Η Φυσική Αγωγή Σήµερα
Μια από τις προτεραιότητες της Ελληνικής Ακαδηµίας Φυσικής Αγωγής είναι η προαγωγή και διάδοση της γνώσης. Η οργάνωση του Φόρουµ κάθε δυο χρόνια µε προσκεκληµένους οµιλητές υψηλού επιπέδου απ’ όλο τον κόσµο και το Περιοδικό Αναζητήσεις στη Φυσική Αγωγή και στον Αθλητισµό είναι δυο από τις δράσεις που συµβάλλουν στον παραπάνω στόχο. Το περιοδικό της Ακαδηµίας µε το τεύχος αυτό επιδιώκει την προαγωγή της γνώσης µέσα από την οπτική των νέων επιστηµόνων του χώρου. Κάτω από το γενικό τίτλο «Η Φυσική αγωγή σήµερα» ο αναγνώστης θα βρει εξαιρετικά ενδιαφέροντα θέµατα που εντάσσονται στις παρακάτω ενότητες: Μέθοδοι και στρατηγικές διδασκαλίας, Σύγχρονες προσεγγίσεις στο σχεδιασµό αναλυτικών προγραµµάτων, ∆εξιότητες ζωής, Ηθική ανάπτυξη, Αξιολόγηση και τεστ, Άσκηση και υγεία στην παιδική και εφηβική ηλικία, Οι νέες τεχνολογίες και Αποτελεσµατική διδασκαλία. Τα άρθρα που περιλαµβάνονται στο παρόν ειδικό τεύχος θεωρώ ότι εµπλουτίζουν τις γνώσεις πάνω σε νέα θέµατα και καινοτόµες προσεγγίσεις στη Φυσική Αγωγή σήµερα.
Μέθοδοι και στρατηγικές διδασκαλίας στη Φυσική Αγωγή
Στο άρθρο µε θέµα το φάσµα των µεθόδων διδασκαλίας ο αναγνώστης θα βρει µια ανασκόπηση των σχετικών ερευνών πάνω στα στιλ διδασκαλίας (Mosston, 1966; Mosston & Ashworth, 2002), αλλά και µια εκτεταµένη κριτική ανάλυση µε στόχο την επέκταση και ολοκλήρωση του φάσµατος. Το φάσµα έχει ολοκληρωθεί ή µήπως απαιτείται περαιτέρω ανάλυση ώστε να έχουµε ένα πλήρες σύστηµα ταξινόµησης των µεθόδων; Είναι ξεκάθαρα τα όρια µεταξύ των µεθόδων; Υπάρχουν άλλες µέθοδοι διδασκαλίας που δεν έχουν µέχρι στιγµής εξεταστεί; Με ποιο τρόπο θα επιλυθούν τα υπάρχοντα µεθοδολογικά προβλήµατα που υπάρχουν στο χώρο των µεθόδων διδασκαλίας; Αυτά είναι ορισµένα από τα ερωτήµατα που προσπάθησε να απαντήσει η ανασκόπηση µε θέµα «Προεκτείνοντας το φάσµα – µια κριτική ανάλυση της ταξινοµίας των µεθόδων διδασκαλίας του Mosston: Μέρος Ι».
Η σχολική ψυχολογία δίνει ολοένα και µεγαλύτερη αξία στην ανάγκη διερεύνησης και αποτύπωσης των παραγόντων που συνεισφέρουν στην αυτορύθµιση της µάθησης ώστε να κατανοήσουµε καλύτερα αυτό το µηχανισµό προκειµένου να σχεδιάσουµε αποτελεσµατικότερα τις διδακτικές µας ενέργειες για την ενίσχυση των δεξιοτήτων αυτορύθµισης από την πλευρά των µαθητών (Weinert & Kluwe, 1987).
Στο άρθρο µε θέµα τη µεταγνωστική δραστηριότητα στο µάθηµα της φυσικής αγωγής παρουσιάζεται µια ανασκόπηση των ερευνών όσον αφορά την γνωστική αυτορύθµιση γενικά, κατά την µάθηση κινητικών δεξιοτήτων ειδικότερα και τους παράγοντες που την επηρεάζουν είτε άµεσα είτε έµµεσα. Ποια είναι τα µοντέλα που χρησιµοποιηθήκαν για να εξηγηθεί η ρύθµιση της µάθησης κινητικών δεξιοτήτων; Γιατί η υψηλή µεταγνωστική δραστηριότητα θεωρείται σηµαντική στη διαδικασία της µάθησης; Οφείλεται η υψηλή µεταγνωστική δραστηριότητα µόνο σε χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ή υπάρχουν και παράγοντες του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος που την επηρεάζουν; Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήµατα που προσπάθησε να απαντήσει η ανασκόπηση µε θέµα «Μεταγνώση και προσωπικοί προσανατολισµοί. Ο ρόλος τους στην αυτο-ρύθµιση της µάθησης στη Φυσική Αγωγή».
Σύγχρονες προσεγγίσεις στο σχεδιασµό αναλυτικών προγραµµάτων
Ο Taylor (1993) αναφέρει ότι τα προβλήµατα της διαπολιτισµικότητας εκδηλώνονται περισσότερο στην εκπαίδευση, γιατί εκεί διαπαιδαγωγούνται οι νέες γενιές και διαµορφώνεται κατά ένα µέρος το σύστηµα αξιών µιας χώρας. Εκεί καλλιεργείται ο πολιτισµός και η κουλτούρα µιας κοινωνίας, και κυρίως, διαµορφώνεται η αυτοσυνείδηση ενός λαού.
Στο άρθρο µε θέµα τη διαπολιτισµικότητα και τη Φυσική Αγωγή, ο αναγνώστης θα βρει µια ανασκόπηση των σχετικών ερευνών, αλλά και µια εκτεταµένη ανάλυση για την προσέγγιση της διαπολιτισµικής εκπαίδευσης στο σχολείο και στη Φυσική Αγωγή. Ποια πρέπει να είναι η εκπαίδευση σε µια πολιτισµική κοινωνία; Τι είναι διαπολιτισµική εκπαίδευση; Πώς εφαρµόζεται η διαπολιτισµική εκπαίδευση στο σχολέιο; Ποιος ο ρόλος της Φυσικής Αγωγής στη διαπολιτισµική εκπαίδευση; Ποιοι είναι οι σκοποί και οι στόχοι του Καθηγητή Φυσικής Αγωγής για τη διαπολιτισµική Εκπαίδευση; Αυτά είναι ορισµένα από τα ερωτήµατα που προσπάθησε να απαντήσει η συγκεκριµένη εργασία µε θέµα: «∆ιαπολιτισµική προσέγγιση στη Φυσική Αγωγή».
Στα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήµατα και στην Ελλάδα, µέχρι σήµερα τουλάχιστον, η γνώση τεµαχίζεται και καθίσταται αφηρηµένη, αποσπασµατική και ξεκοµµένη από το πλαίσιο που τη γέννησε, άσχετη µε τις εµπειρίες των µαθητών. Σαν αποτέλεσµα οι µαθητές µην έχοντας την ευκαιρία να συλλάβουν τα κοινά σηµεία των επιστηµών, τις προεκτάσεις και τις συνέπειές τους στους άλλους επιστηµονικούς κλάδους, παραµένουν αδιάφοροι για τη γνώση αυτής της µορφής αλλά και ανίκανοι να την αξιοποιήσουν για νέες µορφές σκέψης και δράσης (Ματσαγγούρας, 2002).
Στα σύγχρονα αναλυτικά προγράµµατα σπουδών εισήχθη η έννοια της διαθεµατικότητας στο ελληνικό σχολείο. Τι ακριβώς όµως είναι η διαθεµατική προσέγγιση για την οποία τόσα ακούµε και θα συνεχίσουµε να ακούµε; Αποτελεί αναγκαιότητα η εφαρµογή της στην εκπαίδευση και ειδικότερα στο µάθηµα ΦΑ; Μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήµατα της σύγχρονης εκπαίδευσης; Είναι πρακτικά εύκολη η εφαρµογή της; Είναι δυνατή η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αποτελεσµάτων από την εφαρµογή της µε κατάλληλες ερευνητικές µεθόδους; Αυτά είναι ορισµένα από τα ερωτήµατα που έγινε προσπάθεια να απαντηθούν στο άρθρο µε θέµα «∆ιαθεµατική προσέγγιση στη διδασκαλία της Φυσικής Αγωγής». Στο άρθρο µε θέµα τη διαθεµατική διδασκαλία, παρουσιάζεται µια περιεκτική θεωρητική προσέγγιση της µεθόδου και ανασκόπηση σχετικών ερευνών που αφορούν την εφαρµογή της στη Φυσική Αγωγή. Ακόµα µια κριτική ανάλυση για την αναγκαιότητα εφαρµογής της µεθόδου, την δυνατότητα εφαρµογής της αλλά και τη δυνατότητα αξιολόγησης των αποτελεσµάτων της µε κατάλληλα ερευνητικά εργαλεία.
∆εξιότητες ζωής στη Φυσική Αγωγή
Μεγάλος αριθµός επιστηµόνων στην εκπαίδευση υποστηρίζει την ανάπτυξη δεξιοτήτων ζωής µέσα από το καθηµερινό πρόγραµµα του σχολείου µε εκπαιδευτικά προγράµµατα και παρεµβάσεις (Goleman 1998). ∆εν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι ο αθλητισµός και η φυσική αγωγή γενικότερα παρέχουν ένα ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξη δεξιοτήτων ζωής στα παιδιά (Danish, 1996; Danish & Nellen, 1997; Danish & Hale, 1983).
Στην ανασκόπηση µε θέµα «Ο ρόλος της σχολικής Φυσικής Αγωγής στη διδασκαλία δεξιοτήτων ζωής» προβάλλονται θέµατα σχετικά µε τις δεξιότητες ζωής και τις δυνατότητες εφαρµογής τους στα πλαίσια της φυσικής αγωγής. Για παράδειγµα, µπορούν οι δεξιότητες ζωής να αναπτυχθούν µέσα από το µάθηµα της Φυσικής Αγωγής; Ποια είναι τα πλεονεκτήµατα ενός τέτοιου τρόπου διδασκαλίας καθώς και τρόπους σχεδιασµού τέτοιου είδους προγραµµάτων; Οι δεξιότητες ζωής αποτελούν ξεχωριστό µοντέλο φυσικής αγωγής ή µπορούν να ενταχθούν και να εµπλουτίσουν τη φυσική αγωγή; Επιπλέον µέσα από την εργασία επιχειρείται να δοθεί το εµπειρικό και θεωρητικό πλαίσιο µέσα από το οποίο µπορούν να αναπτυχθούν οι δεξιότητες ζωής.
Ηθική ανάπτυξη και Φυσική Αγωγή
Στο άρθρο µε θέµα το «Η ανάπτυξη του ευ αγωνίζεσθαι στη Φυσική Αγωγή», προβάλλονται οι θεωρίες της ηθικής και κοινωνικής ανάπτυξης καθώς και έρευνες που έχουν βασιστεί πάνω σ’ αυτές τις θεωρίες µεέµφαση σε όσες έχουν υλοποιηθεί στη φυσική αγωγή (π.χ. Gibbons, Ebbeck, & Weiss, 1995). Υπάρχουν µοντέλα φυσικής αγωγής µε κυρίαρχο στόχο την ηθική και κοινωνική ανάπτυξη; Τι αποτελέσµατα είχαν προηγούµενες εφαρµογές των µοντέλων στο σχολείο; Ποιες πρακτικές εφαρµογές που θα µπορούσαν να φανούν χρήσιµες σε εκπαιδευτικούς φυσικής αγωγής σύµφωνα µε όσα έχουν µέχρι τώρα τουλάχιστον διερευνηθεί; Τι µεθοδολογικά προβλήµατα αντιµετωπίζει και σε ποιους τοµείς υστερεί η έρευνα στον χώρο της ηθικής και κοινωνικής ανάπτυξης µέσα από τα σπορ και τη φυσική αγωγή; Αυτοί είναι µερικοί προβληµατισµοί που θέτονται µέσα στην παραπάνω ανασκόπηση.
Στο άρθρο µε θέµα «Ηθική ανάπτυξη και φυσικές δραστηριότητες» επιχειρείται µια εισαγωγή σε µια περιοχή που σχετίζεται µε την ηθική ανάπτυξη των παιδιών µεέµφαση κυρίως στα σπορ, στον αθλητισµό (Hansen, Stoll, Beller, 2000) και στις φυσικές δραστηριότητες (Shields, & Bredemeier, 1995). Τονίζεται ότι η περιοχή αυτή αποτελεί στόχο των προγραµµάτων σπουδών της φυσικής αγωγής στα ελληνικά σχολεία πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Ειδικότερα αναφέρονται τα θεωρητικά µοντέλα στα οποία στηρίχτηκε η µελέτη για την ηθική ανάπτυξη και παρουσιάζεται µια σύντοµη ανασκόπηση σχετικών ερευνών κυρίως σε προγράµµατα παρέµβασης φυσικής αγωγής στα σχολεία. Τέλος, συζητείται ότι ο αθλητισµός και η φυσική αγωγή δεν έχουν τη δυνατότητα να αναπτύξουν τον ηθικό χαρακτήρα, εάν δεν λειτουργήσουν παράλληλα καλοσχεδιασµένα προγράµµατα παρέµβασης φυσικής αγωγής από εκπαιδευµένους διδάσκοντες, καθώς η ανάπτυξη του ηθικού χαρακτήρα δεν είναι µια αυτόµατη διαδικασία.
Αξιολόγηση και τεστ στη Φυσική Αγωγή
Στο άρθρο µε τίτλο «Εκπαιδευτική αξιολόγηση: Μοντέλα αξιολόγησης εκπαιδευτικών προγραµµάτων» παρουσιάζονται οι διεθνείς πρακτικές στον τοµέα αυτό και µια ανάλυση των σηµαντικότερων µοντέλων αξιολόγησης που αναπτύχθηκαν στη διεθνή βιβλιογραφία τα τελευταία χρόνια. Η παράθεση των µοντέλων γίνεται µέσα από µία σύγχρονη ταξινόµηση που στηρίζεται βασικά στους στόχους των αξιολογήσεων. Σε µία νέα επιστηµονική περιοχή όπως αυτή της αξιολόγησης, η γνώση των βασικών δοµών που διέπουν την οργάνωση και εφαρµογή των αξιολογήσεων είναι σηµαντική καθώς το ενδιαφέρον και η συζήτηση στην Ελλάδα για θέµατα αξιολόγησης κρίνεται ολοένα και πιο αναγκαία (∆ηµητρόπουλος, 1998). Αυτή η γνώση θεωρείται ότι θα δώσει ώθηση στην εµπεριστατωµένη εφαρµογή αξιολογήσεων µε αξιόπιστα και έγκυρα αποτελέσµατα.
Η προαγωγή της φυσικής κατάστασης (physical fitness) συνεχίζει να αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους πολλών προγραµµάτων φυσικής αγωγής. Η αξιολόγησή της στο χώρο του σχολείου πραγµατοποιείται συνήθως µε κινητικές δοκιµασίες πεδίου (field tests), οι οποίες δεν απαιτούν ακριβό εξοπλισµό ούτε και υψηλά εξειδικευµένο προσωπικό. Η βιβλιογραφική ανασκόπηση µε τίτλο «Αξιολόγηση της φυσικής κατάστασης µε την χρήση του Eurofit. Κριτική ανάλυση και µελλοντικές προτάσεις» εξετάζει δύο δοκιµασίες που περιλαµβάνονται στην πιο δηµοφιλή Ευρωπαϊκή δέσµη µετρήσεων Eurofit (1988) και χρησιµοποιούνται ευρέως: τη «δίπλωση από την εδραία θέση» και τις «αναδιπλώσεις από την κατάκλιση». Η επίδοση στις δοκιµασίες αυτές πιστεύεται ότι συνδέεται µε την εµφάνιση πόνου στην οσφυϊκή µοίρα της σπονδυλικής στήλης. Τα ερωτήµατα που τίθεται προς διερεύνηση µέσω της παρούσας βιβλιογραφικής ανασκόπησης είναι: (α) ποιο κινητικό χαρακτηριστικό αξιολογείται και σε τι βαθµό, µε την εφαρµογή των δύο αυτών δοκιµασιών, (β) πόσο χρήσιµη πληροφορία σχετικά την εµφάνιση πόνου στην οσφυϊκή µοίρα της σπονδυλικής στήλης παρέχουν οι επιδόσεις στις δύο αυτές δοκιµασίες και (γ) τι εναλλακτικές, τροποποιηµένες οι καινούργιες δοκιµασίες υπάρχουν και τι γνωρίζουµε για αυτές.
Στο άρθρο αυτό µε θέµα την αξιολόγηση στη φυσική αγωγή αναπτύσσεται µια ανασκόπηση µελετών και θεωρητικών απόψεων και ιδεών σχετικά µε το ζήτηµα της αξιολόγησης και της βαθµολόγησης των µαθητών στο µάθηµα της φυσικής αγωγής (∆ηµητρόπουλος, 1999). Ποιες είναι οι θεωρίες και οι απόψεις των παιδαγωγών στις οποίες στηρίχτηκαν οι ερευνητές στο συγκεκριµένο πεδίο; Ποια είναι τα κριτήρια βαθµολόγησης των µαθητών στη φυσική αγωγή; Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους δεν συναντάται συχνά η χρήση τυπικής αξιολόγησης στη φυσική αγωγή και ποια είναι τα µοντέλα εναλλακτικών µορφών αξιολόγησης; Αυτά είναι κάποια ερωτήµατα που προσπάθησε να απαντήσει η ανασκόπηση µε θέµα «Η αξιολόγηση των µαθητών στη Φυσική Αγωγή»
Άσκηση και υγεία στην παιδική κι εφηβική ηλικία
Η τακτική φυσική δραστηριότητα έχει συνδεθεί µε συγκεκριµένα σωµατικά και ψυχολογικά οφέλη σε όλες τις ηλικίες (Sallis & Owen, 1999), ενώ η σηµασία της φυσικής αγωγής στην προαγωγή της φυσικής δραστηριότητας και της υγείας έχει τονιστεί πολλές φορές τα τελευταία 20 χρόνια (π.χ. Morrow, 1991). Στο άρθρο µε τίτλο «Τα αποτελέσµατα των παρεµβάσεων στο σχολείο για αύξηση της φυσικής δραστηριότητας σε νεαρά άτοµα: Ανασκόπηση και σύνθεση» ο αναγνώστης θα πληροφορηθεί για τη διεθνή πρακτική στον τοµέα αυτό και θα βρει µια εκτεταµένη κριτική ανάλυση στις σηµαντικότερες προσπάθειες που επιχειρήθηκαν τα τελευταία χρόνια. Οι προσπάθειες αυτές υλοποιήθηκαν σε διάφορα κράτη ανά τον κόσµο και βασίστηκαν σε διαφορετικές θεωρίες που σχετίζονται µε την ερµηνεία της ανθρώπινης συµπεριφοράς. Παρά το γεγονός ότι η αλλαγή συµπεριφοράς των ανθρώπων αποτελεί ένα κεντρικό σηµείο της έρευνας, φαίνεται ότι υπάρχουν ακόµα πολλά που δεν γνωρίζουµε. Η κατανόηση του µηχανισµού που εδραιώνει και ελέγχει τη συµπεριφορά ως προς τη φυσική δραστηριότητα θα µας βοηθήσει να δηµιουργήσουµε αποτελεσµατικά προγράµµατα πρόληψης για τα νέα άτοµα ενώ παράλληλα θα µπορέσουµε να βοηθήσουµε τους ενήλικες να γίνουν πιο δραστήριοι και να τροποποιήσουν συγκεκριµένες αρνητικές συµπεριφορές.
Η θετική επίδραση της Φυσικής Αγωγής και του αθλητισµού στην οµαλή και αρµονική φυσιολογική ανάπτυξη του παιδιού είναι τεκµηριωµένη (Sallis & Owen, 1999; Twisk, 2001). Κοινά αποδεκτή πλέον όµως είναι και η συνεισφορά της στην ψυχολογική ανάπτυξη του παιδιού, συντελώντας στη διαµόρφωση µιας πολύπλευρης και αρµονικής προσωπικότητας (Fox, 1997; Whitehead & Corbin, 1997). Στο άρθρο µε τίτλο «Ο ρόλος της άσκησης και της Φυσικής Αγωγής στη διαµόρφωση της αυτοαντίληψης στην παιδική και εφηβική ηλικία» ο αναγνώστης θα ενηµερωθεί για τις πιο πρόσφατες διεθνείς βιβλιογραφικές αναφορές, αλλά και τα αποτελέσµατα σχετικών ερευνών, τα οποία τεκµηριώνουν τη σηµαντικότητα του ρόλου της άσκησης και της Φυσικής Αγωγής, στη διαµόρφωση µιας θετικής αυτοαντίληψης του παιδιού. Η συµµετοχή σε κατάλληλα διαµορφωµένα προγράµµατα άσκησης και Φυσικής Αγωγής, στη διάρκεια της παιδικής και της εφηβικής ηλικίας, µπορεί να βοηθήσει τα παιδιά να διαµορφώσουν µια αντικειµενική εικόνα του σωµατικού εαυτού τους, να αποκτήσουν σωµατική αυτοεκτίµηση και υψηλή αντιλαµβανόµενη ικανότητα. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά θα τους επιτρέψουν να αναπτύξουν θετικές στάσεις προς την άσκηση και να βιώσουν τα ευεργετικά αποτελέσµατα της, υιοθετώντας ένα φυσικά δραστήριο τρόπο ζωής δια βίου.
Οι νέες τεχνολογίες στη Φυσική Αγωγή
Από την δεκαετία του ’80 η ευρεία κυκλοφορία και η εύκολη απόκτηση προσωπικού υπολογιστή ουσιαστικά έδωσε µια διαφορετική ώθηση σε όλες τις βαθµίδες της εκπαίδευσης, επηρεάζοντας µεταξύ άλλων και το εκπαιδευτικό έργο των καθηγητών Φυσικής Αγωγής (Martens, 1997). Στο άρθρο µε θέµα τις εφαρµογές των Νέων Τεχνολογιών στην εκπαίδευση και ειδικότερα στη διδασκαλία της φυσικής αγωγής ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να διαβάσει µια ανασκόπηση σχετικών ερευνών οι οποίες παρατίθενται µε τέτοιο τρόπο ώστε να γίνει κατανοητή κάθε πτυχή της εξέλιξης των τεχνολογιών και της επίδρασης τους στο χώρο της διδασκαλίας της φυσικής αγωγής. Σαφώς ο αναγνώστης θα έχει την δυνατότητα να καλλιεργήσει την κριτική του σκέψη και να τοποθετηθεί θετικά ή αρνητικά έναντι της χρήσης των νέων τεχνολογιών στη φυσική αγωγή. Σε αυτή τη διαδικασία βοηθούν και οι απαντήσεις που δίνονται σε ερωτήµατα όπως τι είναι οι Νέες Τεχνολογίες, πως επηρεάζουν τον κοινωνικό ιστό και κατ’ επέκταση την εκπαίδευση. Επίσης, πως και γιατί η φυσική αγωγή µπορεί να ενσωµατώσει στη διδασκαλία της τις τεχνολογικές λύσεις χωρίς να αλλοιωθεί ο σκοπός και η φυσιογνωµία του µαθήµατος. Σε γενικές γραµµές η ανάπτυξη αυτής της κριτικής σκέψης που στηρίζεται στην ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας και οι απαντήσεις στους προβληµατισµούς πουτέθηκαν προσπάθησε να ολοκληρώσει η ανασκόπηση µε θέµα «Οι Νέες Τεχνολογίες και η διδασκαλία της φυσικής αγωγής».
H διδασκαλία µε πολυµέσα παρέχει κάποια πλεονεκτήµατα σε σύγκριση µε την παραδοσιακή διδασκαλία; Η υπάρχουσα βιβλιογραφία απαντά µάλλον θετικά (Haggerty, 2000; Wiemeyer, 2000). Ωστόσο, καθώς η τεχνολογία αλλάζει κάθε µέρα τη ζωή µας, παραµένει το ερώτηµα πιθανόν σε πολλούς κατά πόσο αυτό είναι µύθος και κατά πόσο είναι αλήθεια; Σκοπός της ανασκόπησης µε τίτλο «Μαθαίνοντας µε την Τεχνολογία των Πολυµέσων – Υπόσχεση ή Πραγµατικότητα;» ήταν η ανίχνευση και η κριτική προσέγγιση των εκπαιδευτικών και µαθησιακών δυνατοτήτων που προσφέρει η διδασκαλία µε πολυµέσα στην εκπαίδευση και τη Φυσική Αγωγή. Ειδικότερα, η εργασία ξεκινά µε µια απόπειρα αναγνώρισης των πλεονεκτηµάτων και µειονεκτηµάτων της διδασκαλίας µε πολυµέσα. Στη συνέχεια αναφέρει αποτελέσµατα ερευνών που αφορούν την επίδραση της διδασκαλίας µε πολυµέσα στη µάθηση και προτείνει ένα µοντέλο ανάπτυξης εκπαιδευτικών εφαρµογών. Τέλος αναλύει και σχολιάζει τη χρησιµότητα και αξία της εν λόγω διδασκαλίας και επισηµαίνει µια σειρά από προβληµατισµούς, εκ των οποίων πολλοί εντοπίζονται στο επίπεδο της έµπρακτης χρήσης αυτών των εφαρµογών και της αποτελεσµατικής ενσωµάτωσής τους στο εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Αποτελεσµατική διδασκαλία
Σύµφωνα µε έναν ορισµό, αποτελεσµατική είναι η διδασκαλία που οδηγεί γρηγορότερα και για µεγαλύτερη διάρκεια σε στοχευµένη µάθηση (Rink, 1996). Στο άρθρο µε τίτλο «Αποτελεσµατικότητα στη φυσική αγωγή» παρουσιάζονται διάφορες ερευνητικές προσεγγίσεις στον τοµέα αυτό από τη δεκαετία του ’70. Την πιο ολοκληρωµένη εικόνα σχετικά µε τον αποτελεσµατικό διδάσκοντα και την αποτελεσµατική διδασκαλία στη φυσική αγωγή φαίνεται ότι παρέχει το οικολογικό µοντέλο έρευνας. Η κατανόηση όλων των παραµέτρων που απαρτίζουν την αποτελεσµατικότητα θα µας βοηθήσει στον καλύτερο σχεδιασµό της εκπαίδευσης των υποψηφίων καθηγητών φυσικής αγωγής στα πανεπιστηµιακά τµήµατα αλλά και στην ανάπτυξη προγραµµάτων επιµόρφωσης για το διδακτικό προσωπικό.
Αν µπορούσε κανείς να συνοψίσει όλες τις παραπάνω ανασκοπήσεις µε λίγα λόγια, θα έλεγε ότι οι παραπάνω εργασίες: α) αναδεικνύουν την ανάγκη για περισσότερη έρευνα στο χώρο των µεθόδων διδασκαλίας, τόσο αυτών που ήδη γνωρίζουµε αλλά και περαιτέρω, β) υποστηρίζουν τη χρησιµότητα των νέων τεχνολογιών στη φυσική αγωγή, γ) δίνουν άφθονα ερεθίσµατα για νέες έρευνες ιδιαίτερα όσον αφορά τις νεότερες προσεγγίσεις στο σχεδιασµό αναλυτικών προγραµµάτων, ε) αναδεικνύουν τη σηµασία της άσκησης και της φυσικής αγωγής για την υγεία των νέων γενικότερα, στ) τονίζουν τη σηµασία της έρευνας στο σχεδιασµό προγραµµάτων σπουδών των υποψήφιων καθηγητών φυσικής αγωγής από τα αντίστοιχα τµήµατα και ζ) φωτίζουν το χώρο της αξιολόγησης στη φυσική αγωγή. νέβαλαν σ’ αυτή την προσπάθεια είναι µια µικρή
Οι εργασίες που περιλαµβάνονται στο παρόν αναγνώριση της εξαιρετικής δουλειάς που επιτέλεειδικό τεύχος προέρχονται από µια εξαντλητική δια-σαν, του χρόνου και του κόπου που επένδυσαν δικασία κρίσης την οποία ακολουθεί η Επιστηµο-προκειµένου να συνεισφέρουν το έργο τους στην νική Επιτροπή του περιοδικού. Η ευθύνη για τη δια-επιστηµονική κοινότητα της χώρας µας. Είµαι σίσφάλιση των κριτηρίων αυτών εναπόκειται στον γουρος ότι το παρόν τεύχος, αλλά και όσα ακολουυπεύθυνο σύνταξης, στη διαχείριση κι επιµέλεια της θήσουν µελλοντικά, θα αποτελέσουν σηµαντικό σηέκδοσης, στον επιµελητή του ειδικού τεύχους, των µείο αναφοράς για τους ερευνητές, τους φοιτητές κριτών και προπάντων στους ίδιους τους συγγρα-κάθε επιπέδου καθώς και τους εκπαιδευτικούς της φείς. Οι θερµές ευχαριστίες προς όλους όσους συ-χώρας µας στα χρόνια που έρχονται.
Βιβλιογραφία
Danish, S. J. (1996). Learning life skills through sports. The APA Monitor, 27, 10.
Danish, S. J., & Nellen, C. V. (1997). New roles for sport psychologist: Teaching life skills through sport. Quest, 49, 100-113.
Danish, S. J., & Hale, B. D. (1983). Sport psychology: Teaching skills to athletes and to at-risk youth. Quest, 49, 100-113.
∆ηµητρόπουλος, Ε. (1998). Εκπαιδευτική Αξιολόγηση. Η Αξιολόγηση της Εκπαίδευσης και του Εκπαιδευτικού Έργου. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
∆ηµητρόπουλος, Ε. (1999). Εκπαιδευτική Αξιολόγηση. Η Αξιολόγηση του Μαθητή. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
Eurofit (1988). European Tests of Physical Fitness. Rome, Italy: Council of Europe, Committee for the Development of Sport.
Gibbons, S., Ebbeck, V., & Weiss, M. (1995). Fair play for kids: Effects on the moral development of children in physical education. Research Quarterly for Exercise and Sport Physical Education, Recreation and Dance, 66, 247-255.
Goleman, D. (1998). Η συναισθηµατική νοηµοσύνη. (µετάφραση: Α. Παπασταύρου). Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράµµατα.
Fox, K.R. (1997). The physical self and processes in self-esteem development. In K.R. Fox (Εd)., The Physical Self: From Motivation to Well-Being, (pp. 111 – 139). Champaign, IL: Human Kinetics.
Haggerty, T. (2000). Is multimedia learning good exercise for the mind? In A. Baca (Ed.), Computer Science in Sport II (pp. 13 – 33). Vienna: Verlagsgmbh.
Hansen, D., Stoll, S. K., Beller, J. (2000). Fair play everyday: A sportsmanship training program for coaches. Research Quartely for Exercise and Sport Supplement, 71, A-101.
Martens, R. (1997). Introduction to Technology in Kinesiology and Physical Education. Quest, 49, 251-253.
Ματσαγγούρας, Η. (2002). Η διαθεµατικότητα στη σχολική γνώση. Εννοικεντρική αναπλαισίωση και σχέδια εργασίας. Αθήνα: Εκδόσεις Γρηγόρη.
Morrow, J. (1991). Physical education’s role in the public health: Review and commentary. Research Quarterly for Exercise and Sport, 62, 123-162.
Mosston M. (1966). Teaching Physical Education from Command to Discovery. Columbus, OH: Charles
E. Merrill Publishers.
Mosston, M., & Ashworth, S. (2002). Teaching Physical Education (5th edition). San Fransisco: Benjamin Cummings.
Rink, J.E. (1996). Effective instruction in Physical Education. In S.J. Silverman & C.D. Ennis (Eds.), Student learning in Physical Education. Applying research to enhance instruction (pp. 171-198). Champaign, IL: Human Kinetics.
Sallis, F. J., & Owen, N. (1999). Physical Activity and Behavioral Medicine. London: Sage Publications.
Shields, D., & Bredemeier, B. (1995). Character development and physical activity. Champaign, IL: Human Kinetics.
Taylor, C. (1993). Multikulturalismus und die Politik der Anerkennung. Frankfurt/M.: Fischer.
Twisk, J. W. R. (2001). Physical activity guidelines for children and adolescents. A critical review. Sports Medicine, 31, 617-627.
Weinert F. & Kluwe R. (1987). Metacognition, Motivation, and Understanding. Hillsdate, NJ: Erlbaum.
Whitehead, J.R., and Corbin, C.B. (1997). Self-esteem in children and youth: The role of sport and Physical Education. In The physical self: From motivation to well-being, (Εd). K.R. Fox, (pp175-203). Champaign, IL: Human Kinetics.
Wiemeyer, J. (2000). Animation and simulation in sport science education – examples and evaluation. In A. Baca (Ed.), Computer Science in Sport (pp308-314). Vienna: Verlagsgmbh.