Ο Σακχαρώδης Διαβήτης στα παιδιά.
Σακχαρώδης Διαβήτης και παιδιά
Όταν ο διαβήτης διαγνωσθεί στα παιδιά τότε πρόκειται για διαβήτη τύπου 1. Σε αντίθεση με το διαβήτη τύπου 2 που αφορά τους ενήλικες, ο τύπος 1 διαβήτη δεν μπορεί να προληφθεί, δεν μπορούμε να τον αποφύγουμε. Στο νεανικό λοιπόν διαβήτη ο οργανισμός παράγει αντισώματα τα οποία καταστρέφουν τα βήτα κύτταρα του παγκρέατος που παράγουν ινσουλίνη. Έτσι τα παιδιά δεν παράγουν καθόλου ινσουλίνη και γι αυτό πρέπει για την υπόλοιπη ζωή τους να κάνουν ινσουλίνη. Μέχρι την ανακάλυψη της ινσουλίνης τα παιδιά ήταν καταδικασμένα να χάσουν τη ζωή τους. Σήμερα με τις σύγχρονες ινσουλίνες που διαθέτουμε τα παιδιά αναπτύσσονται κανονικά χωρίς να υστερούν σε τίποτα από τους συνομηλίκους τους.
Τα παιδιά εφαρμόζουν το λεγόμενο εντατικοποιημένο σχήμα ινσουλίνης.
Αυτό περιλαμβάνει 2 είδη ινσουλίνης. Η μία είναι η ινσουλίνη παρατεταμένης δράσης που λέγεται βασική ινσουλίνη και αρχίζει να δρα περίπου δύο ώρες μετά τη χορήγηση. Στο εμπόριο κυκλοφορούν δύο τέτοιες η Lantus και η Levemir. Η Lantus γίνεται μία φορά την ημέρα ενώ η Levemir δύο φορές συνήθως την ημέρα. Αυτή η ινσουλίνη έχει σκοπό να βοηθήσει τον οργανισμό να χρησιμοποιήσει την γλυκόζη που παράγει το συκώτι. Ρυθμίζει δηλαδή το σάκχαρο στο ενδιάμεσο των γευμάτων. Η δεύτερη είναι η ινσουλίνη που αρχίζει να δρα αμέσως μετά τη χορήγηση και η δράση της διαρκεί λίγες ώρες. Λέγεται προγευματική ινσουλίνη γιατί μ’ αυτήν ο οργανισμός χρησιμοποιεί την γλυκόζη που προσλαμβάνει με το φαγητό. Προγευματικές ινσουλίνες είναι η Apidra, Humalog,Novorapid (νεώτερες) και η Actrapid (παλαιότερη). Συνήθως λοιπόν τα παιδιά αλλά και οι ενήλικες με τύπο 1 διαβήτη κάνουν την ημέρα μία ένεση βασικής ινσουλίνης και 3 ενέσεις προγευματικής ινσουλίνης πριν τα τρία κύρια γεύματα. Συχνά κάνουν και επιπλέον ινσουλίνη πριν το καφέ με γάλα, πριν κάποιο ενδιάμεσο γευματίδιο ή για να διορθώσουν αν χρειάζεται ένα ήδη ανεβασμένο σάκχαρο.
Το σχήμα χαρακτηρίζεται από ευελιξία. Το πρόγραμμα του παιδιού και ιδίως του εφήβου ή ενός εργαζόμενου με άστατο ωράριο δεν είναι σταθερό. Μπορεί να μην φάει μεσημεριανό γεύμα ή να φάει αργά το απόγευμα. Ο εργαζόμενος μπορεί να φάει αργά το βράδυ. Κάνει λοιπόν τη βασική ινσουλίνη ανεξάρτητα της ώρας του φαγητού και την προγευματική ινσουλίνη πριν να φάει, όταν φάει. Αν δεν φάει δεν κάνει προγευματική ινσουλίνη, εκτός αν έχει αυξημένο σάκχαρο χωρίς να έχει φάει. Ο διαβητικός δηλαδή δεν τρώει όταν πρέπει να κάνει ινσουλίνη αλλά κάνει την ινσουλίνη όταν θέλει να φάει. Αλίμονο αν περιορίσουμε τον έφηβο να τρώει συγκεκριμένες ώρες. Εννοείται όμως ότι καλό είναι όλοι οι άνθρωποι να ακολουθούν ένα πρόγραμμα στις ώρες των γευμάτων και να μην τρώμε άστατα. Ο κανόνας είναι συχνά και μικρά γεύματα.
Το πόσο βασική ινσουλίνη θα γίνει εξαρτάται από το πρωινό σάκχαρο. Συνήθως αυξάνονται οι μονάδες μέχρι να πετύχουμε καλό πρωινό νηστικό σάκχαρο. Οι αυξήσεις στην ινσουλίνη πρέπει να γίνονται με τη βοήθεια του διαβητολόγου. Η αιτία για αυξημένο πρωινό σάκχαρο δεν είναι όμως μόνο η έλλειψη της βραδινής βασικής ινσουλίνης αλλά και το ότι πήγαμε να κοιμηθούμε με αυξημένο σάκχαρο. Άλλη αιτία είναι η βραδινή υπερκατανάλωση γεύματος μετά από νυχτερινή υπογλυκαιμία. Άλλη αιτία μπορεί να είναι η νυχτερινή υπογλυκαιμία που δεν καταλάβαμε και οδήγησε σε αντιρροπιστική πρωινή υπεργλυκαιμία. Είναι λίγο σύνθετα τα πράγματα αλλά με παρακολούθηση και καλή συνεργασία λύνονται τα προβλήματα. Καλό είναι όταν υπάρχει τύπος 1 διαβήτη να μην προχωράμε σε γυμναστικές ασκήσεις με σάκχαρο πάνω από 250. Πρέπει να κάνουμε πρώτα λίγες μονάδες ινσουλίνης, να πέσει το σάκχαρο και μετά να αθληθούμε. Αν αντίθετα πριν την άσκηση έχουμε σάκχαρο κάτω από 120 καλό είναι να φάμε κάτι, μισή μπανάνα ας πούμε. Αν προβλέπεται άσκηση μεγάλης διάρκειας θα μπορούσαμε να κάναμε το προηγούμενο βράδυ λιγότερες μονάδες βασικής ινσουλίνης ή λιγότερη προγευματική ινσουλίνη πριν την άσκηση.
Το πόσο ινσουλίνη κάνουμε πριν τα γεύματα εξαρτάται από:
1. Πόσο σάκχαρο έχουμε πριν το γεύμα. 2. Την περιεκτικότητα του γεύματος σε υδατάνθρακες ή ισοδύναμα υδατανθράκων (15 γραμμάρια υδατάνθρακες=1 ισοδύναμο που θέλει 1 μονάδα ινσουλίνης) 3. Το είδος της επόμενης δραστηριότητας (γυμναστική ή ύπνος-διάβασμα).
Ο διαβητολόγος δίνει οδηγίες και κατευθύνει. Ο άνθρωπος με διαβήτη εφαρμόζει τους βασικούς κανόνες ινσουλινοθεραπείας και σιγά σιγά μαθαίνει τον οργανισμό του και κάνει τις ανάλογες μονάδες ινσουλίνης. Αναγκαία είναι η συχνή καταγραφή των σακχάρων αίματος. Τουλάχιστον 4-5 φορές την ημέρα αυτομέτρηση. Σίγουρα ο οργανισμός δεν είναι μηχανή για να είναι συνεχώς τα σάκχαρα κοντά στο 100. Που και που θα βλέπουμε αυξημένα σάκχαρα αλλά όταν τα περισσότερα σάκχαρα είναι στα όρια που επιθυμούμε και η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη είναι καλή τότε λέμε ότι έχουμε καλή ρύθμιση.
Προσοχή στις ανεπίγνωστες υπογλυκαιμίες. Έτσι λέμε τιμές σακχάρου κάτω από 70 που δεν προκαλούν συμπτώματα. Δεν πρέπει να προσπερνάμε τέτοιες χαμηλές τιμές ακόμα και αν νοιώθουμε καλά. Κουράζουν τον οργανισμό και οδηγούν σε μειωμένη σωματική και πνευματική απόδοση. Ο γονιός που έχει παιδί με σάκχαρο πρέπει να συζητήσει το πρόβλημα με τον διαβητολόγο. Συνήθως το πρόβλημα λύνεται με τη μείωση των μονάδων ινσουλίνης.
Το παιδί και ο μετέπειτα ενήλικας με σάκχαρο εξοικειώνεται με την ινσουλίνη και φτάνει σε σημείο οι κινήσεις και οι υπολογισμοί να γίνονται αυτόματα. Όταν μαθαίνουμε να οδηγούμε είμαστε διστακτικοί, αργότερα όμως συνηθίζουμε, έτσι γίνεται και με τις πολλαπλές ενέσεις ινσουλίνης. Συνήθως βέβαια το πρόβλημα δεν το έχουν τόσο τα παιδιά με διαβήτη όσο ο περίγυρος τους και ιδίως το σχολικό περιβάλλον. Γι αυτό είναι αναγκαίο: 1. Nα γνωρίζουν οι κολλητοί φίλοι του παιδιού, αλλά και οι δάσκαλοι, ότι ο φίλος τους είναι «γλυκός» και οι ενέσεις περιέχουν σωτήριο φάρμακο. 2. Αν ξαφνικά ο φίλος τους αρχίζει να ζαλίζεται, να μην νιώθει καλά, να λέει ασυναρτησίες, να ιδρώνει χωρίς λόγο, να τα βλέπει διπλά ή να τρέμει τότε να καταλάβουν ότι υπάρχει υπογλυκαιμία οπότε: αν έχει τις αισθήσεις του και μπορεί να καταπιεί να του δώσουν να πιει ένα χυμό ή να φάει μέλι ή ζάχαρη ή καραμέλα και να ακολουθήσει γεύμα. Αν λιποθυμήσει τότε καλούμε το 166 για ενδοφλέβια χορήγηση γλυκόζης. Αντί αυτού όμως μπορούμε να κάνουμε μία ένεση γλυκαγόνης που πρέπει να έχει στο σπίτι. Η γλυκαγόνη αυξάνει την παραγωγή γλυκόζης στο αίμα και σε λίγα λεπτά ο διαβητικός συνέρχεται. Καλό είναι πριν δώσουμε τις Α’ βοήθειες να μετρήσουμε σάκχαρο γιατί μπορεί η αδιαθεσία να οφείλεται σε υπεργλυκαιμική οξέωση που χρήζει διαφορετικής αντιμετώπισης. Σ’ αυτή τη περίπτωση όμως εμφανίζονται έμετοι και πόνοι στην κοιλιά με πολυουρία.
Είναι αναγκαίο το παιδί με διαβήτη να παρακολουθείται από διαβητολόγο. Όσο πιο μικρό είναι το παιδί τόσο πιο ενεργός είναι ο ρόλος των γονιών. Όσο μεγαλώνει το παιδί και μαθαίνει να φροντίζει τον εαυτό του τόσο πιο διακριτική γίνεται η στάση του γονιού. Ο έφηβος αναλόγως τον χαρακτήρα του βέβαια, είναι σε θέση να συζητήσει μόνος του με τον γιατρό του και να συνεννοηθούν σαν φίλοι. Υπάρχουν βέβαια και παιδιά που αρνούνται να αποδεχθούν τη νέα κατάσταση. Τότε οι γονείς επιδεικνύουν υπομονή και κατανόηση όπως και ο γιατρός. Με αγάπη και σιγά σιγά το παιδί ή ο έφηβος αντιλαμβάνεται τις δυσμενείς συνέπειες του αρρύθμιστου διαβήτη. Σταδιακά προσαρμόζεται και αυξάνεται η αυτοεκτίμηση του. Λίγα χρόνια μετά τη διάγνωση του διαβήτη τύπου 1 αρχίζει και η παρακολούθηση από οφθαλμίατρο, ο έλεγχος των ποδιών και της νεφρικής λειτουργίας.
Τα παιδιά με διαβήτη δεν υστερούν σε τίποτα από τους συνομηλίκους τους. Αντίθετα μαθαίνουν από μικρά να προσέχουν τον εαυτό τους και να υπακούνε σε βασικούς κανόνες πειθαρχίας. Έτσι προχωρούν στη ζωή και πετυχαίνουν υψηλούς στόχους. Χαίρονται τη ζωή αλλά και την παρέα των φίλων τους.