Η διαφοροποίηση της Αγγειακής Άνοιας από τη Νόσο Alzheimer’s
Δυο από τις πιο συχνές μορφές άνοιας είναι η άνοια νόσου Alzheimer’s (AD) και Αγγειακής άνοιας (VaD) (Desmond, 1996). Και οι δυο τύποι άνοιας έχουν ξεχωριστές γνωστικές ελλείψεις, όπως εκτελεστική δυσλειτουργία στην VaD σε σύγκριση με εκείνες κυρίως στη μνήμη που εμφανίζουν οι ασθενείς με AD (Freeman et al., 2000; Graham, Emery & Hodges, 2004; Looi & Sachdev,1999).
Παρόλα αυτά οι περισσότερες από τις νευροψυχολογικές δοκιμασίες που έχουν χρησιμοποιηθεί για την υποστηρικτική διαφοροδιάγνωση μεταξύ Αγγειακής άνοιας και άνοιας νόσου Alzheimer’s δεν κρίνονται επαρκή για να χρησιμοποιηθούν από μόνες τους. Η Αμερικάνικη Ψυχολογική Εταιρεία (American Psychological Association, APA) τονίζει ότι όταν οι ηλικιωμένοι αρχίζουν είτε να ξεχνούν είτε να μπερδεύονται, οι γιατροί πρέπει να στηρίζουν την διάγνωση σε πολλά διαφορετικά είδη πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένου του ιατρικού ιστορικού και νευροαπεικονιστικών μεθόδων.
Και στα δύο είδη ανοιών προσβάλλεται η ικανότητα μάθησης και η μνήμη, η συμπεριφορά και η καθημερινή λειτουργικότητα. Παρόλα αυτά τα αίτια είναι διαφορετικά και στις περιπτώσεις φαρμακοθεραπείας και γνωστικής αποκατάστασης. Κάποιες από τις νευροψυχολογικές δοκιμασίες που βοηθούν στο διαχωρισμό μεταξύ των δύο ανοιών είναι το Emotional Recognition Task (αναγνώριση εκφράσεων στο πρόσωπο ατόμων μέσω φωτογραφιών και η αντιστοίχηση τους σε συναισθήματα) όπου οι ασθενείς με νόσο Alzheimer’s τα πηγαίνουν καλύτερα και η καθυστερημένη ανάκληση μιας ιστορίας όπου οι ασθενείς με Αγγειακή άνοια σημείωσαν καλύτερη επίδοση.
Οι ασθενείς με AD έχουν κατώτερη επίδοση στην ελεύθερη και καθυστερημένη ανάκληση και αναγνώριση σε σχέση με αυτούς με VaD, ενώ οι τελευταίοι σημειώνουν περισσότερες εμμονές σε μια δοκιμασία ανάλογη του Wisconsin Card Sorting test που εξετάζει εκτελεστικές λειτουργίες και πιο συγκεκριμένα γνωστική ευελιξία και εύρεση κανόνα (rule attainment and cognitive flexibility) (Traykov et al., 2002). Εξασθενημένη παρουσιάζεται η επίδοση στην καθυστερημένη αναγνώριση στη δοκιμασία Rey -Osterrieth Complex Figure στους ασθενείς με AD σε σύγκριση με αυτούς με VaD ενώ αυτοί οι ασθενείς έχουν κατώτερη επίδοση στην δοκιμασία αντιγραφής που σχετίζεται με την εργαζόμενη μνήμη (Freeman et al., 2000). Η διαφοροδιάγνωση όμως μέσω νευροψυχολογικών δοκιμασιών παραμένει ασαφής (Almkvist et al., 1999; Fahlander et al., 2002).
Υπάρχουν αρκετοί λόγοι που συντελούν στην ασάφεια και κυρίως η ετερογένεια στη διάγνωση της VaD (Graham et al., 2004). Επίσης, παράγοντες κινδύνου όπως η υπέρταση που είναι γνωστό ότι οδηγούν σε εγκεφαλική βλάβη και κατά συνέπεια γνωστικές ελλείψεις (Carmelli et al., 1999; Raz et al., 2003) είναι περισσότερο εμφανείς στη VaD και σε λιγότερο βαθμό στη AD (Rockwood et al., 2000). Πιθανόν, η ύπαρξη αυτών των παραγόντων κινδύνου και στους δυο τύπους ανοιών συνεισφέρει σε μια επικάλυψη της νευροπαθολογίας και άρα σε συγκρίσιμες γνωστικές ελλείψεις.
Γενικά, και οι δύο τύποι άνοιας χαρακτηρίζονται από διαφορετική νευροπαθολογία. Μικρό έμφρακτα, διάχυτες ανωμαλίες στη λευκή ουσία και αλλαγές γύρω από τα αγγεία είναι οι πιο εμφανείς διαφορές της VaD, ενώ οι αμυλοειδείς πλάκες και νευροινιαδιακοί κόμβοι είναι τυπικά χαρακτηριστικά της AD (Kalaria, 2002). Παρόλα αυτά υπάρχουν ενδείξεις για την ύπαρξη και των δύο ειδών παθολογίας στη AD και VaD (Kalaria, 2002; Kalaria and Ballard, 1999). Για παράδειγμα, οι ανωμαλίες στη λευκή ουσία είναι παρούσες και στη VaD (Giovannetti et al., 2001) και στη AD (Bigler et al., 2003). Επίσης σύμφωνα με αυτές τις παρατηρήσεις η χολινεργική δυσλειτουργία, χαρακτηριστικό της AD παρατηρείται επίσης και στη VaD (Lojkowska et al., 2003). Επιπρόσθετα, ένα είδος μεικτής άνοιας αποτελούμενης από στοιχεία AD και ταυτόχρονα αγγειακής εγκεφαλικής βλάβης έχει επίσης αναγνωριστεί (Rockwood et al., 2000) κάτι που δυσκολεύει την διαφοροδιάγνωση μέσω νευροψυχολογικών δοκιμασιών.
Το να γνωρίζει κανείς τα πρόδρομα συμπτώματα είναι πολύ σημαντικό για το σχεδιασμό προληπτικών στρατηγικών. Οι νευροψυχολογικές ελλείψεις, ιδιαίτερα τα προβλήματα στη μνήμη υπάρχουν πολλές φορές χρόνια πριν την κλινική διάγνωση της AD. Παρόλα αυτά οι γνωστικές ελλείψεις που μπορεί να προϋπάρχουν της VaD και οι διαφορές μεταξύ των δυο τύπων ανοιών δεν έχουν εξεταστεί εκτενώς.
Διάφορες μελέτες έχουν αναφέρει σε ηλικιωμένους ανθρώπους με αγγειακές γνωστικές ελλείψεις που δεν πληρούσαν τα κριτήρια για άνοια ότι οι χαμηλές βαθμολογίες σε δοκιμασίες μνήμης και σημασιολογικής ευχέρειας όσον αφορά την κατηγορία προέβλεψε μετάπτωση σε άνοια 5 χρόνια αργότερα. Μια άλλη μελέτη έδειξε ότι η σημασιολογική ευχέρεια κατηγορίας ήταν πιο εξασθενημένη σε προκλινικά στάδια AD ενώ ελλείψεις στην ευχέρεια κατηγορίας σε σχέση με το γράμμα ήταν παρούσες και στην AD αλλά και στη VaD (Jones et al., 2006).
Στον τομέα της επεισοδιακής μνήμης, οι έρευνες που συγκρίνουν τη VaD με την AD είτε δεν βρίσκουν διαφορές ανάμεσα στις δυο ομάδες ασθενών είτε αναφέρουν βαρύτερα συμπτώματα στους ασθενείς με AD. Ελάχιστες είναι οι έρευνες που έχουν δείξει ασθενείς με VaD να έχουν μεγαλύτερες ελλείψεις στην επεισοδιακή μνήμη σε σχέση με αυτούς με AD και σε αυτό οφείλεται πρωταρχικά η συχνή λανθασμένη διάγνωση. Οι Looi and Sachdev στην ανασκόπηση τους όπου αξιολόγησαν την λεκτική μάθηση και μνήμη στους δυο τύπους άνοιας βρήκαν σημαντικά λιγότερες ελλείψεις στη VaD εφόσον οι ασθενείς με AD είχαν χειρότερη επίδοση σε λίστες λέξεων και στην άμεση και καθυστερημένη ανάκληση ιστοριών. Λιγότερα είναι τα ευρήματα σε σχέση με τη μη λεκτική επεισοδιακή μνήμη. Παρόλα αυτά τα αποτελέσματα πρέπει να αναλύονται με προσοχή καθώς τα κριτήρια για τη διάγνωση της VaD εμπνευσμένα από τη AD απαιτούν την ύπαρξη γνωστικών ελλείψεων στην επεισοδιακή μνήμη.
Δεδομένου ότι η σημασιολογική μνήμη παρουσιάζει σημαντικές ελλείψεις στη AD ελάχιστες είναι οι έρευνες που έχουν εξετάσει αυτή τη λειτουργία στη VaD. Μια μικρή μελέτη πρότεινε ότι και οι δυο κατηγορίες ασθενών είχαν ελλείψεις σε μια σειρά δοκιμασιών όπως αντιστοίχηση λέξεων εικόνων, ευχέρεια κατηγορίας, κατονομασία εικόνων και παραγωγή λεκτικών εννοιών.
Στις εκτελεστικές λειτουργίες λίγες έρευνες έδειξαν χειρότερη επίδοση στη AD σε σχέση με VaD. Η πιο συχνή δοκιμασία ήταν το Wisconsin card sorting test και παρόμοια αποτελέσματα παρουσιάστηκαν για την προσοχή. Όσον αφορά τέλος της οπτικοχωρικές ικανότητες και λειτουργίες 8 έρευνες δεν έδειξαν καμία διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων. Παρόμοια αποτελέσματα βρέθηκαν και για την οπτικοαντιληπτική ικανότητα.
Συμπερασματικά, υπάρχει μια γενική τάση που υποστηρίζει ότι η επεισοδιακή μνήμη είναι πιο αδύναμη στη AD ενώ οι ασθενείς με VaD έχουν περισσότερες εκτελεστικές και ελλείψεις προσοχής. Παρόλα αυτά σε άλλους τομείς όπως σημασιολογική μνήμη και οπτική επεξεργασία οι ενδείξεις είναι ασαφείς.