Πώς ορίζεται η υπογονιμότητα και πόσο συχνή είναι;

Facebooktwitterpinterest

Αυξήθηκε η υπογονιμότητα των ζευγαριών στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, με κύρια αίτια το κάπνισμα, την κακή διατροφή, την σεξουαλική απελευθέρωση και την μετάθεση της επιθυμίας του ζευγαριού να τεκνοποιήσει, μετά τα 30 χρόνια τους. Σε παγκόσμιο επίπεδο, υπολογίζεται ότι 1 στα 7 ζευγάρια δεν μπορεί να πετύχει σύλληψη, με απλές επαφές. Το ποσοστό αυτό φαίνεται να είναι ίδιο στις περισσότερες χώρες του κόσμου, ανεξάρτητα από το επίπεδο ανάπτυξης της χώρας.

Με αυτά τα δεδομένα, η υπογονιμότητα αφορά στην Ελλάδα 250.000, περίπου, ζευγάρια.Στόχος της Ιατρικής είναι η υπογονιμότητα να μην οδηγεί το ζευγάρι απευθείας στην εξωσωματική γονιμοποίηση αλλά, αρχικά, στη διάγνωση των αιτιών του προβλήματος και, εφόσον αυτό είναι δυνατόν, σε σύλληψη με φυσιολογικές μεθόδους, ανάλογα με την περίπτωση.

1. Πώς ορίζεται η υπογονιμότητα και πόσο συχνή είναι;

Τα περισσότερα ζευγάρια (περίπου 84 στα 100), που έχουν τακτικές σεξουαλικές επαφές (ως παράδειγμα, κάθε 2 έως 3 ημέρες), χωρίς να χρησιμοποιούν κάποιο είδος αντισύλληψης, θα επιτύχουν εγκυμοσύνη μέσα σε 1 έτος. Αν οι προσπάθειες συνεχισθούν επί 2 έτη, το ποσοστό αυτό θα ανέλθει, περίπου, στα 92 από τα 100 ζευγάρια.

Η γονιμότητα των γυναικών ελαττώνεται σαφώς με την ηλικία. Οι 94 από τις 100 γυναίκες, άνω των 35 ετών, που έχουν τακτικές επαφές, χωρίς αντισύλληψη, θα μείνουν έγκυες μέσα σε 3 έτη. Ωστόσο, μόνον οι 77 από τις 100 γυναίκες, άνω των 38 ετών, θα πετύχουν εγκυμοσύνη. Η επίδραση της ηλικίας του άνδρα στη γονιμότητα είναι λιγότερο ξεκάθαρη.

Ουσιαστικά, η υπογονιμότητα αποτελεί ένα ευρύ φάσμα, που εκτείνεται από εκείνες τις περιπτώσεις όπου είναι εντελώς αδύνατη η αυτόματη επίτευξη εγκυμοσύνης, έως τις περιπτώσεις όπου το μόνο που απαιτείται είναι ένα μικρό επιπρόσθετο χρονικό περιθώριο.

2. Ποιά η συμμετοχή της γυναίκας και ποιά του άνδρα στο πρόβλημα;

Στα ζευγάρια που απευθύνονται για εξωσωματική γονιμοποίηση στη Μεγάλη Βρεττανία, το 50%, περίπου, των περιπτώσεων όπου εντοπίζεται συγκεκριμένο αίτιο υπογονιμότητας αφορά κύρια ή αποκλειστικά τον άνδρα και το υπόλοιπο 50% τη γυναίκα. Ωστόσο, τουλάχιστον στη 1 από τις 5 περιπτώσεις, το αίτιο της υπογονιμότητας παραμένει αδιευκρίνιστο.

Στη Σουηδία, το 10%, περίπου, των ζευγαριών είναι υπογόνιμα. Στο 1/3 των περιπτώσεων το πρόβλημα εντοπίζεται κύρια ή αποκλειστικά στον άνδρα, στο 1/3 στη γυναίκα, ενώ στο τελευταίο 1/3 αφορά, μάλλον, και τους δύο.

Στη Μεγάλη Βρεττανία, ο ανδρικός παράγοντας οφείλεται για το 25% των περιπτώσεων υπογονιμότητας, ενώ στο 25% το αίτιο παραμένει αδιευκρίνιστο. Ο γυναικείος παράγοντας φαίνεται να ευθύνεται για το 50% των περιπτώσεων υπογονιμότητας. Από αυτές, το 25% είναι διαταραχές της ωοθυλακιορρηξίας και το υπόλοιπο 25% παθήσεις των σαλπίγγων ή άλλα αίτια. Παρόμοια ποσοστά ισχύουν και για τη χώρα μας.

3. Ποιά είναι τα κύρια αίτια υπογονιμότητας;

• Αίτια κοινά και στα δύο φύλα: γενετικοί παράγοντες, ενδοκρινικά νοσήματα (σακχαρώδης διαβήτης, παθήσεις του θυρεοειδή αδένα, παθήσεις των επινεφριδίων, παθήσεις του υποθαλάμου, υπερπρολακτιναιμία, υποϋποφυσισμός), παράγοντες του περιβάλλοντος (τοξίνες, οργανικές ενώσεις), κάπνισμα (οι καπνιστές έχουν 60% περισσότερες πιθανότητες να είναι υπογόνιμοι σε σχέση με τους μη καπνιστές).

• Γυναικείος παράγοντας: διαταραχές ωοθυλακιορρηξίας, παθήσεις των σαλπίγγων, παθήσεις της μήτρας, λοιμώξεις, ενδομητρίωση.

• Ανδρικός παράγοντας: κιρσοκήλη, λοιμώξεις, κρυψορχία.

• Συνύπαρξη ανδρικού και γυναικείου παράγοντα.

• Ανεξήγητη υπογονιμότητα.

4. Τι εξετάσεις απαιτούνται να γίνουν στο ζευγάρι;

Τόσο ο άνδρας όσο και η γυναίκα πρέπει να υποβληθούν σε ένα βασικό έλεγχο, που περιλαμβάνει ιατρικό ιστορικό, κλινική εξέταση, βασικό ορμονικό έλεγχο και υπερηχογράφημα των γεννητικών οργάνων. Στον άνδρα απαιτείται, επιπρόσθετα, μια σειρά σπερμοδιαγραμμάτων (τουλάχιστον δύο έως τρία στιγμιότυπα). Ασφαλώς, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός ειδικών εξετάσεων, τόσο στον άνδρα όσο και στη γυναίκα, που όμως δίνονται μόνον όταν υπάρχει σαφής ένδειξη.

Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία η ειδικότητα του ιατρού στον οποίο θα απευθυνθεί το ζευγάρι (ενδοκρινολόγος, μαιευτήρας-γυναικολόγος, ουρολόγος), με την προϋπόθεση ότι αυτός έχει εξειδικευθεί στον τομέα της υπογονιμότητας. Αντίθετα, μεγάλη σημασία έχει το ζευγάρι να απευθύνεται μαζί στον ιατρό, ως ενιαία μονάδα, τόσο για λόγους ψυχολογικούς όσο και για καθαρά ιατρικούς (συνύπαρξη ανδρικού και γυναικείου παράγοντα).

5. Τι νεότερο υπάρχει στον τομέα της θεραπείας;

Με δεδομένη την ταχύτητα με την οποία αναπτύσσεται ο συγκεκριμένος τομέας, θα μπορούσε να απαριθμήσει κανείς δεκάδες πρόσφατες εξελίξεις στη διάγνωση και τη θεραπεία τόσο του άνδρα (FISH σπερματοζωαρίων, προσδιορισμός κατακερματισμού του DNA) όσο και της γυναίκας (καλλιεργητικά υλικά, νέα σκευάσματα γοναδοτροπινών).

Το γεγονός, όμως, που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι ότι τα 4 από τα 5 υπογόνιμα ζευγάρια καταφέρνουν, τελικά, να ξεπεράσουν το πρόβλημά τους και να αποκτήσουν παιδί. Αυτό που απομένει είναι να βρεθεί ο καταλληλότερος αλλά και ευκολότερος τρόπος, από ιατρική, κοινωνική και οικονομική άποψη.

6. Τα γενικά συμπεράσματα όσον αφορά στην προσέγγιση της υπογονιμότητας μπορούν να συνοψισθούν στα ακόλουθα:

• Η υπογονιμότητα είναι συχνό πρόβλημα, καθώς αφορά το 1 στα 7, περίπου, ζευγάρια
• Απαιτείται ομάδα ιατρών για την αντιμετώπιση του ζευγαριού ως ενιαίας μονάδας
• Απαιτείται συνεργασία με άλλους επαγγελματίες της υγείας (βιολόγους, ψυχολόγους)
• Μεγάλη σημασία έχει η ακριβής διάγνωση, τόσο στη γυναίκα όσο και στον άνδρα, ώστε να επιλεγεί η κατάλληλη θεραπεία

Τα συγκεκριμένα θέματα παρουσιάζεται για πρώτη φορά, στην έκταση και το βάθος που προτείνεται σε αυτήν την εκδήλωση. Πιο συγκεκριμένα, επιχειρείται η προσέγγιση του ευρέος και σύγχρονου αυτού αντικειμένου με ολοκληρωμένο τρόπο, με τη συμμετοχή διακεκριμένων Ελλήνων επιστημόνων, που ασχολούνται με το θέμα σε καθημερινό, κλινικό επίπεδο και εξειδικεύονται στην Ανθρώπινη Αναπαραγωγή.

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.