το κοινωνικό περιβάλλον, αλλά και τον προσωπικό ιατρό, για μια ουσιαστική και επιτυχή προσπάθεια διακοπής αυτής της τόσο βλαβερής για την υγεία συνήθειας.
Και τώρα ας περάσουμε στον επόμενο πολύ σημαντικό παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου, που δεν είναι άλλος από τη γνωστή σε όλους και όλο και συχνότερα εμφανιζόμενη στις μέρες μας υπερχοληστερολαιμία. Από το σύνολο των λιπιδίων του αίματος είναι χρήσιμο να διαθέτει κανείς βασικές γνώσεις για τις εξής κατηγορίες λιπιδίων: την ολική χοληστερόλη, τη χαμηλής πυκνότητας χοληστερόλη ή LDL χοληστερόλη (την και αποκαλούμενη “κακή” χοληστερόλη),την υψηλής πυκνότητας χοληστερόλη ή HDL χοληστερόλη (την και αποκαλούμενη “καλή” χοληστερόλη) και τα τριγλυκερίδια. Αυτές, άλλωστε, οι κατηγορίες των λιπιδίων προσδιορίζονται συχνότερα με τις εξετάσεις αίματος ρουτίνας.
Θα πρέπει να γνωρίζουμε, λοιπόν, πως η ολική χοληστερόλη, η LDL χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια που κυκλοφορούν στο αίμα μεταφέρουν λίπος στο τοίχωμα των αρτηριών, προάγουν την αθηρωμάτωση, αποτελώντας, έτσι μείζονες παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Αντίθετα η HDL χοληστερόλη (η “καλή” χοληστερόλη) αφαιρεί λίπος από το τοίχωμα των αρτηριών, μεταφέροντάς το στο συκώτι, προκαλώντας υποχώρηση των αθηρωματικών βλαβών. Έτσι, στην περίπτωσή της η χαμηλή HDL χοληστερόλη έχει βρεθεί ότι αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα καρδιαγγειακού κινδύνου.
Ποια θεωρούνται σήμερα, όμως, τα φυσιολογικά όρια των λιπιδίων του αίματος, πέρα από τα οποία θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι διατρέχουμε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιακών και άλλων προβλημάτων; Φαίνεται πως όσο προχωρά η ιατρική έρευνα και οι επιστημονικές μελέτες τα όρια γίνονται πιο αυστηρά. Έτσι για την ολική χοληστερόλη το όριο είναι το 200, για την LDL (την “κακή”) χοληστερόλη το 130, για τα τριγλυκερίδια το 150, ενώ η ΗDL (η ¨καλή”) χοληστερόλη πρέπει να διατηρείται > 40 στους άνδρες και > 46 στις γυναίκες. Αυτές οι τιμές ισχύουν για το γενικό πληθυσμό, ενώ για τις ομάδες υψηλού κινδύνου, όπως οι ήδη πάσχοντες από στεφανιαία νόσο, οι σακχαροδιαβητικοί και όσοι χαρακτηρίζονται από > 2 από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου, τα όρια είναι ακόμα πιο αυστηρά, με την LDL χοληστερόλη να μην πρέπει να ξεπερνά το 100.
Για την επίτευξη αυτών των στόχων δύο είναι τα μέσα που διατίθενται: φαρμακευτικές ουσίες και υγιεινοδιαιτητική αγωγή. Και για μεν τα φαρμακευτικά μέσα και την ορθή συνταγογράφησή τους, με σκοπό τη βελτίωση του λιπιδαιμικού προφίλ, χωρίς τις όποιες παρενέργειες, υπεύθυνη είναι η ιατρική κοινότητα. Για τη σωστή, όμως, υγιεινοδιαιτητική αγωγή, που θα μας οδηγήσει προς τις ιδανικές τιμές λιπιδίων, αποτρέποντας δυσάρεστες για την υγεία καταστάσεις, όλοι μας θα πρέπει να διαθέτουμε βασικές γνώσεις, τις οποίες και να εφαρμόζουμε καθημερινά.
Σε γενικές γραμμές το συνολικό λίπος των θερμίδων πρέπει να αποτελεί το 25% – 35% των συνολικών ημερήσιων θερμίδων. Η ημερήσια πρόσληψη υδατανθράκων πρέπει να περιορίζεται σε ποσοστο κάτω του 60% των θερμίδων και σε άτομα με υψηλά τριγλυκερίδια κάτω του 50%. Τα λευκώματα (οι πρωτεΐνες) δεν έχουν επίδραση στα λιπίδια. Η συνολική ποσότητα λευκωμάτων συνιστάται να αποτελεί το 15% των ημερήσιων θερμίδων. Οι φυτικές ίνες είναι υδατάνθρακες μη απορροφήσιμοι. Περιέχονται σε πολλά τρόφιμα φυτικής προέλευσης (φασόλια, φρούτα). Είναι χρήσιμα συστατικά της τροφής γιατί εμποδίζουν την απορρόφηση των λιπών και προκαλούν μείωση της LDL χοληστερόλης. Επίσης διευκολύνουν τη λειτουργία του εντέρου. Πρέπει να προσλαμβάνονται σε ποσότητα πάνω από 25gr την ημέρα.
Η μέτρια πρόσληψη οινοπνεύματος (μέχρι 1 – 2 ποτήρια κρασί ημερησίως) είναι ευεργετική για την πρόληψη θανάτων και αθηροσκλήρυνσης. Μεταξύ των μηχανισμών στους οποίους αποδίδεται η ωφέλεια είναι και η αύξηση της ΗDL χοληστερόλης την οποία το οινόπνευμα επιτυγχάνει. Προσοχή χρειάζεται, όμως, γιατί μεγαλύτερη κατανάλωση οινοπνεύματος προκαλεί αύξηση της αρτηριακής πίεσης, των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και των θανάτων.
Όλες τις απαιτήσεις της ισορροπημένης διατροφής που παρουσιάστηκε μπορεί να τις ικανοποιήσει η, αρκετά γνωστή σε όλους σας, μεσογειακή δίαιτα, όπως έχει ονομαστεί η παραδοσιακή δίαιτα των μεσογειακών λαών και, ιδίως, των Ελλήνων. Η δίαιτα αυτή, γνωστή και σαν “πυραμίδα μεσογειακής διατροφής”, έχει διαμορφωθεί από ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου του Harvard με σημαντική συμβολή από Έλληνες επιστήμονες και είναι πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, ελαιόλαδο και ψάρια. Η μεσογειακή δίαιτα είναι συμβατή με όλους τους διατροφικούς κανόνες που προαναφέρθηκαν, και είναι παγκοσμίως γνωστή ως η δίαιτα της μακροζωίας. Δυστυχώς ο λαός μας, ανάμεσα σε άλλα σημαντικά στοιχεία της παράδοσής του, τείνει να απεμπολήσει και αυτό το πολύτιμο στοιχείο της πολιτιστικής του κληρονομιάς, υιοθετώντας όλο και συχνότερα την εύκολη λύση του ανθυγιεινού έτοιμου και γρήγορα και πρόχειρα παρασκευασμένου φαγητού.
Για την επίτευξη του στόχου των ιδανικών τιμών λιπιδίων στο αίμα, πέρα από μία σωστή και ισορροπημένη διατροφή, σπουδαιότατο ρόλο παίζει και η σωματική άσκηση, η οποία μειώνει το σωματικό βάρος, αυξάνει την ΗDL (την ¨καλή”) χοληστερόλη, και έχει γενικότερα μια ευμενή επίδραση τόσο στο λιπιδαιμικό προφίλ, όσο και στο καρδιαγγειακό σύστημα και τη συνολική ανθρώπινη υγεία. Η φυσική δραστηριότητα πρέπει να προάγεται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες. Συνιστάται τουλάχιστον μισή ώρα άσκησης πέντε ημέρες την εβδομάδα, αλλά και λιγότερη άσκηση είναι επωφελής. Καθένας μπορεί να επιλέγει τις δραστηριότητες που τον ευχαριστούν και που ταιριάζουν στις καθημερινές του ασχολίες.
Τελειώνοντας, παραθέτω μερικές χρήσιμες συμβουλές: Αποφύγετε το κάπνισμα και θεωρείτε το αρρώστια και επικίνδυνη απειλή για την υγεία και την ίδια σας τη ζωή. Όσοι καπνίζετε προσπαθήστε να σταματήσετε ή τουλάχιστον να περιορίσετε σημαντικά τον αριθμό των τσιγάρων που καταναλώνετε. Σεβαστείτε αυτούς που δεν καπνίζουν και μην τους επιβαρύνετε με τον καπνό του τσιγάρου σας. Αποφύγετε την καθιστική ζωή και διαλέξτε το είδος της σωματικής άσκησης που σας ταιριάζει. 30-45 λεπτά καθημερινό περπάτημα είναι μια πολύ καλή αρχή. Τρώτε με μέτρο και ισορροπημένα, αποφεύγοντας καταχρήσεις και συχνές διαιτητικές παρεκτροπές. Η παχυσαρκία και η υπερχοληστερολαιμία είναι εξίσου επικίνδυνες με το κάπνισμα. Διατηρείτε ιδανικό σωματικό βάρος. Ακολουθώντας έναν τέτοιο τρόπο ζωής μειώνονται ουσιαστικά οι πιθανότητες να χρειαστείτε τις υπηρεσίες μου.