Υπογονιμότητα: 10%-12% των ζευγαριών αντιμετωπίζουν πρόβλημα

Facebooktwitterpinterest

Σύμφωνα με τους ειδικούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), το 10% έως 12% των ζευγαριών αναπαραγωγικής ηλικίας αντιμετωπίζουν πρόβλημα υπογονιμότητας, με την «ευθύνη» μοιρασμένη και στους δύο συντρόφους, κάτι που καθιστά ξεκάθαρα το συγκεκριμένο θέμα πρόβλημα ζευγαριού και όχι ατόμου.

Ένα στα έξι ζευγάρια αναπαραγωγικής ηλικίας αδυνατούν να αποκτήσουν παιδί χωρίς τη βοήθεια της επιστήμης. Με δεδομένο ότι η Ελλάδα έχει αρνητική ευρωπαϊκή πρωτιά στο ρυθμό αναπαραγωγής πληθυσμού, η υπογονιμότητα καθίσταται μάστιγα της σύγχρονης κοινωνίας μας. Στην αναστροφή της θλιβερής αυτής πραγματικότητας και στη γέννηση ολοένα περισσότερων και υγιέστερων μωρών συμβάλλουν θεαματικά και με απόλυτη ασφάλεια οι τελευταίες, πλέον εξελιγμένες τεχνικές Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής.

Τα παραπάνω ανέφεραν σε σημερινή συνέντευξη Τύπου, ο καθηγητής Μαιευτικής – Γυναικολογίας και Ανθρώπινης Αναπαραγωγής Α.Π.Θ. κ. Βασίλης Ταρλατζής και ο διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μηνάς Μαστρομηνάς, με αφορμή τον Παγκόσμιο Μήνα Γονιμότητας (Ιούνιο).

Στα αίτια της υπογονιμότητας, εξέχουσα θέση κατέχει ο χρόνος, καθώς για τη γυναίκα η ηλικία έχει αντιστρόφως ανάλογη σχέση με τη γονιμότητά της. Όπως τόνισε ο κ. Ταρλατζής, όσο πιο γρήγορα αναζητήσει λύση το ζευγάρι, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες επιτυχίας. Για τον λόγο αυτό προτρέπει τις γυναίκες να επισκέπτονται τον γυναικολόγο τους μετά το πέρας ενός έτους άκαρπων προσπαθειών, καθώς ο γυναικολόγος είναι ο ενδεδειγμένος γιατρός για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Με τη συμβολή των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, τα τελευταία 30 χρόνια έχουν γεννηθεί παγκοσμίως 2.300.000 παιδιά. Στη χώρα μας, ανθεί ο ιατρικός τουρισμός, καθώς μεγάλος αριθμός πολιτών από άλλες χώρες αναζητεί στην Ελλάδα τη λύση στο πρόβλημα υπογονιμότητας. Στην κατεύθυνση αυτή συμβάλλει το υψηλό επιστημονικό επίπεδο, η προοδευτική νομοθεσία και το λογικό κόστος.

Εξελίξεις

Σύμφωνα με τους ειδικούς, το 3% των παιδιών που γεννιούνται στην Ελλάδα είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής μεθόδων ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. «Η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ» επισήμανε ο διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Μαστρομηνάς, για να διευκρινίσει:

«Εκτός από τις σύγχρονες τεχνικές, που ήδη με επιτυχία εφαρμόζουμε στη χώρα μας, όπως είναι η υαλοποίηση (vitrification) και η προεμφυτευτική γενετική διάγνωση (PGD), σύντομα θα έχουμε την ευκαιρία να εφαρμόζουμε μεθόδους, όπως η τεχνική array – CGH, που περιλαμβάνει την ανάλυση του συνόλου των χρωμοσωμικών ανωμαλιών, με πολύ υψηλά ποσοστά εμφύτευσης στην εξωσωματική, ακριβώς όπως οι συνάδελφοί μας ιατροί στις ΗΠΑ».

Με την τεχνική της υαλοποίησης ξεπερνιούνται πλέον πολλαπλά προβλήματα, τόσο ιατρικά (χημειοθεραπεία, χειρουργική αφαίρεση ωοθηκών, κ.λπ.), όσο και ηθικά (διλήμματα για την κατάψυξη εμβρύων, κ.λπ.), προσφέροντας στη σύγχρονη γυναίκα τη δυνατότητα να καθορίσει το χρόνο της γονιμότητάς της.

Παράλληλα, με τη μέθοδο PGD, τη διαδικασία ανίχνευσης γονιδιακών και χρωμοσωμικών γενετικών διαταραχών, επιτυγχάνουμε τη μεταφορά στη μήτρα μόνο των υγιών εμβρύων και διασφαλίζουμε γέννηση παιδιών χωρίς τον κίνδυνο σοβαρών γενετικών ασθενειών (μεσογειακή αναιμία, κυστική ίνωση, σύνδρομο Down). Δίνουμε, δε, μια επιπλέον δυνατότητα σε ζευγάρια που το χρειάζονται, δηλαδή την απόκτηση HLA συμβατών απογόνων, για τη θεραπεία πάσχοντος παιδιού με τη μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων.

DNA

Αναφερόμενος στις επιστημονικές εξελίξεις, ο κ. Μαστρομηνάς προλόγισε την κλινική εφαρμογή της μεθόδου «μικροσυστοιχίες DNA», λέγοντας, ότι θα επιτρέψει την ταυτόχρονη ανίχνευση των ανωμαλιών για το σύνολο των χρωμοσωμάτων και των μονογονιδιακών γενετικών ασθενειών:

«Οι εξελίξεις είναι ραγδαίες σε επίπεδο τεχνικών και μεθόδων και αυτό διασφαλίζει όχι μόνο υψηλότερα ποσοστά επιτυχίας στην εξωσωματική γονιμοποίηση και δυνατότητα επιλογής του χρόνου τεκνοποίησης, αλλά κυρίως τη γέννηση μωρών προφυλαγμένων από σοβαρές γενετικές παθήσεις».

Ο κ. Ταρλατζής τόνισε ότι σε κάθε περίπτωση, οι τεχνικές και μέθοδοι της εξωσωματικής, καθώς και τα φάρμακα υπογονιμότητας, μετά από μια 30ετία επιστημονικών μελετών και κλινικής εμπειρίας, θα πρέπει να μας θωρακίζουν με αίσθημα απόλυτης ασφάλειας. Δεν υπάρχει καμία συσχέτιση με αυξημένη εμφάνιση ογκολογικών προβλημάτων, τόσο για τη γυναίκα όσο και για τα IVF παιδιά.

Ο καθηγητής διευκρίνισε ότι στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, τα ποσοστά επιτυχίας ξεπερνούν αυτά της φύσης. Ανέρχονται, δηλαδή, στο 30% έως 35%, ανά κύκλο θεραπείας και αθροιστικά μετά από 3 – 4 προσπάθειες εκτοξεύονται στο 70%. Αυτό, με απλά λόγια σημαίνει, ότι τρία στα τέσσερα άτεκνα ζευγάρια που θα προσπαθήσουν, θα αποκτήσουν παιδί. Και αυτή είναι μια προσπάθεια που αξίζει να γίνει, σήμερα, πιο πολύ παρά ποτέ.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.