«Για την καρδιά της μητέρας…αδελφική ζήλεια»
«Πότε αγαπάς πιο πολύ το μικρό σου αδερφό;»
«Όταν είναι στο κρεβάτι του και κοιμάται»
(Κορεντέν, 3,5 χρόνων)
Υπάρχουν πολλών ειδών σχέσεις στη ζωή του κάθε ανθρώπου, η σχέση που δημιουργεί αρχικά με την μητέρα, τον πατέρα, τα άμεσα συγγενικά πρόσωπα, γιαγιά, παππού, έπειτα –αν αυτά έρθουν- τα αδέρφια…..Μεγαλώνοντας οι γνωριμίες και οι σχέσεις αυξάνονται και ποικίλλουν, έρχονται οι συμμαθητές, μεγάλη ασπίδα στην ζωή του ανήλικα αλλά και αργότερα.
Οι δάσκαλοι, οι καθηγητές που με την σειρά τους προσθέτουν το λιθαράκι τους για την εξέλιξη μιας προσωπικότητας. Πολλές φορές ακούμε σε διάφορες συγκεντρώσεις παλαιών φίλων να γυρνάνε πίσω τον χρόνο και να θυμούνται δικές τους ατασθαλίες και τις επιπτώσεις που δέχθηκαν από τον δάσκαλο ή τον καθηγητή που για εκείνη την εποχή θα ήταν «η χρονιά του». Συνεχίζοντας την πορεία και το μεγάλωμα ο καθείς γνωρίζει ανθρώπους στην ενήλικη πια φάση του, από το πανεπιστήμιο του, από τον βίο των σπουδών του, αργότερα στην πρακτική του εξάσκηση και κατά συνέχεια στο κάθε επάγγελμα που κάθε φορά θα καταπιάνεται με άλλο στόχο κάθε φορά. Συνοψίζοντας λοιπόν ο καθένας έχει την ευχέρεια να δημιουργεί σχέσεις με άλλα άτομα άλλες να είναι εν δυνάμει πολύ ισχυρές και δυνατές άλλες πάλι να θέλει να πιστεύει ότι είναι αιώνιες και πολύ σημαντικές και άλλες να έχουν την μορφή μια βραχύχρονης σχέσης……….Απ’ όλες αυτές ακόμα και από εκείνη της σχέσης γονιού –παιδιού η πιο σημαντική και –ίσως- αιώνια σχέση που χρειάζεται να δουλεύεται και να τροφοδοτείται είναι η αδελφική και μάλιστα αρκετοί ειδικοί από τον χώρο της ψυχικής υγείας αναφέρουν ότι είναι και η πιο δύσκολη σχέση ιδίως στην θεραπεία. Αν το σκεφτεί κάποιος μόνο με την λογική….οι γονείς κάποια στιγμή «φεύγουν» πίσω όμως μένουν τα άτομα αυτά από την συγκεκριμένη οικογένεια που λέγονται αδέρφια. Σ’ αυτή την παρουσίαση θα γίνει αναφορά κυρίως για την ζήλια και τους καβγάδες στην παιδική ηλικία, είναι μία παρουσίαση ενημερωτικού και ίσως εκπαιδευτικού χαρακτήρα για τους γονείς που πολλές φορές αντιμετωπίζουν με τρόμο την σχέση αυτή, επικρατεί ο πανικός και ο φόβος του πως θα το αντιμετωπίσουν. Τα αδέρφια ας μην ξεχνάμε ότι είναι και θα χρειάζεται να αντιμετωπίζονται ως ξεχωριστές προσωπικότητες και διαφορετικές, δεν έχει τόσο σημασία αν γεννήθηκαν από τους ίδιους γονείς και μεγαλώνουν στον ίδιο χώρο, έχει σημασία σε τι φάση βρίσκονταν ο κάθε γονιός ξεχωριστά την περίοδο που ήρθε το παιδί στην ζωή τους. Αυτές οι ανασκοπήσεις δίνουν μεγάλη ερμηνεία στο να καταλάβουν οι ενήλικοι ότι το δικό τους κομμάτι ευθύνης έχει πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη του παιδιού τους.
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΤΟΥ ΠΑΙΡΝΕΙ ΤΑ ΠΡΩΤΕΙΑ;;
Ο Χ. είναι «μόνος» στο σπίτι απολαμβάνει την εγκαθίδρυα του, έχει ολοδικό του τον μπαμπά την μαμά και όλη την προσοχή των γύρων του, των λοιπών συγγενών δηλαδή. Ο ίδιος παρατηρεί ότι μέρα με την μέρα η κοιλία της μαμάς μεγαλώνει, φουσκώνει, τότε ο Χ. σκέφτεται ότι η μαμά του τρώει τις τελευταίες μέρες λίγο παραπάνω, ή ότι δεν γυμνάζεται τόσο πολύ και ανακουφίζεται με την σκέψη που μόλις έκανε. Ο καιρός όμως περνά και η κοιλιά της μαμάς ολοένα και φουσκώνει οπότε η πρώτη εξήγηση πλέον δεν ευσταθή, άρα τι συμβαίνει;; Παρεπιμπτώντος η μαμά έλεγε στον Χ. ότι φουσκώνει από μόνη της κοιλιά της για να παίζουν, αλλά ο Χ. αναρωτήθηκε «μπορεί η μαμά μου να την φουσκώσει τόσο πολύ, και γιατί κάθε φορά που την αγγίζω μου λέει να προσέχω την κοιλιά της για να μην πονέσει;;»Περνώντας λίγος καιρός ακόμα η μαμά επιστρέφει στο σπίτι κρατώντας στην αγκαλιά της ένα μωρό, δείχνει το αδερφάκι στον Χ. και του λέει «είδες τις γλυκούλη αδερφάκι σου έφερα, χαιρέτησε τον!!»
Αυτό το γλυκούλη μωράκι μόνο παρείσακτος μπορεί να είναι και δεν έχει καμία όρεξη να ασχοληθεί μαζί του, ο Χ. κάνει το οτιδήποτε για να γίνει αισθητή αυτή του η συμπεριφορά, επιτίθεται λεκτικά στους γονείς του λέγοντας τους, γιατί δεν τον ρωτήσανε για αυτή τους την απόφαση, τον ερχομό ενός αδερφού, οι γονείς συζητάνε με τον Χ. ότι πρέπει τώρα σαν μεγαλύτερος που είναι να κάνει υπομονή, ησυχία και να μην παιδιαρίζει για να μην ενοχλήσουν το νεοσύστατο πρόσωπο της οικογένειας και διαμαρτυρηθεί και κλάψει. Ο τριών ετών Χ. αρχίζει και συνοφρυώνεται, μαζεύεται, θυμώνει πολύ. Νιώθει ξένος και με κάθε ευκαιρία προσπαθεί να δείξει την αντιπάθεια του στο «γλυκούλη αδερφάκι».
Ο Χ. μέχρι τώρα ήταν ο βασιλιάς, νιώθει ότι δεν είναι αρκετός για την μητέρα του, ξαφνικά νιώθει ότι δεν είναι τόσο σημαντικός για τους γονείς του και ότι θα πάψουν να γελούν με τα δικά του καμώματα και τις ζαβολιές του και θα στραφούν μόνο στο «γλυκούλη αδερφάκι». Οι σκέψεις στο νου του παιδιού μπορεί να τον ταλαντεύουν για πολύ καιρό και από μόνο του ασυνείδητα να βγάζει τα συμπεράσματα του, μέχρις στιγμής πίστευε ότι ήταν εκείνος το μοναδικό αντικείμενο επιθυμίας της μαμάς του, αρχίζει και γίνεται δυστυχής, κλείνεται στον εαυτό του, ακολουθεί τις οδηγίες των γονιών για πλήρη ησυχία στο σπίτι και μία σκέψη κάνει την αρχή στο μυαλό του «η μαμά μου πλέον δεν με αγαπά, δεν είμαι πια σημαντικός». Ο θυμός αυτού του παιδιού θα μετατραπεί σε πεδίο μάχης ανάμεσα σ’ εκείνον και το αδερφάκι του καθώς και εκείνο σιγά-σιγά θα μεγαλώνει. Βλέποντας τους γονείς του να αφιερώνουν πολύ χρόνο στο νεογέννητο μωράκι και να του δείχνουν εμφανώς την αγάπη τους και την προσοχή τους, καταλήγει εύκολα στο συμπέρασμα ότι ενώ πλέον του διαθέτουν λιγότερο χρόνο και αφοσίωση, δεν το αγαπούν ή ότι το μωρό είναι καλύτερο από εκείνον, άρα ευτυχώς που ήρθε στην ζωή τους γιατί το πρώτο τους παιδί δεν ήταν εκείνο που περίμεναν. Οι αρνητικές σκέψεις καλπάζουν, δείχνουν έντονο ενδιαφέρον οι γονείς με τον νέο μέλος τους;;;; συμπεραίνει τότε ο Χ. ότι εκείνος δεν θα ήταν καλό μωρό και ότι δεν ήταν ευπρόσδεκτος, ερμηνεύει λοιπόν ότι για να θέλουν και ένα άλλο μωρό σημαίνει ότι εκείνος δεν ήταν καλό παιδί και δεν επαρκούσε ως αντικείμενο της αγάπης τους. Έτσι λοιπόν σιγά-σιγά αρχίζει να κάνει την εμφάνιση της η ζήλεια απέναντι στο μικρότερο αδερφάκι.
ΚΟΝΤΡΑ Ή ΖΗΛΕΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΑΔΕΡΦΙΑ
Ο ρόλος των αδελφών στην προετοιμασία του παιδιού για την σχολική και κοινωνική του ζωή είναι σημαντικός. Παιδιά, χωρίς αδέλφια ή επαφή με συνομηλίκους τους, βρίσκονται κυρίως σε μειονεκτική θέση. Τα παιδιά μιας οικογένειας αποτελούν μία ομάδα παιχνιδιού. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψην μας ότι οι σημερινές συνθήκες στην πόλη δεν προσφέρονται για ομαδικό παιχνίδι στην ύπαιθρο τότε γίνεται πιο αισθητή η απουσία των αδερφών, ο καθένας «κλείνεται» σ’ έναν μικρόκοσμο και αποφεύγει οποιαδήποτε συνδιαλλαγή με τον άλλον. Εξάλλου πλέον υπάρχουν πληθώρα μέσα για να απομακρυνθεί το παιδί από τον ομήλικο και από τον γονιό, όπως τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, οι ατελείωτες ώρες ενασχόλησης με το internet χωρίς όριο. Η οικογένεια με παιδιά αποτελεί μία κοινωνία σε μικρογραφία. Ο μεγάλος αδερφός λειτουργεί ως πρότυπο και κηδεμόνας του μικρού, ενώ ο μικρότερος παριστάνει τον μεγάλο για να νιώθει υπερήφανος για την σωματική του δύναμη. Ακόμα και οι αναπόφευκτοι καβγάδες ετοιμάζουν το έδαφος της μελλοντικής προσαρμογής του παιδιού. Ο αυριανός ενήλικας θα συναντήσει ανθρώπους όπου θα ζητήσουν να σφετεριστούν το δίκιο τους και να αρπάξουν αυτό που τους ανήκει. Η οικογενειακή ζωή με τις ποικίλες εκφάνσεις της προετοιμάζει το παιδί ακόμα και να συγκρουσθεί με επιτυχία μαζί τους. Από τις συγκρούσεις με τα αδέρφια έχει να μάθει να ζυγίζει τις δυνάμεις του και να γνωρίζει ως ποιο σημείο αντέχει.
Δεν υπάρχει οικογένεια με παιδιά που να μην έχει δοκιμάσει τις συνέπειες της αδελφικής ζήλειας, άλλοι το βιώνουν με περισσότερη ένταση απ’ ότι άλλοι, και άλλες οικογένειες σε πιο ήπια μορφή. Οι γονείς οφείλουν να ξέρουν ότι κάποια μέτρα μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να ελαττωθεί η αδελφική ζήλεια όχι όμως κάποιος να περιμένει να εξαλειφθεί ή να μην κάνει με κανένα τρόπο την εμφάνιση της. Μόνο όταν δεν υπάρχουν γονείς ή άλλα πρόσωπα που φροντίζουν για την ικανοποίηση του παιδιού ή τα παιδιά δεν βρίσκονται πια στην νηπιακή και σχολική ηλικία ενδέχεται να μην υπάρχει ζήλεια και το παράδοξο είναι ότι όσο πιο τρυφερές είναι οι σχέσεις με τα παιδιά τόσο η ζήλεια θα είναι μεγαλύτερη. Συνοψίζοντας η ζήλεια ας αντιμετωπίζεται ως μία λογική εξέλιξη στην σχέση των ανθρώπων κυρίως των αδερφών, η θέση του ενήλικα θα καθορίσει την διάρκεια αυτής και την ένταση της. Όταν κάτι κινείται σε λογικά και αναμενόμενα πλαίσια δεν χρειάζεται να επικρατεί έντρομος φόβος, αυτό αυτόματα πυροδοτεί άλλου είδους εντάσεις που μπορεί να μην είναι εφικτός ο έλεγχος τους.
ΠΩΣ ΕΚΔΗΛΩΝΕΤΑΙ Η ΖΗΛΕΙΑ
Οι οικογενειακές συνθήκες και ο χαρακτήρας του παιδιού θα καθορίσουν τον τρόπο εκδήλωσης της ζήλειας. Κάποιες μορφές εκδήλωσης που είναι και οι συχνότερες είναι:
-Επιθετικότητα: Είναι πλέον η συνηθισμένη και η πιο υγιέστερη μορφή εκδήλωσης των συναισθημάτων του νηπίου. Μπορεί να επιτίθεται κατά του μωρού, να θέλει να το δείρει ή να επιμένει να το διώξουν από το σπίτι, ή ακόμα και να το δώσουν σε κάποιον συγγενή!! Ενδέχεται να καταστρέφει ότι ανήκει στην μητέρα, να κλαψουρίζει χωρίς διακοπή μέχρι να επιτύχει αυτό που θέλει, ακόμα και να ταράζεται από εκρήξεις οργής. Δεν υπάρχει καλύτερο φάρμακο από την αιώνια υπομονή, την σταθερότητα στην συμπεριφορά και την επεξήγηση.
-Ορισμένα παιδιά προσκολλώνται στην μητέρα τους και διπλώνονται όλη την ημέρα στα πόδια τους.
-Άλλα παιδιά εμφανίζουν παλινδρομικά φαινόμενα. Βρέχουν το κρεβάτι τους (νυχτερινή ενούρηση), ξαναγυρίζουν στο μπιμπερό, θέλουν να τους ταΐζουν….
-Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή όταν το νήπιο νιώθει μελαγχολικό, δείχνει ανορεξία και δεν εκφράζει κανένα από τα συναισθήματα του προς το μικρότερο του αδερφό.
– Αν το παιδί πηγαίνει στο σχολείο ενδέχεται να δείξει σχολειοφοβία, μέσα στην αίθουσα να παρουσιάζει αδιαφορία, τάση για απομόνωση και άλλοτε νευρικότητα.
Οι αδερφικές σχέσεις είναι μια ευκαιρία για εκπαίδευση των παιδιών σε προσωπικές και κοινωνικές δεξιότητες, σε δεξιότητες ζωής. Τα παιδιά μέσα από την επαφή τους με τα αδέρφια τους μαθαίνουν να μοιράζονται, να συνεργάζονται, να εκφράζουν τα συναισθήματά τους, να δίνουν και να παίρνουν αγάπη.
Μαθαίνουν όμως και να συγκρούονται, να επιλύουν διαφωνίες, να διεκδικούν και κυρίως να εκφράζουν και να αντιμετωπίζουν μέσα σε ένα περιβάλλον ασφάλειας το συναίσθημα της ζήλιας- ένα από τα πιο δύσκολα και αντιφατικά συναισθήματα
Το συναίσθημα της ζήλιας εκδηλώνεται συνήθως γύρω στο 15ο μήνα, σχετίζεται με την ικανότητά του παιδιού να παρατηρεί και να διακρίνει διαφορές και αποτελεί μία κατάκτηση στην ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη. Αυτό σημαίνει ότι για να μπορέσει το παιδί να νοιώσει ζήλια θα πρέπει να έχει την ικανότητα να βλέπει στον άλλο χαρακτηριστικά ή ικανότητες και να τις συγκρίνει με τις δικές του. Η ικανότητα αυτή αποτελεί το πρώτο βήμα για την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης. Ο ρόλος των γονιών στο να εκπαιδεύσουν τα παιδιά τους να αναγνωρίζουν και να αποδέχονται την ζήλεια τους είναι πολύ σημαντικό και αρκετά δύσκολος. Χρειάζεται να τα διαβεβαιώσουν ότι η αγάπη των γονιών δε χάνεται με τίποτα και για κανένα παιδί, όσες συγκρούσεις και αν μεσολαβήσουν. Έτσι λοιπόν οι μεταξύ τους σχέσεις αποκτούν μία πολύ γερή βάση με κύρια χαρακτηριστικά τον σεβασμό, την αλληλοϋποστήριξη, την εμπιστοσύνη και την αλληλοκατανόηση.
ΑΙΤΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ
Δεν είναι δύσκολο να επισημάνουμε τα αίτια που δημιουργούν και συντηρούν την αδελφική ζήλεια.
-Η απώλεια της αγάπης: ο ερχομός ενός νέου παιδιού στην οικογένεια κάνει το μεγαλύτερο να βασανίζεται από την σκέψη ότι η μητέρα του θα πάψει να το αγαπά ή θα το αγαπά λιγότερο από το αδελφάκι. Είναι πολύ φυσικό να θέλει την εξόντωση του. Η εξαφάνιση της ζήλειας μπορεί να ελαττωθεί και προτείνονται αρκετά μέτρα, μερικά από αυτά είναι :
α)Χρειάζεται να προηγηθεί για την γέννηση του νέου παιδιού μία μεγάλη περίοδος προετοιμασίας του νηπίου από τότε που διαισθανόταν ότι κάποιος άλλος ¨παίρνει¨ την θέση του.
β) Η είσοδος του νεογέννητου στο σπίτι να συνοδεύεται με ωραία δώρα προς το αδερφάκι (το μεγαλύτερο παιδί) υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι η μητέρα δεν θα μειώσει την φροντίδα και την στοργή της και οι επισκέπτες θα αναβάλλουν για αργότερα τα δώρα και τα κολακευτικά λόγια για το μωρό.
γ) Ο πατέρας θα παίξει ενεργό ρόλο στην φροντίδα και στις βόλτες του μεγαλύτερου παιδιού.
δ) Το νήπιο χρειάζεται να ασχολείται με την περιποίηση του μωρού , να παίζει μαζί του χωρίς άτυπα να λάβει και τον ρόλο ότι είναι ο κηδεμόνας του.
ε) Σε καμιά περίπτωση δεν τιμωρείται το νήπιο για την ανεπιθύμητη συμπεριφορά του προς το μωρό και φυσικά δεν θα σταλεί την πρώτη φορά στο νηπιαγωγείο για να απαλλαγεί η μητέρα και το βρέφος από τις δυσάρεστες συνέπειες της ζήλειας του.
-Οι συγκρούσεις. Εκτός από την ζήλεια η επαναλαμβανόμενη μειωτική για ένα παιδί σύγκριση μπορεί να δημιουργήσει μειονεξία με δυσάρεστα για την προσαρμογή του αποτελέσματα.
– Οι διακρίσεις. Αρκετά σωστή ενέργεια είναι να αντιμετωπίζονται όλα τα αδέρφια ως μία ομάδα. Έτσι εξασφαλίζεται η σύμπνοια και η συνεργασία των αδελφών, μειώνεται σε απίστευτα χαμηλά επίπεδα η ζήλεια και η ηρεμία αρχίζει να κάνει την εμφάνιση της στο σπίτι. αποφεύγοντας όμως χαρακτηρισμούς όπως, «είδες ο αδερφός σου πως τα καταφέρνει;…..κάντο και εσύ» ή «η αδερφή σου είναι άγιο πλάσμα, εσύ πως μας βγήκες έτσι δεν μπορώ να καταλάβω!!»
Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΎ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ / ΣΕΙΡΑ ΓΕΝΝΗΣΗΣ
Τα πρωτότοκα, τα μεσαία, τα μικρότερα και τα μοναχοπαίδια αποκτούν ορισμένα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, εξαιτίας της θέσης τους στον οικογενειακό αστερισμό. Ο οικογενειακός αστερισμός αποτελεί στην ουσία την ψυχολογική θέση του παιδιού στην οικογένεια, ανάλογα με τη σειρά γέννησης.
Κάθε οικογένεια είναι ξεχωριστή και η δυναμική της διαφέρει , οι ερμηνείες που έχουν δοθεί εδώ και χρόνια για την σειρά γέννησης του παιδιού προέρχεται από μελέτες και ερευνητικά δεδομένα, είναι ο κανόνας. Το σύστημα της κάθε οικογένειας λειτουργεί μεμωνομένα γ’αυτό και αρκετές φορές παρουσιάζονται διαφορετικά στοιχεία από δύο πρωτότοκα παιδιά. Κάποια κοινά όμως στοιχεία μπορεί κάποιος να βρει ανάλογα με την δική του οικογένεια και να του δώσουν ορισμένες απαντήσεις για τον ίδιο και από που προέρχεται.
Όλα τα μέλη της οικογένειας ανάλογα με την ηλικιακή τους φάση θα αντιμετωπίζουν διάφορα προβλήματα, αντιξοότητες. Κάθε παιδί πιστεύει ότι η θέση του στην οικογένεια είναι μειονεκτική, ενώ θεωρεί ότι ευνοημένος είναι ο άλλος/η. Το δεύτερο παιδί συνήθως θα αποκρούσει το μεγαλύτερο μπροστά στους γονείς και προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή τους κατηγορεί το μεγαλύτερο για το οτιδήποτε. Το μεσαίο παιδί συνήθως είναι εκείνο που εκφράζει (άδικα) παράπονα προς τους γονείς κυρίως για διάφορα αντικείμενα ή ρούχα, δηλαδή πράγματα που είχε χρησιμοποιήσει ο μεγαλύτερος αδερφός/ η του και τώρα τα χρησιμοποιεί ο ίδιος. Θεωρεί ότι δεν χρησιμοποιεί καινούργια πράγματα γιατί δεν το αγαπάνε ή δεν νοιάζονται γ’ αυτό. Το μικρότερο παιδί και ιδίως αν είναι αγόρι παραπονιέται ότι ο μεγαλύτερος αδελφός το περιπαίζει ή δεν του φέρεται όπως θα ήθελε. Από πολύ νωρίς το παιδί συνειδητοποιεί την θέση που έχει μέσα στην οικογένεια και τον ρόλο που καλείται να παίξει ο οποίος άλλοτε του ταιριάζει και άλλοτε όχι.
Σύμφωνα με τον Άντλερ, υπάρχουν τέσσερις βασικές ψυχολογικές θέσεις στον οικογενειακό αστερισμό:
▪ Το μεγαλύτερο παιδί
▪ Το μεσαίο παιδί
▪ Το μικρότερο παιδί
▪ Το μοναχοπαίδι
Το μεγαλύτερο παιδί
Το πρωτότοκο αρχίζει τη ζωή του ως μοναχοπαίδι, με όλη τη προσοχή της οικογένειας στραμμένη επάνω του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, τα περισσότερα πρωτότοκα να έχουν μια έμφυτη αίσθηση αυτοπεποίθησης. Όμως, ο ερχομός του δεύτερου παιδιού εκθρονίζει το πρωτότοκο, το οποίο πρέπει πλέον να ανταγωνιστεί ένα άλλο παιδί για την προσοχή των γονέων. Συχνά, μάχεται για τη χαμένη θέση του με το να δείχνει συμμόρφωση στις επιθυμίες των γονιών του. Αναφέρεται ότι τα περισσότερα από τα παιδιά που δέχονται «ψυχολογικές υπηρεσίες» είναι πρωτότοκα. Σε μία οικογένεια με 2 αγόρια το μεγαλύτερο παιδί θεωρείται το «μοναχοπαίδι» τουλάχιστον για τα 2 πρώτα χρόνια. Είναι το επίκεντρο μέχρι να εμφανιστεί το δεύτερο παιδί, τότε όλα μεταβάλλονται. Εάν οι γονείς δεν γνωρίζουν πως να προετοιμάσουν το πρώτο παιδί για τον ερχομό του δεύτερου ασφαλώς θα αντιμετωπίζουν προβλήματα. Κάνει λοιπόν την εμφάνιση της η ζήλεια και το πρώτο παιδί προσπαθεί να διεκδικήσει την αρχική γονική προς αυτό συμπεριφορά.. Συνήθως τα πρωτότοκα έχουν προβλήματα όσον αφορά την μάθηση. Τα ίδια πιστεύουν ότι είναι ανίκανα να προοδεύσουν, χαρακτηρίζονται ως τεμπέλικα και προσπαθούν πολύ ώστε να καταφέρουν μα κερδίσουν την προσοχή των άλλων. Άλλα γνωρίσματα των πρωτότοκων είναι η αποφασιστικότητα και το γεγονός ότι είναι πρόθυμα να βοηθήσουν τους μεγαλύτερους αποφεύγοντας έτσι τη δημιουργία προβλημάτων. Επιπλέον, επειδή πολλές φορές τους ανατίθεται η φροντίδα των μικρότερων αδελφών τους μέσα στο σπίτι, γίνονται συχνά υπεύθυνα και αναπτύσσουν ηγετικές ικανότητες.
Το μεσαίο παιδί
Το δεύτερο παιδί δεν έχει ούτε τα δικαιώματα του πρώτου, ούτε τα προνόμια του μικρότερου. Πρέπει υποχρεωτικά να μοιραστεί την προσοχή των γονέων, ενώ δεν παίρνει την ιδιαίτερη φροντίδα που έχει συνήθως το μικρότερο. Ως ενήλικας γίνεται έντονα αυτόνομο πλάσμα, ξεχωρίζει κατά πολύ από τον μεγαλύτερο και από τον μικρότερο, ζει μία ζωή ήρεμη και κυρίως «μακριά» από την σκοπιά της οικογένειας του. Το παιδί μπορεί να σκεφτεί «…κανένας δεν με καταλαβαίνει» ή «…πάντα κρίνουν το μικρότερο λιγότερο αυστηρά από μένα.» Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να είναι πιο δύσκολο για το μεσαίο παιδί να βρει τη θέση του σε σχέση με το μεγαλύτερο ή το μικρότερο. Χρειάζεται να γίνει ευρηματικό στο πως θα κερδίσει την προσοχή των γονιών του. Βέβαια, ένα πλεονέκτημα που έχουν τα μεσαία παιδιά είναι ότι οι γονείς είναι περισσότερο χαλαροί σε θέματα διαπαιδαγώγησης, καθώς έχουν ήδη εμπειρία από το πρώτο παιδί. Από τις συνθήκες αυτές, πηγάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά όπως είναι η προσαρμοστικότητα και ευελιξία. Επίσης, το γεγονός ότι είναι ανάμεσα σε δύο άλλα παιδιά, τα καθιστά ιδιαίτερα ικανά στις διαπραγματεύσεις, βλέποντας και τις δυο πλευρές ενός ζητήματος.
Το μικρότερο παιδί
Το τελευταίο-μικρότερο παιδί είναι εκείνο που γίνεται το επίκεντρο της προσοχής, το πιο παιχνιδιάρικο και πονηρό, γίνεται άξιο και ισχυρό άτομο. Το τελευταίο παιδί είναι και το πιο παραχαϊδευμένο. Μεγαλώνει διαφορετικά από τα υπόλοιπα αδέρφια, νιώθει ανεξάρτητο και χωρίς την «απειλή» ότι μετά από αυτό θα υπάρξει και άλλο παιδί. Για να προοδεύσει στην ζωή του θα πρέπει να νιώθει ευδιάθετο και γενικά η ψυχολογία του να είναι θετική. Διαφορετικά η διάθεση του πέφτει, απογοητεύεται, χρειάζεται συνεχώς επιβεβαίωση και ενίσχυση. Το παραχαϊδευμένο παιδί που είναι ζωηρό επιθυμεί να είναι το κέντρο της προσοχής σε δύσκολες καταστάσεις και αντιξοότητες. Κατά την διάρκεια της εφηβείας εκδηλώνονται αρκετά προβλήματα που υπήρχαν σε λανθάνουσα μορφή σε προηγούμενες φάσεις. Στην ηλικία αυτή το παιδί προσπαθεί να αποδείξει ότι δεν είναι πια παιδί αλλά μεγάλος. Επίσης, του είναι πολύ δύσκολο να δεχθεί την ήττα και ότι κάποιος άλλος θα το ξεπεράσει. Όταν οι γονείς παραχαϊδεύουν το παιδί τους τότε εκείνο αρχίζει να εκδηλώνει αρνητική διάθεση.
Το μικρότερο παιδί έχει πάντα κάποιον μπροστά του και μπορεί να αισθάνεται μειονεκτικά, καθώς πιστεύει ότι οι άλλοι είναι μεγαλύτεροι και πιο ικανοί. Μια σκέψη του μπορεί να είναι «…κανένας δε με παίρνει στα σοβαρά.» Μπορεί να παραμείνει το μωρό της οικογένειας, να περιμένει από τους άλλους να πάρουν την ευθύνη του και να επιδιώκει να το υπηρετούν. Ανταγωνίζεται το πρώτο παιδί και προσπαθεί να το ξεπεράσει σε τομείς που το πρώτο αποτυγχάνει. Ποτέ του δεν εκθρονίζεται, μερικά συνήθη χαρακτηριστικά είναι το χιούμορ, η επιμονή, η εξαρτητικότητα, η επαναστατικότητα και οι χαμηλές προσδοκίες από τον εαυτό του.