ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΟΡΘΟΥ
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ
Όπως όλα τα όργανα του σώματος , έτσι και το παχύ έντερο και το ορθό αποτελείται από πολλά διαφορετικά κύτταρα. Φυσιολογικά τα κύτταρα διαιρούνται για να δημιουργήσουν νέα κύτταρα μόνο όταν ο οργανισμός τα χρειάζεται. Αυτή η ελεγχόμενη διαδικασία μας βοηθάει να διατηρούμαστε υγιείς.
Εάν τα κύτταρα συνεχίζουν να διαιρούνται χωρίς ο οργανισμός να τα χρειάζεται, τότε δημιουργείται ένας όγκος. Ο όγκος αυτός ανάλογα με την περίσταση μπορεί να είναι καλοήθης ή κακοήθης.
Οι καλοήθεις όγκοι δεν είναι καρκίνος. Μπορούν εύκολα να αφαιρεθούν και δεν επανεμφανίζονται. Το σημαντικότερο είναι ότι τα κύτταρά τους δεν μπορούν να διασπαρούν σε άλλα σημεία του σώματος και να δημιουργήσουν μεταστάσεις. Οι καλοήθεις όγκοι σχεδόν ποτέ δεν απειλούν την ζωή του ασθενούς.
Οι κακοήθεις όγκοι είναι αυτό που ονομάζουμε καρκίνος. Τα καρκινικά κύτταρα μπορούν να διηθήσουν και να βλάψουν ιστούς και άλλα παρακείμενα όργανα κοντά στον όγκο. Επίσης μπορούν να διαφύγουν από τον κύριο όγκο και να διασπαρούν στο υπόλοιπο σώμα μέσω της αιματικής ή της λεμφικής κυκλοφορίας. Εάν αυτά τα κύτταρα βρουν πρόσφορο έδαφος σε κάποιο άλλο σημείο του σώματος και αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται τότε δημιουργείται μία μετάσταση.
Με την διασπορά του όγκου σε κάποιο άλλο όργανο του σώματος, ο καινούριος μεταστατικός όγκος έχει τον ίδιο τύπο κυττάρων με τον αρχικό και την ίδια ταυτότητα. Για παράδειγμα εάν κάποιος καρκίνος παχέος εντέρου δώσει μεταστάσεις στο ήπαρ, τα κύτταρα των μεταστάσεων είναι κύτταρα παχέος εντέρου. Τότε η κατάσταση είναι μεταστατικός καρκίνος παχέος εντέρου και όχι καρκίνος ήπατος.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ
Το κόλον είναι το προτελευταίο τμήμα του γαστρεντερικού σωλήνα στο οποίο αποθηκεύονται και προωθούνται προς την έξοδο τα απόβλητα των τροφών μετά την διαδικασία της πέψης, δηλαδή τα κόπρανα. Το ορθό είναι το τελικό τμήμα πριν από τον πρωκτό και μαζί με το κόλον αποτελούν αυτό που ονομάζουμε παχύ έντερο. Οι όγκοι του παχέος εντέρου ξεκινούν από την εσωτερική του επιφάνεια συνήθως. Οι καλοήθεις όγκοι ονομάζονται πολύποδες ενώ οι κακοήθεις όγκοι λέγονται καρκίνοι.
Οι καλοήθεις πολύποδες δεν διηθούν γειτονικά όργανα, ούτε διασπείρονται σε άλλα όργανα του σώματος. Μπορούν να αφαιρεθούν συνήθως πολύ εύκολα κατά την κολονοσκόπηση και δεν θέτουν σε κίνδυνο την ζωή του ασθενούς. Εάν οι καλοήθεις πολύποδες δεν αφαιρεθούν εγκαίρως μπορεί να γίνουν καρκίνους με τον καιρό. Οι περισσότεροι καρκίνοι του παχέος εντέρου θεωρούνται ότι προέρχονται από καλοήθεις πολύποδες. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου και του ορθού μπορεί να διηθήσει και να βλάψει γειτονικά όργανα ή μπορεί να ξεφύγει από το έντερο και να δημιουργήσει μεταστάσεις στο συκώτι, στους πνεύμονες ή σε άλλα όργανα του σώματος.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου και του ορθού είναι παγκόσμια ο τρίτος σε συχνότητα στους άντρες και ο τέταρτος στις γυναίκες. Η συχνότητά του διαφέρει από χώρα σε χώρα, είναι συχνότερος στις Δυτικές κοινωνίες ενώ είναι πιο σπάνιος στις Ασιατικές και Αφρικανικές χώρες. Επίσης οι Ανατολικοί λαοί που έχουν υιοθετήσει δυτικού τύπου διατροφή, δείχνουν να έχουν αύξηση στα ποσοστά αυτού του καρκίνου.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
O καρκίνος του παχέος εντέρου έχει επιβεβαιωθεί ότι δεν είναι μεταδοτική νόσος. Mερικοί άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες από άλλους να αναπτύξουν καρκίνο παχέος εντέρου. Οι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο ενός ασθενούς να αναπτύξει καρκίνο παχέος εντέρου είναι :
Η υψηλή περιεκτικότητα των τροφών σε λίπος, το οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου ή πολυπόδων, η παρουσία πολυπόδων στο ίδιο άτομο στο παχύ έντερο, και η χρόνια ελκώδης κολίτις.
ΔΙΑΙΤΑ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
Oι δίαιτες που είναι πλούσιες σε λιπαρά πιστεύεται ότι προδιαθέτουν στην ανάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Σε χώρες με υψηλή συχνότητα καρκίνου, η κατανάλωση τροφών πλούσιων σε λίπη, είναι συνήθως πολύ πιο υψηλή απ ότι σε χώρες με χαμηλές συχνότητες καρκίνου. Πιστεύεται ότι τα προϊόντα αποδόμησης του λίπους παράγουν μέσα στο έντερο χημικά καρκινογόνα. Οι δίαιτες που είναι πλούσιες σε λαχανικά και σε φυτικές ίνες όπως το μαύρο ψωμί και τα δημητριακά μπορούν να απαλλάξουν το έντερο από αυτά τα καρκινογόνα και βοηθούν να μειωθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου.
ΠΟΛΥΠΟΔΕΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ
Είναι γενικά αποδεκτό ότι οι περισσότεροι καρκίνοι στο παχύ έντερο αναπτύσσονται σε έδαφος πολυπόδων. Οι πολύποδες στο παχύ έντερο αναπτύσσονται όταν χρωμοσωμικές βλάβες παρουσιάζονται στα κύτταρα του βλεννογόνου του παχέος εντέρου. Τα χρωμοσώματα περιέχουν γενετική πληροφορία η οποία κληρονομείται από τον κάθε ένα γονέα. Φυσιολογικά, τα υγιή χρωμοσώματα ελέγχουν τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων και τον διατηρούν σε ελεγχόμενα επίπεδα. Όταν συμβούν βλάβες στα χρωμοσώματα, ο κυτταρικός πολλαπλασιασμός γίνεται ανεξέλεγκτος, και σαν αποτέλεσμα έχουμε την ανάπτυξη περίσσειας ιστού (πολύποδες). Οι εντερικοί πολύποδες αρχικά είναι καλοήθεις. Με τα χρόνια, οι καλοήθεις πολύποδες μπορούν να υποστούν πρόσθετες χρωμοσωμικές ανωμαλίες και να μεταλλαχθούν σε καρκινικούς.
ΕΛΚΩΔΗΣ ΚΟΛΙΤΙΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
Η χρονία ελκώδης κολίτις προκαλεί διαρκή φλεγμονή του βλεννογόνου του παχέος εντέρου. Ο κίνδυνος της ανάπτυξης καρκίνου είναι μεγαλύτερος από τον μέσο όρο για ασθενείς με χρόνια ελκώδη κολίτιδα που διαρκεί πολλά χρόνια. Ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου σ’ αυτούς τους ασθενείς αυξάνει σημαντικά μετά τα 10 χρόνια νόσου.
ΓΕΝΕΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ
Παρότι το γενετικό υπόστρωμα ενός ατόμου είναι πολύ σημαντικός παράγων στον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου, ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου σε 1ου βαθμού συγγενείς ασθενών με καρκίνο είναι περίπου 18% ( τριπλάσιος κίνδυνος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό). Αν και το οικογενειακό ιστορικό είναι σημαντικός παράγοντας η πλειονότητα (80%) των καρκίνων παρουσιάζονται σποραδικά σε ανθρώπους που δεν είχαν ιστορικό στην οικογένειά τους. Περίπου 20% των ασθενών με καρκίνο έχουν κάποια οικογενειακή προδιάθεση.5% των καρκίνων παχέος εντέρου οφείλονται σε κληρονομούμενα σύνδρομα.
Tα κληρονομούμενα αυτά σύνδρομα είναι διαταραχές στις οποίες τα άτομα που νοσούν έχουν κληρονομήσει γενετικές διαταραχές από έναν ή και τους δύο γονείς.
Τα χρωμοσώματα περιέχουν γενετική πληροφορία και οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες μπορούν να δημιουργήσουν τις γενετικές βλάβες οι οποίες οδηγούν στη δημιουργία πολυπόδων παχέος εντέρου και αργότερα στη δημιουργία καρκίνου. Στις περιπτώσεις σποραδικών πολυπόδων και καρκίνου (πολύποδες και καρκίνοι οι οποίοι αναπτύσσονται χωρίς την παρουσία οικογενειακού ιστορικού), οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες είναι επίκτητες (αναπτύσσονται σε ένα κύτταρο στη διάρκεια της ενηλίκου ζωής). Τα προβληματικά χρωμοσώματα μπορούν να βρεθούν μόνο στούς πολύποδες και στούς καρκίνους που αναπτύσσονται από αυτό το κύτταρο. Όμως στα κληρονομούμενα σύνδρομα καρκίνου, οι χρωμοσωμικές ανωμαλίες κληρονομούνται κατά τη γέννηση και είναι παρούσες σε κάθε κύτταρο του σώματος.Οι ασθενείς που έχουν κληρονομικά σύνδρομα καρκίνου, βρίσκονται σε κίνδυνο να αναπτύξουν μεγάλο αριθμό πολυπόδων, συνήθως σε νεαρή ηλικία, και παρουσιάζουν πολύ υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο παχέος εντέρου νωρίς στη ζωή, ενώ επίσης είναι σε κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο και σε άλλα όργανα.
Η οικογενής πολυποδίαση είναι ένα σύνδρομο κληρονομούμενου καρκίνου παχέος εντέρου, στο οποίο τα μέλη της οικογένειας θα αναπτύξουν πολυάριθμους πολύποδες (εκατοντάδες, μερικές φορές χιλιάδες) και ξεκινάει συνήθως στην ηλικία της εφηβείας. Αν η κατάσταση αυτή δεν ανακαλυφθεί εγκαίρως και θεραπευτεί (η θεραπεία αφορά ολική αφαίρεση του παχέος εντέρου), τότε ένα τέτοιο άτομο είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα αναπτύξει καρκίνο παχέος εντέρου από αυτούς τους πολύποδες. Οι καρκίνοι σ’ αυτά τα άτομα συνήθως αναπτύσσονται στη δεκαετία των 40. Αυτοί οι ασθενείς είναι επίσης σε υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν άλλα είδη καρκίνου όπως καρκίνο του θυρεοειδούς, του στομάχου, και της ληκύθου του Vater (το σημείο στο οποίο εκβάλλει η χολή από το συκώτι στο δωδεκαδάκτυλο).
Η ήπια μορφή οικογενούς πολυποδίασης είναι μία ελαφρότερη παραλλαγή της κλασικής οικογενούς πολυποδίασης. Τα άτομα που νοσούν αναπτύσσουν λιγότερο από 100 πολύποδες στο παχύ έντερο. Παρόλα αυτά συνεχίζουν να βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου παχέος εντέρου σε νεαρή ηλικία. Επίσης παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο να έχουν γαστρικούς ή δωδεκαδακτυλικούς πολύποδες.
Ο κληρονομικός μη πολυπογενής καρκίνος παχέος εντέρου είναι ένα σύνδρομο κληρονομούμενου καρκίνου παχέος εντέρου στο οποίο τα νοσούντα άτομα της οικογένειας αναπτύσσουν πολύποδες και καρκίνο, συνήθως στο δεξιό κόλον, σε νεαρές ηλικίες των 30 και των 40. Ορισμένοι απ’ αυτούς τους ασθενείς είναι επίσης σε κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο της μήτρας, του στομάχου, των ωοθηκών και καρκίνους των ουρητήρων (τα σωληνάκια τα οποία συνδέουν τους νεφρούς με την ουροδόχο κύστη), επίσης των χοληφόρων (τα σωληνάκια τα οποία αποχετεύουν τη χολή από το ήπαρ στο λεπτό έντερο).
ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
Τα συμπτώματα του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι πολυάριθμα και μη ειδικά. Εύκολη κόπωση, αδυναμία, αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου, διάρροια ή δυσκοιλιότητα, ερυθρό ή σκούρο αίμα στα κόπρανα, απώλεια βάρους, κοιλιακά άλγη, κωλικοί, φούσκωμα. Πολλές άλλες καταστάσεις μπορούν να μιμηθούν τα ίδια συμπτώματα όπως τα σύνδρομα ευερέθιστου εντέρου (σπαστική κολίτιδα), η ελκώδης κολίτις, η νόσος Crohn, η εκκολπωμάτωση, και το έλκος του στομάχου.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου μπορεί να υπάρχει για αρκετά χρόνια πριν δώσει συμπτώματα. Τα συμπτώματα ποικίλλουν ανάλογα με το που εντοπίζεται μέσα στο παχύ έντερο. Οι καρκίνοι του δεξιού κόλου είναι συνήθως ασυμπτωματικοί και μπορεί να αναπτυχθούν σε μεγάλο μέγεθος πριν προκαλέσουν το οποιοδήποτε κοιλιακό σύμπτωμα. Τυπικά, οι καρκίνοι του δεξιού κόλου προκαλούν σιδηροπενική αναιμία λόγω σιωπηρής απώλειας αίματος στα κόπρανα στη διάρκεια αρκετών μηνών ή και ετών. Η σιδηροπενική αναιμία προκαλεί εύκολη κόπωση, αδυναμία, και δυσκολία στην αναπνοή. Το αριστερό κόλον είναι πιο στενό από το δεξιό κόλον. Γι’ αυτό, οι καρκίνοι του αριστερού κόλου είναι πιο επιρρεπείς στο να προκαλέσουν ατελή ή και πλήρη απόφραξη του εντέρου. Οι καρκίνοι που προκαλούν ατελή εντερική απόφραξη δίνουν συμπτώματα δυσκοιλότητας, διάρροιας, κοιλιακού άλγους, κωλικών, και φουσκώματος. Το ζωηρό κόκκινο αίμα στα κόπρανα μπορεί επίσης να είναι ένδειξη ανάπτυξης καρκίνου κοντά στο τέλος του εντερικού σωλήνα ή στο ορθό.
ΠΟΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΔΙΑΓΝΩΣΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
Όταν υποψιαζόμαστε καρκίνο παχέος εντέρου, πρέπει να γίνει βαριούχος υποκλυσμός ή κολονοσκόπηση για να επιβεβαιωθεί και να εντοπισθεί η θέση του όγκου.
Ο βαριούχος υποκλυσμός είναι μια σειρά ακτινογραφιών της κοιλιάς του ασθενούς μετά την πλήρωση του παχέος εντέρου με ένα λευκό υγρό το οποίο περιέχει σκιαγραφικό βάριο. Το βάριο επαλείφει το παχύ έντερο και σκιαγραφεί την εσωτερική του επιφάνεια στις ακτινογραφίες. Ο καρκίνος παρουσιάζεται σαν έλλειμμα σκιαγράφησης στον αυλό του παχέος εντέρου.
Η κολονοσκόπηση είναι μία διαδικασία κατά την οποία ο γιατρός εισάγει ένα εύκαμπτο ενδοσκόπιο διά μέσου του ορθού στο παχύ έντερο και ελέγχει μέσω μιας κάμερας το εσωτερικό ολοκλήρου του παχέος εντέρου. Η κολονοσκόπηση γενικά θεωρείται πιο ακριβής από τον βαριούχο υποκλυσμό, ιδιαιτέρως στη διάγνωση μικρών πολυπόδων. Εάν ανακαλυφθούν πολύποδες, τότε συνήθως αφαιρούνται δια μέσου του κολονοσκοπίου και στέλνονται για ιστολογική εξέταση. Ο παθολογοανατόμος εξετάζει τον πολύποδα μικροσκοπικά για να ανακαλύψει την ύπαρξη ή όχι καρκίνου. Ενώ η πλειονότητα των πολυπόδων που αφαιρούνται με την κολονοσκόπηση είναι καλοήθεις, πολλοί είναι προκαρκινικοί. Η αφαίρεση των προκαρκινικών πολυπόδων απαλλάσσει το άτομο από τον κίνδυνο μεταγενέστερης ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου.
Εάν στη διάρκεια της κολονοσκόπησης ανακαλυφθεί καρκινικός όγκος, στέλνονται δείγματα του ιστού για ιστολογική εξέταση για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση. Μετά την ιστολογική επιβεβαίωση γίνονται εξετάσεις σταδιοποίησης για να καθοριστεί εάν ο καρκίνος έχει επεκταθεί σε άλλα όργανα. Καθώς ο καρκίνος του παχέος εντέρου έχει την τάση να μεθίσταται στο συκώτι ή στούς πνεύμονες, οι εξετάσεις σταδιοποίησης που γίνονται συνήθως είναι η ακτινογραφία θώρακος, το υπερηχογράφημα, η αξονική τομογραφία θώρακος και κοιλίας.
Μερικές φορές ο γιατρός παίρνει εξέταση αίματος για να ελέγξει το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA). Το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο είναι μία ουσία η οποία παράγεται από μερικά καρκινικά κύτταρα. Μερικές φορές βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε ασθενούς με καρκίνο παχέος εντέρου, ιδιαιτέρως εάν η νόσος είναι εκτεταμένη.
ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ
Δυστυχώς ο καρκίνος του παχέος εντέρου μπορεί να εξελιχθεί αρκετά χωρίς να δώσει συμπτώματα. Η καλύτερη πρόληψή του είναι η έγκαιρη διάγνωση και αφαίρεση των προκαρκινικών πολυπόδων πριν αυτοί εξελιχθούν σε καρκινωματώδεις. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου έχει αναπτυχθεί καρκίνος, η έγκαιρη διάγνωση αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες ίασης με την αφαίρεση του όγκου πριν αυτός επεκταθεί σε άλλα όργανα. Πολλές οργανώσεις υγείας διεθνώς έχουν προτείνει κατευθυντήριες οδηγίες για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού:
Δακτυλική εξέταση ορθού και εξέταση κοπράνων
Γενικότερα ισχύει ότι κάθε άνθρωπος άνω των 40 θα πρέπει ετησίως να κάνει δακτυλική εξέταση ορθού και εξέταση κοπράνων για αίμα (occult test). Στην δακτυλική ελέγχεται το εσωτερικό του ορθού για ανάπτυξη όγκων και εξετάζεται και ο προστάτης.
Οι όγκοι του παχέος εντέρου και του ορθού έχουν την τάση να αιμορραγούν αργά χωρίς να φαίνεται η ύπαρξη του αίματος στα κόπρανα με γυμνό μάτι. Με το occult test ελέγχονται τρία δείγματα κοπράνων τα οποία απλώνονται πάνω σε ένα ειδικό αντιδραστήριο το οποίο αλλάζει χρώμα στην παρουσία αιμοσφαιρίνης. Ένα άτομο με θετικό τεστ έχει 30-45% πιθανότητα να έχει κάποιον πολύποδα και 3-5% πιθανότητα να έχει καρκίνο. Οι καρκίνοι που ανακαλύπτονται έτσι συνήθως είναι σε πρώιμα στάδια και έχουν την καλύτερη πρόγνωση.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η ανεύρεση αίματος στα κόπρανα δεν σημαίνει ότι υπάρχει και καρκίνος, όμως θα πρέπει να ακολουθούν άλλες πιο εξειδικευμένες εξετάσεις, όπως ο βαριούχος υποκλυσμός και η κολονοσκόπηση.
Επίσης πολύ σημαντικό είναι να θυμόμαστε ότι η μη ανεύρεση αίματος στα κόπρανα δεν αποκλείει την πιθανότητα ύπαρξης καρκίνου. Τουλάσχιστον 20% των καρκίνων και πολύ περισσότερο των πολυπόδων παχέος εντέρου και ορθού διαφεύγουν τη διάγνωση, με την εξέταση κοπράνων για αίμα. Γι’ αυτό στους ασθενείς με υποψία για ύπαρξη όγκων, ή σε αυτούς που έχουν επιβαρυμένο κληρονομικό ιστορικό, ακόμα και αν η εξέταση κοπράνων είναι αρνητική, προχωρούμε σε κολονοσκόπηση.
Σιγμοειδοσκόπηση και ολική κολονοσκόπηση
Από την ηλικία των 50 πρέπει να γίνεται προληπτικά μία σιγμοειδοσκόπηση και να επαναλαμβάνεται κάθε 3-5 χρόνια. Η εξέταση γίνεται με ένα έυκαμπτο λεπτό όργανο σαν ελαστικός σωλήνας μέσω του οποίου ελέγχεται το κατώτερο τμήμα του παχέος εντέρου. Η συστηματική εφαρμογή της σιγμοειδοσκόπησης ως προληπτικός έλεγχος έχει μειώσει σημαντικά την θνησιμότητα από τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού, λόγω ανεύρεσης και αντιμετώπισης πολλών προκαρκινικών πολυπόδων ή αρχόμενων καρκίνων, σε ασυμπτωματικούς ασθενείς. Εάν ανακαλυφθεί με την σιγμοειδοσκόπηση κάποιος πολύποδας ή καρκίνος τότε πρέπει να ακολουθήσει ολική κολονοσκόπηση. Η πλειονότητα των πολυπόδων του εντέρου μπορούν να αφαιρεθούν πλήρως με την κολονοσκόπηση και δεν χρειάζονται χειρουργική επέμβαση.
Τελευταία ο προληπτικός έλεγχος από την ηλικία των 50 τείνει να γίνεται με ολική κολονοσκόπηση παρά με σιγμοειδοσκόπηση.
Οι ασθενείς που βρίσκονται σε μεγαλύτερο από τον γενικό πληθυσμό κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου παχέος εντέρου και ορθού, πρέπει να ξεκινήσουν κολονοσκοπικό έλεγχο πριν την ηλικία των 50. Για παράδειγμα για τους ασθενείς με οικογενειακό ιστορικό καρκίνου σε συγγενή α΄βαθμού, ο προληπτικός κολονοσκοπικός έλεγχος πρέπει να ξεκινάει 10 χρόνια πριν από την ηλικία στην οποία ανακαλύφθηκε ο καρκίνος, ή 5 χρόνια νωρίτερα από την ηλικία στην οποία ανακαλύφθηκε κάποιος προκαρκινικός πολύποδας στον συγγενή. Οι ασθενείς με κληρονομικά σύνδρομα όπως η οικογενής πολυποδίαση (FAP ή AFAP) και άλλα (MYH, HNPCC) πρέπει να ξεκινούν τον κολονοσκοπικό έλεγχο σε μικρότερες ηλικίες. Για παράδειγμα στην οικογενή πολυποδίαση ο έλεγχος πρέπει να ξεκινάει στην ηλικία της εφηβίας. Επίσης περιοδικό προληπτικό έλεγχο πρέπει να κάνουν οι ασθενείς που έχουν παρουσιάσει στο παρελθόν πολύποδες ή καρκίνο παχέος εντέρου ή με ιστορικό ελκώδους κολίτιδος που διαρκεί πάνω από 10 έτη.
Γενετικός έλεγχος και καθοδήγηση
Σήμερα υπάρχουν εξειδικευμένες εργαστηριακές εξετάσεις διάγνωσης για τα κληρονομικά σύνδρομα καρκίνου παχέος εντέρου και ορθού (FAP, AFAP, MYH, HNPCC). Οι οικογένειες με επίπτωση καρκίνου σε περισσότερα του ενός μέλη ή με εμφάνιση καρκίνου σε νεαρές ηλικίες, οι α΄βαθμού συγγενείς ασθενών με πολλαπλή πολυποδίαση ή καρκίνους μήτρας, ουρητήρων, δωδεκαδακτύλου κλπ θα πρέπει να οδηγούνται σε εξέταση από ειδικό και πιθανόν σε ειδικές γονιδιακές εξετάσεις. Οι εξετάσεις αυτές δεν θα πρέπει να γίνονται χωρίς την επίβλεψη ειδικού, επειδή η αποκωδικοποίησή τους απαιτεί εμπειρία.
Ο γενετικός έλεγχος και η καθοδήγηση έχουν τρία σημαντικά αποτελέσματα:
1) Η ανακάλυψη ατόμων της οικογένειας με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου παχέος εντέρου και η έγκαιρη έναρξη προληπτικού ελέγχου με κολονοσκοπήσεις.
2) Η ανακάλυψη ατόμων με αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνων σε άλλα όργανα (μήτρα, ουρητήρες, στομάχι, δωδεκαδάκτυλο) και η ένταξή τους σε πρόγραμμα προληπτικού ελέγχου.
3) Η απάλειψη του άγχους από τα άτομα που έχουν αρνητικό έλεγχο.
ΔΙΑΙΤΗΤΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΚΑΙ ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΟΡΘΟΥ
Είναι γενικότερη παραδοχή ότι οι διαιτητικές συνήθειες έχουν σχέση με την ανάπτυξη του καρκίνου του παχέος εντέρου και ορθού. Η καλύτερη διατροφή είναι αυτή που περιέχει άφθονες φυτικές ίνες και χαμηλά λιπαρά. Οι φυτικές ίνες δημιουργούν ογκώδη κόπρανα και αυξάνουν την ταχύτητα αποβολής τους από το έντερο, με αποτέλεσμα οι καρκινογόνες ουσίες που κυκλοφορούν με τα κόπρανα, να αλληλεπιδρούν λιγότερο και να βλάπτουν λιγότερο τον εντερικό βλεννογόνο.
ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΝΔΕΙΚΝΥΟΜΕΝΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΚΑΙ Η ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ?
Η χειρουργική επέμβαση είναι η κύρια αντιμετώπιση για τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού. Κατά την επέμβαση μαζί με τον όγκο αφαιρείται και ένα τμήμα παχέος εντέρου και γίνεται και λεμφαδενικός καθαρισμός. Ακολούθως αναστομώνονται τα υγιή τμήματα του παχέος εντέρου και αποκαθίσταται η συνέχεια του πεπτικού. Σε ασθενείς με καρκίνο ορθού πολύ χαμηλά προς τον πρωκτό πρέπει να αφαιρεθεί και το ορθό εξ ολοκλήρου και να γίνει κολοστομία ( παρά φύση έδρα). Σε οριακές καταστάσεις που μπορεί να διατηρηθούν οι σφιγκτήρες του εντέρου μπορεί να γίνει η λεγόμενη πολύ χαμήλη πρόσθια εκτομή του ορθού.
Η μελοντική πρόγνωση μετά από μία κολεκτομή εξαρτάται από το εάν ο καρκίνος την στιγμή της επέμβασης έχει επεκταθεί σε άλλα όργανα, έχει κάνει δηλαδή μεταστάσεις. Ο κίνδυνος για μετάσταση είναι αναλογικά μεγαλύτερος όσο πιο βαθειά έχει διηθήσει ο καρκίνος το τοίχωμα του εντέρου. Έτσι σε ασθενείς όπου ο καρκίνος είναι αρχόμενος και δεν διεισδύει βαθειά στο εντερικό τοίχωμα, η χειρουργική επέμβαση είναι συνήθως η μόνη απαιτούμενη θεραπεία και η μακρά επιβίωση, ουσιαστικά η ίαση όπως λέμε, ξεπερνάει το 80%.
Σε μερικούς ασθενείς που την στιγμή του χειρουργείου δεν εμφανίζουν απομακρυσμένες μεταστάσεις, όμως έχουν καρκίνο που διεισδύει βαθειά στο τοίχωμα του εντέρου ή έχει καταλάβει τους γειτονικούς λεμφαδένες, υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανιστεί πάλι ο καρκίνος τοπικά ή να κάνει μελλοντικά μεταστάσεις. Γι’ αυτό στους ασθενείς αυτούς κάνουμε χημειοθεραπεία, η οποία μειώνει τις υποτροπές των καρκίνων και βελτιώνει την επιβίωση των ασθενών.
Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιεί φάρμακα που σκοτώνουν τα καρκίνικά κύτταρα. Είναι συστηματική θεραπεία, το οποίο σημαίνει ότι τα φάρμακα αυτά κυκλοφορούν σε όλο το σώμα του ασθενούς και καταστρέφουν τα καρκινικά κύτταρα οπουδήποτε στο σώμα.
Μετά από μία επέμβαση για καρκίνο παχέος εντέρου, μπορεί να παραμείνουν στον οργανισμό καρκινικά κύτταρα τα οποία έχουν φύγει από το έντερο αλλά δεν έχουν αναπτύξει εμφανείς μεταστάσεις. Τότε σύντομα μετά από το χειρουργείο πρέπει να ξεκινήσει προληπτική χημειοθεραπεία, η οποία θα σκοτώσει αυτά τα μικροσκοπικά καρκινικά κύτταρα. Αυτού του είδους η χημειοθεραπεία ονομάζεται συμπληρωματική. Πρόσφατες μελέτες έχουν αποδείξει ότι στούς ασθενείς οι οποίοι υποβλήθηκαν σε συμπληρωματική χημειοθεραπεία μέσα σε διάστημα 5 εβδομάδων από την επέμβαση, υπήρχαν αυξημένα ποσοστά επιβίωσης και μειωμένα ποσοστά υποτροπής του όγκου. Το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο φάρμακο στη χημειοθεραπεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού είναι η 5-φθοριοουρακίλη. Η χημειοθεραπεία γίνεται συνήθως στο νοσοκομείο και είτε χρειάζεται νοσηλεία του ασθενούς είτε μπορεί να γίνει με παραμονή λίγων ωρών στο θάλαμο βραχείας νοσηλείας. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου χρησιμοποιούμε σκευάσματα χημειοθεραπείας και στο σπίτι με από του στόματος λήψη. Συνήθως ακολουθούνται κύκλοι χημειοθεραπειών, οι οποίοι διακόπτονται από ενδιάμεσα διαστήματα ανάρρωσης.
Οι παρενέργειες της χημειοθεραπείας ποικίλουν από ασθενή σε ασθενή και σχετίζονται με τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται. Τα σύγχρονα χημειοθεραπευτικά σκευάσματα είναι συνήθως καλώς ανεκτά και οι παρενέργειες είναι εύκολα αντιμετωπίσιμες. Σε γενικές γραμμές, τα αντικαρκινικά σκευάσματα καταστρέφουν κύτταρα τα οποία πολλαπλασιάζονται και διαιρούνται ταχύτατα. Για το λόγο αυτό από τη χημειοθεραπεία επηρεάζονται εκτός των καρκινικών κυττάρων και τα κύτταρα του αίματος και κάποια άλλα. Οι πιο συχνές παρενέργειες είναι η αναιμία, η αδυναμία, οι εύκολοι μωλωπισμοί του δέρματος, και η χαμηλή αντίσταση του ανοσοποιητικού συστήματος. Επίσης τα κύτταρα των θυλάκων των τριχών και του βλεννογόνου του εντέρου πολλαπλασιάζονται ταχύτατα και επηρρεάζονται εύκολα από τα χημειοθεραπευτικά φάρμακα. Γι’ αυτό η χημειοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει απώλεια των μαλλιών, έλκη στην στοματική κοιλότητα, ναυτία, εμέτους και διάρροιες.
Η ακτινοθεραπεία στην αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού, έχει θέση μόνο στην περίπτωση του καρκίνου στο ορθό. Έχει βρεθεί ότι η προεγχειρητική ή μετεγχειρητική ακτινοθεραπεία στο ορθό, μειώνει σημαντικά την πιθανότητα τοπικών υποτροπών της νόσου. Η πιθανότητα τοπικής υποτροπής στον καρκίνο του ορθού χωρίς ακτινοθεραπεία, φτάνει μέχρι και 50% μετά το χειρουργείο. Με την ακτινοθεραπεία αυτό το ποσοστό μειώνεται στο 7%.
Οι παρενέργειες της ακτινοθεραπείας είναι η καταβολή, η προσωρινή ή μόνιμη απώλεια των τριχών της περιοχής και η ακτινική δερματίτιδα.
Η εκλεκτική χημειοθεραπεία του ήπατος σε περιπτώσεις ηπατικών μεταστάσεων είναι μιά άλλη μέθοδος που χρησιμοποιείται στην αντιμετώπιση προχωρημένων μεταστατικών καρκίνων στο ήπαρ. Σ΄αυτή την περίπτωση τοποθετείται μια αντλία στην αρτηρία που αιματώνει το ήπαρ, την ηπατική αρτηρία, και εγχέεται χημειοθεραπευτικό κατ΄ευθείαν στο όργανο στόχος, χωρίς το φάρμακο να περνάει από την συστηματική κυκλοφορία και να δημιουργεί σοβαρές παρενέργειες. Τα ποσοστά ανταπόκρισης σ΄αυτές τις μορφές θεραπείας μπορεί να φτάνουν και το 80%.
Η χρήση μονοκλωνικών αντισωμάτων εναντίον καρκινικών κυττάρων είναι μια άλλη συγχρονη μορφή θεραπείας, η οποία βγαίνει σιγά σιγά από το πειραματικό στάδιο και εφαρμόζεται στην κλινική πράξη. Τα αντισώματα αυτά φέρουν πάνω τους χημειοθεραπευτικά μόρια, προσκολλώνται στα καρκινικά κύτταρα εκλεκτικά και τα καταστρέφουν.
Άλλες μορφές ανοσοθεραπείας στοχεύουν στο να ενδυναμώσουν την ανοσολογική αντίδραση του ίδιου του οργανισμού εναντίον των καρκινικών κυττάρων.
Η χρήση του laser βοηθάει στις περιπτώσεις μεγάλων καρκινικών όγκων που προκαλούν απόφραξη του παχέος εντέρου ή αιμορραγία, σε ασθενείς που έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας και δεν μπορούν να χειρουργηθούν.
Η φωτοδυναμική θεραπεία είναι μια συγχρονη επίσης μέθοδος, με την οποία τα καρκινικά κύτταρα προσλαμβάνουν μια φωτοευαίσθητη ουσία, η οποία διεγείρεται με μία πηγή φωτός οδηγώντας τα κύτταρα που την περιέχουν σε καταστροφή.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ?
Μετά την χειρουργική και όποια άλλη αντιμετώπιση του καρκίνοιυ του παχέος εντέρου και του ορθού, ο ασθενής πρέπει να υποβάλλεται σε περιοδικό έλεγχο με συγκεκριμένες εξετάσεις, ώστε να διαγνωστούν έγκαιρα οι πιθανές υποτροπές της νόσου ή οι μεταστάσεις και να αντιμετωπισθούν επιτυχώς.
Απαραίτητη είναι η φυσική εξέταση του ασθενούς από τον ιατρό, η μέτρηση των ηπατικών ενζύμων στο αίμα, η ακτινογραφία θώρακος, η αξονική τομογραφία κοιλίας, η κολονοσκόπηση και η μέτρηση ορισμένων καρκινικών δεικτών στο αίμα όπως το CEA και το CA19-9.
Οι ασθενείς που εμφάνισαν καρκίνο του παχέος εντέρου ή του ορθού, έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν καρκίνο προστάτη, μαστού ή ωοθηκών. Γι’ αυτό ο προληπτικός επανέλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει και των έλεγχο αυτών των οργάνων για ανάπτυξη νέων καρκίνων.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΟΥ?
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου παραμένει ένα σημαντικό αίτιο θανάτων, ιδίως στους κατοίκους του Δυτικού Κόσμου. Η σωστή κατανόηση των αιτίων και της εξέλιξης της νόσου φαίνεται ότι ολοκληρώνεται σιγά σιγά. Σήμερα έχουν προταθεί σαφείς οδηγίες για την πρόληψη και την έγκαιρη διάγνωση της νόσου.
Η κολονοσκοπική αφαίρεση των πολυπόδων πριν αυτοί εξελιχθούν σε καρκίνο, είναι ένα από τα δυνατότερα όπλα μας. Η έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου, μπορεί να οδηγήσει και στην αποτελεσματική θεραπεία του και τελικά στην ίαση.
Νέα αισιόδοξα δεδομένα αναδεικνύουν την προληπτική επίδραση παραγόντων όπως η ασπιρίνη και άλλα αντιφλεγμονώδη, το ασβέστιο, το σελήνιο και οι βιταμίνες A, C και E. Αυτές οι ουσίες βρίσκονται ακόμα σε πειραματικό στάδιο και δεν μπορούν να προταθούν για να χρησιμοποιηθούν ακόμα για γενική χρήση.
Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ
• Ο καρκίνος του παχέος εντέρου και του ορθού είναι ένας καρκίνος που ξεκινάει από την εσωτερική επιφάνεια του παχέος εντέρου.
• Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι ο 3ος σε συχνότητα καρκίνος στους άντρες και 4ος στις γυναίκες.
• Οι παράγοντες κινδύνου για τον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι η κληρονομικότητα, οι πολύποδες και η χρόνια ελκώδης κολίτις.
• Οι περισσότεροι καρκίνοι στο παχύ έντερο ξεκινούν από έναν καλοήθη πολύποδα. Η κολονοσκοπική αφαίρεση των πολυπόδων μπορεί να προλάβει την ανάπτυξη καρκίνου.
• Οι πολύποδες ή ο αρχόμενος καρκίνος στο παχύ έντερο δεν έχουν συνήθως κανένα σύμπτωμα, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικός ο προληπτικός έλεγχος.
• Η διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου μπορεί να γίνει με τον βαριούχο υποκλυσμό ή ακόμα καλύτερα με την κολονοσκόπηση και την ιστολογική επιβεβαίωση.
• Η αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου εξαρτάται από την εντόπιση, το μέγεθος του όγκου, την έκταση της νόσου, καθώς και από την ηλικία και την γενικότερη κατάσταση της υγείας του ασθενούς.
• Η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η πιο συχνή μορφή θεραπείας για τον καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού.