Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής

Facebooktwitterpinterest

Το ανεύρυσμα της κοιλιακής αορτής αποτελεί μια όχι και τόσο σπάνια και αρκετά απειλητική για τη ζωή κατάσταση. Για την καλύτερη περιγραφή και κατανόηση του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής κρίνεται εύλογη η περιγραφή βασικών εννοιών:

Ως ανεύρυσμα χαρακτηρίζεται η μόνιμη και εντοπισμένη διάταση του τοιχώματος ενός αγγείου (τοπικό «φούσκωμα» του τοιχώματος), που προκαλείται λόγω βλάβης ή μηχανικής αδυναμίας του αγγειακού τοιχώματος. Μπορεί να αποκτήσει ποικίλες διαστάσεις, με αποκορύφωμα τη πλήρη διάσχιση του τοιχώματος – ρήξη ανευρύσματος.

Θεωρητικά μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε αγγείο του κυκλοφορικού συστήματος. Όμως στην πραγματικότητα εμφανίζονται συνήθως στις αρτηρίες, δεδομένου ότι εκεί η εσωτερική πίεση του αίματος που κυκλοφορεί είναι μεγαλύτερη και αντίστοιχα είναι μεγαλύτερη η τάση που αναπτύσσεται πάνω στο αρτηριακό τοίχωμα. Εκεί όπου το τοίχωμα μπορεί να εμφανίσει κάποια αδυναμία, εκεί υπάρχει η δυνατότητα για να δημιουργηθεί ένα ανεύρυσμα.

Tαξινόμηση ανευρυσμάτων:

Ανάλογα με την προέλευση τους τα ανευρύσματα διακρίνονται σε:

Συγγενή και επίκτητα.

Ανάλογα με τη μορφολογική τους κατάσταση σε:

Γνήσια: Ονομάζονται εκείνα τα ανευρύσματα στο σχηματισμό των οποίων συμμετέχουν και οι τρεις χιτώνες του αρτηριακού τοιχώματος.

Ψευδή: Ονομάζονται όσα προέρχονται από πλήρη τραυματική ρήξη του αρτηριακού τοιχώματος που οδηγεί σε δημιουργία εξωαυλικού αιματώματος. Το τοίχωμα τους αποτελείται από περιβάλλοντες ιστούς και όχι από τις στιβάδες του αρτηριακού τοιχώματος.

Διαχωριστικά: Δημιουργούνται από τη διάσπαση του αρτηριακού τοιχώματος εξαιτίας της αδυναμίας του έσω χιτώνα με αποτέλεσμα το σχηματισμό ενδοτοιχωματικού αιματώματος.

Ανάλογα με την εξωτερική τους μορφολογία διακρίνονται σε:

Aτρακτοειδή

Σακοειδή

Κυλινδρικά

Μικτά

Τα ανευρύσματα της κοιλιακής αορτής είναι συνήθως ασυμπτωματικά και διαγιγνώσκονται τυχαία σε ελέγχους ρουτίνας ή κατά τη διάρκεια ελέγχου για άλλα νοσήματα και εντοπίζονται κατά 95% κάτωθεν της εκφύσεως των νεφρικών αρτηριών. Στην Ευρώπη και την Ασία η επίπτωση τους κυμαίνεται από 5%-7% με συνηθέστερη ηλικία εμφάνισης τα 70-75 χρόνια. Παγκοσμίως προσβάλουν κυρίως τους άνδρες ενώ δεν υπάρχει διαφορά στον επιπολασμό (συχνότητα εκδηλώσεως) μεταξύ λευκής και μαύρης φυλής. H έγκαιρη χειρουργική θεραπεία ελαττώνει τη θνησιμότητα στο 0,9-5%. Εάν καθυστερήσει και διαμεσολαβήσει ρήξη του ανευρύσματος, η θνησιμότητα αγγίζει το 75%. Σε ανευρύσματα διαμέτρου άνω των 5cm, ο κίνδυνος ρήξης αγγίζει το 25% με ποσοστό θνησιμότητας 75%.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.