Ελληνίδα γενετίστρια αποκαλύπτει
Ερευνητές του Sanger Institute, του Τμήματος Αιματολογίας του Πανεπιστημίου του Cambridge και του Τμήματος Αιματολογίας του Νοσοκομείου Addenbrooke αποκάλυψαν τη σχέση γονιδίου με τον καρκίνο του αίματος και την παρουσίασαν στο Πανευρωπαϊκο Συνέδριο της Στοκχόλμης.
Πίσω από αυτήν εξαιρετική ανακάλυψη βρίσκεται μια Ελληνίδα γενετίστρια- βιολόγος, η Dr. Έλλη Παπαεμμανουήλ, που ως επικεφαλής ερευνητικής ομάδας είχε ανακαλύψει το γονίδιο που προκαλεί την παιδική λευχαιμία Το συμπέρασμα της έρευνας για τη μυελοδυσπλασία είναι οτι νέες γενετικές ενδοσκοπήσεις θα διευκόλυναν τον προσυμπτωματικό έλεγχο μετάλλαξης.
Μια γονιδιακή μελέτη των χρόνιων μορφών καρκίνου του αίματος- πρόδρομο της λευχαιμίας- έφερε στο φως γονιδιακή μετάλλαξη ζωτικής σημασίας που θα μπορούσε να οδηγήσει στην έγκαιρη διάγνωση για τους ασθενείς με μια απλή εξέταση αίματος αποφεύγοντας έτσι την ανάγκη για μια επιθετική και επίπονη βιοψία του μυελού των οστών.
Οι ερευνητές στο Ινστιτούτο Trust Sanger προσδιόρισαν οτι το γονίδιο SF3B1 είναι το πιο κοινό μεταλλαγμένο γονίδιο στη μυελοδυσπλασία και παρατήρησαν τη στενή σχέση του με την παρουσία δακτυλίων σιδηροβλαστών, μια ανωμαλία των κυττάρων του αίματος στο μυελό των οστών. Η μυελοδυσπλασία αποτελεί τον συνηθέστερο καρκίνο στο αίμα και εμφανίζεται περισσότερο στους ανθρώπους άνω των 60 ετών που πάσχουν από αναιμία. Αυτά τα ευρήματα έχουν σημαντικό αντίκρυσμα στα κλινικά οφέλη δεδομένου οτι η ασθένεια υποδιαγιγνώσκεται. Εκφράζεται η ελπίδα οτι οι ασθενείς σύντομα θα μπορούν να εντοπίζονται με τη βοήθεια του γονιδίου SF3B1, που φαίνεται να αποτελεί την καλοήθη μορφή του καρκίνου του αίματος. Μεταλλάξεις του ίδιου γονιδίου συχνά παρατηρούνται και σε άλλες κοινές μορφές καρκίνου.
“Αυτή ήταν η πρώτη γονιδιακή έρευνα επί των κυταρρικών μηχανισμών της μυελοδυσπλασίας. Πιστεύουμε οτι με το να προσδιορίσουμε το SF3B1 και να προσπαθήσουμε να χαρακτηρίσουμε τους υπόγειους κυτταρικούς μηχανισμούς αυτής της ασθένεας, θα μας επιτρέψει να αποκτήσουμε χρήσιμες γνώσεις στη διαχείριση και βελτίωση της διάγνωσης και της θεραπείας”, δηλώνει η Dr. Έλλη Παπαεμμανουήλ, lead author του Sanger Institute. Και επισημαίνει οτι “είναι πολύ σημαντικό αυτό που προέκυψε από την ανάλυσή μας οτι ασθενείς στους οποίους παρουσιάστηκε μετάλλαξη του γονιδίου SF3B1 είχαν μεγάλες πιθανότητες να επιβιώσουν -ακόμη και από τη λευχαιμία- σε σχέση με εκείνους οπου δεν είχαμε μετάλλαξη. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα οτι οι μεταλλάξεις του γονιδίου SF3B1 οδηγούν σε καλοήθη μορφή μυελοδυσπλασίας”.
“Πιστεύουμε οτι ο προσδιορισμός του SF3B1 και ο χαρακτηρισμός των υποκείμενων μοριακών μηχανισμών της ασθένειας, θα μας δώσουν χρήσιμες ενδοσκοπήσεις για την κλινική διαχείριση που θα οδηγήσει σε καλύτερη διάγνωση και θεραπεία” τονίζει η Dr. Παπαεμμανουήλ.
Σε μια προσπάθεια να συμπυκνωθεί τη γονιδιακή αρχιτεκτονική της μυελοδυσπλασίας, η Ομάδα έβαλε στη σειρά τα γονιδιώματα εννέα ασθενών με ελαφρά μυελοδυσπλασία. Βρήκαν οτι το μεταλλαγμένο γονίδιο συμμετείχε ενεργά στην τροποποίηση του ριβονουκλεϊκού οξέος σε ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με καρκίνους στο αίμα και επαναλαμβανόμενες μεταλλάξεις του SF3B1 γονιδίου.Για την ανακάλυψη περισσότερων στοιχείων για τη συχνότητα των μεταλλάξεων του SF3B1, οι ερευνητές έβαλαν στη σειρά το SF3B1 γονίδιο σε 2.087 δείγματα, μεταξύ των οποίων και 354 ασθενών με μυελοδυσπλασία- και από το αίμα, το μυελό των οστών ή πρωτογενή καρκινικά κύτταρα από άλλες κοινές μορφές καρκίνου. Μεταξύ των ασθενών με μυελοδυσπλασία, οι μεταλλάξεις του SF3B1 εμφανίστηκε στο 20,3% των ασθενών, το μεγαλύτερο ποσοστό μεταλλάξεων που παρουσιάστηκε ποτέ στην ασθένεια αυτή. Οι ερευνητές βρήκαν μεταλλάξεις του ίδιου γονιδίου στο 5% των άλλων μορφών καρκίνου, όπως του στήθους και των νεφρών.
Η γονιδιακή αρχιτεκτονική της μυελοδυσπλασίας δεν είχε ερευνηθεί βαθύτερα στο παρελθόν, αλλά εκφράζεται η ελπίδα οτι “οι νέες γενετικές γνώσεις θα μας παράσχουν μια πρόωρη διάγνωση των ασθενών μέσω της αποτύπωσης της μετάλλαξης σε μια απλή εξέταση αίματος ώστε να αντιμετωπιστεί αναλόγως”, λέει ο Peter Campbell, senior author του Τμήματος Αιματολογίας του Addenbrooke’s Hospital στο Cambridge.
Τα ευρήματα της Ομάδας έδειξαν οτι οι ασθενείς με SF3B1 μεταλλάξεις έχουν υψηλότερα ερυθρά αιμοσφαίρια και αιμοπετάλια, λιγότερα ανώριμα κύτταρα του αίματος (immature blood cells) και με μεγαλύτερες πιθανότητες επιβίωσης σε σύγκριση με τη μυελοδυσπλασία χωρίς μεταλλάξεις. Η απεικόνιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην περίπτωση ασθενών με άλλες μορφές καρκίνου, όπου έχει προσδιοριστεί το SF3B1. Εκφράζεται η ελπίδα οτι με την έγκαιρη διάγνωση μπορεί να αποφευχθεί η ανάγκη για συνεχείς μεταγγίσεις αίματος.
Το γονίδιο SF3B1 έχει κωδικοποιημένη μια βασική συνιστώσα της splicing του RNA, που είναι ένας σημαντικός ενωτικός μηχανισμός που ελέγχει το περιεχόμενο της τελικής ακολουθίας του μετεγεγραμμένου γενετικού υλικού. Η Ομάδα ανακάλυψε ισχυρή σχέση ανάμεσα στο γονίδιο και την παρουσία των δακτυλίων σιδηροβλαστών, καθιστώντας το έτσι το πρώτο γονίδιο που συσχετίζεται με συγκεκριμένο χαρακτηριστικό της ασθένειας. Οι δακτύλιοι σιδηροβλάστες (ring sideroblasts) είναι ανώμαλοι προπομποί της ωρίμανσης των ερυθρών αιμοσφαιρίων με μερικό ή ολόκληρο δακτύλιο σιδήρου φορτωμένο με μιτοχόνδια (ενεργειακές γεννήτριες), που περιβάλλει τον πυρήνα του κυττάρου. Η παρουσία τους έχει βρεθεί οτι προκαλούν αναιμία.
“Αυτές οι γενετικές ανακαλύψεις είναι πολύ σημαντικές και θα μπορούσαν ενδεχομένως να βοηθήσουν κλινικούς γιατρούς στη διάγνωση καρκίνου σε ασθενείς, αποφεύγοντας την ανάγκη για επιθετικές βιοψίες του μυελού των οστών. Η μυελοδυσπλασία είναι διαδεδομένη σε ηλικίες άνω των 60 ετών και θα εμφανίζεται όλο και συχνότερα όσο αυξάνεται ο γηραιός πληθυσμός, ίδιως στους ανθρώπους που πάσχουν από αναιμία”, λέει ο Anthony Green, από το Kay Kendall Leukaemia Fund και πρόσθεσε οτι είμαστε ευτυχείς που στηρίχτηκε αυτή η έρευνα της γονιδιωματικής αρχιτεκτονικής της μυελοδυσπλασίας που θα κάνει τη διαφορά στη διάγνωση και τη θεραπεία για τους ασθενείς».
Η μελέτη ήταν ένα έργο για τη Διεθνή Κοινοπραξία Γονιδιώματος Καρκίνου, ένα φόρουμ για συνεργασίες ανάμεσα στους κορυφαίους του καρκίνου στον κόσμο και στη γονιδιακή έρευνα.
Πηγή: ert.gr