Μητρικός θηλασμός . Η συμβολή του στην πρόληψη της παιδικής παχυσαρκίας
Η παχυσαρκία αποτελεί σήμερα ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα δημόσιας υγείας, με αρκετά δυσχερείς καταστάσεις να αποτελούν απότοκό της. Το γεγονός επίσης, ότι η θεραπεία της αποδεικνύεται ιδιαίτερα δύσκολη, καθιστά ακόμη πιο αναγκαίο να πέσει ολόκληρο το βάρος στα μέτρα πρόληψής της.
Είναι προφανές αλλά έχει αποδειχτεί και από σχετικές εργασίες ότι τα παχύσαρκα παιδιά (αυτά που έχουν Δείκτη Μάζας Σώματος-ΔΜΣ >30) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να γίνουν παχύσαρκοι ενήλικες .Ακόμη και τα παιδιά που είναι απλώς υπέρβαρα (ΔΜΣ μεταξύ 25 και 30) φαίνεται να κινδυνεύουν περισσότερο από τα φυσιολογικού βάρους παιδιά από αυξημένη αρτηριακή πίεση, υπερλιπιδαιμία και επίπεδα ινσουλίνης (επομένως έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης σακχαρώδους διαβήτη), όπως επίσης έχει διαπιστωθεί μέσα από σχετικές μελέτες .
Θα πρέπει να αναζητηθούν και να εφαρμοστούν απλά μέτρα, χωρίς κατά το δυνατόν ανεπιθύμητες ενέργειες, μέτρα τα οποία θα έχουν επίσης χαμηλό κόστος. Ήδη από πολλά έτη υπήρχε η υπόθεση, ότι ο θηλασμός έχει προστατευτικό- αποτρεπτικό ρόλο για την παχυσαρκία. Η υπόθεση αυτή έγινε αντικείμενο πολλών σύγχρονων επιδημιολογικών μελετών καθώς αντιπροσωπεύει ένα ακόμη πλεονέκτημα του θηλασμού, όπως επίσης και ένα ακόμη «όπλο» για τη «μάχη» κατά της παχυσαρκίας. /p>
Η παχυσαρκία θεωρείτε πολυπαραγοντική νόσος με την εμπλοκή γενετικών (ενδογενών) και περιβαλλοντικών (εξωγενών) παραγόντων. Στα ενδογενή αίτια με επιπολασμό (1%) ανήκουν το σύνδρομο Prader- Willi, σύνδρομο Down υποθυρεοειδισμός κ.α.
Ενώ το εξωγενές αίτιο με 99% είναι το θετικό ισοζύγιο ενέργειας , δηλαδή η πρόσληψη περισσότερων θερμίδων από τις ενεργειακές ανάγκες του οργανισμού.
Από τα παραπάνω λοιπόν συμπεραίνουμε πως κατά 99% για ένα παχύσαρκο παιδί ευθύνονται οι διατροφικές τους συνήθειες καθώς και ο τρόπος ζωής του.
Ο θηλασμός δίνει συνέχεια στην ενδομήτρια διατροφή. Η μοναδική σύνθεση του μητρικού γάλατος αλλάζει τον αριθμό και το μέγεθος των λιποκυττάρων του βρέφους.
Η αύξηση των επιπέδων της οξυτοκίνης στον εγκέφαλο της μητέρας κατά τη διάρκεια του θηλασμού ενδυναμώνει τον δεσμό μεταξύ μητέρας- βρέφους
Οι θετικές συμπεριφορικές πλευρές του θηλασμού συμβάλλουν στη διαμόρφωση υγιών διαιτητικών συνηθειών στην παιδική ηλικία και σε χαμηλότερο ποσοστό παχυσαρκίας.
Η ποικιλία λήψης τροφών από τη θηλάζουσα μητέρα συμβάλλει στην αποδοχή από το παιδί νέων και ποικίλων τροφών στην μετέπειτα ζωή του.
Ερευνητές αναφέρουν χαμηλότερο κίνδυνο παχυσαρκίας σε άτομα που σιτίζονταν με αποκλειστικό θηλασμό τους πρώτους 6 μήνες ζωής από ότι σε εκείνα με υποκατάστατο γάλα.
Επίσης τονίζουν πως ο κίνδυνος παχυσαρκίας είναι μικρότερος σε άτομα που θήλασαν τουλάχιστον 7 μήνες συγκρινόμενα με αυτά που θήλασαν για 3 μήνες η λιγότερο
Ο Von kries το 2001 αναφέρει μια δοσοεξαρτώμενη σχέση μεταξύ αποκλειστικού θηλασμού και παχυσαρκίας
Επίπτωση παχυσαρκίας
Παιδιά που δεν θήλασαν ποτέ 4,5%
Παιδιά που θήλασαν 2,8%
Δοσοξαρτώμενο αποτέλεσμα:
Συχνότητα παχυσαρκίας
Αποκλειστικός θηλασμός για 2 μήνες 3,8%
Θηλασμός 3-5 μήνες 2,3%
Θηλασμός 6-12 μήνες 1,7%
Θηλασμός > 12 μήνες 0,8%
Το γάλα από την μητέρα, οδηγεί σε χαμηλότερα ποσοστά υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών λόγω της χαμηλότερης περιεκτικότητας σε πρωτεΐνης. Το μητρικό γάλα περιέχει μόνο 0.9 g πρωτεΐνης /dl, Ενώ το γάλα αγελάδας 3.5 g /dl, λόγω της αυξημένης περιεκτικότητας σε καζεΐνη. Επομένως, τα υποκατάστατα γάλατα θα πρέπει να περιέχουν λιγότερη πρωτεΐνη.
Ας παραθέσουμε αναλυτικά τις διαφορές που παρουσιάζουν το μητρικό γάλα με το αγελαδινό ως προς τα μακροθρεπτικά συστατικά τους.
Οι δύο κύριες ομάδες πρωτεινών του μητρικού και αγελαδινού γάλακτος είναι η ορολευκωματίνη και η καζεΐνη, η διαφορά στα δύο γάλατα έγκειται στην περιεκτικότητα τους. Στο μητρικό γάλα ο λόγος ορολευκωματίνης με την καζεΐνη είναι 4/1
ενώ στο αγελαδινό είναι ο/κ= 1/4 αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι πρωτεΐνες του μητρικού γάλακτος να απορροφώνται εξολοκλήρου από το έντερο, οι κενώσεις του βρέφους να είναι πιο μαλακές και υδαρείς και το σημαντικότερο, να χρειάζεται μικρότερη ποσότητα γάλακτος για να καλυφτούν οι ανάγκες του.
Μια επίσης σημαντική διαφορά είναι η μικρότερη περιεκτικότητα του αγελαδινού γάλακτος σε ταυρίνη. Αυτό σημαίνει πως η ταυρίνη ,αναγκαστικά, προστίθεται στα υποκατάστατα γάλατα καθώς βελτιώνει την απορρόφηση του λίπους και παίζει σημαντικό ρόλος στην ωρίμανση του εγκεφάλου.
Αυτά όμως που δεν μπορούν να να κατασκευαστούν βιομηχανικά και άρα δεν περιέχονται στα υποκατάστατα γάλατα είναι όλα τα αντισώματα της μητέρας που περιέχονται στο μητρικό γάλα.
Η κύρια πρωτεΐνη του αγελαδινού γάλακτος είναι η β- γαλακροσφαιρίνη η οποία θεωρείται πολύ ισχυρό αλλεργιογόνο για τα βρέφη σε αντίθεση με το μητρικό όπου η κύρια πρωτεΐνη του είναι η α- γαλακτολευκοματίνη.
Το μητρικό γάλα περιέχει μεγάλες ποσότητες λακτόζης.
Η διαφορά με τα υποκατάστατα αφορά την ταχύτητα υδρόλυσης όπου τελικά ελλατώνει το PH εντέρου και καταστέλλει την ανάπτυξης της E- coli.
Βρέφη που θηλάζουν έχουν χαμηλότερο PH κοπράνων και αυτό συνεπάγεται το χαμηλότερο ποσοστό E- coli στο πεπτικό τους.
Ακόμη, το μητρικό γάλα παρέχει λιπαση στο βρέφος η οποία θανατώνει τα παθογόνα μικρόβια.
Όσον αφορά τα λίπη, το παλμιτικό και το ελαϊκό οξύ αποτελούν το 60% περίπου του λίπους και των δύο γαλάτων.
οι περισσότερες εταιρείες τροποποιημένων βρεφικών γαλάτων έχουν αντικαταστήσει το αγελαδινό λίπος με φυτικά έλαια ή με ένα μίγμα φυτικών και ζωικών λιπών.
Το αραχιδονικό και το ντοκοσαξενοϊκό οξύ βρίσκονται μόνο στο ανθρώπινο γάλα αυξάνοντας το δείκτη νοημοσύνης του παιδιού
Είναι χαρακτηριστικό ότι όλες οι ελάχιστες συνιστώμενες ποσότητες είναι μεγαλύτερες από αυτές που περιέχονται στο μητρικό γάλα, διότι η βιοδιαθεσιμότητα των θρεπτικών συστατικών του είναι μεγαλύτερη από ότι στα υποκατάστατα, με αποτέλεσμα να απαιτούνται και μικρότερες ποσότητες.
Επίτευξη και διατήρηση της παραγωγής γάλατος από την μητέρα.
Το καλύτερο ερέθισμα για την παραγωγή γάλακτος από τους
μαστούς είναι το να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα πλήρης κένωση των μαστών. Ακόμη απαραίτητο είναι από τις πρώτες μέρες της ζωής να γίνετε προσπάθεια για θηλασμό ακόμη και όταν υπάρχει πολύ λίγο ή καθόλου γάλα.
Τα Βρέφη που δεν έχουν την απαίτηση να φάνε (δεν κλαίνε) πρέπει να μπαίνουν στο στήθος κάθε 3 ώρες όλο το 24ωρο
Πολύ βασική θεωρείτε η τοποθέτηση του νεογέννητου και
της μητέρας σε κατάλληλη θέση, ώστε να ξεκινήσει ο θηλασμός
από την πρώτη ώρα ζωής. Δεν πρέπει να παρέχετε στο μωρό υποκατάστατο γάλα, νερό ή τσάι
Κανένας παράγοντας δεν είναι σημαντικότερος για έναν επιτυχή θηλασμό από την καλή ψυχολογική κατάσταση της μητέρας.
Πως θα καταλάβει η μητέρα αν επαρκεί το μητρικό γάλα για την σίτιση του βρέφους:
Η παραγωγή γάλακτος θεωρείτε φυσιολογική όταν το βρέφος κοιμάται 2-4 ώρες μεταξύ των γευμάτων και το βάρος του αυξάνεται φυσιολογικά. Όταν το βρέφος δεν πηγαίνει αμέσως για ύπνο ή ξυπνάει σε 1-2 ώρες ή αδειάζει και τους 2 μαστούς τότε η ποσότητα γάλακτος από τον θηλασμό δεν θεωρείτε ικανοποιητική.
Ο χρυσός φιόγκος είναι ένα ιδανικό σύμβολο του χρυσού κανόνα για τον αποκλειστικό και συνεχή μητρικό θηλασμό. Η μια θηλιά συμβολίζει την μητέρα και η άλλη το παιδί. Ο κόμπος συμβολίζει την υποστήριξη του πατέρα, της οικογένειας, της κοινωνίας. Η μία άκρη συμβολίζει την προσθήκη των στερεών τροφών μετά τους έξι μήνες και η άλλη τον οικογενειακό προγραμματισμό για μια νέα εγκυμοσύνη μετά τα τρία έως πέντε χρόνια. Unicef.
Η παχυσαρκία, με τα πολλαπλά της αίτια και τις ακόμη περισσότερες συνέπειές της, αποτελεί μια πρόκληση για τον παιδίατρο αλλά και για τον διατροφολόγο που εργάζεται με παιδιά. Σε πολλές περιπτώσεις τα προληπτικά μέτρα μπορούν να αποτρέψουν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες και ο θηλασμός, είναι ένα από αυτά.
Για να στηρίζουμε το μέλλον στα παιδιά μας, πρέπει πρώτα να φροντίσουμε να μπορούν τα ιδία να ¨στηριχτούν στα πόδια τους¨ με υγεία!!!!