Ινκρετίνες. Είναι το έντερο υπεύθυνο για το διαβήτη μου;
Η ισορροπία των υδατανθράκων στον οργανισμό είναι μια πολύπλοκη διαδικασία της οποίας το τελικό αποτέλεσμα είναι ο εφοδιασμός των κυττάρων με καύσιμο (γλυκόζη) και η επίτευξη σταθερών επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Το στομάχι και το έντερο (ο «Γαστρεντερικός σωλήνας») είναι το σημείο απορρόφησης της τροφής και συνεπώς αποτελεί σημαντικό όργανο στην ισορροπία αυτή.
Εντούτοις ο ρόλος του Γαστρεντερικού σωλήνα δεν σταματά εκεί. Σύμφωνα με σχετικά πρόσφατες ανακαλύψεις, υπάρχουν ειδικά κύτταρα στο γαστρεντερικό σωλήνα που, κατά τη διάβαση τροφής, παράγουν ορμόνες οι οποίες ονομάζονται «ινκρετίνες». Οι ανακαλύψεις αυτές βασίστηκαν στο λεγόμενο «φαινόμενο της ινκρετίνης» δηλαδή με λίγες λέξεις στο γεγονός ότι η πρόσληψη γλυκόζης από του στόματος αυξάνει πολύ περισσότερο την παραγωγή ινσουλίνης σε σχέση με ανάλογη πρόσληψη γλυκόζης ενδοφλέβια.
Επι του παρόντος, με τον όρο «ινκρετίνες» αναφερόμαστε σε δύο μόρια το GLP-1 και το GIP. Το GLP-1 είναι ένα σημαντικό μόριο για τη ρύθμιση του σακχάρου από τον οργανισμό, καθώς, όπως προαναφέραμε, συμμετέχει στο μεταβολισμό της γλυκόζης, αυξάνοντας την έκκριση ινσουλίνης (της ορμόνης που μεταφέρει το σάκχαρο εντός των κυττάρων). Επιπλέον φαίνεται να αυξάνει το αίσθημα κορεσμού και να μειώνει την ταχύτητα κένωσης του στομάχου, ρυθμίζοντας σε ένα βαθμό και το ποσό τροφής που προσλαμβάνεται και ευνοώντας τη μείωση του βάρους. Η δράση του έχει πολύ μικρή διάρκεια αφού καταστρέφεται γρήγορα από ειδικά ένζυμα (διπεπτυλ-πεπτιδάση-4 ή DPP-4). Η παραγωγή του επηρρεάζεται αρνητικά στο Σακχαρώδη διαβήτη με συνέπεια επιβάρυνση της χρόνιας αυτής νόσου.
Σημαντική πρόοδος έχει επιτευχθεί, τα τελευταία χρόνια, σε ειδικά αντιδιαβητικά φάρμακα (ινκρετινομιμητικά) τα οποία στοχεύουν στην αύξηση της δράσης των ινκρετινών και μέσω αυτών της ινσουλίνης με αποτέλεσμα τη ρύθμιση του σακχάρου των ασθενών με ταυτόχρονη μείωση του κινδύνου για υπογλυκαιμίες και χωρίς αύξηση του σωματικού βάρους που συχνά συνόδευαν κάποια παλαιότερα αντιδιαβητικά φάρμακα. Οι δύο κατηγορίες αυτών των φαρμάκων είναι οι αναστολείς DPP-4 (από του στόματος αντιδιαβητικά φάρμακα που αυξάνουν το χρόνο δράσης της ενδογενούς ινκρετίνης GLP-1, ανταγωνιζόμενα τα ένζυμα που, όπως αναφέραμε, την καταστρέφουν) και τα GLP ανάλογα (ενέσιμα σκευάσματα πιό ισχυρά ως προς τη ρύθμιση του διαβήτη που περιέχουν μόρια που μοιάζουν με την ενδογενή ινκρετίνη GLP-1 αλλά καταστρέφονται δυσκολότερα από τα ένζυμα DPP-4).
Το πρώτο εμπορικά χρησιμοποιούμενο από τα ενέσιμα ανάλογα απομονώθηκε αρχικά από το σίελο μιας σαύρας (Gila Monster) στις αρχές της δεκαετίας του 1990, από τον Ενδοκρινολόγο Dr. John Eng που ανακάλυψε ότι περιείχε μια ορμόνη που αυτός ονόμασε εξενδίνη-4.
Η προσθήκη των φαρμάκων αυτών η οποία είναι σχετικά πρόσφατη, εξελίσσεται συνεχώς και συνιστά σημαντικό όπλο στη φαρέτρα των Ιατρών που καλούνται να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη.