Ο Ανατολικός διαλογισμός εισβάλλει στο Χριστιανισμό

Facebooktwitterpinterest

Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ και η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Ως απάντηση στο ερώτημα της πιθανότητας διαλόγου της Ορθοδοξίας με τις διάφορες μη χριστιανικές θρησκείες, παρουσιάστηκαν στον αναγνώστη οι μαρτυρίες τριών Ορθοδόξων Χριστιανών που επιβεβαιώνουν, βάσει του Ορθοδόξου δόγματος και της δικής τους εμπειρίας, αυτό που πάντα δίδασκε η Ορθόδοξη Εκκλησία: ότι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί καθόλου δεν έχουν τον «ίδιο Θεό» με τους αποκαλούμενους «μονοθεϊστές» που αρνούνται την Αγία Τριάδα· ότι οι θεοί των ειδωλολατρών είναι στην πραγματικότητα δαίμονες· κι ότι οι εμπειρίες και οι δυνάμεις που οι ειδωλολατρικοί «θεοί» μπορούν να παράσχουν, και παρέχουν, είναι σατανικής φύσης. Αυτά με κανένα τρόπο δεν έρχονται σε αντίθεση με τα λόγια του αποστόλου Πέτρου, ότι «Ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, αλλά σε κάθε έθνος αυτός που τον φοβάται κι εργάζεται τη δικαιοσύνη γίνεται δεκτός από Αυτόν» (Πράξ. 10:34-35) · ή με τα λόγια του αποστόλου Παύλου, ότι «Ο Θεός στις περασμένες γενιές άφησε τα έθνη ν’ ακολουθούν το δικό τους δρόμο, αν και δεν άφησε τον εαυτό Του χωρίς μαρτυρία, διότι σας ευεργετούσε με το να στέλνει βροχή από τον ουρανό και εποχές καρποφόρες, με το να γεμίζει με τρόφιμα και χαρά την καρδιά σας» (Πράξ. 14-17). Αυτοί που ζουν κάτω από την υποδούλωση του σατανά, του «πρίγκιπα αυτού του κόσμου» (Ιω. 12:31), στο σκοτάδι που δεν έχει φωτιστεί από το χριστιανικό Ευαγγέλιο – κρίνονται στο φως της φυσικής μαρτυρίας του Θεού που κάθε άνθρωπος μπορεί να έχει, παρά την υποδούλωση αυτή.

Για τον Χριστιανό, πάντως, στον οποίο έχει δοθεί η αποκάλυψη του Θεού, κανένας «διάλογος» δεν είναι δυνατός με τους εκτός πίστης. «Να μη συνδέεστε με τους απίστους· γιατί τι σχέση έχει η δικαιοσύνη με την ανομία; Ή τι επικοινωνία μπορεί να έχει το φως με το σκοτάδι; Μπορεί να υπάρχει συμφωνία μεταξύ του Χριστού και του Βελίαλ; Ή τι κοινό έχει ο πιστός με τον άπιστο; … Γι’ αυτό φύγετε από μέσα από αυτούς και χωριστείτε, λέγει ο Κύριος» (Β’ Κορινθ. 6:14-17). Η χριστιανική κλήση είναι μάλλον να φέρει το φως του Ορθόδοξου Χριστιανισμού σ’ αυτούς, καθώς έκανε ο άγιος Πέτρος στη θεοσεβή οικογένεια του Κορνηλίου του εκατοντάρχου (Πράξεις 10:34-48), με σκοπό να φωτίσει το σκοτάδι τους και να τους ενώσει με το εκλεκτό ποίμνιο της Εκκλησίας του Χριστού.

Όλα αυτά είναι αρκετά προφανή στους Ορθόδοξους Χριστιανούς που γνωρίζουν και πιστεύουν στην αλήθεια της αποκάλυψης του Θεού στην Εκκλησία του Χριστού. Όμως, πολλοί που θεωρούν τον εαυτό τους Χριστιανό έχουν πολύ μικρή γνώση της ριζικής διαφοράς μεταξύ του Χριστιανισμού και των άλλων θρησκειών· και μερικοί που μπορεί να έχουν αυτή τη γνώση, έχουν πολύ λίγη διάκριση στον τομέα των «πνευματικών εμπειριών» – μια διάκριση που έχει εξασκηθεί και καταγραφεί στα Ορθόδοξα πατερικά συγγράμματα και τα συναξάρια των Αγίων για 2.000 χρόνια σχεδόν.

Στην απουσία τέτοιας γνώσης και διάκρισης, η αυξανόμενη παρουσία των ανατολικών θρησκευτικών κινήσεων στη Δύση, ειδικά τις περασμένες δυο δεκαετίες, έχει προκαλέσει μεγάλη σύγχυση στα μυαλά πολλών δήθεν Χριστιανών. Η περίπτωση του Thomas Merton έρχεται αμέσως στο νου: ένας ειλικρινής νεοφώτιστος στο Ρωμαιοκαθολικισμό και τον Καθολικό μοναχισμό περίπου 400 χρόνια πριν (πολύ πριν τις ριζικές μεταρρυθμίσεις του Βατικανού), τελείωσε τη ζωή του διακηρύσσοντας την ισότητα των χριστιανικών θρησκευτικών εμπειριών και των εμπειριών του Ζεν Βουδισμού κι άλλων παγανιστικών θρησκειών. Κάτι έχει «εισχωρήσει στον αέρα» σ’ αυτές τις τελευταίες δυο δεκαετίες περίπου, κάτι που έχει διαβρώσει ό,τι απέμενε από την ορθή χριστιανική αντίληψη στον Προτεσταντισμό και το Ρωμαιοκαθολικισμό, και τώρα επιτίθεται στην ίδια την Εκκλησία, την Αγία Ορθοδοξία. Ο «διάλογος με τις μη χριστιανικές θρησκείες» είναι μάλλον ένα αποτέλεσμα παρά μια αιτία αυτού του νέου «πνεύματος».

Σ’ αυτό το κεφάλαιο θα εξετάσουμε μερικά από τα ανατολικά θρησκευτικά κινήματα που είχαν επιρροή στη δεκαετία του 1970, με ιδιαίτερη έμφαση στις προσπάθειες ανάπτυξης ενός συγκρητισμού Χριστιανισμού και ανατολικών θρησκειών ειδικά στον τομέα των «πνευματικών πρακτικών». Τέτοιες προσπάθειες πολύ συχνά παραθέτουν τη Φιλοκαλία και την ανατολική Ορθόδοξη παράδοση της ενατενιστικής προσευχής, ως πιο συγγενείς με τις ανατολικές πνευματικές πρακτικές από οτιδήποτε υπάρχει στη Δύση· είναι λοιπόν καιρός, να καταδείξουμε με σαφήνεια τη μεγάλη άβυσσο που υπάρχει μεταξύ χριστιανικής και μη χριστιανικής «πνευματικής εμπειρίας», και γιατί η θρησκευτική φιλοσοφία που αποτελεί το υπόβαθρο αυτού του νέου συγκρητισμού είναι κίβδηλη και επικίνδυνη.

«Χριστιανική γιόγκα»

Η ινδουϊστική γιόγκα είναι γνωστή στη Δύση για πολλές δεκαετίες, και ειδικά στην Αμερική έχει γίνει αφορμή για αναρίθμητες λατρείες κι ακόμα μια εκλαϊκευμένη μορφή ψυχικής θεραπείας που υποτίθεται ότι δεν έχει θρησκευτικούς σκοπούς. Σχεδόν είκοσι χρόνια πριν, ένας Γάλλος Βενεδικτίνος μοναχός έγραψε για τις εμπειρίες του κατά τη διαμόρφωση της γιόγκα σε μια «χριστιανική» πειθαρχία η περιγραφή που ακολουθεί είναι παρμένη από το βιβλίο του (J. M. Dechanet, Christian Yoga, Harper & Row, New York, 1972).

Η ινδουϊστική γιόγκα είναι μια πειθαρχία που προϋποθέτει μια μάλλον λιτή, πειθαρχημένη ζωή, και συνίσταται σε έλεγχο της αναπνοής και συγκεκριμένες σωματικές στάσεις που παράγουν μια κατάσταση χαλάρωσης στην οποία κάποιος διαλογίζεται, συνήθως με τη βοήθεια ενός μάντρα ή ιερής λέξης που βοηθά στη συγκέντρωση. Η ουσία της γιόγκα δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η πειθαρχία, αλλά ο διαλογισμός, που είναι ο σκοπός της. Ο συγγραφέας έχει δίκιο όταν γράφει: «Ο σκοπός της ινδουϊστικής γιόγκα είναι πνευματικός. Είναι ισοδύναμο με προδοσία να ξεχνάει κανείς αυτό και να διατηρεί μόνο την καθαρά σωματική μορφή αυτής της αρχαίας πειθαρχίας, για να μη δει σ’ αυτήν τίποτα περισσότερο, παρά ένα μέσο για τη σωματική υγεία ή ομορφιά». Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί ότι το πρόσωπο που χρησιμοποιεί τη γιόγκα μόνο για φυσική ευεξία ήδη εκθέτει τον εαυτό του σε συγκεκριμένες πνευματικές στάσεις, για τις οποίες αναμφίβολα δεν έχει ιδέα· περισσότερα γι’ αυτό θα λεχθούν παρακάτω.
Ο ίδιος συγγραφέας συνεχίζει μετά: «Η τέχνη του γιόγκι είναι να εδραιώσει τον εαυτό του μέσα σε απόλυτη σιωπή, να αδειάσει από όλες τις σκέψεις και τις ψευδαισθήσεις, να απορρίψει και να ξεχάσει τα πάντα εκτός από αυτή τη μοναδική ιδέα: ο αληθινός εαυτός του ανθρώπου είναι θεϊκός· είναι Θεός, και το υπόλοιπο είναι σιωπή».

Αυτή η ιδέα βέβαια δεν είναι χριστιανική αλλά παγανιστική, όμως ο σκοπός της «χριστιανικής γιόγκα» είναι να χρησιμοποιήσει την τεχνική της γιόγκα για ένα διαφορετικό πνευματικό σκοπό, για «χριστιανικό» διαλογισμό. Το αντικείμενο της τεχνικής γιόγκα, σύμφωνα με αυτή την οπτική, είναι να κάνει κάποιον χαλαρό, ευχαριστημένο, χωρίς σκέψεις, και παθητικό ή δεκτικό σε πνευματικές ιδέες και εμπειρίες. «Αμέσως μόλις κάνεις τη στάση, θα νοιώσεις το σώμα σου να χαλαρώνει κι ένα αίσθημα γενικής ευεξίας θα εδραιωθεί μέσα σου». Οι ασκήσεις παράγουν «μια ασυνήθιστη αίσθηση ηρεμίας». «Στην αρχή κάποιος έχει το αίσθημα ενός γενικού καλμαρίσματος, μιας ευεξίας που τον καταλαμβάνει, μιας ευφορίας που θα κρατήσει, και που πραγματικά κρατάει. Αν τα νεύρα κάποιου είναι ερεθισμένα και τεντωμένα, οι ασκήσεις τα ηρεμούν, και η κούραση εξαφανίζεται σε μικρό χρονικό διάστημα». «Ο σκοπός όλων των προσπαθειών (του γιόγκι) είναι να σωπάσει τον σκεπτόμενο εαυτό μέσα του, με το να κλείνει τα μάτια σε κάθε είδος έλξης».

Η ευφορία που φέρνει η γιόγκα «μπορεί να αποκληθεί μια ‘’κατάσταση υγείας” που μας επιτρέπει να κάνουμε περισσότερα και να τα κάνουμε καλύτερα στο ανθρώπινο πεδίο, κατ’ αρχήν, και στο χριστιανικό, πνευματικό πεδίο κατόπιν. Η πιο κατάλληλη λέξη για να το περιγράψει είναι ευχαρίστηση, μια ευχαρίστηση που ενοικεί στο σώμα και στην ψυχή, και μας προδιαθέτει… προς την πνευματική ζωή». Ολόκληρη η προσωπικότητα κάποιου μπορεί να αλλάξει από αυτό: «Η Χάθα (Hatha) γιόγκα αλλάζει το χαρακτήρα προς το καλό. Μετά από μερικές εβδομάδες πρακτικής, παραδέχεται κανείς ότι δεν γνωρίζει πια τον εαυτό του, και όλοι αντιλαμβάνονται μια αλλαγή στη συμπεριφορά και τις αντιδράσεις. Είναι πιο ευγενικός και με περισσότερη κατανόηση. Αντιμετωπίζει τις εμπειρίες ήρεμα. Είναι ευχαριστημένος… ολόκληρη η προσωπικότητά του έχει μεταβληθεί κι αυτός ο ίδιος τη νιώθει να σταθεροποιείται και να ξανοίγεται προς τα έξω· από αυτό προκύπτει μια σχεδόν μόνιμη κατάσταση ευφορίας, ‘’ευχαρίστησης”».

Όμως όλα αυτά είναι μόνο μια προετοιμασία για ένα «πνευματικό» σκοπό, ο οποίος αρχίζει να γίνεται αισθητός πολύ σύντομα: «Καθώς έγινα στοχαστικός σε διάστημα εβδομάδων, στην προσευχή μου δόθηκε μια ιδιάζουσα και νέα απόχρωση». Καθώς έγινε ασυνήθιστα ήρεμος, ο συγγραφέας παρατήρησε «την ευκολία που είχε να αρχίσει προσευχή, να συγκεντρωθεί σε ένα θέμα». Γίνεται κανείς «πιο δεκτικός σε εμπνεύσεις και ερεθίσματα από τον ουρανό». «Η πρακτική της γιόγκα τείνει προς αυξημένη ευκαμψία και δεκτικότητα, και κατά συνέπεια σε άνοιγμα προς αυτές τις προσωπικές ανταλλαγές μεταξύ του Θεού και της ψυχής, που σηματοδοτούν το δρόμο της μυστικιστικής ζωής» .

Ακόμα και για τον «μαθητευόμενο γιόγκι» η προσευχή γίνεται «γλυκειά» και «αγκαλιάζει τον όλο άνθρωπο». Είναι κανείς χαλαρωμένος κι «έτοιμος να ριγήσει στο άγγιγμα του Αγίου Πνεύματος, να δεχθεί και να καλωσορίσει ό,τι ο Θεός, μέσα στην αγαθότητά Του, βρίσκει κατάλληλη εμπειρία για μας». «Πρέπει να κάνουμε την ύπαρξή μας έτοιμη να αρπαγεί, να καταληφθεί – κι αυτή είναι σίγουρα μια από τις μορφές, για την ακρίβεια η υψηλότερη μορφή χριστιανικής ενατένισης». «Κάθε μέρα οι ασκήσεις, και για την ακρίβεια όλη η ασκητική πειθαρχία της γιόγκα, διευκολύνει τη χάρη του Χριστού να ρέει μέσα μου. Νοιώθω αυξημένη την πείνα μου για το Θεό και τη δίψα μου για δικαιοσύνη και την επιθυμία μου να είμαι Χριστιανός με την πλήρη δυναμική της λέξης»

Ο καθένας που καταλαβαίνει τη φύση της πλάνης. θα αναγνωρίσει σ’ αυτή την περιγραφή της «χριστιανικής γιόγκα» ακριβώς τα χαρακτηριστικά αυτών που έχουν λοξοδρομήσει πνευματικά, είτε σε παγανιστικές θρησκευτικές εμπειρίες είτε σε αιρετικές «χριστιανικές» εμπειρίες. Ο ίδιος μόχθος για «ιερά και θεϊκά αισθήματα», το ίδιο άνοιγμα και η προθυμία για «αρπαγή» από ένα πνεύμα, η ίδια αναζήτηση όχι για το Θεό αλλά για «πνευματική παρηγοριά», η ίδια αυτομέθη που λανθασμένα θεωρείται ως «κατάσταση χάρης», η ίδια απίστευτη ευκολία με την οποία κανείς γίνεται «ενατενιστής» ή «μυστικιστής», οι ίδιες «μυστικές αποκαλύψεις» και ψευδοπνευματικές καταστάσεις. Αυτά είναι τα κοινά χαρακτηριστικά όλων όσων βρίσκονται σε αυτή την ιδιαίτερη κατάσταση πνευματικής πλάνης. Αλλά ο συγγραφέας της «χριστιανικής γιόγκα», όντας Βενεδικτίνος μοναχός, προσθέτει κάποιους ειδικούς «διαλογισμούς» που τον αποκαλύπτουν γεμάτο από το πνεύμα του ρωμαιοκαθολικού «διαλογισμού» των πρόσφατων αιώνων, ο οποίος είναι ελεύθερο παιχνίδι φαντασιών πάνω σε χριστιανικά θέματα.

Έτσι, για παράδειγμα, έχοντας διαλογιστεί σε ένα θέμα της χριστουγεννιάτικης λειτουργίας, αρχίζει να βλέπει το Παιδίον στην αγκαλιά της Μητέρας Του: «Κοιτώ· τίποτα περισσότερο. Εικόνες, ιδέες (συνειρμοί ιδεών: Σωτήρας-Βασιλιάς-Φως-Φωτοστέφανο-Ποιμένας-Παιδίον-Φως και πάλι) έρχονται η μια μετά την άλλη, τρέχουν στο παρελθόν… Όλα αυτά τα κομμάτια ενός ιερού παζλ βαλμένα μαζί εγείρουν μια ιδέα μέσα μου… ένα σιωπηλό όραμα του όλου μυστηρίου των Χριστουγέννων». Ο καθένας με την παραμικρή γνώση της Ορθόδοξης πνευματικής πειθαρχίας, θα δει ότι αυτός ο αξιολύπητος «Χριστιανός γιόγκι» έχει πέσει για τα καλά σε μια παγίδα στημένη από έναν από τους κατώτερους δαίμονες, που καραδοκούν για τον αναζητητή «πνευματικών εμπειριών»: δεν έχει καν δει έναν «άγγελο φωτός», αλλά έχει μονάχα παραδοθεί στις δικές του «θρησκευτικές φαντασιώσεις», προϊόν μιας καρδιάς κι ενός νου εντελώς απροετοίμαστου για πνευματικό πόλεμο και για τις απάτες των δαιμόνων. Τέτοιος «διαλογισμός» εξασκείται σήμερα σ’ έναν αριθμό ρωμαιοκαθολικών μοναστηριών, αντρικών και γυναικείων.

Το γεγονός ότι το βιβλίο τελειώνει με ένα άρθρο του Γάλλου μεταφραστή της Φιλοκαλίας, μαζί με αποσπάσματα από τη Φιλοκαλία, αποκαλύπτει μόνο την άβυσσο που χωρίζει αυτούς τους ερασιτέχνες από τη γνήσια πνευματικότητα της Ορθοδοξίας, η οποία είναι εντελώς απρόσιτη στους σημερινούς «σοφούς», που δεν καταλαβαίνουν πια τη γλώσσα της. Μια επαρκής ένδειξη της ανικανότητας του συγγραφέα να κατανοήσει τη Φιλοκαλία, είναι το ότι ονομάζει «καρδιακή προσευχή» (η οποία στην Ορθόδοξη παράδοση είναι η υψηλότερη νοητική προσευχή, που κατορθώνεται από πολύ λίγους μόνο μετά από πολλά χρόνια ασκητικής πάλης και υποταγής σ’ ένα πραγματικά θεοφόρο Γέροντα) το εύκολο κόλπο του να συγχρονίζεις συλλαβές στο ρυθμό του χτύπου της καρδιάς.
Θα σχολιάσουμε πληρέστερα παρακάτω τα σχετικά με τους κινδύνους της «χριστιανικής γιόγκα» όταν σημειώσουμε τι κοινό έχει με άλλες μορφές «ανατολικού διαλογισμού» που προσφέρονται στους Χριστιανούς σήμερα.

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ SERAPHIM ROSE
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΓΡΗΓΟΡΣΗ
http://www.egolpion.com

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.