Τι είναι εγκολεασμός;
Τι προκαλεί τον εγκολεασμό;
Στα βρέφη σπάνια ανακαλύπτεται εμφανής αιτία του εγκολεασμού και για το λόγο αυτό σε ποσοστό 90% χαρακτηρίζεται σαν ιδιοπαθής. Στα μεγαλύτερα παιδιά ανευρίσκεται παθολογικό υπόστρωμα σε ποσοστό 10% και μπορεί να περιλαμβάνει:
1. Μεκέλειο απόφυση
2. Πολύποδες – όγκους εντέρου
3. Κυστικό διπλασιασμό λεπτού εντέρου
4. Υπερτροφικές πλάκες Peyer
5. Αυξημένη ποσότητα λιπώδους ιστού στην πρόσφυση του μεσεντερίου
6. Υπερπλασία λεμφαδένων στον τελικό ειλεό
Πότε μπορεί να παρουσιασθεί ο εγκολεασμός;
Ο εγκολεασμός μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε ηλικία. Εμφανίζεται όμως συχνότερα σε βρέφη ηλικίας 4 – 10 μηνών. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων (80%) παρατηρείται σε παιδιά ηλικίας μικρότερης των 2 χρόνων. Τα αγόρια προσβάλλονται 5 φορές συχνότερα από τα κορίτσια, ενώ η θνητότητα είναι περίπου διπλάσια στα κορίτσια. Τα περισσότερα από τα προσβαλλόμενα παιδιά είναι καλής θρέψης και υγιή. Σπανιότατα παρατηρείται εγκολεασμός κατά την ενδομήτρια ζωή και τη νεογνική ηλικία.
Σε ποιο τμήμα του εντέρου παρατηρείται ο εγκολεασμός ;
Όσον αφορά την εντόπιση ο εγκολεασμός διακρίνεται στους παρακάτω τύπους:
1.-Ειλεο* -τυφλικός** (90%) * ειλεός: τελικό τμήμα λεπτού εντέρου ** τυφλό: αρχικό τμήμα παχέος εντέρου
2.-Ειλεο*- κολικός*** *** κόλον: το μέσο τμήμα του παχέος εντέρου
3.-Ειλεο- ειλεϊκός (6%)
4.-Κολο- κολικός (4%)
Ο ειλεοτυφλικός και ειλεοκολικός εγκολεασμός απαντούν περίπου με την ίδια συχνότητα και αποτελούν το 90% των περιπτώσεων, ενώ ο ειλεοτελικός αποτελεί το 6% και ο κολοκολικός το 4%. Εγκολεασμός του λεπτού εντέρου συμβαίνει συνήθως σε μεγαλύτερα παιδιά. Την κορυφή του ειλεοτυφλικού εγκολεασμού αποτελεί η ειλεοτυφλική βαλβίδα (περιοχή όπου το λεπτό έντερο συναντά το παχύ) και συνήθως περιλαμβάνει την βάση της σκωληκοειδούς απόφυσης. Όταν τα αγγεία του παχέος εντέρου είναι μακριά, τότε το τυφλό είναι πολύ κινητό και η κορυφή του εγκολεασθέντος εντέρου μπορεί να προπίπτει δια του ορθού.
Ποια είναι τα συμπτώματα του εγκολεασμού;
1. Έμετοι 90%
2. Κολικοειδή άλγη 80-90%
3. Λήθαργος 70%
4. Ωχρότητα 65%
5. Αίμα στα κόπρανα 55%
6. Διάρροιες 30%
7. Πρόσφατη αναπνευστική λοίμωξη 25%
Το κοιλιακό άλγος και οι έμετοι είναι τα αρχικά και κύρια συμπτώματα του εγκολεασμού. Το άλγος είναι κολικοειδές και διαρκεί 2-3 λεπτά. Τα επεισόδια του άλγους παρουσιάζονται κάθε 15-20 λεπτά ενώ μεταξύ αυτών υπάρχουν στάδια ηρεμίας. Όταν το βρέφος αλγεί είναι ανήσυχο, κλαίει, έχει αγωνιώδη έκφραση στο πρόσωπο και κάμπτει τους μηρούς προς την κοιλιά. Περίπου μια ώρα αργότερα ή και περισσότερο από το επεισόδιο του άλγους παρουσιάζει ωχρότητα, εφίδρωση, απλανές βλέμμα και σπανιότερα καταπληξία. Σε ποσοστό 20% η κλινική εικόνα είναι άτυπη. Είναι δυνατόν να μη εμφανίζονται κολικοειδή άλγη ή έμετοι, ή οι έμετοι να πρωτοεμφανίζονται 6-12 ώρες μετά την έναρξη του εγκολεασμού. Οι βλεννοαιματηρές κενώσεις μπορεί να απουσιάζουν σε ποσοστό 30% και να μη ψηλαφάται ενδοκοιλιακή μάζα.
Πώς γίνεται η διάγνωση του εγκολεασμού;
· Απλή ακτινογραφία κοιλίας σε όρθια θέση.
Τα τυπικά υδραερικά επίπεδα της εντερικής απόφραξης εμφανίζονται σχετικά καθυστερημένα στον εγκολεασμό και συνήθως 18 –24 ώρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.
· Βαριούχος υποκλυσμός.
Ο βαριούχος υποκλυσμός μπορεί να δείξει την χαρακτηριστική «κυπελλοειδή» εικόνα, ή εικόνα «κονκάρδας» ή «σταφυλής» μέσα στον αυλό του εντέρου και έτσι να επιβεβαιώσει την διάγνωση του εγκολεασμού.
Από ποιες παθολογικές καταστάσεις, πρέπει να διαφοροποιείται ο εγκολεασμός;
· Κολικός του εντέρου. Ο κολικός συνήθως απαντάται κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής, σπάνια διαρκεί περισσότερο από μία ώρα και δεν συνοδεύεται από άλλα κλινικά συμπτώματα.
· Γαστρεντερίτιδα. Η βαριά γαστρεντερίτιδα μπορεί να μιμείται τον εγκολεασμό. Η παρουσία όμως πολλών υδαρών κενώσεων είναι ασυνήθης στον εγκολεασμό. Στις περιπτώσεις αυτές ο βαριούχος υποκλυσμός μπορεί να προσφέρει ουσιώδη βοήθεια στην διάγνωση.
· Εντερική απόφραξη. Η εντερική απόφραξη από άλλα αίτια δεν είναι συνήθης στην ηλικία των 4 – 10 μηνών.
· Κοιλιακή πορφύρα. Η κοιλιακή πορφύρα χαρακτηρίζεται από την παρουσία δερματικών πετεχειών, εμέτων με πρόσμιξη αίματος και αιματηρών ούρων.
Πώς θεραπεύεται ο εγκολεασμός;
Α.- Συντηρητική αγωγή.
Στα αρχικά στάδια του εγκολεασμού γίνεται προσπάθεια ανάταξης αυτού με βαριούχο υποκλυσμό ή εμφύσηση αέρα στο ορθό με αναισθησία και με την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι παρακάτω όροι:
1.- Καλή γενική κατάσταση
2.- Απουσία μεγάλης αφυδάτωσης
3.- Προσπάθεια ανάταξης μέσα στις πρώτες 40 – 60 ώρες από την έναρξη των συμπτωμάτων
4.- Απουσία σημαντικής διάρροιας, μεγάλης εντερορραγίας και διάτασης της κοιλίας.
5.- Απουσία σημείων τοξικής κατάστασης (καταπληξίας)
Η ανάταξη γίνεται μέσα στο χειρουργείο με την βοήθεια ενδοσκοπίου. Το ποσοστό ανάταξης του εγκολεασμού είναι αρκετά υψηλό. (70-80%) Εάν η πρώτη προσπάθεια ανάταξης αποτύχει, τότε επαναλαμβάνεται μετά από 3-4 ώρες.
Β.- Χειρουργική θεραπεία
Την αδυναμία ανάταξης του εγκολεασμού με βαριούχο υποκλυσμό ή εμφύσηση αέρα ακολουθεί η εγχειρητική ανάταξη με ήπιους χειρισμούς. Μετά την ανάταξη, εάν το έντερο βρίσκεται σε καλή κατάσταση, η εγχείρηση συμπληρώνεται με σκωληκοειδεκτομή. Επίσης εάν η ανάταξη φανερώσει κάποιο παθολογικό υπόστρωμα το οποίο προκάλεσε τον εγκολεασμό, αυτό πρέπει να αφαιρείται. Εάν η χειρουργική ανάταξη του εγκολεασμού είναι αδύνατη ή το έντερο είναι γαγγραινώδες ή έχει διάτρηση, τότε ενδείκνυται η εκτομή του πάσχοντος τμήματος του εντέρου.