Αναπαραγωγικά προβλήματα-Διαβήτης Κύησης-Οστεοπόρωση-Παχυσαρκία

Facebooktwitterpinterest

Αναπαραγωγικά προβλήματα-Διαβήτης Κύησης-Οστεοπόρωση-ΠαχυσαρκίαΟι «μάστιγες» του σύγχρονου κόσμου

Πολυμέτωπη «μάχη» εναντίον πολλών παθήσεων που χαρακτηρίζονται «μάστιγες» του σύγχρονου κόσμου καλείται να δώσει σήμερα η σύγχρονη Ενδοκρινολογία!

Ο σακχαρώδης διαβήτης (Σ.Δ.), νόσημα με βαριές επιπλοκές, αποτελεί μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας διεθνώς, αφού για την αύξηση της συχνότητας του ευθύνονται ο τρόπος ζωής και διατροφής των αναπτυγμένων χωρών.

Αναφερόμενη στο σακχαρώδη διαβήτη (Σ.Δ.), η Διευθύντρια του Διαβητολογικού Κέντρου του Α’ Ενδοκρινολογικού Τμήματος Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα» κυρία Ελένη Αναστασίου,υπογράμμισε ότι στις μέρες μας η νόσος (κυρίως ο τύπος 2) επιβαρύνει όλο και περισσότερο τους δείκτες νοσηρότητας και θνητότητας παγκοσμίως, εξαιτίας της αύξησης των δύο κύριων παραγόντων που σχετίζονται με την εμφάνισή Σ.Δ.: την αύξηση του σωματικού βάρους και την έλλειψη άσκησης.

Υπολογίζεται ότι ο Σ.Δ. σήμερα αποτελεί τη 12η αιτία θανάτου παγκοσμίως και προβλέπεται ότι το 2030 θα είναι η 7η, ενώ οι διαβητικοί εμφανίζουν διπλάσια θνησιμότητα σε σύγκριση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Στην Ελλάδα, το ποσοστό των πασχόντων από διαβήτη το 2003 ήταν 57,1%, ένα από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης, και για τις επόμενες δεκαετίες οι επιστημονικές προβλέψεις συνηγορούν υπέρ της μεγάλης αύξησης του επιπολασμού της νόσου στη χώρα μας.

Παχυσαρκία

Η παχυσαρκία, ξεχωριστό νόσημα, αλλά και ένας από τους βασικότερους προδιαθεσικούς παράγοντες εμφάνισης του Σ.Δ., αποτελεί παγκόσμια επιδημία, καθώς, σύμφωνα με διεθνή επιστημονικά δεδομένα, περισσότεροι από ένα δισεκατομμύριο ενήλικες είναι υπέρβαροι και 300 εκατομμύρια είναι παχύσαρκοι. Το μέγεθος του προβλήματος φαίνεται να γιγαντώνεται, όπως αποκαλύπτουν πρόσφατες επιδημιολογικές μελέτες, οι οποίες προβλέπουν ότι τα επόμενα 50 χρόνια το υπολογιζόμενο προσδόκιμο επιβίωσης αναμένεται να μειωθεί αισθητά λόγω της παχυσαρκίας!

Η πανευρωπαϊκή μελέτη «Pro Children», σε δείγμα 8.137 παιδιών, διαπιστώνει συνεχώς αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας που κυμαίνονται από 8,6% έως 30,6%.

Σύμφωνα με Πανελλήνια Επιδημιολογική Μελέτη που διεξήχθη το 2003 από την Ελληνική Ιατρική Εταιρεία Παχυσαρκίας (Ε.Ι.Ε.Π.) σε δείγμα 17.341 ενηλίκων και 18.055 παιδιών και εφήβων, διαπιστώθηκε ότι το 21,9% των ενηλίκων ήταν παχύσαρκοι και το 57,1% υπέρβαροι. Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκε συνεχής και σταθερή αύξηση της παιδικής και εφηβικής παχυσαρκίας σε ποσοστά που κυμαίνονται από 7,2% έως 20,7%.

Η Ε.Ι.Ε.Π. και το Τμήμα Διατροφής και Διαιτολογίας του ΑΤΕΙ Θεσσαλονίκης χρηματοδότησαν το 2010-2011 το πρόγραμμα COSI του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO), το οποίο περιέλαβε συνολικά 150 σχολεία και 5.701 μαθητές ηλικίας 7-8 ετών (2ας Δημοτικού) και 9-10 ετών (4ης Δημοτικού).

Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι στη 2α Δημοτικού οι νορμοβαρείς μαθητές αποτελούσαν το 59,53%, ενώ οι υπέρβαροι και οι παχύσαρκοι το 23,03% και 13,65% αντίστοιχα. Στην 4η Δημοτικού το ποσοστό των νορμοβαρών ήταν 53,93%, των υπέρβαρων 28,87% και των παχύσαρκων 13,42%. Και στις δύο ομάδες οι λιποβαρείς μαθητές αποτελούσαν μόνο το 3,78%.

Με αυτά τα δεδομένα, η συνεχής απόκτηση γνώσης σχετικά με την παχυσαρκία, την αιτιοπαθογένεια και τις επιπλοκές που τη συνοδεύουν, θα βοηθήσει σημαντικά στην πρόληψη και την αποτελεσματική θεραπεία της, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην τελική αναχαίτιση της ανοδικής πορείας αυτής της παγκόσμιας επιδημίας της σύγχρονης κοινωνίας.

Στα συνοδά νοσήματα της παχυσαρκίας περιλαμβάνονται ο σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, η αρτηριακή υπέρταση, η στεφανιαία νόσος και άλλα καρδιαγγειακά συμβάματα, η δυσλιπιδαιμία, η υπνική άπνοια, η αρθρίτιδα, οι διαταραχές της αναπαραγωγικής λειτουργίας, καθώς και ορισμένοι τύποι νεοπλασμάτων, όπως του μαστού, του προστάτη, του παχέος εντέρου κ.λπ.

Οστεοπόρωση

Οι διαταραχές του οστικού μεταβολισμού και ιδιαίτερα η εμφάνιση οστεοπόρωσης φαίνεται να προκαλούνται από πολλούς από τους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης επιπλοκών που σχετίζονται με το Σ.Δ. και την παχυσαρκία, όπως η κακή διατροφή, το κάπνισμα, το αλκοόλ και η ελλιπής σωματική άσκηση, πάντα βέβαια σε συνδυασμό με τη χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου (χαμηλή κατανάλωση γαλακτοκομικών στη σύγχρονη διατροφή), και την έλλειψη βιταμίνης D (πολύ συχνή στη χώρα μας, παρά την ηλιοφάνεια).

Ο Ενδοκρινολόγος, τ. Διευθυντής Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού, Γ.Ν.Α. «Ασκληπιείο» Βούλας κ. Κωνσταντίνος Μαυρουδής, έκανε λόγο για την οστεοπόρωση και την αντιμετώπισή της, τονίζοντας ότι η νόσος ορίζεται ως μείωση της πυκνότητας και της ποιότητας του οστού, με αποτέλεσμα τη μείωση της οστικής αντοχής του, που οδηγεί σε κατάγματα ευθραυστότητας, δηλαδή στη δημιουργία καταγμάτων χωρίς να προηγηθεί σοβαρός τραυματισμός.

Όταν σημειωθεί ένα οστεοπορωτικό κάταγμα, εξήγησε ο κ. Μαυρουδής, υπάρχει πιθανότητα 20% να ακολουθηθεί και από ένα δεύτερο σε χρονικό διάστημα ενός έτους, εάν δεν παρέμβουμε αποτελεσματικά. Παγκοσμίως, μετά τα 50 έτη, 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 5 άνδρες κινδυνεύουν να υποστούν οστεοπορωτικό κάταγμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως προκύπτει από διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα, σε όλο τον κόσμο σημειώνεται 1 οστεοπορωτικό κάταγμα κάθε 3 δευτερόλεπτα.

Τα συχνότερα κατάγματα που σχετίζονται με την οστεοπόρωση είναι εκείνα της σπονδυλικής στήλης, του ισχίου και του αντιβραχίου. Η συχνότητα τους αυξάνεται με την ηλικία, (κυρίως εκείνα της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου), ενώ σε όλες τις ηλικίες έχουν δυσμενή επακόλουθα. Τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης συνοδεύονται από απώλεια ύψους, πόνο στην πλάτη, παραμόρφωση (κύφωση), προβλήματα στο αναπνευστικό κ.ά. Τα κατάγματα του ισχίου συχνά απαιτούν επέμβαση και μπορούν να οδηγήσουν σε απώλεια της ανεξαρτησίας κινήσεων ή θάνατο, κυρίως στους άνδρες.

Οι αμετάβλητοι παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση οστεοπόρωσης είναι η ηλικία, το φύλο, προηγούμενο κάταγμα ή ιστορικό καταγμάτων στην οικογένεια, θεραπεία με κορτικοειδή, πρώιμη εμμηνόπαυση, υστερεκτομή, υπογοναδισμός στους άνδρες, ρευματοειδής αρθρίτιδα κ.α. Οι δυνητικά τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν το αλκοόλ, το κάπνισμα, την κακή διατροφή, την έλλειψη βιταμίνης D, την ελλιπή σωματική άσκηση, τη χαμηλή πρόσληψη ασβεστίου και τις συχνές πτώσεις.

Η διάγνωση της οστεοπόρωσης τίθεται, συνήθως, με τη μέθοδο DXA, η οποία διενεργείται κυρίως σε γυναίκες ηλικίας άνω των 65 ετών και άνδρες άνω των 70 ετών. Μια μέτρηση μπορεί να είναι-δείχνει: 1. Φυσιολογική, 2. Ελαττωμένη οστική πυκνότητα (Οστεοπενία), 3. Οστεοπόρωση και 4. Εγκατεστημένη Οστεοπόρωση. Θεραπεία χορηγείται στις περιπτώσεις 3 και 4. Όταν έχουμε οστεοπενία ο/η ασθενής θα λάβει θεραπεία όταν ο κίνδυνος κατάγματος είναι αυξημένος.

Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης διαιρούνται σε αντιοστεοαπορροφητικά και σε αναβολικά. Τα αντιοστεοαπορροφητικά εμποδίζουν την απορρόφηση του οστού και ενισχύουν το ήδη υπάρχον, αναστέλλουν, δηλαδή, την εξασθένηση του οστού και τη μείωση της αντοχής του, ενισχύοντας τα δομικά συστατικά του, τις δοκίδες, δηλαδή την ήδη υπάρχουσα ύφανση του οστού.

Τα αναβολικά κάνουν νέο και δυνατό οστό, δημιουργούν νέες δοκίδες, μπορούν να ξαναενώνουν τις σπασμένες και να δημιουργούν οστά με πυκνή ύφανση που δε σπάνε εύκολα. Με κάθε θεραπεία θα πρέπει να συνχορηγούνται και συμπληρώματα ασβεστίου και βιταμίνης D, ενώ υπάρχουν και αντιοστεοαπορροφητικά που έχουν και βιταμίνη D (δύο σε ένα).

Η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί με τη σωστή διατροφή από τη παιδική και εφηβική ηλικία, με τροφές πλούσιες σε ασβέστιο και βιταμίνη D, με την άσκηση και την αποφυγή των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου.

Αναπαραγωγικά προβλήματα

Οι διαταραχές της αναπαραγωγικής ικανότητας των ανδρών, αποτελούν την αποκλειστική αιτία υπογονιμότητας του ζευγαριού σε ποσοστό περίπου 45%, ενώ σε ένα επιπλέον ποσοστό 26% συμβάλλουν στη συνολική υπογονιμότητα του ζευγαριού. Ωστόσο, η ευρεία χρήση των μεθόδων της υποστηριζόμενης αναπαραγωγής δίνει σήμερα, σε μεγάλο ποσοστό, τη δυνατότητα επιτυχούς λύσης του προβλήματος.

Ειδική αναφορά στην ανδρική υπογονιμότητα έκανε η Συντονίστρια Διευθύντρια του Τμήματος Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη & Μεταβολισμού, Νοσοκομείο-Μαιευτήριο «Έλενα Βενιζέλου», κυρία Σταματίνα Νικοπούλου, υπογραμμίζοντας ότι η αιτία της δεν είναι πάντα εύκολο να εντοπισθεί και να αντιμετωπισθεί. Με δεδομένο το γεγονός ότι η υπογονιμότητα αποτελεί τη συνισταμένη της γονιμότητας και των δύο συντρόφων, ακόμη και μικρή βελτίωση του ενός μπορεί να οδηγήσει σε αυτόματη λύση του προβλήματος. Κατά συνέπεια, επιβάλλεται η διερεύνηση του υπογόνιμου άνδρα από κλινικό Ανδρολόγο, Ενδοκρινολόγο ή Ουρολόγο με αντίστοιχη εμπειρία.

Η αντιμετώπιση του υπογόνιμου άνδρα γίνεται ως εξής:

Α. Αξιόπιστο σπερμοδιάγραμμα που περιλαμβάνει:

• Σωστή συλλογή του δείγματος.

• Εξέταση του δείγματος, με βάση τις οδηγίες της Π.Ο.Υ (2010), σε σωστά εξοπλισμένο εργαστήριο με ειδική εμπειρία και συνεχή ποιοτικό έλεγχο.

Β. Αξιολόγηση του σπερμοδιαγράμματος από τον ειδικό κλινικό Ανδρολόγο παράλληλα με το ιστορικό του, την κλινική εξέταση, αλλά και την αξιολόγηση της συζύγου.

Γ. Επανάληψη του σπερμοδιαγράμματος, λόγω της γνωστής ευρείας διακύμανσης των ευρημάτων του και, ενδεχόμενα, περαιτέρω διερεύνηση με ειδικό εργαστηριακό έλεγχο.

Δ. Τελική αξιολόγηση και επιλογή της θεραπευτικής προσέγγισης της υπογονιμότητας.

Σήμερα θεωρείται απαραίτητη η ευαισθητοποίηση του υπογόνιμου άνδρα για τη συνέχιση της παρακολούθησής του από Ανδρολογική Μονάδα, καθώς η υπογονιμότητα μπορεί να συνδέεται και με άλλα μελλοντικά προβλήματα υγείας, π.χ. καρδιαγγειακή νόσο, όψιμη έναρξη υπογοναδισμού κ.ά.

Διαβήτης Κύησης

Σε ό,τι αφορά στον σακχαρώδη διαβήτη της κύησης (ΣΔΚ), η κυρία Αναστασίου εξήγησε ότι η συχνότητα εμφάνισής του κυμαίνεται στο 5-7%. Δηλαδή, 1 στις 15-20 έγκυες γυναίκες μπορεί να παρουσιάσει σακχαρώδη διαβήτη χωρίς να το γνωρίζει. Υπολογίζεται ότι στις 110.000 γεννήσεις το χρόνο στην Ελλάδα, περίπου οι 7.000 θα παρουσιάσουν ΣΔΚ. Ωστόσο, στη συντριπτική πλειοψηφία των γυναικών αυτών οι τιμές της γλυκόζης θα επανέλθουν σε φυσιολογικά επίπεδα μετά τον τοκετό. Η διάγνωση του ΣΔΚ στηρίζεται αποκλειστικά στον εργαστηριακό έλεγχο (σακχαραιμική καμπύλη), γιατί διαφορετικά δεν προκύπτουν εμφανή στοιχεία από το ιστορικό και την κλινική εξέταση.

Τα παραπάνω τόνισαν σε συνέντευξη τύπου, με αφορμή τη διεξαγωγή του 39ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ενδοκρινολογίας & Μεταβολισμού στις 4 – 7 Απριλίου 2012στην Αθήνα (ξενοδοχείο Athenaeum Intercontinental), ο Πρόεδρος της E.E.E., Αναπληρωτής Καθηγητής Ενδοκρινολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών, Μονάδα Ενδοκρινολογίας, Σακχαρώδη Διαβήτη & Μεταβολισμού, Γ.Ν.Α. «Αρεταίειο» κ. Γεώργιος Μαστοράκος, η Διευθύντρια του Διαβητολογικού Κέντρου του Α’ Ενδοκρινολογικού Τμήματος Γ.Ν.Α. «Αλεξάνδρα» κυρία Ελένη Αναστασίου, ο Ενδοκρινολόγος, τ. Διευθυντής Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού, Γ.Ν.Α. «Ασκληπιείο» Βούλας κ. Κωνσταντίνος Μαυρουδής, η Συντονίστρια Διευθύντρια του Τμήματος Ενδοκρινολογίας, Διαβήτη & Μεταβολισμού, Νοσοκομείο-Μαιευτήριο «Έλενα Βενιζέλου» κυρία Σταματίνα Νικοπούλου και η Ενδοκρινολόγος, Πρόεδρος της Ελληνικής Ιατρικής Εταιρείας Παχυσαρκίας (Ε.Ι.Ε.Π.) κυρία Αναχίτ Αμπραχαμιάν – Μιχαλάκη.

Όπως τόνισε ο κ. Μαστοράκος, το 39ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού αποτελεί την κορωνίδα των δραστηριοτήτων της Ελληνικής Ενδοκρινολογικής Εταιρείας – Πανελλήνιας Ένωσης Ενδοκρινολόγων για το έτος 2012 και στοχεύει:

1. Στην ενημέρωση των Ελλήνων Ενδοκρινολόγων για τις νέες γνώσεις που έχουν προκύψει στη διάρκεια της χρονιάς στην Ενδοκρινολογία, το Σακχαρώδη Διαβήτη και το Μεταβολισμό.

2. Στην εκπαίδευση των νέων Ενδοκρινολόγων σε θέματα αιχμής.

3. Στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα δημόσιας υγείας (π.χ. ουσίες που κυκλοφορούν στο περιβάλλον και δρουν ως διαταράκτες της ενδοκρινικής λειτουργίας), αλλά και της πρόληψης σοβαρών νοσημάτων που λαμβάνουν διαστάσεις επιδημίας (π.χ. παχυσαρκία, σακχαρώδης διαβήτης, οστεοπόρωση, ανδρική και γυναικεία υπογονιμότητα).

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.