Η κατάθλιψη στην Τρίτη ηλικία και η συσχέτιση της με τη γνωστική δυσλειτουργία: Αίτια και Αντιμετώπιση

Facebooktwitterpinterest

Η εμφάνιση της κατάθλιψης σε ηλικιωμένα άτομα είναι συχνή. Δυστυχώς μόνο ένα μικρό ποσοστό αναζητά και τελικά λαμβάνει την κατάλληλη θεραπεία. Η κατάθλιψη τείνει να υποδιαγνώσκεται εφόσον θεωρείται μια φυσιολογική αντίδραση στο γήρας. Έτσι, συχνά συμπτώματα που εμφανίζονται μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν τη μείωση των κοινωνικών επαφών και δραστηριοτήτων, την ελάττωση λήψης πρωτοβουλιών ή την δυσκολία λήψης αποφάσεων, το άγχος και την υπερβολική ανησυχία, την επιβράδυνση στις κινήσεις καθώς και στις γνωσιακές δυσλειτουργίες που δεν είναι πάντα επακόλουθα της γήρανσης, αλλά σε πολλές περιπτώσεις μαρτυρούν την παρουσία μιας αρχόμενης κατάθλιψης. Επίσης η θλίψη που αποτελεί το πιο τυπικό σύμπτωμα της κατάθλιψης μπορεί να απουσιάζει ή να είναι λιγότερο έντονη.

Ως παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη της κατάθλιψης στην Τρίτη ηλικία ορίζονται το γυναικείο φύλο και η συνύπαρξη πολλαπλών παθολογικών ιατρικών καταστάσεων όπως υπέρταση, διαβήτης, καρκίνος και άνοια. Μεγάλο κίνδυνο διατρέχουν επίσης και τα άτομα που έχουν εκτεθεί σε στρεσσογόνα γεγονότα και δεν έχουν αναπτυγμένο κοινωνικό δίκτυο.

Τα άτομα της τρίτης ηλικίας μπορεί να εμφανίζουν λιγότερα συμπτώματα και το κυριότερο να μην παραπονούνται για άσχημη διάθεση αλλά να προβάλλουν κυρίως έντονες σωματικές ενοχλήσεις που δεν μπορούν να εξηγηθούν από τη συνύπαρξη άλλων παθολογικών καταστάσεων. Συνήθως οι ασθενείς αυτοί είναι πολύ λιγότερο διατεθειμένοι να αναφέρουν τα συμπτώματα και τείνουν να εμμένουν στις σωματικές ενοχλήσεις. Η συνύπαρξη πολλαπλών παθολογικών καταστάσεων συνήθως αυξάνει τον κίνδυνο της μη αναγνώρισης και αντιμετώπισης της κατάθλιψης. Το άγχος μπορεί επίσης να αποτελεί ένα σύμπτωμα κατάθλιψης. Η επιδημιολογία της κατάθλιψης στους ηλικιωμένους ανέρχεται στο 10-25%.

Όπως συμβαίνει και με τα συμπτώματα της κατάθλιψης σε νεαρότερες ηλικίες έτσι και στους ηλικιωμένους χωρίζονται σε πρωτογενή και δευτερογενή. Η πρωτογενής κατάθλιψη χωρίζεται σε 3 είδη: την μείζονα κατάθλιψη όπου η ύπαρξη καταθλιπτικών συμπτωμάτων κατά DSM-IV (1994; American Psychiatric Association) είναι απαραίτητη για 2 συνεχείς εβδομάδες, τη δυσθυμία και άτυπες μορφές κατάθλιψης που χαρακτηρίζονται από άρνηση του καταθλιπτικού συναισθήματος, το οποίο εμφανίζεται με τη μορφή σωματικών ή γνωστικών συμπτωμάτων. Διαταραχές στο συναίσθημα όπως μελαγχολία, απώλεια ενδιαφέροντος και απελπισία είναι εμφανή, ψυχοκινητικές και γνωστικές διαταραχές, σωματικά συμπτώματα και κοινωνική απόσυρση κάνουν επίσης εντονότερη την παρουσία της. Η δευτερογενής κατάθλιψη οφείλεται κατά κύριο λόγο σε μια γενικότερη ιατρική κατάσταση ή διαταραχή. Η οργανική κατάθλιψη είναι αποτέλεσμα βιολογικών αλλαγών στο κεντρικό νευρικό σύστημα είτε λόγω μιας νόσου είτε λόγω φαρμακευτικής αγωγής. Κάποιες διαταραχές που ευθύνονται για την εμφάνιση κατάθλιψης περιλαμβάνουν εγκεφαλικά επεισόδια, νευροεκφυλιστικές νόσοι όπως Parkinson και Alzheimer’s ενώ φαρμακευτικές αγωγές περιλαμβάνουν τα αντιυπερτασικά και τις βενζοδιαζεπίνες. Επίσης οι ηλικιωμένοι παρουσιάζουν συχνά μια ψυχολογική αντίδραση και δυσκολία προσαρμογής ειδικότερα όπου η νόσος είναι είτε ανίατη είτε χρόνια και τείνει να επιδεινώνεται με την πάροδο των ετών. Σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση παίζει και ο συνδυασμός της απώλειας είτε κοινωνικής θέσης, χρημάτων, ανθρώπων ή ακόμα και της ανεξαρτησίας τους. Σε τέτοιες περιπτώσεις τα συναισθήματα που κυριαρχούν είναι το άγχος, η έλλειψη και η απαισιοδοξία που οδηγούν σταδιακά σε κατάθλιψη.

Η κατάθλιψη στους ηλικιωμένους μπορεί να συγκαλύπτεται και από γνωστικού τύπου διαταραχές. Κύρια συμπτώματα σ’ αυτή την περίπτωση είναι διαταραχές στη συγκέντρωση, την προσοχή και τη μνήμη αλλά και τις εκτελεστικές λειτουργίες που οδηγούν σε βραδύτητα και μειωμένη επεξεργασία της πληροφορίας, με αποτέλεσμα την εμφάνιση της κλινικής εικόνας της ψευδοάνοιας. Για τον αποκλεισμό συγκαλυμμένης νευροεκφυλιστικής νόσου από την κλινική κατάθλιψη είναι απαραίτητος ο νευρολογικός και νευροψυχολογικός έλεγχος με δοκιμασίες (τεστ) που αξιολογούν τις παραπάνω λειτουργίες και νευροαπεικονιστικές εξετάσεις.

Τι μπορούμε να κάνουμε;
Πιο συχνός τρόπος παρέμβασης και αντιμετώπισης είναι συνήθως η φαρμακευτική αγωγή όπου χορηγούνται αντικαταθλιπτικά και σε μικρότερο ποσοστό η ψυχοθεραπεία ή η ψυχολογική υποστήριξη.

Οι στόχοι της θεραπείας συμπεριλαμβάνουν είναι η μείωση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης και η εξάλειψη της πιθανότητας επανεμφάνισης. Η εξασφάλιση μιας καλύτερης ποιότητας ζωής είναι πολύ σημαντική καθώς η φαρμακευτική αντιμετώπιση ή ψυχοθεραπευτική παρέμβαση προλαμβάνει την επιδείνωση της κατάθλιψης.

Ψυχοκοινωνική υποστήριξη
Πολλές φορές οι βιολογικές θεραπείες από μόνες τους δεν είναι ικανές να επιλύσουν όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με την κατάθλιψη στην τρίτη ηλικία. Για παράδειγμα άτομα με σημαντικά προβλήματα υγείας, άτομα χωρίς οικογένεια, ή κοινωνική υποστήριξη, χρειάζονται ψυχοκοινωνική υποστήριξη σε συνδυασμό με φαρμακοθεραπεία.

Σε περιπτώσεις όπου έχουν επηρεαστεί σημαντικά οι γνωστικές λειτουργίες του ατόμου λόγω της κατάθλιψης είναι αναγκαία η παρέμβαση μέσω Γνωστικής Αποκατάστασης προκειμένου να επανέλθει το άτομο στην πρότερη λειτουργική του κατάσταση. Η γνωστική αποκατάσταση είναι μια δομημένη σειρά από θεραπευτικές ασκήσεις που έχουν σχεδιαστεί για να επανεκπαιδεύσουν την ικανότητα του ατόμου να σκέφτεται, να χρησιμοποιεί την κρίση του και να παίρνει αποφάσεις. Επικεντρώνεται στο να βελτιώσει ελλείψεις στη μνήμη, προσοχή, αντίληψη, μάθηση, σχεδιασμό και στις εκτελεστικές λειτουργίες. Ο όρος Γνωστική Αποκατάσταση, εφαρμόζεται σε μια σειρά από παρεμβατικές στρατηγικές ή τεχνικές που έχουν ως στόχο να βοηθήσουν τους ασθενείς να μειώσουν, να διαχειριστούν και να αντιμετωπίσουν τις γνωστικές ελλείψεις. Ο απώτερος στόχος είναι να βελτιωθεί η ποιότητα ζωής και η λειτουργικότητα του ατόμου τόσο στο σπίτι όσο και έξω από αυτό. Η μεθοδική και συστηματική άσκηση των νοητικών λειτουργιών που εκλείπουν, σε συνδυασμό με φαρμακευτικές αγωγές που σε βασικό επίπεδο ή και επικουρικά συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των αιτίων πρόκλησης των βλαβών, δημιουργούν τις βάσεις για μερική ή ακόμα και ολική επαναφορά εγκεφαλικών λειτουργιών που μέχρι σήμερα περνούσαν σε δεύτερη μοίρα.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.