Αντιμέτωπα με τον κίνδυνο της παχυσαρκίας τα παιδιά
“Από βρεφική ηλικία”
Έχετε ποτέ αναλογιστεί πόσες θερμίδες καταναλώνουν τα βρέφη στην πραγματικότητα; «Ένα βρέφος 8 μηνών στην Ελλάδα, που καταναλώνει, τρεις φορές την ημέρα, από 100 γραμμάρια έτοιμη κρέμα και 600ml ξένο γάλα 2ης βρεφικής ηλικίας παίρνει περίπου 1.000 θερμίδες, δηλαδή 400 θερμίδες περισσότερες απ’ αυτές που χρειάζεται. Και, μάλιστα, υπάρχουν πολλά παιδιά, που τρώνε πολύ περισσότερα και απ’ αυτά».
Ο παιδίατρος-σύμβουλος θηλασμού Στέλιος Παπαβέντσης, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε στο πρόσφατο Παγκρήτιο Παιδιατρικό Συνέδριο, εξηγεί ότι οι ημερήσιες θερμιδικές ανάγκες ενός βρέφους 6-8 μηνών είναι κατά μέσο όροι 615 θερμίδες, που μπορεί να καλύπτονται κατά το 1/3 από στερεές τροφές και κατά τα 2/3 από το θηλασμό. Οι ανάγκες αυτές στην ηλικία των 9-11 μηνών ανέρχονται στις 686 (45% από στερεές τροφές και 55% από θηλασμό), ενώ την ηλικία των 12-23 μηνών φτάνουν στις 894 θερμίδες (2/3 από στερεές τροφές και 1/3 από θηλασμό).
Δυσάρεστη πραγματικότητα αποτελεί το γεγονός ότι τα 3/4 των νηπίων καταναλώνουν ημερησίως τετραπλάσια ποσότητα πρωτεϊνών από τη συνιστώμενη, ενώ ποσοστό μεγαλύτερο του 60% των βρεφικών και νηπιακών τροφίμων στα ράφια των σούπερ μάρκετ περιέχουν υπερβολικά πολύ αλάτι ή απλά σάκχαρα.
Η συμμόρφωση στη μεσογειακή διατροφή είναι μόλις 4%, ενώ το 40% των παιδιών σχολικής ηλικίας στην Κρήτη είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα.
Απαντήσεις σε ερωτήματα που αφορούν τη διατροφή του παιδιού, τις τροφές που πρέπει να καταναλώνει, τη συσχέτιση του μη θηλασμού με τη παχυσαρκία, το συσχετισμό της διατροφής με τη συμπεριφορά, αλλά και συμβουλές για το «χτίσιμο» σωστών διατροφικών συνηθειών, δίνει ο κ. Παπαβέντσης.
Πώς πρέπει να ξεκινά η διατροφή ενός παιδιού;
«Είναι σημαντικό, η διατροφή του παιδιού να ξεκινάει από τη γέννησή του, με το θηλασμό. Η εξοικείωση του παιδιού στις διάφορες γεύσεις γίνεται μέσα από τις τροφές που καταναλώνει η μητέρα και την έκθεση στις γεύσεις του μητρικού γάλακτος. Ο θηλασμός μειώνει τον κίνδυνο λοιμώξεων, αλλεργιών και κοιλιοκάκης.
Η πέψη των τροφών στο μωρό που θηλάζει είναι πιο αποτελεσματική κι ενώ με το θηλασμό επιταχύνεται η ανάπτυξη του νευρικού συστήματος και του ανοσοποιητικού. Η εισαγωγή στερεών τροφών στη διατροφή ενός παιδιού που θηλάζει πρέπει να γίνεται σε σωστό χρόνο, δηλαδή όταν το βρέφος είναι περίπου έξι μηνών. Η πρώιμη εισαγωγή στερεών τροφών ενέχει τον κίνδυνο λοιμώξεων, αλλεργιών και παχυσαρκίας.
Η προσθήκη στερεών τροφών πρέπει να γίνεται στο σωστό χρόνο, να είναι επαρκής διατροφικά, να είναι ασφαλής και να γίνεται με κατάλληλους τρόπους λήψης. Παράλληλα, πρέπει να συνεχίζεται ο θηλασμός.
Το ‘συμπλήρωμα’ είναι αρχικά οι στερεές τροφές, όχι ο θηλασμός. Μητέρες δέχονται συμβουλές να θηλάζουν μόνο πρωί-βράδυ από έξι μηνών και ότι το παιδί πρέπει από την αρχή να τρώει τρία γεύματα στερεών τροφών, που να αντικαθιστούν γεύματα θηλασμού: αυτό είναι ψευδές κι επιζήμιο», απαντά ο κ. Παπαβέντσης.
Τι είδους τροφές χρειάζεται ένα παιδί;
«Όχι υψηλής θερμιδικής πυκνότητας, αλλά υψηλής πυκνότητας σε βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία. Όχι ζάχαρη, υδατάνθρακες, λίπη, ‘άδειες θερμίδες’. Δεν υπάρχει αναντικατάστατο τρόφιμο. Δεν εστιάζουμε στην κατανάλωση ανά γεύμα ή ημέρα, αλλά ανά εβδομάδα ή μήνα. Ο ελεύθερος, συχνός θηλασμός κατά τον 2ο χρόνο της ζωής, με την πρόσληψη 250-450ml γάλακτος την ημέρα, καλύπτει το 30% των απαιτούμενων θερμίδων, το 45% των αναγκαίων πρωτεϊνών, το 35% των απαιτήσεων σε ασβέστιο, το 75% των αναγκών σε βιταμίνη Α, το 95% της βιταμίνης Β12 και το 60% της αναγκαίας ποσότητας βιταμίνης C», λέει ο κ.Παπαβέντσης.
Όσον αφορά τη συσχέτιση του μη θηλασμού με τη παχυσαρκία, επικαλούμενος στοιχεία του αμερικανικού Υπουργείου Υγείας, επισημαίνει ότι ο κίνδυνος παιδικής παχυσαρκίας είναι 30% μεγαλύτερος για παιδιά, που δεν θήλασαν καθόλου.
Εξάλλου, σύμφωνα με διεθνή βιβλιογραφικά δεδομένα, τα παιδιά που δεν θήλασαν καθόλου στην ηλικία των 4 ετών έχουν μισό κιλό λίπους περισσότερο και μισό κιλό μυϊκής μάζας λιγότερο, σε σύγκριση με παιδιά, που θήλασαν τουλάχιστον 12 μήνες.
Επιπλέον, αποτελέσματα μελετών μεταξύ αδερφών έδειξαν ότι στην ηλικία των 14 ετών, το παιδί που δεν θήλασε είχε κατά μέσο όρο 6 κιλά περισσότερα από το αδελφάκι που θήλασε.
Πώς μπορεί η διατροφή να μην γίνει πρόβλημα συμπεριφοράς;
«Μαθαίνουμε στο παιδί να ‘ακούει’ και να σέβεται το σώμα του και τις ανάγκες του. Μαθαίνουμε στο παιδί να κατανοεί και να υπακούει στη δική του αίσθηση πείνας και κορεσμού. Όχι αυθαίρετες ποσότητες φαγητού. Ποτέ τάισμα με το ζόρι, όχι μπούκωμα. Δεν χρειάζεται να αδειάζει όλο το πιάτο.
Δεν υπάρχει κάποιο γενικευμένο καλούπι που να χωράει όλα τα παιδιά, μόνο άπειρα καλούπια, ένα για το καθένα. Οι μερίδες τροφής για μικρά παιδιά είναι συχνά υπερεκτιμημένες- για παράδειγμα, για ένα παιδί δύο ετών πρέπει να ξέρουμε ότι μία μερίδα λαχανικών είναι 1-2 κουταλιές σούπας, μία μερίδα φρούτου είναι ένα κομμάτι 100γρ., ενώ μία μερίδα κρέατος ή ψαριού είναι 1-2 κουταλιές σούπας.
Ενθαρρύνουμε από νωρίς την κατανάλωση ποικιλίας υγιεινών τροφίμων στο οικογενειακό τραπέζι. Το παιδί, έως το τέλος του πρώτου χρόνου της ζωής του πρέπει να γευτεί οτιδήποτε φρέσκο υπάρχει σε ένα καλό μανάβικο», επισημαίνει ο κ.Παπαβέντσης.
Χτίζοντας σωστές διατροφικές συνήθειες
Το «χτίσιμο» σωστών διατροφικών συνηθειών θέλει χρόνο. «Ενθαρρύνουμε από νωρίς την ωρίμανση των δεξιοτήτων του παιδιού στο φαγητό. Αφήνουμε το παιδί να πιάσει το φαγητό με τα χεράκια του, του δίνουμε κουτάλι στο χεράκι. Η αναστάτωση και η ακαταστασία είναι απαραίτητο προστάδιο, αναγκαίο ‘κακό’ κατά τη διαδικασία της μάθησης.
Οι διατροφικές προτιμήσεις αλλάζουν πιο δύσκολα μετά τα δύο έτη. Οι γονείς, για να προάγουν τη διατροφική ωρίμανση του παιδιού, πρέπει να του συμπεριφέρονται κάθε φορά ως λίγο πιο ώριμο για την ηλικία του. Το παιδί ‘μεγαλώνει’, εάν κρατάμε μεγάλο καλούπι, ‘μικραίνει’ όσο κρατάμε μικρό, ‘μωρουδίστικο’ καλούπι για αυτό. Όχι ξεγελάσματα, απειλές, δωροδοκίες, τιμωρίες», επισημαίνει ο κ. Παπαβέντσης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει να γίνει οριοθέτηση του γενικού πλαισίου στο φαγητό. «Οι γονείς πρέπει να δίνουν στο παιδί έως δύο μικρές ανώδυνες επιλογές. Το οικογενειακό τραπέζι είναι ευκαιρία για γλωσσική ανάπτυξη και κοινωνικοποίηση. Οι γονείς πρέπει να τρώνε μαζί με τα παιδιά και μπορούν, όταν τρώνε, να μιλούν για τα πάντα εκτός από το ‘αν έφαγε το παιδί και πόσο έφαγε’.
Το φαγητό δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως επιβράβευση η ανταμοιβή. Στο τραπέζι επιβραβεύουμε την προσπάθεια, όχι το αποτέλεσμα. Δεν εμπλέκουμε το αίσθημα πείνας του παιδιού με τις συναισθηματικές του επιθυμίες/ανάγκες, ούτε εμπλέκουμε το φαγητό σε παιχνίδια ανταγωνισμού μεταξύ αδερφών (ποιος θα φάει πρώτος, ποιος έφαγε περισσότερο κ.λπ.). Το παιδί πρέπει να μάθει να τρώει όταν πεινάει, κι όχι όταν βαριέται ή όταν θέλει να τραβήξει την προσοχή σας», καταλήγει ο παιδίατρος-σύμβουλος θηλασμού.
health.in.gr