ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Facebooktwitterpinterest

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τόσο το Νηπιαγωγείο όσο και το Δημοτικό, αντιπροσωπεύουν σημαντικά ορόσημα τόσο στην ανάπτυξη του παιδιού αλλά και στην σχέση μεταξύ γονέα και παιδιού.

Το πέρασμα στην τάξη ενός σχολείου, προϋποθέτει την ψυχική δυνατότητα, όχι μόνο του παιδιού να αποχωριστεί τους γονείς αλλά και των ίδιων των γονέων να αποχωριστούν το παιδί τους.
Η ομαλή διαδικασία αποχωρισμού, έχει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, ειδικά σε μία μεσογειακή χώρα όπως η Ελλάδα, αν αναλογιστούμε ότι τα παιδιά παραμένουν και συντηρούνται ως μεγάλη ηλικία από τους γονείς.

Ταυτόχρονα παρατηρείται η νευρολογική αλλά και συναισθηματική ωρίμανση του παιδιού και αρχίζει μία περίοδος αυξημένης κοινωνικής διάδρασης του παιδιού. Είναι σημαντικό να αναλογιστούμε ότι, στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις, όπου πολλές φορές τα πάρκα ελλείπουν και δεν υπάρχουν αλάνες να παίξουν με ασφάλεια τα παιδιά, πέρα από τους παιδότοπους, η μόνη πραγματική δυνατότητα κοινωνικοποίησης των παιδιών μας είναι στα νηπιαγωγεία / σχολεία.

Είναι η στιγμή όπου, για πρώτη φορά στη ζωή του παιδιού, δοκιμάζεται η δυνατότητα επιβίωσής του σε ένα «ξένο» περιβάλλον. Είναι η πρώτη φορά που τόσο το παιδί, όσο και έμμεσα η οικογένειά του ως κοινωνική μονάδα, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους στο ευρύτερο κοινωνικό και εκπαιδευτικό σύνολο. Δυστυχώς είναι επίσης η περίοδος όπου πολλές φορές γίνονται οι συγκρίσεις μεταξύ παιδιών, με όχι πάντα καλή διάθεση…

ΥΠΕΝΘΥΜΙΖΟΥΜΕ ΟΤΙ,

  1. 1. Η ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΛΛΑ ΣΥΝΟΛΟ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΙΣ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΤΑΚΤΗΣΕΙ ΠΑΝΤΑ ΟΛΕΣ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΑ ΤΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙ ΚΑΤΑΝΑΓΚΗ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ.

ΓΙΑΥΤΟ ΚΑΙ ΠΡΕΠΕΙ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΑΙΔΙΟΥ ΝΑ ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΕΤΑΙ.

  1. 2. Η ΜΗ-ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΔΕΝ ΕΞΥΠΑΚΟΥΕΙ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΝΟΗΤΙΚΗ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ.

ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

Η εισαγωγή στο Νηπιαγωγείο είναι εξαιρετικά σημαντική και πλέον διαφέρει από το παρελθόν, καθώς οι απαιτήσεις του πολλές φορές είναι όμοιες με το επίπεδο της Α’ και Β’ Δημοτικού παλαιότερων χρόνων. Η εμπειρία ενός παιδιού στο Νηπιαγωγείο, μπορεί να έχει μακροχρόνια επίδραση, θετική ή αρνητικά.

Το παιδί υφίσταται μία ποιοτική αλλαγή στις γνωσιακές και ψυχοκοινωνικές του ικανότητες, καθώς τα κίνητρά του είναι ακόμα «εγωκεντρικά», η φαντασία ιδιαίτερα ζωηρή, παρατηρείται ταυτοποίηση του φύλου, αύξηση του γλωσσικού επιπέδου, τόσο σε λεξιλόγιο όσο και σε άρθρωση αλλά και σε αντίληψη και είναι πολλές φορές αυτό που μας εκπλήσσει!

ΣΧΟΛΕΙΟ – ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Η επιλογή πλέον της Δημοτικής εκπαίδευσης, γίνεται πολλές φορές και με κριτήρια όχι μόνο την ακαδημαΪκή αρτιότητα ενός σχολείου αλλά και το οικονομικό πρωτίστως ζήτημα, το κοινωνικό αλλά και το πανεπιστημιακό μέλλον του παιδιού, ειδικά σε περιπτώσεις που επιλέγονται ξενόγλωσσα σχολεία.  Αν και το στοιχείο της σύγκρισης μεταξύ των παιδιών στις πρώτες τάξεις είναι ακόμα αδύναμο, δεν παύει να υποβόσκει και να υπάρχει ο πρώτος διαχωρισμός, γνωσιακά, σωματικά, αναπτυξιακά. Το ίδιο συμβαίνει και σε περιπτώσεις διδύμων όπου δεν συστήνεται όμως ο διαχωρισμός αλλά η ελεύθερη επιλογή και η πρακτική αντιμετώπιση φοίτησης σε κάποιο σχολείο.

Πολλές φορές μπορεί τα θέματα τα οποία αναφύονται να αναδεικνύουν μία αντιπαλότητα μεταξύ των δύο γονέων ή μεταξύ οικογενειών. Η ακαδημαΪκή πρόοδος του παιδιού γίνεται αντικείμενο συζήτησης με την γειτόνισσα και το παιδί εξελίσσεται σε ένα αυτοκίνητο κούρσας το οποίο εκπαιδεύουμε αντίστοιχα με τις προσδοκίες μας…

Κι εδώ μπορεί να παρουσιαστεί άγχος αποχωρισμού, ειδικά αν το παιδί δεν έχει περάσει από το Νηπιαγωγείο. Εδώ αρχίζουν να αναρωτιούνται οι γονείς για τις Μαθησιακές Δυσκολίες, τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια, για την Νοητική και Γνωσιακή Ικανότητα του παιδιού τους και την εν γένη συμπεριφορά του. Εδώ, ίσως και λίγο πιο πριν, τίθεται συχνά θέμα Ορίων, Συμπεριφοράς, Επιθετικότητας ή της μόδας της εποχής της Διάσπασης Προσοχής με ή χωρίς Υπερκινητικότητα.

Ο γονέας καλείται να δείξει πάνω από όλα ψυχραιμία και να ακολουθήσει το ένστικτό του, που συνήθως τον ειδοποιεί σωστά. Το θέμα είναι να το πιστέψει και να το ακούσει, να απευθυνθεί σε ένα ειδικό και να καθοδηγηθεί σωστά.

Όταν ένας γονέας ανησυχεί, έχει συνήθως δίκιο.

Ένα από τα συνήθη παραδείγματα που δίνω στους γονείς αναφορικά με το ένστικτό τους, είναι για περιπτώσεις Αυτισμού, όπου ο γονέας σύμφωνα με μελέτες αντιλαμβάνεται την διαφορετικότητα του παιδιού του από μέση ηλικία 11 μηνών ενώ αναζητεί βοήθεια ειδικού περίπου στα 3.5 έτη μέση ηλικία. Γιατί σε αυτή την ηλικία ( και μάλιστα στην Ελλάδα όπως φαίνεται και κάπως αργότερα) ; Γιατί σε αυτή την ηλικία αναγκάζεται είτε να εντάξει το παιδί σε κάποια σχολική διαδικασία είτε το πρόβλημα είναι πλέον πολύ εμφανές για να αγνοηθεί.

ΠΩΣ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΟΥΜΕ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Συνήθως στην Ελλάδα όπως όλοι γνωρίζουμε, η επιλογή του σχολείου γίνεται βάση της κατοικίας μας όταν πρόκειται για Δημόσιο σχολείο. Επίσης κύριο στοιχείο είναι η εγγύτητα με το σπίτι ή τη δουλειά μας, που καθιστά την μεταφορά στο σχολείο ακόμα πιο εύκολη. Πιο συχνά επιλέγουμε ιδιωτικούς παιδικούς σταθμούς και μετά Δημοτικά ή σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης.

Όταν πρόκειται κυρίως για Δημοτική ή Μέση Εκπαίδευση, πολλές φορές κύριο κίνητρο είναι ο κοινωνικός περίγυρος-milieu αλλά και η πιθανότητα/δυνατότητα περισσότερων δραστηριοτήτων όπως μία επιπλέον ξένη γλώσσα, άθλημα, καλύτερες εγκαταστάσεις ή η δυνατότητα γενικά κάποιας διαφοροποίησης του σχολικού προγράμματος. Κύριος όμως παράγοντας για την ιδιωτική εκπαίδευση αποτελεί για τον μέσο όρο, η οικονομική δυνατότητα των γονέων, σύμφωνα με την εγγύτητα μίας εκπαιδευτικής μονάδας, συνυπολογίζοντας τις δυνατότητες και ανάγκες αντίστοιχα του παιδιού.

Σε κάποιες περιπτώσεις το σχολείο επιλέγεται με βάση τη δυνατότητα του σχολείου να προσφέρει εξειδικευμένη εκπαιδευτική δυνατότητα όπως σε περιπτώσεις μαθησιακών δυσκολιών ή διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών.

Η πραγματικότητα που επιβάλλει το ακαδημαϊκό μας σύστημα είναι ότι το σημαντικότερο στοιχείο του σχολείου είναι ένας ικανός δάσκαλος, μία ικανή με μεταδοτικότητα δασκάλα. Μπορεί οι τοίχοι του σχολείου να μην έχουν σημασία ή αν έχει γήπεδο τέννις, αν υπάρχει ένας δάσκαλος,μία δασκάλα που μπορεί να κάνει το παιδί μας ευτυχισμένο,να φεύγει με χαρά για το σχολείο και ταυτόχρονα να μπορεί να του προσφέρει τις μαθησιακές πληροφορίες που χρειάζεται, με τις σωστές μεθόδους, για να εκμεταλλευτεί το παιδί στο μέγιστο τις ικανότητές του!

Στοιχεία που λαμβάνονται υπόψιν, ειδικά στις περιπτώσεις που υπάρχει πραγματική δυνατότητα επιλογής σχολείου είναι:

  • Η πολιτισμική κατεύθυνση της οικογένειας, πχ αν είναι και αγγλόφωνοι, τότε ίσως να είναι χρήσιμο ένα αγγλόφωνο σχολείο ή παιδικός σταθμός, όπως επίσης και αν οι ίδιοι οι γονείς επιθυμούν αλλόγλωσση εκπαίδευση γενικότερα.
  • Η αναφερόμενη ποιότητα των σχολείων κατά τόπους και η αίσθηση που έχουν οι γονείς για αυτά, σωστή ή λάθος, καλή ή κακή.
  • Αν υπάρχει επίσης ένας κύκλος φίλων του παιδιού στο σχολείο ή σταθμό που θα πάει.
  • Αν υπάρχει κάποια ειδική ικανότητα του παιδιού όπως στην μουσική ή στην τέχνη και αντίστοιχα κάποιο σχολείο που θα μπορούσε να διευκολύνει το ταλέντο αυτό.
  • Το μέγεθος της τάξης μπορεί να παίζει ρόλο για ένα παιδί, ειδικά αν υπάρχει διάσπαση προσοχής ή κάποια  άλλη μαθησιακή δυσκολία.
  • Αν χρειάζεται κάποια ειδική εκπαιδευτική υποστήριξη η οποία παρέχεται από συγκεκριμένο σχολείο ή προσβάσιμη υπηρεσία.
  • Η εμπειρία των ίδιων των γονέων στα δικά τους σχολεία στο παρελθόν, αν ήταν θετική ή αρνητική όπως επίσης και σε κάποιες περιπτώσεις η…
  • Οικογενειακή παράδοση να παρακολουθούν τα παιδιά της οικογένειας κάποιο συγκεκριμένο σχολείο.

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ-ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ;

Πολλοί γονείς με ρωτάνε αν το παιδί τους δεν πρέπει να πάει φέτος σχολείο, καθώς αντιμετωπίζει το α’ ή β’ πρόβλημα. Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις ειδικών αναπτυξιακών διαταραχών, τα παιδιά ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΣΤΕΛΛΕΤΑΙ Η ΦΟΙΤΗΣΗ ΤΟΥΣ.

Μπορεί το παιδί να φαίνεται ότι είναι κάπως  «αργό» αντιληπτικά, μη-κοινωνικοποιημένο ή με μη-αναμενόμενες συμπεριφορικές αντιδράσεις που παραπέμπουν σε μικρότερης ηλικίας παιδί. Μπορεί ακόμα να μην έχει αναπτύξει πλήρως, ποιοτικά ή ποσοτικά την ομιλία του. Άλλα παιδιά μπορεί να μην ζωγραφίζουν καλά ή στην Α’ Δημοτικού να μπορούν να γράψουν καλά. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα παιδιά αυτά δεν πρέπει να πάνε σχολείο ή ότι πρέπει να επαναλάβουν την τάξη.

Δυστυχώς είναι μία μεγάλη πληγή στα Ελληνικά δεδομένα και μία πολύ κακή τακτική η οποία πρέπει να εκλείψει και να εκλογικευτεί σταδιακά.

Η καθυστέρηση ακαδημαϊκά για ένα έτος, έχει μόνο αποτέλεσμα την συνεπακόλουθη καθυστέρηση της πραγματικής αντιμετώπισης του θέματος/προβλήματος που ανάγκασε γονείς ή και δασκάλους να σκεφτούν την λύση της αναστολής.

Οι νεότερες μελέτες όπως επίσης και η Καθηγήτρια και μέντοράς μου στο Τμήμα Αναπτυξιακής και Συμπεριφορικής Παιδιατρικής του Yale στις ΗΠΑ, Dr Carol Weitzman, αναφέρουν ότι το παιδί δεν κερδίζει ουσιαστικά από την καθυστέρηση, αναστολή ή επανάληψη της φοίτησης.

Με απλά λόγια: Αν το παιδί σας (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων), κερδίσει ένα 10% από την λεγόμενη ωρίμανση που θα έχει μέσα σε ένα έτος, θα χάσει ένα 70% που θα κέρδιζε με την παρακολούθηση της επόμενης ή κανονικής του τάξης, ως προς τις γνώσεις. Επιπλέον απώλεια είναι και η ψυχοκοινωνική, καθώς αποκόπτεται στην ουσία από τον κοινωνικό και ηλικιακό του κύκλο.Με την αναστολή φοίτησης ή την επανάληψη φοίτησης, στην πλειονότητα των περιπτώσεων το παιδί σας χάνει ακριβώς αυτό που καλείται να κερδίσει: την σχολική ετοιμότητα, την μαθησιακή ικανότητα απορρόφησης πληροφοριών αλλά και την κοινωνικοποίηση.

Για σκεφτείτε απλά αυτό: Τί δεν πήγε καλά και δεν απορρόφησε το παιδί σας τις πληροφορίες την χρονιά που πέρασε; Τί σας εγγυάται ότι την επόμενη το παιδί σας θα πάει καλύτερα; Αν,και λέμε τώρα, αν δεν «φταίει» το παιδί για την παρατηρούμενη σχολική αποτυχία; Μήπως θα έπρεπε αντί να αναστείλουμε τη φοίτηση απλά να δούμε τί δεν πάει καλά, να το ταυτοποιήσουμε και να ενισχύσουμε το παιδί σε αυτόν τον τομέα και να προωθήσουμε ακόμα πιο πολύ τις ικανότητες στις οποίες είναι καλός; Μήπως οι δάσκαλοι θα μπορούσαν να εμβαθύνουν ακόμα περισσότερο στις παρατηρούμενες μαθησιακές δυσκολίες αντί να καταδικάσουμε το παιδί μας σε ακόμα ένα χρόνο στην ίδια τάξη ή σε απλή καθυστέρηση φοίτησης; Πόσο μάλλον σε μία ανταγωνιστική κοινωνία που μπορεί να στιγματίσει από πολύ νωρίς ένα παιδί και να έχει μία ταμπέλλα που θα τον ακολουθεί για μία ζωή.

Ας πάρουμε για παράδειγμα ένα παιδί που δυσπραξικό ως προς την Λεπτή κινητικότητα. Αυτό το παιδί πιθανόν να μην μπορεί να  ζωγραφίζει και να μην μπορεί να γράψει ικανοποιητικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι νοητικά δεν είναι ένα παιδί ικανό. Ας υποθέσουμε ότι αξιολογήσαμε το παιδί και νοητικά είναι φυσιολογικό. Ποιός ο λόγος αυτό το παιδί να μην πάει στην επόμενη τάξη; Με εργοθεραπευτικές ασκήσεις ή και χρήση υπολογιστή αλλά και με απλή παρακολούθηση, το παιδί μπορεί να απορροφήσει το σύνολο των πληροφοριών που απαιτούνται για μάθηση ανκαι θα δυσκολεύεται στην γραφή. Οπότε είναι άδικο για ένα τέτοιο παιδί να μην πάει σχολείο.

Ένα άλλο παράδειγμα είναι ένα παιδί που πιθανόν να πάσχει από κάποια σωματική αναπηρία στα χέρια ή μάτια και να μην μπορεί να γράψει ή να διαβάσει άμεσα. Αυτό το παιδί δεν υπάρχει κανένας λόγος να μην παρακολουθήσει κανονική τάξη, όπως και στην περίπτωση ενός δυσπραξικού παιδιού, με τη βοήθεια και υποστηρικτικής τεχνολογίας. Το ίδιο ισχύει και για ένα δυσλεξικό παιδί το οποίο χρειάζεται επίσης υποστηρικτική τεχνολογία και μάθηση. Στόχος μας πρέπει να είναι η γνώση και η υποκατάσταση των μαθησιακών δυσχερειών.

Ένα ντροπαλό παιδί, δεν πρόκειται να κερδίσει από την αναστολή φοίτησης, αντίθετα η απώλεια του παρόντος κοινωνικού περιβάλλοντος, θα μειώσει ακόμα περισσότερο τις πιθανότητες κοινωνικοποίησής του, η οποία συζητείται εκτενέστερα σε παρακάτω κεφάλαιο.

Ένα παιδί με μειωμένη ποιοτικά ή ποσοτικά ομιλία, δεν σημαίνει επίσης ότι δεν μπορεί να παρακολουθήσει κανονική τάξη εφόσον η αντιληπτική του ικανότητα είναι ικανοποιητική. Το ίδιο μπορεί να παρατηρηθεί σε ένα παιδί με δυσπραξία ομιλίας ή σε δυσφασία, καθώς το παιδί δεν μπορεί να εκφραστεί ικανοποιητικά έτσι ώστε να γίνεται άνετα αντιληπτό από τον δάσκαλο αλλά και τα παιδιά. Αυτό όμως δεν σημαίνει, όπως και στις άλλες περιπτώσεις, ότι το παιδί δεν αντιλαμβάνεται το μάθημα και την εκπαιδευτική διαδικασία, αν και δυσκολεύεται να την εκφράσει. Άρα μπορεί να απορροφά ικανοποιητικά τις μαθησιακές πληροφορίες παρόλη τη δυσκολία έκφρασης. Εντατική και έγκαιρη λογοθεραπευτική παρέμβαση μπορεί να κάνει θαύματα!

Γιαυτό και λέμε ότι η Σχολική ετοιμότητα δεν είναι μία ευθεία γραμμή – δεν είναι μία απλή ικανότητα αλλά μία σύνθετη, η οποία δεν είναι υποχρεωτικά ομαλή. Δηλαδή δεν είναι μία διαδικασία που απλά λέμε ότι ένα παιδί μπορεί ή δεν μπορεί να παρακολουθήσει ένα σχολείο όπως έλεγαν στην δεκαετία του 50… Είναι μία διαδικασία στην οποία χρειάζεται ο ειδικός να περάσει αρκετή ώρα με το παιδί και τους γονείς και να εντοπίσει τους πιθανούς τομείς όπου το παιδί δεν είναι τόσο αποτελεσματικό αλλά και τους τομείς που το παιδί παρουσιάζει αυξημένες δυνατότητες, πάνω στις οποίες θα «πατήσουμε» για να βοηθηθεί το παιδί.

Ακόμα και σε παιδιά που έχουν κάποιες ειδικές αναπτυξιακές δυσκολίες και πιθανόν να υπάρχει η σκέψη αναστολής ή επανάληψης φοίτησης, συστήνεται συνήθως η παρακολούθηση ενός σχολικού προγράμματος, ακόμα και αν αυτό είναι διακεκομμένο ή τροποποιημένο.

Μία άλλη ερώτηση που κάνουν συνήθως οι γονείς είναι σχετικά με την μείωση της Αυτοπεποίθησης των παιδιών που δεν καταφέρνουν να παρακολουθήσουν με απόλυτη επιτυχία μία τάξη. «δεν θα τον κάνει να αισθάνεται άσχημα, γιατρέ, το να πάει σχολείο και να μην μπορεί να φτάσει τους συμμαθητές του;». Αν και κάθε περίπτωση εξατομικεύεται πάντα, πρέπει να σκεφτούμε την εναλλακτική επίσης: Δηλαδή πόσο άσχημο είναι τελικά για ένα παιδί να έχει ανασταλεί η φοίτησή του και όταν τελικά πάει σχολείο, τα άλλα παιδάκια να είναι μικρότερα, πιθανόν αυτό να είναι ψηλότερο, να έχει αποκοπεί από πιθανούς φίλους και συνομηλίκους ή ακόμα χειρότερα να υπάρχει σύγκριση με κάποιο αδερφάκι ή γειτονάκι που πάει κανονικά σχολείο. Πρέπει να αναρωτηθούμε τί κρύβει η κατάσταση που μας ώθησε να σκεφτούμε την αναστολή.

ΕΠΙΒΡΑΒΕΥΣΤΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΕ ΤΙΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Η ομαλή ενσωμάτωση στο περιβάλλον του σχολείου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, τους οποίους καλείται ο ειδικός να καταγράψει και να επισημάνει στους γονείς. Η σύγχρονη Νευροαναπτυξιολογία τονίζει ότι δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε μόνο τις αδυναμίες του παιδιού αλλά και τα δυνατά του σημεία πάνω στα οποία θα πατήσουμε για να βοηθήσουμε το παιδί να υπερνίκησει και τις αδυναμίες του. Σε αυτό τον τομέα είναι πολύ σημαντικό να αντιληφθούμε ότι ρόλο παίζουν και οι προσδοκίες και η σταθερότητα των ίδιων των γονέων. Πολλές φορές έρχεται ένας πατέρας και μου λέει με θυμό πχ «Γιατρέ,δεν είναι καλός στα Μαθηματικά» και όταν τον ρωτάω αν ο ίδιος ήταν καλός μαθητής, πολλές φορές λέει «δεν ήμουν, με αδίκησαν».

Ας προσέξουμε να μην αδικούμε εμείς οι ίδιοι τα παιδιά μας. Στόχος μας είναι να γίνουν ευτυχισμένα! Σκεφτείτε πότε ήταν η τελευταία φορά που είπατε «Μπράβο!» με την ψυχή σας!

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι φτιαγμένο για τον μέσο όρο και για παιδιά που μπορεί να είναι χαρισματικά ή να έχουν κάποιες αδυναμίες. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, πρέπει να φροντίσουμε να βρούμε το κατάλληλο περιβάλλον ενσωμάτωσης για το παιδί, χωρίς να το αποκλείει κοινωνικά από την ηλικιακή του ομάδα και το κοινωνικό σύνολο γενικότερα.

ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΑΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

Πριν πάει το παιδί νηπιαγωγείο, όπως και αν υπάρχει υπόνοια για κάποια αναπτυξιακή διαταραχή, καλό είναι να γίνεται ένας βασικός έλεγχος του παιδιού. Σημαντικά σημεία αυτού του ελέγχου είναι ο αισθητηριακός έλεγχος δηλαδή κυρίως ακουολογικός και οφθαλμολογικός.

Σε περίπτωση υπονοιας αναπτυξιακής διαταραχής , διενεργούμε καταρχήν τον ακουολογικό έλεγχο ακόμα και αν ξέρουμε ότι το παιδί μας ακούει, γιατί δεν ξέρουμε τί ακούει. Αυτό ξαφνιάζει πολλές φορές τους γονείς που μας ρωτάνε «μα έκανε έλεγχο όταν γεννήθηκε» ή «αφού γυρίζει όταν τον φωνάξω». Η απάντηση είναι ότι πολλές ωτίτιδες, κληρονομικές ασθένειες, λοιμώξεις ή εκ γενετής καταστάσεις, μπορεί να επηρεάσουν το ποιοτικό αποτέλεσμα της ακοής με συνέπεια πχ την ύπαρξη μίας βαρηκοίας υψηλών συχνοτήτων. Το παιδί ακούει αλλά πιθανόν να χάνει μεγάλο μέρος των πληροφοριών. Το αποτέλεσμα; Να μην απαντά σωστά,να αποκόπτεται κοινωνικά από τους φίλους του ή το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο, να νομίζουν οι άλλοι πιθανόν ότι το παιδί έχει γνωσιακό έλλειμμα ή το συνηθέστερο, να έχει μειωμένο λεξιλόγιο ή καθυστέρηση της έναρξης ομιλίας.

Το ίδιο συμβαίνει κάποτε και με την όραση.  Ο οφθαλμολογικός έλεγχος καλό είναι να γίνεται μία φορά τον χρόνο, χωρίς κατανάγκη να πάσχει το παιδί. Συνήθη προβλήματα μπορεί να περιλαμβάνουν την μυωπία, πρεσβυωπία, αστιγματισμός, αχρωματοψία αλλά και στραβισμό, ο οποίος κάποτε διαλάθει της προσοχής ακόμα και των ειδικών αν είναι ήπιος. Σε περιπτώσεις που υπάρχει υπόνοια κάποιας άλλης διαταραχής, όπως πχ Διάχυτης Αναπτυξιακής Διαταραχής ή άλλης, τότε μπορεί να είναι χρήσιμο να γίνει βυθοσκόπηση, για έλεγχο ανωμαλιών του βυθού του οφθαλμού.

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ

Ελέγξτε τα εμβόλια του παιδιού σας. Συμβουλευθείτε τον γενικό παιδίατρό σας εάν κάποιο δεν έχει γίνει ή καθυστερήσει, ούτως ώστε το παιδί σας να είναι καλυμμένο σε επιδημίες λοιμωδών ασθενειών όπως πχ Ιλαράς, ανεμευλογιάς κλπ.

Επίσης πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι είναι καλυμμένο για τα εμβόλια του Τετάνου, αν αναλογιστούμε το πόσες φορές χτυπάει ένα παιδί κάθε χρόνο. Ταυτόχρονα πρέπει να το μάθουμε πώς να περιποιείται με βασικό τρόπο μία πληγή, όπως να την πλύνει και πιθανόν να βάλει ένα αντισηπτικό κατάλληλο και ένα τσιρότο, αν για κάποιο λόγο δεν υπάρχει διαθέσιμος κάποιος ενήλικας.

Ταυτόχρονα σιγουρευτείτε ότι το παιδί σας ξέρει βασικούς κανόνες καθαριότητας όταν βρίσκεται μόνο του, όπως να πλένει τα χεράκια, να βάζει το χέρι μπροστά στο στόμα όταν φταρνίζεται, να σκούπιζεται σε χαρτοπετσετούλα κλπ.

ΣΩΜΑΤΙΚΟ ΑΝΑΣΤΗΜΑ – ΥΨΟΣ

Το ύψος είναι ένα από τα θέματα τα οποία θα γίνουν πολύ πιθανόν αντικείμενο συζήτησης στο σχολείο και κυρίως στο Δημοτικό.

Για αυτό, εάν υπάρχει υπόνοια παθολογικού αναστήματος θα πρέπει να συμβουλεύονται οι γονείς τον ειδικό και ειδικά αν το παρατηρούμενο ύψος είναι ίσο ή κάτω της 3ης εκατοστιαίας θέσης στον πίνακα καμπύλων ανάπτυξης, ο οποίος υπάρχει στο βιβλιάριο υγείας (των εμβολίων).

Έλεγχος συστήνεται να γίνεται όταν το ύψος είναι και μεταξύ 10ης και 3ης εκατοστιαίας θέσης επίσης καθώς και μία παρατηρούμενη πτώση από τις «σταθερά» παρατηρούμενες καμπύλες του παιδιού.

Υπάρχουν πολλές αιτίες πιθανού κοντού αναστήματος, οι οποίες αξιολογούνται κατά περίπτωση και οικογένεια, εξατομικευμένα και με πολυθεματική ομάδα.

ΑΔΡΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Ο έλεγχος Αδρής Κινητικότητας – βάδισης και ισορροπίας, είναι κάτι το οποίο εξετάζεται καλό από τον γενικό παιδίατρο και σπάνια διαλάθει της προσοχής του. Σε γενικές γραμμές, σχεδόν όλα τα παιδιά που θα πάνε νηπιαγωγείο, πριν ειδικών περιπτώσεων, θα περπατάνε και θα τρέχουν ικανοποιητικά καθώς ο μέσος όρος περπάτει περίπου στους 15 μήνες ζωής και τρέχει στους 18 μήνες.

Κάποτε μπορεί να υπάρχουν όμως νευρομυϊκά θέματα τα οποία θα πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής όπως και θέματα ραιβοποδίας, βλαισοποδίας ή πλατυποδίας που είναι και τα συχνότερα. Αυτά θα πρέπει να παραπέμπονται σε ειδήμονα παιδο-ορθοπεδικό για περαιτέρω αντιμετώπιση. Το ίδιο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε όταν μας αναφέρεται ότι ένα παιδί πέφτει συχνά, χάνει την ισορροπία του ή δεν μπορεί να κάνει ποδηλατάκι κλπ.

Το αδέξιο παιδί είναι κάτι που θα αρχίσει να γίνεται πιο εμφανές στο νέο κοινωνικό του σύνολο. Μπορεί να «κρύβει» ένα Δυσπραξικό παιδί, κατάσταση που εντάσσεται στις μαθησιακές δυσκολίες και ενέχει την δυσχέρεια συντονισμού μυικών ομάδων και μπορεί να αφορά τόσο την Αδρή κινητικότητα όσο και την Λεπτή Κινητικότητα. Ως προς την Λεπτή Κινητικότητα, οι Αγγλοσάξωνες λένε  πολλές φορές ότι τα άτομα αυτά έχουν «δύο αριστερά πόδια», χαρακτηριστικά μία μητέρα έλεγε για τον γιο της «περπατάει όπως ο πατέρας του και σκοντάφτει παντού, ο πατέρας του με ξενυχιάζει κάθε φορά που χορεύουμε. Κανένας από τους δυο δεν τ’αρέσει η μπάλα γιατί δεν τα καταφέρνουν».  Όπως πολύ σωστά παρατήρησε αυτή η μητέρα, τα άτομα αυτά μπορεί να μην έχουν ικανότητες αθλητικών δεξιοτήτων, οι οποίες απαιτούν πολύπλοκες κινήσεις αλλά και άλλες ιδιότητες που ελλείπουν. Αυτό μπορεί να είναι και δυσχέρεια προσανατολισμού, η οποία παρατηρείται ως συννοσηρόττητα πολύ συχνά, δηλαδή μπορεί να συνυπάρχει.

Επίσης το να συγχίζει το αριστερά με το δεξιά, η λεγόμενη «πλευρίωση». Συνήθως εξομαλύνεται με την πάροδο της ηλικίας και κατάλληλες ασκήσεις αλλά ανάλογα με τον βαθμό της δυσκολίας και την εκάστοτε ενασχόληση του ατόμου, το ακολουθεί για όλη του την ζωή.

ΛΕΠΤΗ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Όπως αναφέραμε, η Δυσπραξία μπορεί να αφορά και την Λεπτή  Κινητικότητα, η οποία αναφέρεται κυρίως σε ικανότητες που έχουμε με τα δάχτυλα και συντονισμό κινήσεων με αυτά.

Η Δυσπραξία  αυτή εντάσσεται στις μαθησιακές δυσκολίες και είναι σημαντικό να γίνεται σύντομα η διάγνωση καθώς αυτά τα παιδιά, πολλές φορές ονομάζονται άδικα, «τεμπέληδες» ενώ στην πραγματικότητα, δυσκολεύονται τόσο να κάνουν κάποιες συντονισμένες κινήσεις που στο τέλος απλά τις αποφεύγουν.

Αυτό συμβαίνει πχ με το να μην μπορεί ένα παιδί να δέσει τα κορδόνια του, να κουμπώσει τα κουμπιά ή πχ να περάσει τα «αυτάκια» από δύο φερμουάρ μαζί. Η ικανότητα αυτή εντάσσεται στην Λεπτή κινητικότητα. Απλές ασκήσεις όπως πχ  ένας κουμπαράς, το «ψάρεμα» με τσιμπιδάκια μικρών αντικειμένων ή ακόμα το να περνάνε χάντρες για να φτιάξουν ψεύτικα κολιέ, μπορεί να βοηθήσει στην βελτίωση των ικανοτήτων του παιδιού όπως και χαρτοκοπτικές και άλλες καλλιτεχνικές ενασχολήσεις. Παπούτσια που δένουν με αυτοκόλλητες ταινίες ή αλλιώς «σκρατς» ή «βέλκρο» είναι χρήσιμα για να κερδίζουν χρόνο τα παιδιά και αυτοπεποίθηση αν και υποκαθιστούν εν μέρη κάποια λειτουργικότητα του παιδιού.

Γιατί μας ενδιαφέρει η Λεπτή Κινητικότητα;

Όπως γνωρίζουμε, στα 3 έτη ένα παιδί περιμένουμε να τρώει μόνο του χωρίς να λερώνεται ιδιαίτερα. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει καταφέρει τον τριποδικό δραγμό, δηλαδή να κρατάνε τα δάχτυλά του ένα κουτάλι, πηρούνι ή άλλο αντικείμενο με τα τρία δάχτυλα «σαν να κάνουμε τον Σταυρό μας».

Αν και τα όρια για αυτή την ικανότητα μπορεί να κυμαίνονται κατά φύλο και να έχουμε ένα διάστημα ασφάλειας επιπλέον σύμφωνα με την εκάστοτε ηλικία, θα υπάρξουν παιδιά, που δεν θα καταφέρουν πλήρως ή σταθερά αυτή την ικανότητα.

Και έτσι επανερχόμαστε στο αρχικό μας ερώτημα: Γιατί μας ενδιαφέρει τόσο; Και τί σχέση έχει με το σχολείο και το νηπιαγωγείο; Αποτελεί το λεγόμενο προγραφικό στάδιο.

Δηλαδή ένα παιδί αν και μπορεί να έχει τις γνωσιακές και νοητικές ικανότητες να αντιληφθεί την γραφή, πιθανόν να έχει μειωμένη ικανότητα να κρατάει και να χρησιμοποιεί το μολύβι/στυλό. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα, δυσγραφικά γράμματα, δυσανάγνωστα και αργή, επίπονη γραφή.

Δεν πρέπει να συγχέεται με την δυσλεξία όμως η οποιά προϋποθέτει και μειωμένη αναγνωστική ικανότητα και άλλα επιπλέον στοιχεία που αναλύονται σε μετέπειτα κεφάλαιο.

Ένα παιδί που δεν έχει κατακτήσει ικανοποιητικά, ποσοτικά και ποιοτικά την Λεπτή Κινητικότητα, μπορεί να μην ζωγραφίζει καλά και η προσπάθειά του να είναι επίπονη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, από ευχάριστη διαδικασία που είναι, να την αντιλαμβάνεται ως αγγαρεία και να την αποφεύγει.

Το ίδιο μπορεί να συμβεί με όποια δραστηριότητα απαιτεί λεπτούς χειρισμούς και οδηγεί τελικά σε ματαίωση δηλαδή αποφυγή έναρξης της δραστηριότητας ή ακόμα μείωση της απόδοσης, πχ ζωγραφίζοντας ένα ανθρωπάκι, το οποίο ηλικιακά δεν αντιστοιχεί στο επίπεδο του παιδιού.

Εδώ θέλουμε να αναφέρουμε κάτι σημαντικό: Ένα από τα διασημότερα και παλαιότερα τεστ αντιληπτικής ικανότητας, αναφέρεται στην δυνατότητα ενός παιδιού να ζωγραφίζει ανθρωπάκια και μετά οι ειδικοί μετράνε τις λεπτομέρειες και συγκρίνουν σύμφωνα με τον μέσο ηλικιακό όρο του παιδιού. Εάν ένα παιδί ζωγραφίζει με μειωμένες ικανότητες, δηλαδή με δυσπραξικά στοιχεία και μας ζωγραφίσει κάτι υποδεέστερο της ηλικίας του, τότε μπορεί να δοθεί εσφαλμένα η εντύπωση ότι το παιδί αυτό έχει χαμηλή αντιληπτική ικανότητα ενώ στην πραγματικότητα, απλά δεν μπορεί.

Και δεν πρέπει να ξεχνάμε και τον παράγοντα ιδιοσυγκρασία! Αν ένα παιδί δεν θέλει και πεισματώσει… τότε την έχετε πατήσει! Θέλει πολλή υπομονή και πείρα για να καταφέρεις να αλλάξει γνώμη ένας πεισματάρης πιτσιρίκος!

ΟΜΙΛΙΑ-ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

Η κατάκτηση της ομιλίας είναι μια αρκετά πολύπλοκη δραστηριότητα, η οποία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής. Τα παιδιά συνήθως μπαμπαλίζουν στους 8 μήνες, μιλάνε κάποιες λεξούλες στους 15 μήνες και στους 18 μήνες μικρές φρασούλες. Στα 2.5 έτη μιλάνε σχετικά άνετα, με όλο αυξανόμενο λεξιλόγιο.

Ένα παιδί που είχε καθυστέρηση στην κατάκτηση αναπτυξιακών οροσήμων της ομιλίας, ακόμα και αν την παρούσα στιγμή δεν παρουσιάζει πρόβλημα, καλό είναι να του δίδεται ιδιαίτερη προσοχή, εκπαιδευτικά αλλά και ψυχοκοινωνικά.

Η Γλωσσική επικοινωνία χωρίζεται στο Αντιληπτικό μέρος, δηλαδή το τί αντιλαμβάνεται το παιδί από αυτά που του λέμε και στο Εκφραστικό μέρος, δηλαδή τί μας λέει το παιδί. Δεν πρέπει να αναφερόμαστε αποκλειστικά ως ομιλία, ως αναπτυξιακό ορόσημο, αλλά να διαχωρίζουμε εφόσον χρειάζεται για ποιόν τομέα πρόκειται. Αν ένα παιδί πάσχει από βαρηκοία, τότε το Αντιληπτικό μέρος της ομιλίας μπορεί να είναι μειωμένο και να νομίζουμε ότι πρόκειται πχ για νοητικό θέμα. Ένα ακουόγραμμα θα βοηθήσει στην διαφοροδιάγνωση.

Ως προς το Εκφραστικό μέρος της Γλωσσικής Επικοινωνίας, τα περισσότερα παιδιά στην ηλικία για να μπούνε στο Δημοτικό, έχουν κατακτήσει την ομιλία σε ικανοποιητικό βαθμό. Ας πάμε όμως λίγο πιο πίσω. Ένα παιδί, θα πάει σε ένα παιδικό σταθμό πχ στα 3. Το αναμενόμενο, σύμφωνα με τον παρατηρούμενο μέσο όρο είναι να έχει ένα πλούσιο λεξιλόγιο, να έχει κατακτήσει τα βασικά μορφοσυντακτικά στοιχεία του λόγου/ομιλίας, δηλαδή να χρησιμοποιεί σχεδόν σωστά τα ρήματα, άρθρα, αντωνυμίες και μεγάλο αριθμό επιθέτων. Να μπορεί να αντιλαμβάνεται αρκετά γενικούς χρονικούς προσδιορισμούς όπως μέρα, νύχτα κλπ. Να μπορεί να περιγράφει μια βασική δραστηριότητα.

Το Εκφραστικό μέρος της ομιλίας, επηρεάζεται από την πιθανότητα βαρηκοίας ενός παιδιού, η οποία πιθανόν να αλλοιώνει τον ήχο που προσλαμβάνει και μετέπειτα αποδίδει το παιδί. Επίσης έχει σχέση με την άρθρωση του παιδιού. Ένα παιδί μπορεί να έχει κατακτήσει τη διαδικασία της αντίληψης και έκφρασης, αλλά για διάφορους λόγους να μην μπορεί να αρθρώσει σωστά. Εδώ θα ήθελα να αναφέρω και πάλι την περίπτωση Δυσπραξίας ομιλίας, όπου μπορεί να υπάρχει πρόβλημα συντονισμού των αρθρωτικών μυών ενώ το παιδί γνωρίζει τί θέλει να πει αλλά δεν μπορεί να το προφέρει με συντονισμένες κινήσεις.

Επίσης μπορεί να υπάρχουν πιο πολύπλοκες περιπτώσεις δυσφασίας αλλά και πιο συχνές περιπτώσεις τραυλισμού, διαταραχής δηλαδή του ρυθμού. Συνήθως οι περιπτώσεις τραυλισμού οφειλόνται σε ψυχολογικό παράγοντα και απαιτούν ήρεμη αντιμετώπιση εκ μέρους των γονέων με την βοήθεια ειδικού για να διαπιστωθεί η αιτία, ψυχολογική ή οργανική, της συμπτωματολογίας και να βοηθηθεί το παιδί να ξεπεράσει την κατάσταση με το μικρότερο δυνατό ψυχοκοινωνικό κόστος.

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ:

Αν υπάρχει κάποια καθυστέρηση στην κατάκτηση των αναπτυξιακών οροσήμων της ομιλίας και αξιολόγηση από ειδικό, καλό είναι να αρχίζει το παιδί λογοθεραπευτικές συνεδρίες από νωρίς, όπως συνηθίζεται στο εξωτερικό και πιο συγκεκριμένα στις ΗΠΑ. Δεν χρειάζεται ένα παιδί δηλαδή να πάσχει για να κάνει κάποιες λίγες λογοθεραπευτικές συνεδρίες, οι οποίες θα το βοηθήσουν να «πάρει μπρος» αν θέλετε, αλλά μπορεί από 18 μηνών, εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις να βοηθήσουμε ως Booster effect δηλαδή φαίνομενο προώθησης/ώθησης, ούτως ώστε να κερδίσει χρόνο το παιδί. Έχει από πολλού ξεπεραστεί η παλιά άποψη ότι πρέπει να περιμένουμε ωσότου το παιδί να είναι 3.5 ετών με τη συνήθη δικαιολόγια «και ο πατέρας του άργησε, είναι αγοράκι, δεν πειράζει». Το ότι ο πατέρας άργησε να μιλήσει, ναι μεν αξιολογείται, αλλά δεν χρειάζεται να αργήσει και ο γιός να μιλήσει επίσης… Ας μην ξεχνάμε ότι η σημερινή κοινωνία βασίζεται εξαιρετικά στις επικοινωνιακές και ειδικά γλωσσικές – εκφραστικές ικανότητες των ατόμων. Δηλαδή, «αν δεν μιλάς, δεν υπάρχεις» όπως λένε και οι Αγγλοσάξωνες…

Ανησυχούμε όταν η παρατηρούμενη ομιλία δεν έχει μουσικότητα, ηχόχρωμα, ρυθμό ή πρόκειται για μουγκριτά. Μας νοιάζει το παιδί να βγάζει λέξεις, ακόμα και κατά προσέγγιση, δηλαδή ακόμα και αν ο ήχος δεν είναι απόλυτα σωστός αλλά είναι νοηματικά σωστός. Μας νοιάζει το παιδί να αποκτήσει γνωσιακό λεξιλόγιο, το οποίο θα μπορέσει σταδιακά να εκφράσει και σωστά.

Μας απασχολεί ακόμα το παιδί να χρησιμοποιεί την ομιλία όπως αναφέρουμε και στην κοινωνικότητα σε συνδυασμό με εκφράσεις προσώπου, χειρονομίες και κοινωνικές ενάρξεις.

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ

Στην σημερινή πολυπολιτισμική κοινωνία, το να έχουμε ένα παιδί δίγλωσσο αποτελεί σχεδόν τον κανόνα, ειδικά σε μεγαλουπόλεις ή όποτε ακόμα τα παιδιά αρχίζουν νωρίς την εκμάθηση ξένων γλωσσών.

Οι σύγχρονες μελέτες έχουν αποδείξει ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, εφόσον το παιδί έχει φυσιολογική νοητική ικανότητα να μάθει νωρίς ξένες γλώσσες ένα παιδί. Μπορεί μάλιστα να μάθει όσες γλώσσες θέλει χωρίς κανένα πρόβλημα και μάλιστα να διαχωρίζει ποιά γλώσσα και σε ποιό άτομο πρέπει να την μιλάει. Αναφερόμαστε σε γνήσιους ή πρώιμα δίγλωσσους όταν μαθαίνουν από την αρχή σαν μητρική μία ξένη γλώσσα, διαφορετική από την γλώσσα της τοπικής κοινωνίας και σε όψιμα δίγλωσσους όσους μαθαίνουν εκ των υστέρων την γλώσσα.

Θεωρείται καλύτερο το παιδί πολυπολιτισμικής οικογένειας, να μιλάει στο σπίτι την γλώσσα της καταγωγής της οικογένειας. Το παιδί μαθαίνει πιο σωστά έτσι την λεκτική έκφραση των συναισθημάτων, μέσω των γονέων. Αυτά θα «μεταφραστούν» στην γλώσσα της κοινωνίας υποδοχής, καθώς το παιδί θα μάθει ούτως ή άλλως να μιλάει την τοπική γλώσσα, συνήθως χωρίς πρόβλημα.

Έχει παρατηρηθεί ότι υπάρχουν μεγαλύτερα ψυχοκοινωνικά αλλά και ακαδημαΪκά προβλήματα όταν το παιδί μιλάει μόνο την γλώσσα της κοινωνίας υποδοχής και όχι και την γλώσσα μητρικής καταγωγής.

ΠΡΩΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ

Τα παιδιά με δυσλεξία αποτελούν περίπου το 3-7% του πληθυσμού. Δεν σημαίνει ότι τα παιδιά αυτά δεν θα μάθουν ή δεν μπορούν να διαβάζουν ή να γράφουν. Υπάρχουν διάφοροι βαθμοί δυσκολίας στη δυσλεξία με ποικίλα αποτελέσματα στην μαθησιακή ικανότητα του παιδιού. Τα στοιχεία αυτά αναλύονται αναλυτικά στο τέλος του οδηγού.

Συνοπτικά πρόκειται για μία διαταραχή της ικανότητας  της αναγνώρισης και εκφώνησης ενός φωνήματος, του μικρότερου τμήματος δηλαδή μίας λέξης.

Η ασφαλής διάγνωση προϋποθέτει την μεταξύ άλλων πιστοποίηση αναγνωστικής ικανότητας μειωμένης κατά δύο έτη και ως εκ τούτου τίθεται με αρκετή ασφάλεια στο τέλος της Β’ Δημοτικού, αρχές Γ’ Δημοτικού.

Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν πρώιμα στοιχεία αναγνώρισης και ανησυχίας εκ μέρους των γονέων. Μία πρώιμη ανίχνευση μπορεί να βοηθήσει το παιδί να αντιμετωπίσει καλύτερα τόσο τις εκπαιδευτικές επιπτώσεις όσο και τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις αυτής της μαθησιακής δυσκολίας.

Σε προσχολικό και σχολικό στάδιο ο ειδικός συστήνεται να ελέγχει την αναγνώριση των σχημάτων (τρίγωνο, τετράγωνο, κύκλο κλπ), καθώς στην ουσία τα γράμματα αποτελούνται από συνδυασμούς βασικών γεωμετρικών σχημάτων.

Θα ελεγχθεί επίσης η συσχέτιση γραμμάτων μεταξύ των και η ανάκληση μνήμης, τόσο λεκτικά με ανάκληση μνήμης λέξεων όσο και ανάκλησης εικόνων και σχημάτων. Σπάνια όμως τονίζουμε υπάρχει πραγματικό πρόβλημα μνήμης στα παιδιά αλλά είναι απότοκο αποτέλεσμα της αδυναμίας αναγνώρισης των σχημάτων/γραμμάτων.

Επίσης η αναγνώριση αντικειμένων και ονοματοδοσία εικόνων είναι επίσης βασικό μέρος της εξέτασης.

Υπάρχουν ειδικά τεστ Πρώιμης Ανίχνευσης Δυσλεξικών Στοιχείων αλλά μία πρώιμη διάγνωση θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολη και προϋποθέτει ειδική πείρα και ενασχόληση με τα παιδιά σε μικρή ηλικία. Όλα τα τεστ είναι ενδεικτικά και πρέπει να συνυπολογίζονται με κλινική παρατήρηση.

ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ;

Καταρχήν να μιλάτε στο παιδί σας!

Κατά δεύτερον, να το περιμένετε να απαντήσει… Πολλές φορές, όταν συζητάμε ή παρατηρούμε τους γονείς, βλέπουμε ότι δεν περιμένουν πραγματικά να μιλήσουν με το παιδί τους. Οι όροι αυτοί αντιστρέφονται στην εφηβεία. Όταν μία οικογένεια δεν έχει μάθει πραγματικά να συν-ομιλεί, όταν το παιδί είναι ακόμα μικρό, τότε έχει χάσει το παιγνίδι ήδη για το μέλλον.

Ρωτάτε το παιδί σας, με γνήσιο ενδιαφέρον, τί έκανε και τί είδε σήμερα. Πάτε πχ μια εκδρομή: Βάλτε το να σας την περιγράψει, με λεπτομέρειες. Ένα παιδί που δεν περιγράφει καλά, πιθανόν να μην εκφράζεται μετέπειτα ούτε στον γραπτό λόγο ικανοποιητικά.

Όσο το παιδί είναι μικρό, 3 πχ ετών και άνω, βάλτε το να σας περιγράφει βασικά αντικείμενα και ζώα. Πχ τί είναι η Γάτα; Ζώο, τί κάνει η γάτα : νιάου. Μπορείτε να το βάλετε να την αναγνωρίζει και σε ένα σχέδιο ή σε ζωντανό παράδειγμα!  Έτσι το παιδί σας έχει μάθει ήδη να ταυτοποιεί ένα αντικείμενο, ζώο κλπ και να γνωρίζει την δράση του.

Μην περιορίζεστε σε μονολεκτικές απαντήσεις αλλά επιμένετε να είναι περιγραφικός και με αρκετές διαρθρωτικές λέξεις όπως μετά, και, επίσης κλπ.

Μετά μπορείτε να περάσετε σταδιακά σε πιο πολύπλοκες σχέσεις, όπως Κατηγορίες αντικειμένων πχ τί είναι το πορτοκάλι, το μήλο, η μπανάνα; Φρούτα. Κατόπιν καλό είναι να περάσετε σε σχέσεις ατόμων, πχ ποιόν λέμε συγγενή,  φίλο κλπ και μετά σε αφηρημένες έννοιες, πχ τί εννοούμε όταν λέμε καλός ή κακός, σε αντίθεση με κάτι «χειροπιαστό» όπως το ζεστό και το κρύο. Επίσης οι χρονικοί προσδιορισμοί είναι καλό να γίνουν σε εκμάθηση, καθώς δυσκολεύουν αρκετά τα παιδιά.

Συστήνουμε συχνά στους γονείς να φτιάχνουν λευκώματα από αποκόμματα εφημερίδων και να σχηματίζουν ομάδες ή κάρτες με τα αντικείμενα και να σχηματίζει το παιδί μικρές ιστορίες αντίστοιχα. Η λογοθεραπεία επίσης είναι πολύτιμη σε γενικότερες καθυστερήσεις ή δυσχέρειες ομιλίας.

Τέλος, παράκληση: Μειώστε την ώρα που περνούν τα παιδιά μπροστά στην τηλεόραση και τον υπολογιστή. Μπορεί να ακούνε κάποιον να μιλάει, αλλά δεν υπάρχει αμφίδρομη σχέση, καθώς δεν χρειάζεται να μιλάνε…

ΑΓΧΟΣ ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟΥ – ΣΧΟΛΙΚΗ ΦΟΒΙΑ

Το παιδί κατά την εισαγωγή του στο σχολείο, θα δοκιμαστεί καταρχήν με τον

  • ΑΠΟΧΩΡΙΣΜΟ από τους γονείς.

Τα περισσότερα παιδιά δεν έχουν πρόβλημα στον αποχωρισμό από τους γονείς τους. Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτός γίνεται σταδιακά, με την τμηματική αποχώρηση της μητέρας από τον παιδικό σταθμό, κάθε μέρα και λίγο πιο νωρίς. Πολλές φορές, γίνεται μία εισαγωγική επίσκεψη στο σχολείο, η οποία επιτρέπει την εξοικείωση με τον χώρο. Άλλη καλή τακτική είναι το να πάρουμε ένα αγαπημένο παιχνίδι του παιδιού και να το βάλουμε στο σχολείο, σε ένα ντουλαπάκι ή κουτάκι δικό του, ούτως ώστε το παιδί να μπορεί να ανάγεται σε αυτό και να του προσφέρει ένα σημείο τυπικής ασφάλειας.

Σημαντικό είναι να αντιληφθούμε ότι πολλές φορές ένας γονέας, υποσυνείδητα, μπορεί να μην θέλει ή να μην είναι έτοιμος να αποχωριστεί το παιδί. Εδώ η δουλειά του ειδικού είναι να αναγνωρίσει τα στοιχεία που συνθέτουν την συμπεριφορά αυτή και τη βαθύτερη αιτία που οδηγεί τον γονέα να φοβάται να αφήσει το παιδί του να πάει σχολείο και κατ’επέκταση εμπνέει τον ίδιο τον φόβο στο παιδί του. Πρέπει να διαχωριστεί κατά πόσο ο φόβος αυτός είναι πραγματικός, δηλαδή έχει πραγματικές βάσεις όπως πχ ένα σχολείο που φαίνεται ετοιμόρροπο ή μία κακή φήμη.

Επίσης η αίσθηση που έχουν οι ίδιοι οι γονείς  για το παιδί τους, καθορίζει πολλές φορές τον φόβο τους. Αν αισθάνονται ότι το παιδί τους έχει κάποιες αδυναμίες, πραγματικές ή μη, τότε μπορεί συνειδητά ή μή, να παρατείνουν τον χρόνο ένταξης του παιδιού σε σχολικό περιβάλλον. Αυτό μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα την απόκτηση περιορισμένων εμπειριών από τα παιδιά και τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου που τοποθετεί το παιδί σε μία «αδύναμη» θέση επάπειρον.

Η ΣΧΟΛΙΚΗ ΦΟΒΙΑ είναι κάτι που βασανίζει κάποια παιδιά, τα οποία μάλιστα σωματοποιούν το άγχος τους, με κοιλόπονους, πονοκεφάλους, ζαλάδες κλπ. Πολλές φορές παρατηρείται υψηλό άγχος συνολικά στην οικογένεια.

Το Άγχος Αποχωρισμού το οποίο παρατηρείται, μειώνεται σταδιακά, αν οι γονείς και οι νηπιαγωγοί, όπως και οι δάσκαλοι μετέπειτα, έχουν την ψυχική δύναμη και καθοδήγηση να αντέξουν την ψυχική πίεση που αισθανθούν και να κάνουν το παιδί να νιώσει ότι το καλωσορίζουμε στην τάξη και είναι αποδεκτό. Παρατηρείται ότι, όσο περισσότερο παρακολουθεί το σχολείο ένα παιδί, παρόλα τα αναφερόμενα ενοχλήματα, τόσο περισσότερο μειώνεται το σχολικό άγχος. Τα συμπτώματα τότε εξαφανίζονται μάλιστα απότομα! Παρόλαυτά, η επιμονή των συμπτωμάτων και του άγχους αποχωρισμού, παρόλη την σωστή αντιμετώπιση αλλά και παρακολούθηση, μπορεί να υποδεικνύει ότι το παιδί μπορεί να υποφέρει από κάποια άλλη κατάσταση, ψυχική ή οργανική νόσο, η οποία πρέπει να τύχει περαιτέρω διερεύνησης.

Η νηπιαγωγός είναι όμως το σημαντικότερο άτομο που θα βοηθήσει το παιδί τόσο να αποχωριστεί τους γονείς αλλά και να πετύχει τον επόμενο του στόχο την… Κοινωνικοποίηση – δηλαδή την εφαρμογή της ικανότητας να δημιουργεί σχέσεις με άλλα άτομα, παιδιά ή ενήλικες.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ

Η ικανότητα αυτή εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και πρωτίστως από την ιδιοσυγκρασία του παιδιού και των γονέων του. Πολλές, μα πολλές μητέρες μου λένε «μοιάζει με τον πατέρα του, δεν μιλάει πολύ…», «δεν μου λέει τί εχει» συνεχίζουν. Και πολλοί γονείς αναρωτιούνται γιατί το παιδί τους μπορεί να μην κοινωνικοποιείται όταν οι ίδιοι μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα κοινωνικοί, είτε λόγω δουλειάς είτε λόγω χαρακτήρα. Εδώ για να έχουμε αλλαγή στο παιδί, όπως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, πρέπει να μάθουν να αλλάζουν οι ίδιοι οι γονείς, να μάθουν οι ίδιοι να κοινωνικοποιούνται.

Η κοινωνικότητα, η κοινωνική επικοινωνία, προϋποθέτει την αρχή της αμοιβαιότητας , της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, της κοινωνικής διάδρασης. Κοινωνικότητα δεν είναι ένα παιδί να παίζει με ένα άλλο στο ίδιο τραπέζι, αλλά να παίζουν μαζί!

  • Αμφίδρομη κοινωνική διάδραση σε απλά λόγια, σημαίνει να ρίχνεις την μπάλα στο παιδί και να στην ρίχνει πίσω, με σκοπό και στόχο. Σημαίνει ότι περιμένει την δική σου αντίδραση σε μια δική σου δράση. Σημαίνει ότι υπάρχει ΠΡΟΣΜΟΝΗ, αναμονή της δικής σου αντίδρασης. Ένα μικρό παράδειγμα με τις σαπουνόφουσκες: κάνεις σαπουνόφουσκα και το παιδάκι ενθουσιάζεται. Κάνεις άλλη μία και πάλι χαίρεται. Περιμένει την επόμενη… Εσύ όμως αργείς, σκόπιμα. Τότε αρχίζει να σε παρακινεί να κάνεις άλλη, με χειρονομίες, ομιλία κλπ. Σε περιπτώσεις κοινωνικής δυσχέρειας, όπως στις Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές και τον Αυτισμό, η ικανότητα αυτή είναι επηρεασμένη άλλοτε σε άλλο βαθμό.
  • Η κοινωνική επικοινωνία σημαίνει ότι υπάρχει ικανός συνδυασμός χειρονομιών (πχ παλαμάκια), εκφράσεων προσώπου (πχ χαμόγελο με στόχο και συναίσθημα) και ομιλίας-φωνής, ανάλογα με το ηλικιακό και νοητικό επίπεδο του παιδιού. Το σημαντικότερο ίσως σημείο όμως είναι η παρουσία πραγματικής, ουσιαστικής βλεμματικής επαφής, με συντονισμό βλέμματος κατά τη διάρκεια των δράσεων,κινήσεων, όταν πχ το παιδί ζητάει κάτι, να σε κοιτάει στα μάτια, να μην έχεις την αίσθηση ότι δεν υπάρχεις γιαυτό, παρόλο που σε χρησιμοποιεί με κάποιο τρόπο. Σημαίνει ότι όταν τον/την φωνάζεις, γυρίζει τουλάχιστον στα πρώτα 2 καλέσματα με το όνομά του, νοουμένου ότι το παιδί δεν πάσχει από βαρηκοία κλπ. Η ομιλία του, εφόσον υπάρχει, δεν πρέπει να είναι μονότονη αλλά να έχει μουσικότητα, χρώμα και συναίσθημα και όχι ρομποτική και να μην περιορίζεται σε χρηστικές εκφράσεις πλέον στην σχολική ηλικία.
  • Η κοινωνική έναρξη αναφέρεται σε γενικές γραμμές, σε κοινωνικές λειτουργίες που αφορούν την έναρξη μίας γενικότερης κοινωνικής διάδρασης. Πχ όταν μπαίνουμε σε ένα σπίτι λέμε «Καλησπέρα»,  δίνουμε το χέρι για χειραψία, χαμογελούμε και επίσης κοιτάμε τον άλλο στα μάτια. Σκεφτείται πόσο πολύπλοκη είναι αυτή η διαδικασία: Περιέχει Ομιλία, χειρονομία με επαναλαμβανόμενη κίνηση δηλαδή την χειραψία, σύσπαση προσωπικών μυών, δηλαδή χαμόγελο, και συντονισμό-ενσωμάτωση βλέμματος προς το άτομο που χαιρετάμε. Και όλα αυτά γιατί? Είναι πραγματικά χρήσιμα? Η απάντηση είναι Όχι, δεν είναι χρηστικά δηλαδή δεν μας χρησιμεύουν για να επιβιώσουμε αντικειμενικά, πρακτικά, δεν μας δίνουν να φάμε ή να πιούμε. Αλλά είναι κοινωνικά απαραίτητα. Δηλαδή είναι κοινωνικά οριζόμενα. Ένα άτομο που δεν ακολουθεί τις κοινωνικές επιταγές, θα δυσκολευτεί να ενσωματωθεί και να έχει αυτά που θέλει στη ζωή του, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα τουλάχιστον στην Ελλάδα. Σκεφτείτε όμως λίγο την περίπτωση της Ιαπωνίας: Εκεί δεν κάνεις κατανάγκη χειραψία, δεν κοιτάς ποτέ απότομα απευθείας στα μάτια, δεν έχεις σωματική επαφή γενικά εύκολα, ούτε χαμογελάς εύκολα χωρίς να ξέρεις τον άλλο. Άλλα τα πολιτισμικά δεδομένα είναι ιδιαίτερα σημαντικά για την κοινωνικότητά μας όπως θα δούμε παρακάτω επίσης.
  • Σε αυτά τα πλαίσια παρατηρούμε και την αμοιβαία ευχαρίστηση σε μία δράση, πχ να γελάνε μαζί για κάτι ευχάριστο ή αστείο ή ένα παιχνίδι. Γενικά σημειώνουμε θετικά την πραγματική ανταλλαγή συναισθημάτων σε μία κοινωνική συναλλαγή.

Πολλοί γονείς έρχονται και με ρωτούν αν φταίνε οι ίδιοι, που δεν παίζουν με τα παιδιά τους, αν φταίει η μπείμπισίττερ που δεν ασχολείται, η τηλεόραση που κάθονται με τις ώρες μπροστά ή αν υπάρχει κάτι στην οικογένεια. Πράγματι, σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί υπεύθυνη κατάσταση να μην είναι μόνο κάποια ψυχική νόσος ή Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή αλλά μία πολιτισμική αποστέρηση. Σε όλες τι περιπτώσεις το ερώτημα είναι όμως, από δω και πέρα….

ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;

  • Παίξτε μαζί με τα παιδιά σας, τόσο στο σπίτι, όσο και στην παιδική χαρά. Μην περιμένετε ότι θα μάθουν το παιχνίδι, το αμφίδρομο κοινωνικό παιγνίδι εννοούμε, στο νηπιαγωγείο ή στο σχολείο. Το σχολικό περιβάλλον θα έχει συνήθως θετική επίδραση μεν, αλλά όχι όσο μπορούν θετικοί να είναι οι ίδιοι οι γονείς με το παιδί, με τους οποίους το παιδί μπορεί να «εξασκηθεί» στην κοινωνικότητα, παίζοντας τα ίδια παιγνίδια που θα παίξει με τα άλλα παιδιά.
  • Εντάξτε το σε μία ομάδα,πχ ποδοσφαίρου ή σε ένα ομαδικό επιτραπέζιο παιγνίδι.
  • Βοηθήστε το να αντιληφθεί τους κανόνες ενός παιγνιδιού και πως πρέπει να το παίζει.
  • Μπορείτε να καλέσετε φίλους τους στο σπίτι μετά να παίξουν ακριβώς αυτά τα παιγνίδια.
  • Μειώστε τον χρόνο της τηλεόρασης, στα 40’ λεπτά ημερησίως! Τα παιδιά είναι συνήθως ξύπνια στο σπίτι περίπου 7 ώρες , αν πούμε ότι έρχονται από το σχολείο πίσω στις 2 και κοιμούνται στις 9 μμ. Είναι εγκληματικό να περνάνε τις 3-4 ώρες μπροστά σε ένα κουτί. Αν μάλιστα αναλογιστούμε ότι άλλες 2 ώρες περίπου τους παίρνει για να φάνε και να ντυθούν,τότε η πραγματική τους κοινωνικοποίηση είναι ελάχιστη!
  • Βγείτε έξω από το σπίτι και ρωτήστε τους για τα πράγματα γύρω σας, για τη γειτονιά σας, για τους ανθρώπους, τα αντικείμενα. Και κυρίως για τα συναισθήματα που τους δημιουργούν.

ΝΟΗΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ

Η νοητική ικανότητα είναι όπως και η σχολική ετοιμότητα, συνδυασμός πολλών παραμέτρων και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αναλυθεί  επαρκώς σε λίγες γραμμές. Εδώ συνοπτικά θα αναφέρουμε πολύ βασικές αρχές της νοητικής ικανότητας του ηλικιακού εύρους των 6 ετών.

Η αξιολόγηση της νοητικής ικανότητας είναι μία πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία, που προϋποθέτει πάνω από όλα την συνεργασία του ίδιου του παιδιού. Αν δεν του δοθεί αρκετός χρόνος, αν δεν έχει καλή συνεργασία με τον εξεταστή ή απλά δεν αισθάνεται άνετα ή «δεν είναι στην μέρα του», τότε δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

Στην ηλικία περίπου των 6 ετών, η σκέψη του παιδιού αρχίζει σταδιακά να εξελίσσεται από μαγική σε λογική, σε μία διαδικασία όμως που θέλει χρόνο ακόμα για να ολοκληρωθεί. Υπάρχει όμως ακόμα δυσκολία στην επεξεργασία προβλημάτων ή θεμάτων, που περιέχουν περισσότερες από μία μεταβλητή.

Δηλαδή, έχει μπει στην διαδικασία εκμάθησης επίλυσης προβλημάτων ή καταστάσεων, αλλά δεν έχει ολοκληρώσει ακόμα τη δυνατότητά του αυτή. Πχ μπορεί να ξέρει το δρόμο για το σχολείο αλλά όχι πώς να επιστρέψει πίσω ή δεν μπορεί να αποδώσει ακόμα ικανοποιητικά το αίτιο-αιτιατό, δηλαδή ότι πχ τα σύννεφα φέρνουν βροχή ή ότι πχ η αγελάδα κάνει γάλα και με αυτό κάνουμε παγωτό, δηλαδή ακολουθίες σκέψεων.

Το ίδιο ισχύει για χρονικούς προσδιορισμούς, σήμερα, χθες, αύριο, μετά από ένα μήνα κλπ, οι οποίοι μπορεί να δυσκολεύουν το παιδί. Το ίδιο ισχύει για πολύπλοκες οδηγίες παιχνιδιών ή το να κρατάνε αποτελεσματικά τη σειρά τους.

Μπορεί να αντιλαμβάνεται καλύτερα τα συναισθήματα και μπορεί να «υποθέτει» τί αισθάνονται οι άλλοι ενώ έχει την απαιτούμενη κοινωνικότητα για τον μέσο όρο της ηλικίας του.

Χρήσιμο είναι να παίζετε μαζί με τα παιδιά σας επιτραπέζια που χρειάζετε να κρατάτε σειρά και ακόμα και να τα «κλέβετε» στο παιγνίδι, ώσπου να μπουν στη διαδικασία σκέψης ότι τα πράγματα μπορεί να μην είναι πάντα όπως τα σκέφτονται απλά…

Η αντίληψη του όγκου επίσης είναι ένα θέμα το οποίο δεν αντιλαμβάνονται εύκολα τα παιδιά, πχ ότι ένα ποτήρι ψηλό μπορεί να έχει μέσα τον ίδιο όγκο υγρού όσο και μία κούπα τσαγιού. Στον ίδιο παρονομαστή μπορεί να κινούνται και τα θέματα αντίληψης διαστάσεων και βάρους, τα οποία όμως γίνονται πιο ξεκάθαρα όσο ωριμάζει το παιδί.

Σταδιακά η διαδικασία αντίληψης της σειριοθέτησης αλλά και της κατηγοριοποίησης (πχ ότι μπανάνα και μήλο είναι φρούτα), θα γίνουν πιο ξεκάθαρα στο παιδί και θα μάθει  επιπλέον να τα εφαρμόζει πρακτικά (πχ να υπακούει σε εντολή «φέρε μου ένα φρούτο»).

Στο σχολείο τα παιδιά θα πρέπει να είναι ικανά να κάνουν βασική πρόσθεση και αφαίρεση και να γράφουν απλές προτάσεις με απλές λέξεις.

Η αναγνωστική ικανότητα διαφέρει στην κατάκτησή της συνήθως από παιδί σε παιδί. Καταρχήν πρέπει να διερευνηθεί η φυσιολογική ακουστική και οπτική ικανότητα του παιδιού αλλά και απουσίας νευρολογικών ελλειμάτων.

Η αναγνωστική ικανότητα αλλά και η ικανότητα γραφής, προϋποθέτει δυνατότητα οπτικής αναλυτικής ικανότητας συμβόλων αλλά και ακουστικής ανάλυσης και λογικών συνειρμών, μνήμης, αλληλουχιών και σειριοθέτησης.

Η ικανότητα αυτή μπορεί να τύχει εξάσκησης τόσο από τους γονείς όσο και από τους εκπαιδευτικούς, με χρήση απλών εκπαιδευτικών βοηθημάτων όπως αναγνώρισης σχημάτων, γραμμάτων κλπ ενώ στην περίπτωση των αριθμητικών πράξεων μπορεί να χρησιμοποιούνται βιωματικοί τρόποι, με πραγματικά αντικείμενα αλλά και ένας παλιός γνώριμος, το παλιό, καλό αριθμητήριο. Υπάρχουν πολλές μέθοδοι που είναι κατάλληλες για να βοηθήσουμε ένα παιδί ή απλά για να πολλαπλασιάσουμε την εκπαιδευτική του απόδοση.

Η αφηρημένη σκέψη είναι κάτι το οποίο είναι αρκετά δύσκολο για ένα τόσο μικρό παιδί να αντιληφθεί και θα γίνει αντιληπτή κοντά στην εφηβεία.

Τί ζητάμε από τους γονείς;

Να μιλάνε με τα παιδιά τους, να τους εξηγούν τα πράγματα και τις σχέσεις γύρω τους,

να παίζουν μαζί τους με δημιουργικά παιχνίδια όπως παζλ και τουβλάκια και να ζωγραφίζουν μαζί.

Ρωτήστε τους τί έκαναν σήμερα, τί είδαν, τί τους έκανε εντύπωση. Είσαστε σίγουροι ότι καταλαβαίνουν οι μικροί μπόμπιρες τα πάντα;

Αυτό που ζητάω και παραξενεύει τους γονείς, αναφορικά με την σχέση με την νοητική ικανότητα, είναι να υπάρχει αμφίδρομη διάδραση με τα παιδιά μας. Απορροφούν απίστευτες πληροφορίες από εμάς, πολύ περισσότερες από οποιοδήποτε σχολείο. Και που ξέρεις,μπορεί να μάθουμε κι εμείς ένα-δυο πράγματα από αυτά. Ο Πικάσο έλεγε ότι «…μου πήρε 50 χρόνια να μάθω να ζωγραφίζω σαν παιδί..»

Οι γονείς είναι οι «ανιχνευτές» εκείνου του παράξενου κόσμου εκεί έξω και οι κύριοι πάροχοι πληροφοριών και εμπειριών για το παιδί.

Σε περιπτώσεις που τα παιδιά δεν παίρνουν τις απαιτούμενες πληροφορίες, μπορεί να μιλάμε πιθανόν για πολιτισμική αποστέρηση.

Η Νοητική Ικανότητα, σε ότι βαθμό και να υπάρχει, εξαρτάται κύρια από την εισαγωγή πληροφοριών και την εκμετάλλευσή τους.

Μην αφήνετε την εκπαίδευση των παιδιών σας στην Τηλεόραση…

Πολλές φορές η νοητική ικανότητα γίνεται αντιληπτή στο ευρύτερο κοινό ΜΟΝΟ μέσω της γλωσσικής επικοινωνίας. Αυτό δυστυχώς είναι λάθος καθώς θα υπάρχουν παιδιά τα οποία θα διαθέτουν υψηλή νοητική ικανότητα αλλά μειωμένες λεκτικές εκφραστικές, τα οποία δεν θα έχουν την ευκαιρία να δείξουν τις πραγματικές δυνατότητές τους. Και ως αναφέραμε επανειλημμένα για τα δυσπραξικά παιδιά, μπορεί να υπάρξουν και παιδιά με υψηλές νοητικές ικανότητες αλλά μειωμένες γραπτές επιδόσεις.

Εδώ επαφύεται στον ειδικό και στον εκπαιδευτικό να βοηθήσουν το παιδί, με ψυχολογική υποστήριξη, ειδικές εκπαιδευτικές μεθόδους και υποστηρικτική τεχνολογία να αποδώσει στο πραγματικό του επίπεδο!

ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΠΡΟΣΟΧΗΣ -ΥΠΕΡΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Είναι πλέον πολύ γνωστή η παρουσία σε κάποια παιδιά της Δυσκολίας στην προσοχή – ή άλλιώς Σύνδρομο Διάσπασης Προσοχής/Υπερκινητικού παιδιού (ADHD-Attention Deficit Hyperactivity Disorder). Η δυνατότητα ενός παιδιού να εστιάζει σε ένα θέμα και να μην αποσπάται, είναι σημαντική στην μαθησιακή

επιτυχία του παιδιού. Για να επιτευχθεί αυτό, κάποια παιδιά χρειάζονται ειδικές τεχνικές, απουσία θορύβων ή άλλων στοιχείων που μπορεί να τους αποσπάσουν την προσοχή ή μικρό αριθμό μαθητών, ο οποίος εξασφαλίζει πιο προσωπική σχέση με ένα δάσκαλο.

Θυμάμαι ένα περιστατικό στην Αμερική, σε ένα νηπιαγωγείο, όπου όλα τα παιδάκια ήταν σαν στρατιωτάκια εκτός από δύο στο τέλος που χοροπηδούσαν, γελούσαν και γενικά έκαναν ότι κάνουν τα παιδιά στην Ελλάδα… Η νηπιαγωγός γυρίζει προβληματισμένη και μου λέει: «τα παιδάκια αυτά είναι Μεξικανάκια και έχουν ΔΕΠ-Υ…» Οπότε της απάντησα ότι αν ερχόταν στην Ελλάδα, θα πίστευε ότι σχεδόν όλα είναι υπερκινητικά… Δηλαδή η Υπερκινητικότητα κυρίως αλλά και ως ένα βαθμό η Διάσπαση Προσοχής είναι πολιτισμικά καθοριζόμενη, παρόλο που υπάρχουν και αντικειμενικά κριτήρια.

Η δυνατότητα εστίασης και η απαραίτητη ωριμότητα για παρακολούθηση ενός μαθήματος, διαφέρει στα παιδιά και σε γενικές γραμμές επιτυγχάνεται αρκετά ικανοποιητικά στην ηλικία περίπου των 8 ετών,με δυνατότητα συγκέντρωσης περίπου 45’ με εύρος που κυμαίνεται από τα 25’ έως την μία ώρα.Το παιδί πρέπει να επιδεικνύει δυνατότητες προγραμματισμού και σκέψης, δυνατότητες ανάλυσης και αναγνώρισης λάθους και διόρθωσής του.

Δεν ευθύνεται όμως η Διάσπαση Προσοχής για όλες τις μαθησιακές δυσκολίες, ακόμα και σε ένα ζωηρό παιδί με Υπερκινητικότητα. Μπορεί να υπάρχουν άλλες αιτίες, όπως νευρολογικές, περιβαλλοντικές, οικογενειακές ή ακόμα και ένα παιδί που είναι χαρισματικό μπορεί να φαίνεται σαν να έχει μαθησιακές δυσκολίες ή ΔΕΠ-Υ. Ένα χαρισματικό παιδί μπορεί να βαριέται πολύ εύκολα, να μην προσέχει, να αναζητεί συνέχεια νέα ερεθίσματα ή να μην εκτιμά τον δάσκαλο. Δεν έχει την ανάγκη να αποδώσει σε ένα τέτοιο περιβάλλον και ούτε αισθάνεται υποχρεωμένο. Άρα το παιδί αυτό θα φαίνεται σαν να αποτυγχάνει και να πάσχει από ΔΕΠ-Υ.

Η σωστή διάγνωση πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένα κριτήρια όπως του DSM-IV.

Η Διάσπαση Προσοχής μπορεί να εμφανίζεται όπως και η Υπερκινητικότητα ως ξεχωριστή οντότητα αλλά και σε συνδυασμό με την Υπερκινητικότητα αλλά και άλλες μαθησιακές δυσκολίες όπου παρουσιάζεται επίσης διάσπαση ή μικρή διάρκεια προσοχής, παρορμητικότητα, υπερκινητικότητα, επιθετικότητα, ανησυχία και αδυναμία συμμόρφωσης, δυσκολία οργάνωσης και διαταραχές ύπνου.

Πρέπει να αποκλείονται περιπτώσεις νοητικής στέρησης, διαταραχών συμπεριφοράς, συναισθήματος και άλλων παθολογικών κατάστασεων που περιλαμβάνουν υπερκινητικότητα ή διάσπαση προσοχής και απαιτείται ειδικός για να βάλει την διάγνωση.

Πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί στο να χορηγήσουμε φαρμακευτική θεραπεία , καθώς πρέπει να είμαστε σίγουροι καταρχήν ότι πρόκειται για πραγματική ΔΕΠ-Υ και γιατί καλύπτει πολλές φορές την αιτία των παρόντων συμπτωμάτων αλλά και αφού είμαστε σίγουροι ότι έχουμε εξαντλήσει τις υπόλοιπες συμβατικές μεθόδους, όπως την θετική επανατροφοδότηση, το Τάιμ άουτ, την απόσυρση αμοιβής που πιθανόν να έπαιρνε και την ανταμοιβή με πχ αστεράκια, όπως αυτή περιγράφεται σε άλλο σημείο του άρθρου πιο κάτω.

ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ – ΔΑΓΚΩΜΑ

Η επίδειξη επιθετικότητας σε κάθε της μορφή από τα παιδιά, όπως χτυπήματα, δάγκωμα, σπρωξίματα αλλά και λεκτική επιθετικότητα, είναι θέματα που μπορεί να αποτελέσουν  μεγάλο πρόβλημα για την ένταξη ενός παιδιού σε προσχολικό και σχολικό περιβάλλον. Ειδικά στις ΗΠΑ το δάγκωμα αποτελεί μεγάλο πρόβλημα στα νηπιαγωγεία και οι γονείς καλούνται συχνά να αναζητήσουν βοήθεια από τον ειδικό.

Μία τέτοια συμπεριφορά σημαίνει ότι το παιδί δεν λαμβάνει υπόψη του τα συναισθήματα, την ελευθερία και ατομικότητα των άλλων ατόμων αλλά και αγνοεί ή παραβλέπει την ασφάλεια των άλλων. Από την ηλικία των 4 ετών, ένα παιδί έχει την ολοένα και αυξανόμενη ικανότητα της λογικής αλλά ακόμα και αν αντιλαμβάνεται τους κανόνες, ακόμα δοκιμάζει την δυνατότητα να τους παραβεί, για να μπορέσει να πετύχει τον σκοπό του και τη θετική επιβράβευση. Μπορεί να σας υποσχεθεί τον κόσμο όλο! Αλλά δεν μπορεί ακόμα να κρατήσει απόλυτα τις υποσχέσεις.

Δεν είναι ότι σας λέει ακριβώς ψέματα αλλά δεν λέει και ακριβώς την αλήθεια… Πχ δεν έκλεψε το βιβλίο αλλά το «δανείστηκε». Τα παραπάνω μήπως σας θυμίζουν την συμπεριφορά και κάποιων ενηλίκων ε; Δεν είναι τυχαίο… Πολλοί ενήλικες καταφεύγουν στις λεγόμενες «παιδικές» συμπεριφορές για να αποφύγουν να αποδεχθούν τις ευθύνες τους.

Γιαυτό και τονίζουμε ότι η υπευθυνότητα και η απόδοση δικαίου πρέπει να μαθαίνεται νωρίς και οι γονείς οι ίδιοι να είναι σταθεροί στην εκπαίδευση αυτή. Αν δεν μάθει από μικρό το παιδί, μην περιμένετε ότι θα αλλάξει εύκολα όταν μεγαλώσει. Το παιδί έχει αίσθηση δικαίου αλλά ακόμα τα δικαιώματα των άλλων είναι ασαφή για το παιδί και διαβλητά. Προμελετημένα σχέδια, συνήθως παρουσιάζονται μετά την ηλικία των 7 ετών.

Η επιθετική συμπεριφορά παρατηρείται πολύ συχνά κατά τη διάρκεια της ημέρας σε ένα σχολικό περιβάλλον και αντίθετα με το τί πιστεύαμε μέχρι σήμερα, ισχύει τόσο για τα αγόρια όσο και για τα κορίτσια!  Τα κορίτσια προτιμούν όμως κυρίως την λεκτική επίθεση και κυρίως, όπως όλα τα παιδιά άλλωστε, όταν πιστεύουν ότι δεν θα τα πάρουμε είδηση…

Πρέπει να διαχωρίζουμε πάντα κατά πόσο η περιγραφόμενη συμπεριφορά είναι πράγματι επιθετική ή είναι μία προσπάθεια του παιδιού να επιβληθεί, να ανταγωνιστεί. Ειδικά στην σημερινή κοινωνία, ένας μέτριος βαθμός ανταγωνισμού είναι θεμιτός. Από την μία δηλαδή δεν θέλουμε παθητικά παιδιά, άβουλα παιδιά αλλά από την άλλη θέλουμε παιδιά που να μην είναι επιθετικά. Το να κρατηθεί μία ισορροπία πολλές φορές είναι αρκετά δύσκολο. Ειδικά με ένα παιδί που έχει ακόμα περιορισμένες εμπειρίες και πιθανόν να έχει συνηθίσει στο σπίτι του να είναι ο «αρχηγός», οπότε στο σχολείο καλείται ξαφνικά να ενταχθεί στο σύνολο και ίσως για πρώτη φορά στη ζωή του να υπακούσει σε κάποια εξωτερική αρχή. Δηλαδή εδώ δεν υπάρχει στην ουσία επιθετικότητα με την έννοια της παθολογίας, αλλά έλλειψη ορίων.

Δεν είναι όλες οι επιθετικές συμπεριφορές, γνήσια «επιθετικές». Ένα αδέξιο παιδί, μπορεί άδικα να θεωρηθεί ως επιθετικό, μια που μπορεί να σπρώχνει κατά λάθος άλλα παιδάκια ή να είναι άγαρμπο στις κοινωνικές του συμπεριφορές, πχ αντί απλά να αγγίξει ένα άλλο παιδάκι στην προσπάθειά του να παίξει, να το αρπάξει  από τον γιακά για να το συγκρατήσει, καθώς ο δραγμός ενός δυσπραξικού παιδιού είναι ατελής, δηλαδή δεν μπορεί να κάνει εύκολα λεπτές κινήσεις, οπότε και επιλέγει πιο σταθερές, αλλά άγαρμπες κινήσεις, οι οποίες και να παρεξηγούνται. Εδώ χρειάζεται η κατάλληλη ενημέρωση του σχολικού περιβάλλοντος αλλά και η εκπαίδευση του παιδιού πχ με εργοθεραπευτικές συνεδρίες, για βελτίωση των ικανοτήτων του.

Υπάρχει η θεωρία ότι η επιθετικότητα είναι ένα βιολογικό ένστικτο, το οποίο τροποποιείται σταδιακά σε κοινωνικά πιο αποδεκτή συμπεριφορά. Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν επίσης ότι η επιθετική συμπεριφορά είναι καταρχήν αποτέλεσμα αγανάκτησης, αντίδρασης του παιδιού απέναντι σε μία συμπεριφορά που υφίσταται το ίδιο στο σπίτι ή γενικότερα στο στενό του οικογενειακό περιβάλλον. Επίσης άλλη θεωρία αναφέρεται σε κάτι που παρατηρείται πολύ στην Ελλάδα είναι τα παιδιά να μιμούνται τη συμπεριφορά ενός ενήλικα ο οποίος παρουσιάζει στο περιβάλλον τους τέτοια συμπεριφορά. Ακολουθούν δηλαδή τη συμπεριφορά ενός δυναμικού ενήλικα ο οποίος συνήθως επιβάλλεται με αυτό τον τρόπο. Αυτό μπορεί να έχει διάφορες διαβαθμίσεις, από το αθώο «ο γιός μου γίνεται αντράκι!» το οποίο ακούμε πολύ συχνά στην Μεσόγειο, ως την περίπτωση ενδο-οικογενειακής βίας την οποία μαθαίνει το παιδί ως κοινωνική μέθοδο αντίδρασης.

Γιατί συνεχίζει ένα παιδί τότε να είναι επιθετικό, παρόλες τις παραινέσεις μας; Η απάντηση είναι γιατί συνήθως, στην παιδική ηλικία, το παιδί παίρνει αυτό που θέλει. Αυτό έχει σχέση και με τους γονείς που λανθασμένα υποχωρούν στις απαιτήσεις του παιδιού, με την ελπίδα ότι θα γίνει πραγματικότητα η υπόσχεση που τους δίνει κάθε φορά πχ να μην δέρνει την αδερφή του. Αυτό ισχύει μόνο παροδικά φυσικά, καθώς στην επόμενη επιθυμία του παιδιού, η συμπεριφορά θα επανεμφανιστεί.

Η επιθετική συμπεριφορά μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα ζήλιας, πχ προς ένα μικρό αδερφάκι που του «πήρε την θέση του μικρού στην οικογένεια». Η ζήλια είναι μεγάλη κινητοποιός δύναμη, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου και μπορεί να σημαίνει επίσης ότι οι γονείς έχουν αφήσει το παιδί τους να νιώσει και κάποια ανασφάλεια. Όπως στην περίπτωση της γέννησης ενός μικρού αδερφού, αν παραμεληθεί το μεγαλύτερο αδερφάκι, μπορεί να παρατηρηθεί κάποια μορφή βίας. Αυτή μπορεί να είναι εμφανής με χτυπήματα ή κεκαλυμμένη πχ όταν σφίγγει σε σημείο στραγγαλισμού το μικρό βρέφος και λέει «εγώ αγαπάω τον αδερφούλη μου…». Αλλά όπως και στην περίπτωση ενός αδέξιου παιδιού, ένα παιδί δεν μπορεί πάντα να ρυθμίσει ικανοποιητικά την δύναμή του με αποτέλεσμα ατυχήματα. Αυτή η συμπεριφορά μπορεί να οδηγήσει σε ατύχημα αλλά δεν θεωρείται επιθετική.

Η επιθετικότητα ακολουθεί αναπτυξιακά μία πορεία που αρχίζει από την σωματική επιθετικότητα περίπου στο 2ο έτος της ζωής, περίπου στα 3 έτη αναπτύσσεται μαζί με την ομιλία και η λεκτική επιθετικότητα και τέλος η πραγματική, η εχθρική επιθετικότητα με σκοπό να πληγώσουν τον άλλο. Αυτό συμβαίνει μεταξύ 4ου και 6ου έτους ζωής. Τα κορίτσια εμφανίζουν την λεγόμενη επιθετικότητα σχέσεων, απομονώνοντας τα αλλα άτομα. Τα παιδιά στο σχολικό περιβάλλον προσαρμόζουν την επιθετικότητά τους σε περιπτώσεις όπου πιστεύουν ότι μπορούν να κερδίσουν την μάχη και απαιτείται ορθή παρέμβαση από εκπαιδευτικούς και γονείς για την επίλυση τέτοιας διαμάχης. Δεν πρέπει να ξεχνάμε όμως ότι κάποιες αψιμαχίες θα υπάρχουν ανάμεσα στα παιδιά, κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Δεν παύει το σχολείο να είναι μια μικρο-κοινωνία, προθάλαμος της ευρύτερης κοινωνίας που θα βιώσουν ως ενήλικες.

Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι, όπως και στην περίπτωση της ζήλιας, η επιθετικότητα είναι μία συμπεριφορά η οποία επισύρει την προσοχή των γονέων. Μπορεί να είναι η μόνη συμπεριφορά την οποία έχει υιοθετήσει το παιδί, καθώς βλέπει ότι έχει πετύχει το σκοπό του.

Υπάρχει όμως και η πιθανότητα η παρατηρούμενη επιθετικότητα να είναι μέρος μίας ευρύτερης ψυχοπαθολογίας οπότε και χρειάζεται μεγάλη προσοχή και παρέμβαση με την βοήθεια ειδικού.

Κάθε μορφή επιθετικότητας δεν πρέπει να λαμβάνεται αψήφιστα: Είναι κραυγή για βοήθεια.

ΠΟΤΕ ΝΑ ΑΝΗΣΥΧΟΥΜΕ;

  • Αν υπάρχει σωματική βλάβη σε οποιονδήποτε
  • Αν υπάρχει αυτοκαταστροφική συμπεριφορά
  • Αν επεκτείνεται σε διάφορα περιβάλλοντα, όπως σχολείο και σπίτι και παιδική χαρά.
  • Αν είναι συχνή
  • Αν υπάρχει σκόπιμη καταστροφή αντικειμένων ή εναντίον μικρών ζώων
  • Αν παρατηρείται εγκόπριση σε παιδί που πριν έλεγχε τους σφιγκτήρες του.
  • Αν δαγκώνει ακόμα και μετά την ηλικία των 2.5 – 3 ετών

ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ;

Λαμβάνουμε σοβαρά καταρχήν κάθε μορφή επιθετικότητας και ζητούμε την βοήθεια ειδικού.

Πολύ σημαντικό είναι να μην ανεχόμαστε να μας δέρνει εμάς τους ίδιους το παιδί μας. Δεν υπάρχει καμία μορφή βίας που να είναι αποδεκτή. Αν το κάνει σε μας, ακόμα και σαν παιγνίδι, μπορεί να το κάνει και σε κάποιο παιδάκι. Επίσης σημαντικό είναι να παραμένουμε ουδέτεροι στις προκλήσεις του και να μην μπαίνουμε κι εμείς στον φαύλο κύκλο της εκκίνησης της βίας.

Δεν πρέπει να υφίσταται σωματική τιμωρία το ίδιο το παιδί. Η βία φέρνει βία. Μαθαίνει έτσι πολλές φορές, ότι το ξύλο είναι αποδεκτή μορφή τροποποίησης συμπεριφοράς. Δεν πρέπει να γίνεται μάρτυρας κι ούτε να υπάρχει φυσικά ενδο-οικογενειακή βία, οποιασδήποτε μορφής, είτε αυτή πρόκειται για φυσική, σωματική βία είτε λεκτική.

Χρειάζεται θετική επανατροφοδότηση του παιδιού, δηλαδή επιβράβευση της καλής συμπεριφοράς. Αυτό μπορεί να γίνει με την μέθοδο πχ με καλά αστεράκια και κακά αστεράκια. Φτιάχνετε ένα πίνακα όπου κάθε μέρα για κάτι καλό που έχει κάνει το παιδί βάζετε αστεράκια ενώ βάζετε πχ βατραχάκια ή λυπημένες φατσούλες αν έχει κάνει κάτι κακό ή έχει παρουσιάσει επιθετικότητα. Αν έχει πολλά καλά αστεράκια στο τέλος της μέρας, τότε παίρνει ένα μικρό βραβείο, πολύ μικρής χρηματικής αξίας πχ 50 λεπτών, κάτω από 1 ευρώ ή γενικά κάτι που του αρέσει. Αν δεν ήταν «καλός/καλή» και είχε πολλές λυπημένες φατσούλες, τότε απλά δεν παίρνει τίποτα. Στόχος μας είναι να επιτευχθεί τελικά η ΑΥΤΟΡΥΘΜΙΣΗ του παιδιού, δηλαδή να μάθει ότι είναι το ίδιο υπεύθυνο για τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς του. Στον πίνακα με τα αστεράκια μπορεί να συμμετέχουν και οι δάσκαλοι των παιδιών και τα άτομα με τα οποία έρχεται σε στενή επαφή το παιδί.

Δεν πρέπει να παρακάμπτεται η Γονεϊκή Εξουσία από τρίτα άτομα όπως παππούδες, θείους κλπ.

Μπορεί να χρειαστεί να αναζητηθεί επίσης οργανική αιτία, όπως πχ σε περιπτώσεις υπερθυρεοειδισμού, παρουσίας βαρέων μετάλλων ή άλλων ουσιών αλλά και πιθανόν ψυχικής νόσου. Ένα προσεκτικό ιατρικό ιστορικό και ένας ενδελεχής ιατρικός ή και παιδοψυχιατρικός έλεγχος μπορεί να απαιτηθεί κατά περίπτωση. Χρόνια επιθετικότητα μπορεί να υποκρύπτει στο μέλλον καταθλιπτικά συμπτώματα ή αγχώδεις διαταραχές ή γενικότερη παραβατική συμπεριφορά καθώς το παιδί μεγαλώνει.

Βάλτε το παιδί σας να ζωγραφίσει την τάξη του, την οικογένειά του, τους εφιάλτες του. Μπορείτε ακόμα να κάνετε εκδραμάτηση των γεγονότων με ένα κουκλοθέατρο ή με αφήγηση ενός σχετικού παραμυθιού. Τα παιδιά μπορεί να μην έχουν αντιληφθεί πλήρως ότι πχ ο άλλος πονάει όταν τον χτυπάνε και με τα παραμύθια, την εκδραμάτηση και την γραφική απεικόνιση, το παιδί αποκτά μία καλύτερη εικόνα του τί αποτελέσματα έχουν οι πράξεις του.

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ

Σε μεγαλύτερες ηλικίες παιδιών και ειδικά εφήβους, χωρίς αναπτυξιακά προβλήματα και φυσιολογικές ικανότητες, πολλοί γονείς παραπονιούνται ότι ο γιός τους ή η κόρη τους δεν προσπαθεί στο σχολείο, δεν βοηθάει στο σπίτι, γενικά τα περιμένει όλα έτοιμα. Και τότε θέτω το κρίσιμο ερώτημα: Τί τους μάθατε όταν ήταν μικρά παιδιά;

Είχαν κάποια υπευθυνότητα στο σπίτι όσο μεγάλωναν;

Η συνήθης απάντηση είναι «Όχι».

Τότε πώς περιμένουμε να μάθουν ξαφνικά στα 12 και 14 τους να είναι υπεύθυνοι;

Αν το παιδί έχει μάθει ότι θα του τα προσφέρετε όλα στο πιάτο, τότε δεν υπάρχει λόγος να προσπαθήσει για κάτι, που στο τέλος της μέρας, θα του το δώσετε αμαχητί ή για να γλυτώσετε την γκρίνια του…

Άλλες φορές μου απαντάνε ότι κάνει δουλειές και συγκεκριμένα συγυρίζει το δωμάτιο της.

Αυτό είναι μεν μία μορφή υπευθυνότητας, αλλά δεν προσφέρει στο σύνολο της οικογένειας παρά μόνο στο παιδί. Κι αν το δείτε από την πλευρά του παιδιού, συνήθως δεν τον ενδιαφέρει να είναι συγυρισμένο το δωμάτιό του. Αντίθετα μάλιστα…

Άρα δεν είναι ικανή υπευθυνότητα.

Όταν μιλάμε για υπευθυνότητα εννοούμε κάτι που προσφέρει σε όλη την οικογένεια, όπως το να πλύνει το αυτοκίνητο, να βάλει χαρτοπετσέτες στο τραπέζι ή να βγάλει τα σκουπίδια.

«Μα διαμαρτύρεται γιατρέ όταν του λέω να βγάλει τα σκουπίδια, λέει τα σιχαίνεται» – Για σκεφτείται αυτόν τον γονέα. Το παιδί του σιχαίνεται να βγάλει τα σκουπίδια, αλλά δεν τον νοιάζει αν τα βγάλει η μητέρα του, την οποία κατά τα άλλα την αγαπάει.

Οι ενήλικες είμαστε πολλές φορές υποχρεωμένοι να κάνουμε εργασίες που δεν μας αρέσουν για να βγάλουμε τα προς το ζην- η ζωή δεν είναι εύκολη. Μαθαίνουμε πραγματικά στα παιδιά μας τί σημαίνει υπευθυνότητα; Νομίζω πως όχι.

Ο ίδιος γονέας όταν του ανάφερα είπε τα ακόλουθα: «Γιατρέ, εγώ βασανίστηκα πολύ στη ζωή μου και δεν θέλω το παιδί μου να βασανιστεί όπως εγώ».

Σωστό μεν, αλλά τελικά αυτό που κάνει είναι να μειώνει την δυνατότητα προσαρμογής του παιδιού του στην πραγματική κοινωνία. Γιατί εκεί θα κληθεί να κάνει και εργασίες που δεν θα του αρέσουν.

Το ίδιο συμβαίνει και στο σχολείο. Το παιδί καλείται να κάνει και μαθήματα που δεν του αρέσουν. Πώς θα αποδώσει και σε αυτά τα θέματα, αν έχει συνηθίσει ότι όλα γύρω του είναι ευέλικτα και μπορούν να τροποποιηθούν σύμφωνα με τις εκάστοτε επιθυμίες του; Τίποτα στη ζωή δεν σας χαρίστηκε. Το πιθανότερο είναι ότι το ίδιο θα είναι και για το παιδί σας, όσο καλά και να προετοιμάσετε την ένταξή του στην κοινωνία. Όσο περισσότερες «πραγματικές» εμπειρίες του δώσετε, τόσο πιο εύκολα θα μπορέσει να ενταχθεί και να πετύχει. Το ίδιο και στο σχολείο, για το δεδομένο φυσικά Ελληνικό εκπαιδευτικό μας σύστημα.

Ας πάρουμε κάποιες βασικές λειτουργικές ικανότητες του παιδιού και θα δώσουμε κάποιες βασικές οδηγίες, οι οποίες κάθε φορά πρέπει να εξατομικεύονται:

  • Μην τους υποκαθιστάται στις βασικές ικανότητες-αν διψάνε, μπορούν πχ να πάρουν μόνα τους νερό, αντί να φωνάζουν «μαμά νερό». Μην έχετε παράπονο αν όταν γεράσετε δεν σας φέρνουν νερό… να είστε γονείς και όχι υπηρέτες!
  • Βάλτε το να ντυθεί μόνο του-Αν το σχολικό σας περιμένει από κάτω και κορνάρει ή έχετε αργήσει, την επόμενη φορά, ξυπνήστε λίγο πιο νωρίς. Δεν είναι σπάνιο να βλέπουμε παιδιά που τα ντύνουν οι γονείς ως μεγάλη ηλικία. Αν το παιδί έχει πρόβλημα με την Λεπτή κινητικότητα και δυσκολεύεται να ντυθεί, βάλτε παπούτσια με βέλκρο όπως αναφέραμε και ρούχα που ανοίγουν σχετικά εύκολα, βοηθήστε το αλλά μην υποκαταστήσετε πλήρως την λειτουργία του ντυσίματος. Κάθε λειτουργία που θα μπορούσε να την κάνει μόνο του το παιδί αλλά την κάνετε για αυτό, αποτελεί τροχοπέδι στην ψυχοσυναισθηματική αλλά κοινωνική του ωρίμανση.
  • Αφήστε το να φάει μόνο του­ – Ναι, μπορεί να λερώνεται, αλλά κάθε ικανότητα, όπως και το φαγητό χρειάζεται εξάσκηση. Αφιερώστε πιο πολύ χρόνο στο φαγητό αν αργεί να φάει.
  • Μπορεί να πάει και μόνο του τουαλέτα-μην ξαφνιάζεστε, πολλά παιδιά στην Ελλάδα αν και πάνε τουαλέτα μόνα τους, μετά οι γονείς τους καλούνται να…τελειώσουν το καθάρισμα…
  • Ύπνος – μπορεί να κοιμηθεί και μόνο του… Μεγάλος αριθμός παιδιών, κοιμούνται ακόμα ανάμεσα στους γονείς, γεγονός που είναι εύκολο να διακοπεί, με τη σταθερή στάση των γονέων.
  • Να ξέρει το όνομα-επίθετο, διεύθυνση και τηλέφωνο. Μπορεί να είναι δύσκολο να θυμάται ίσως το τηλέφωνο, αλλά είναι απαραίτητες ικανότητες για την ασφάλεια του παιδιού, σε περίπτωση που χαθεί. Αλλιώς φτιάξτε μια καρτούλα με τα στοιχεία επικοινωνίας σας, πλαστικοποιήστε την και βάλτε την στην τσάντα ή στα ρούχα του παιδιού σας.
  • Να ξέρει τί πρέπει να κάνει σε περίπτωση κινδύνου ή αν χαθεί. Βασικές οδηγίες σε περίπτωση κινδύνου. Βρείτε ένα άτομο, στο οποίο το παιδί θα μπορεί να απευθυνθεί αν υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
  • Να μάθει να πλένει τα χέρια όταν είναι λερωμένα και τα δοντάκια τουλάχιστον δύο φορές την ημέρα.
  • Να χρησιμοποιεί βασικές κοινωνικές εκφράσεις πχ «, Ευχαριστώ, Παρακαλώ, Καλησπέρα με λένε Δημήτρη».
  • Μην αφήνετε τρίτα άτομα, παππούδες, γιαγιάδες κλπ να ικανοποιούν αβίαστα όλες τις επιθυμίες των παιδιών – οριοθετήστε παιδιά και συγγενείς!

Αυτό που λέω πολλές φορές στις μαμάδες που μου παραπονιούνται για τον γιό τους, αλλά κατά βάθος δεν τον αφήνουν να κάνει τίποτα είναι ότι :

«Μην μεγαλώνετε μικρούς πασάδες – άστε τα παιδιά σας να κάνουν πράγματα κι ας λερώσουν ή ας μην είναι τόσο γρήγορα- ούτε εσείς ήσασταν γρήγορες σαν παιδιά – και το κυριότερο, μεγαλώστε τους άντρες που θα θέλατε να είχατε παντρευτεί…»

Περιττό να σας πω ότι οι περισσότερες γελάνε με την καρδιά τους! (ίσως και λίγο πικρόγελο…)

ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΓΟΝΕΩΝ

Όταν το ζευγάρι αποκτά το παιδί που τόσο πολύ ήθελε ή που ακόμα-ακόμα ήρθε ξαφνικά, μπαίνουν σε μία διαδικασία η οποία τους αναλώνει και τους κάνει πολλές φορές να ξεχνάνε ότι ήταν κάποτε και ζευγάρι…

Ξεχνάνε ότι υπήρχε σε κάποια φάση της σχέσης και η δυαδικότητα και ως ένα βαθμό σωστά, διηθούν την μεταξύ τους σχέση πλέον και μέσα από την ανατροφή του παιδιού τους.

Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει ή πει, «ο πατέρας του είναι αδιάφορος, δεν κάνει τίποτα, δεν ασχολείται» ή «όλα τα έχω αναλάβει εγώ, δεν με βοηθά καθόλου». Πολλές φορές ένα παιδί μπορεί να αποτελέσει σημείο τριβής.

Πολλές φορές μπορεί απλά να αναδείξει προβλήματα στη σχέση που προϋπήρχαν.

Πολλές φορές μπορεί οι γονείς απλά να έχουν πλέον κουραστεί και οι αναταραχές και οι τριβές, τα καυγαδάκια να είναι σημεία χρόνιας υπερκόπωσης. Μία μητέρα που δουλεύει, προσέχει το σπίτι, πρέπει να είναι και σύζυγος, μπορεί να ξεχάσει στο τέλος ότι υπάρχει και σαν άτομο.

Αυτό που συμβουλεύω πολλές φορές στο ιατρείο είναι, αν είναι εφικτό, η μητέρα ή ο πατέρας αντίστοιχα, να αφιερώνει περίπου μία ώρα της ημέρας στον εαυτό της,χωρίς εξωτερικές παρεμβάσεις, την ώρα που κάποιος άλλος αναλαμβάνει με ασφάλεια το παιδί.

Κι επειδή οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους, συζητήστε με τον σύντροφό σας τα ωράρια και τις υπευθυνότητες, ακόμα και αν χρειάζεται  να αναρτήσετε ένα πρόγραμμα στο ψυγείο σας. Ακόμα και αν οι επιθυμίες σας δεν εισακούγονται, τουλάχιστον θα έχει κάνει τη διαφορά και θα έχει για πρώτη φορά ακουστεί η επιθυμία σας.

Αυξήστε τον υποστηρικτικό σας κύκλο, που μπορούν με ασφάλεια να προσέξουν για λίγες ώρες ή μέρες τα παιδιά.

Η κρίσιμη ερώτηση όταν έρχεται ένα ζευγάρι στο ιατρείο και υπάρχει κάποια ένταση είναι, ποιά ήταν η τελευταία φορά που βγήκαν έξω για καφέ ή ένα Σαββατοκυρίακο μόνοι τους, χωρίς τα παιδιά. Η απάντηση συνήθως; Πριν γεννήσουν…

Σ’αυτό όμως δεν φταίνε τα παιδιά μας αλλά εμείς. Η συνήθεια είναι δύσκολο πράγμα να σπάσει. Και επισύρει και πολλές τύψεις «μα γιατρέ να αφήσω τα παιδιά μου και να πάω διακοπές το Σαββατοκύριακο; Πώς να τους το κάνω αυτό;» Υπάρχουν γονείς τόσο δοσμένοι, που διστάζουν να αφιερώσουν λίγο χρόνο στον εαυτό τους, ειδικά αν το παιδί τους αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα, γιατί νιώθουν σαν να τον «κλέβουν» από το παιδί τους.

Αν υπάρχει ασφαλές περιβάλλον να τα προσέχει, η ανανέωση της σχέσης σας, η ηρεμία που θα έρθει κάποια στιγμή, θα σας βοηθήσει να ανανεώσετε τη σχέση σας και με τα παιδιά σας. Επίσης θα σας βοηθήσει να δείτε πιο αντικειμενικά τα προβλήματα τα οποία πιθανόν να αντιμετωπίζουν τα παιδιά.

Ειδικά σε περιπτώσεις διδύμων παιδιών έχει αποδειχθεί ότι οι γονείς διδύμων ένα χρόνο ειδικά μετά τον τοκετό, έχουν περισσότερη ψυχική πίεση από τους υπόλοιπους γονείς.

Μην ξεχνάτε ότι η μεταξύ του ζευγαριού σχέση έχει άμεσο αντίκτυπο
στο πώς ανατρέφουμε τα παιδιά μας.

ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ – ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ

Εμφανίζονται με αδυναμία ή δυσκολία του μαθητή στους τομείς της ανάγνωσης, γραπτής έκφρασης και μαθηματικών, του λόγου ενώ μπορεί να συνυπάρχουν με άλλες διαταραχές της οργάνωσης, του προγράμματος, του προσανατολισμού και αντίληψη αλληλουχιών. Σημαντικός εκπρόσωπός τους είναι η δυσλεξία ενώ μαθησιακές δυσκολίες παρατηρούνται μεταξύ άλλων και στο Σύνδρομο του Αδέξιου παιδιού και  στο Σύνδρομο Υπερκινητικού παιδιού.

Οι δυσκολίες είναι δυσανάλογες με την ηλικία του παιδιού, την σχολική του εκπαίδευση και την νοημοσύνη του που συνήθως είναι φυσιολογική ή και ανώτερη χωρίς αισθητηριακές διαταραχές όπως ακοής και όρασης. Υπολογίζεται ότι το ποσοστό των ατόμων με μαθησιακές δυσκολίες κυμαίνεται γύρω στο 5% του γενικού πληθυσμού και στο 20% του μαθητικού πληθυσμού και συχνότερα στα αγόρια.

Οφείλεται σε  διαταραχές της κωδικοποίησης και αποκωδικοποίησης εγκεφαλικών ερεθισμάτων ή επίσης διαταραχών των αντιληπτικών ικανοτήτων. Ενοχοποιούνται γενετικοί, περιβαλλοντικοί, γνωσιακοί και νευροαναπτυξιακοί παράγοντες καθώς και ψυχοκοινωνικές αιτίες. Ένα ακατάλληλο σχολικό περιβάλλον, συναισθηματική ανασφάλεια ή πολιτισμική αποστέρηση μπορούν να επιβαρύνουν τα ήδη υπαρχοντα προβλήματα, οδηγώντας σε χαμηλή αυτοπεποίθηση, κατάθλιψη και αυξανόμενο άγχος και κατ’επέκταση ακόμα χαμηλότερη ακαδημαϊκή επίδοση.

1.    Διαταραχή της Ανάγνωσης:

Η αναγνωστική δυσκολία αφορά περίπου το 4-10% των παιδιών με συνήθως φυσιολογική νοημοσύνη χωρίς προβλήματα όρασης ή συναισθηματικές διαταραχές και με επαρκές σχολικό περιβάλλον. Δυνατό επίσης να παρουσιάζεται και σε παιδιά με νοητική στέρηση, διάχυτη αναπτυξιακή υστέρηση αλλά και πολιτισμική αποστέρηση.  Η ανάγνωση είναι συνήθως προβληματική, αργή και διακεκομμένη.Συχνά υπάρχει αντικατάσταση λέξεων ή παρόμοιων γραμμάτων (πλένω-πλέγω), αντιστροφή (τα –ατ), πρόσθεση ή παραλείψεις συλλαβών ή/και λέξεων  και συντακτικά λάθη. Η κατανόηση του κειμένου είναι ελλειπής.

2.    Διαταραχή της Γραπτής Έκφρασης- Δυσγραφία:

Η δυσκολία στη γραπτή έκφραση εμφανίζεται με πολλές μορφές. Η γραφή είναι συνήθως δυσανάγνωστη, ασταθής και ασυνεχής. Άλλοτε μπορεί να είναι μεν κατανοητή αλλά με πολύ μικρούς χαρακτήρες και πολύ αργή ενώ το παιδί εμφανίζεται να μην είναι σίγουρο για την χρήση αριστερού ή δεξιού χεριού, να είναι αμφιδέξιο ή να γράφει κατοπτρικά και υπάρχει δυσκολία στην οργάνωση. Επηρεάζει εμφανώς τη δυνατότητα έκφρασης του ατόμου αφού η καθαυτώ διαδικασία γραφής απαιτεί μεγάλη προσοχή χρόνο και ενέργεια ξεχνώντας τί ήθελε να γράψει. Μπορεί να είναι στα πλαίσια δυσλεκτικής δυσγραφίας με ακατανόητη αυτόματη γραφή, φτωχό προφορικό συλλαβισμό αλλά καλές επιδόσεις στην αντιγραφή γραπτού κειμένου και στο σχέδιο. Στην δυσγραφία κινητικού τύπου υπάρχει πρόβλημα στον συντονισμό της λεπτής κινητικότητας ενώ ο προφορικός συλλαβισμός είναι φυσιολογικός. Στη χωρική δυσγραφία τόσο στην αυτόματη γραφή κειμένου όσο και στην αντιγραφή κειμένου υπάρχει πρόβλημα ενώ η λεπτή κινητικότητα και ο προφορικός συλλαβισμός είναι φυσιολογικός. Η σχεδίαση όμως είναι προβληματική. Μηχανικά λάθη και κυρίως ορθογραφίας, στίξης και κεφαλαιοποίησης παρατηρούνται περίπου σε ποσοστό 20% των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες σε σύγκριση με περίπου 5% του υπόλοιπου μαθητικού πληθυσμού.

3.    Διαταραχή των Αριθμητικών ικανοτήτων-Δυσαριθμησία:

Αν και η νοημοσύνη είναι φυσιολογική και το σχολικό περιβάλλον επαρκές, υπάρχει μεγάλη δυσκολία στην επίλυση προβλημάτων, στη διενέργεια των βασικών μαθηματικών πράξεων (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση) και δυσκολία στην αναγνώριση των μαθηματικών συμβόλων. Μπορεί επίσης να υπάρχει δυσκολία στην αντίληψη εννοιών όπως ποσότητας, ταξινόμησης και ομαδοποίησης αλλά και κατανόησης του συστήματος αρίθμησης και του μηδενός. Παρατηρείται επίσης συχνά ανικανότητα κατανόησης χάρτη και παραστάσεων λόγω της αδυναμίας αντίληψης οπτικών συμβόλων.

4.    Διαταραχές του Λόγου – Δυσφασία

Παιδιά με δυσκολίες στον προφορικό λόγο και συγκεκριμένα στο συγχρονισμό φωνημάτων και στην αναγνώριση λέξεων, μπορεί να παρουσιάσουν δυσκολίες στην Ανάγνωση και στη Γραπτή έκφραση καθώς δεν εδραιώνονται και δεν αναλύονται σωστά οι προσλαμβάνουσες πληροφοριές. Δεν συνυπάρχουν νευρολογικές, ακουολογικές ή γενικότερα αισθητηριακές διαταραχές όπως στην περίπτωση της αφασίας ή στον αυτισμό.

a.    Εκφραστικού τύπου  : Υπάρχει περιορισμένο λεξιλόγιο, μειωμένη έκφραση, λανθασμένη ανάλυση λέξεων ή σύνταξη μεγάλων προτάσεων.

b.    Προσληπτικού τύπου : μπορεί να παρατηρείται αδυναμία κατανόησης λέξεων ή προτάσεων ή σε απλές περιπτώσεις δυσκολία κατανόησης εννοιών χώρου ή σύνθετων προτάσεων. Συνήθως υπάρχει καθυστέρηση στην έναρξη ομιλίας και εξελίσσεται αργά. Υπάρχει γενικά χαμηλή ακουστική μνήμη και δυσκολίες διάκρισης λέξεων ενώ μπορεί να μην αντιδρά σε λέξεις ή οδηγίες χωρίς οπτικό ερέθισμα.

5.    Δυσλεξία:

Αναφέρεται συνήθως στην συνύπαρξη διαταραχών της Ανάγνωσης και του Γραπτού λόγου σε επίπεδο χαμηλότερο της πραγματικής του ηλικίας παρά την φυσιολογική νοητική ικανότητα και το επαρκές σχολικό περιβάλλον ενώ ο προφορικός λόγος και η άρθρωση είναι φυσιολογικά εκτός και αν συνυπάρχει και άλλη αναπτυξιακή διαταραχή. Παρουσιάζεται περίπου στο 3% του πληθυσμού και οφείλεται σε διαταραχές της μετανάστευσης των νευρικών κυττάρων κατά την εμβρυογένεση με αποτέλεσμα την δυσκολία επεξεργασίας και αποδικωποιήσης γραπτών πληροφοριών.

Αναφερόμαστε σε παιδιά που ήδη είναι σε σχολική ηλικία αν και τα τελευταία δεδομένα προτείνουν και κριτήρια για παιδιά προσχολικής ηλικίας. Τα χαρακτηριστικά κυρίως στην ανάγνωση και λιγότερο στην γραφή είναι η διστακτική και επίπονη ανάγνωση, η αναστροφή, επανάληψη ή πρόσθεση γραμμάτων και συλλαβών, σύγχυση  παρόμοιων οπτικά γραμμάτων όπως «α» με «ο» ή «β» με «δ», ή παρόμοιων ακουστικά γραμμάτων όπως «β» με «φ», παράλειψη μικρών λέξεων, δυσκολία ανάγνωσης μεγάλων λέξεων, μονότονη φωνή, ελλειπής κατανόηση κειμένου, καθρεπτική γραφή, αναστροφή γραμμάτων όπως το «ε» με το «3».Πολλές φορές φαίνεται να συμπληρώνουν το κείμενο με παραπλήσιες φωνητικά ή νοηματικά λέξεις.

Μπορεί να συνδυάζεται με δυσγραφία, δυσαριθμησία, υπερκινητικότητα/διάσπαση προσοχής, αδεξιότητα και έλλειψη οργάνωσης.

6.    Σύνδρομο του Αδέξιου παιδιού (Δυσπραξία ή διαταραχή συντονισμού).

Υπάρχει χαμηλή επίδοση σε δραστηριότητες που απαιτούν κινητικό συντονισμό και επιβράδυνση της επίτευξης των κινητικών αναπτυξιακών σταδίων όπως  το περπάτημα. Συνήθως υπάρχει αργός ρυθμός κινήσεων, δυσκολία οργάνωσης και προγραμματισμού, αδεξιότητα κινήσεων και μπορεί να συνυπάρχει με διαταραχές λόγου και δυσαριθμησίας. Δυσκολία στο περπάτημα, σκαρφάλωμα στην μπάλα, στο γραψιμο, δυσκολία στον συντονισμό των κινήσεων ακόμα και τον συντονισμό πολλές φορές των προσωπικών μυών για την παραγωγή ήχων. Το παιδί μπορεί να χτυπάει πάνω σε επιπλα, να χάνει ισορροπία. Μοιάζει κάποτε σαν να έχει «δύο αριστερά πόδια» ενώ μπορεί να το χαρακτηρίζουν ως «τεμπέλη» στην προσπάθειά του να αποφύγει τη δραστηριότητα. Δεν συνυπάρχει νοητική στέρηση αλλά επηρεάζονται αρκετές καθημερινές δεξιότητες ενώ υπάρχει επίπτωση στην σχολική επίδοση.

7.    Δυσκολία στην προσοχή – Σύνδρομο Διάσπασης Προσοχής/Υπερκινητικού παιδιού (ADHD-Attention Deficit Hyperactivity Disorder) :

Σε συνδυασμό με τις μαθησιακές δυσκολίες παρουσιάζεται επίσης διάσπαση ή μικρή διάρκεια προσοχής, παρορμητικότητα, υπερκινητικότητα, επιθετικότητα, ανησυχία και αδυναμία συμμόρφωσης, δυσκολία οργάνωσης και διαταραχές ύπνου. Πρέπει να αποκλείονται περιπτώσεις νοητικής στέρησης, διαταραχών συμπεριφοράς, συναισθήματος και άλλων παθολογικών κατάστασεων που περιλαμβάνουν υπερκινητικότητα.

ΔΥΣΛΕΞΙΑ

Η Δυσλεξία είναι μια μαθησιακή δυσκολία που γίνεται ολοένα και πιο αντιληπτή από τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς αφού η ακαδημαϊκή επιτυχία είναι αποκτά αυξανόμενη σημασία σήμερα, με την αύξηση των κοινωνικών και επαγγελματικών απαιτήσεων. Δεν είναι αναπηρία αλλά όπως και στην περίπτωση του Άινσταιν που είναι ίσως ο διασημότερος δυσλεκτικός, απαιτεί ειδική αντιμετώπιση.

Όταν το παιδί πάει στο σχολείο ή ακόμα από το προ-αναγνωστικό στάδιο ακόμα παρατηρείται βραδύτητα στην εκμάθηση και μειωμένη ποιότητα ανάγνωσης και γραφής. Τα παιδιά συνήθως έχουν φυσιολογική ή και ανώτερη νοημοσύνη και ευχέρεια  προφορικού λόγου. Γιαυτό και ο ορισμός της Δυλεξίας αναφέρεται στην συνύπαρξη ειδικών μαθησιακών διαταραχών της Ανάγνωσης και του Γραπτού λόγου σε επίπεδο χαμηλότερο της πραγματικής του ηλικίας κατά περίπου 2 χρόνια, παρά την φυσιολογική νοητική ικανότητα και το επαρκές σχολικό περιβάλλον ενώ ο προφορικός λόγος και η άρθρωση είναι φυσιολογικά. Παρουσιάζεται περίπου στο 3% του πληθυσμού και οφείλεται σε διαταραχές της μετανάστευσης των νευρικών κυττάρων κατά την εμβρυογένεση με αποτέλεσμα την δυσκολία επεξεργασίας και αποδικωποιήσης γραπτών πληροφοριών.

Τα χαρακτηριστικά είναι η διστακτική, επίπονη, προβληματική, αργή και διακεκομμένη ανάγνωση. Παρατηρείται η αναστροφή, επανάληψη ή πρόσθεση γραμμάτων και συλλαβών, σύγχυση  παρόμοιων οπτικά γραμμάτων όπως «α» με «ο» ή «β» με «δ», ή παρόμοιων ακουστικά γραμμάτων όπως «β» με «φ», παράλειψη μικρών λέξεων, δυσκολία ανάγνωσης μεγάλων λέξεων, μονότονη φωνή, ελλειπής κατανόηση κειμένου, καθρεπτική γραφή, αναστροφή γραμμάτων όπως το «ε» με το «3».Πολλές φορές φαίνεται να «μαντεύουν» , να συμπληρώνουν το κείμενο με παραπλήσιες φωνητικά ή νοηματικά λέξεις δηλαδή υπάρχει αντικατάσταση λέξεων ή παρόμοιων γραμμάτων (πλένω-πλέγω), αντιστροφή (τα –ατ), πρόσθεση ή παραλείψεις συλλαβών ή/και λέξεων  και συντακτικά λάθη. Η κατανόηση του κειμένου είναι ελλειπής . Μπορεί να συνδυάζεται με δυσγραφία, δυσαριθμησία, υπερκινητικότητα/διάσπαση προσοχής, αδεξιότητα και έλλειψη οργάνωσης.

Η γραφή είναι συνήθως δυσανάγνωστη, ασταθής και ασυνεχής. Άλλοτε μπορεί να είναι μεν κατανοητή αλλά με πολύ μικρούς χαρακτήρες και πολύ αργή ενώ το παιδί εμφανίζεται να μην είναι σίγουρο για την χρήση αριστερού ή δεξιού χεριού, να είναι αμφιδέξιο ή να γράφει κατοπτρικά και υπάρχει δυσκολία στην οργάνωση. Επηρεάζει εμφανώς τη δυνατότητα έκφρασης του ατόμου αφού η καθαυτώ διαδικασία γραφής απαιτεί μεγάλη προσοχή χρόνο και ενέργεια ξεχνώντας τί ήθελε να γράψει. Στα πλαίσια δυσλεκτικής δυσγραφίας υπάρχει ακατανόητη αυτόματη γραφή, φτωχόςπροφορικό συλλαβισμός αλλά καλές επιδόσεις στην αντιγραφή γραπτού κειμένου και στο σχέδιο.

Αν συνυπάρχει δυσαριθμησία, δηλαδή δυσκολία στα μαθηματικά, παρατηρείται μεγάλη δυσκολία στην επίλυση προβλημάτων, στη διενέργεια των βασικών μαθηματικών πράξεων (πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμός, διαίρεση) και δυσκολία στην αναγνώριση των μαθηματικών συμβόλων. Υπάρχει δυσκολία στην αντίληψη εννοιών όπως ποσότητας, ταξινόμησης και ομαδοποίησης αλλά και κατανόησης του συστήματος αρίθμησης και του μηδενός. Παρατηρείται συχνά ανικανότητα κατανόησης χάρτη και παραστάσεων λόγω της αδυναμίας αντίληψης οπτικών συμβόλων.

Η δυσλεξία που δεν τυχαίνει πρώιμης παρέμβασης οδηγεί σε ψυχολογικά προβλήματα, φτωχό λεξιλόγιο και περιορισμένο εύρος γνώσεων. Συναισθηματικά γίνεται όλο και πιο δύσκολο να εκφράσουν το τί νιώθουν και έχουν έλλειψη αυτοπεποίθησης ενώ συχνά τα αποκαλούν «τεμπέληδες» ή πιστεύουν ότι πάσχουν από νοητική υστέρηση.

Η διάγνωση της δυσλεξίας απαιτεί ειδικό νευροαναπτυξιακό έλεγχο, λεπτομερές ιστορικό, εκτίμηση της νοητικής ικανότητας και ειδικές γλωσσικές και μαθησιακές δοκιμασίες.

Η αντιμετώπιση της δυσλεξίας διαρκεί όλη τη ζωή του ατόμου και δεν θεραπεύται με την κλασσική έννοια αλλά απαιτεί ειδικές πολυαισθητηριακές τακτικές για να εκμεταλλευόμαστε όλες τις δυνατότητες του παιδιού.  Ο λογοθεραπευτής παίζει βασικό ρόλο ενώ οι εκπαιδευτικοί πρέπει να ενημερώνονται, να δίνεται μεγάλη σημασία στην προφορική εξέταση και εκπαίδευση καθώς και στην επιεικέστερη βαθμολόγηση. Πρέπει να δίνεται περισσότερος χρόνος στο παιδί και μπορεί να χρησιμοποιείται μαγνητόφωνο ή υπολογιστής εντός της τάξης. Η εκπαίδευση πρέπει να είναι δομημένη, συστηματική, πολύπλευρη και με ξεκάθαρες οδηγίες και παραδείγματα. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η δυσλεξία απαιτεί συλλογική προσπάθεια για την αντιμετώπισή της, μεταξύ των ειδικών, των γονέων, των εκπαιδευτικών, του παδιού και την κατάλληλη νομοθετική ρύθμιση από την Πολιτεία.

«ΑΝΑΠΤΥΞΗ κατά Δ.Δημητρίου – Παπαβασιλείου»©

www.paidiatriki.com τηλ 6947908479

Βασικά ορόσημα και δεξιότητες  παιδιών 5-6 ετών

        Αντιγράφει Τρίγωνο

        Γνωρίζει βασικούς ορισμούς όπως τί είναι το μήλο, πορτοκάλι κλπ? Φρούτο-για να το τρώμε

        Γνωρίζει βασικές χρονικές διαφορές-χρονικά ορόσημα όπως αν είναι πρωί ή απόγευμα.

        Μπορεί να λέει πότε είναι τα γενέθλία του-μέρα και μήνα

        Ρυθμίζει σωστά την φωνή του-ηχόχρωμα

        Μπορεί να περιγράφει με αρκετές λεπτομέρειες μία δράση-κάτι που έζησε

        Μπορεί να δίνει απλές οδηγίες για το πώς να πάμε κάπου ή πώς να κάνουμε κάτι

        Ζωγραφίζει ένα ανθρωπάκι με 12 λεπτομέρειες.

        Μπορεί να διαβάζει 10 μικρές λέξεις και να μετράει Μπορεί να διαβάζει μια βασική παράγραφο όπως:

«Ο Τζακ είναι ένα μικρό σκυλάκι. Πίνει νερό και πάει βόλτα. Δεν του αρέσει το κρύο.»

        Γράφει 10 μικρές λέξεις από μνήμη και Γράφει το όνομα και το επίθετό του

        Βουρτσίζει τα δόντια.

        Φοράει σωστά ρούχα ανάλογα με την εποχή.

        Προσέχει κοντά σε αιχμηρά, εύθραυστα ή ζεστά αντικείμενα.

        Συγυρίζει τα παιχνίδια του και τα βάζει πίσω.

        Ακολουθεί βασικούς κανόνες στο σπίτι.

        Σηκώνει το τηλέφωνο

        Αναγνωρίζει τα χρήματα και την χρήση τους.

        Ανοίγει το νερό στο μπάνιο και ρυθμίζει την θερμοκρασία του.

        Κουμπώνει μεγάλα κουμπιά και ενώνει τα «αυτάκια» του φερμουάρ.

        Βάζει το χεράκι μπροστά όταν φταρνίζεται. Μασά με το στόμα κλειστό

        Καθαρίζει τα χέρια του ή το πρόσωπο μετά το γεύμα.

        Γνωρίζει το δεξί από το αριστερό χέρι

        Μπορεί να κάνει σκάλα με 3-2-1 κύβους.

        Μπορεί να περνάει άνετα σπάγγο από ένα δαχτυλίδι

        Αναγνωρίζει τις προσωπικές επιθυμίες των άλλων.

        Συντονίζεται με το συναίσθημα των άλλων. Συζητάει για κοινά ενδιαφέροντα.

        Κρατάει την σειρά του σε παιχνίδια κλπ και Παίζει βασικά επιτραπέζια παιχνίδια

        Λέει «σε παρακαλώ» , «ευχαριστώ» και «γεια» όταν φεύγει ή έρχεται.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.