Τι είναι η νόσος Cushing;
TΙ ΕΙΝΑΙ Η ΝΟΣΟΣ CUSHING;
Πριν μιλήσουμε για τη Νόσο Cushing, θα πρέπει να κατανοήσουμε την ασθένεια που ονομάζεται σύνδρομο Cushing. Σύνδρομο Cushing είναι το σύνολο των συμπτωμάτων και κλινικών εκδηλώσεων που προκαλείται από την υπερβολική ποσότητα κορτιζόλης στον οργανισμό. Η κορτιζόλη είναι μία ορμόνη που παράγεται στα επινεφρίδια και είναι ζωτικής σημασίας για τον οργανισμό: ρυθμίζει τον μεταβολισμό, την καρδιαγγειακή λειτουργία, το ανοσολογικό σύστημα και βοηθά τον οργανισμό να ανταποκρίνεται στο στρες. Πολλοί ασθενείς έχουν σύνδρομο Cushing επειδή παίρνουν «κορτιζόνη» για τη θεραπεία διαφόρων ασθενειών (αναφέρεται ως εξωγενής αιτία). Σε σχετικά σπάνιες περιπτώσεις ορισμένοι ασθενείς εμφανίζουν σύνδρομο Cushing λόγω υπερπαραγωγής κορτιζόλης από τα επινεφρίδια (αναφέρεται ως ενδογενής αιτία).
Η υπερπαραγωγή στον οργανισμό κορτιζόλης από τα επινεφρίδια οφείλεται σε διάφορα αίτια. Η νόσος Cushing είναι η πιο συνήθης αιτία του ενδογενούς συνδρόμου Cushing, και αφορά το 70% του συνόλου των περιπτώσεων. Οφείλεται σε καλόηθες αδένωμα (όγκο) της υπόφυσης, το οποίο υπερεκκρίνει μία πεπτιδική ορμόνη, τη φλοιοεπινεφριδιοτρόπο ορμόνη (ACTH), η οποία διεγείρει τα επινεφρίδια και προκαλεί την υπερπαραγωγή κορτιζόλης. Οι όγκοι που εκκρίνουν την ορμόνη ACTH είναι σχεδόν πάντοτε καλοήθεις και πολλές φορές πολύ μικροί ώστε δεν φαίνονται ακόμη και όταν ο ασθενής υποβάλλεται σε μαγνητική τομογραφία.
Η νόσος Cushing προσβάλλει 1-2 ανθρώπους ανά εκατομμύριο πληθυσμού κάθε χρόνο. Το σύνολο των περιπτώσεων υπολογίζεται σε 39,1 περιστατικά ανά εκατομμύριο πληθυσμού παγκοσμίως. Προσβάλλει συνήθως τις γυναίκες, με συχνότερη εμφάνιση στις ηλικίες από 20 έως 50 χρονών.
Μέχρι σήμερα, δεν έχουν εντοπιστεί αίτια ή παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη των αδενωμάτων της υπόφυσης που προκαλούν τη νόσο Cushing.
Αυτή η σπάνια ενδοκρινική δυσλειτουργία μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην υγεία των ασθενών και αν δεν αντιμετωπισθεί έγκαιρα και αποτελεσματικά μειώνει κατά πολύ το προσδόκιμο επιβίωσης.
ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
Τα κλινικά συμπτώματα της νόσου Cushing προκαλούνται από την υπερκορτιζολαιμία και είναι πολλά και ποικίλα. Ωστόσο, μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις κύριες κατηγορίες που περιλαμβάνουν (χωρίς αυστηρό περιορισμό):
Σωματικές εκδηλώσεις
- Αύξηση βάρους
- Παχυσαρκία κορμού (συσσώρευση λίπους στην κοιλιά με λεπτά άνω και κάτω άκρα)
- Πανσεληνοειδές προσωπείο (στρογγυλό, ερυθρό, φουσκωμένο πρόσωπο)
- Πορφυρές ραβδώσεις του δέρματος στην κοιλιά, στους μηρούς και στους μαστούς
- Οπισθοτραχηλική απόθεση λίπους (buffalo hump)
- Ακμή ή δερματικές μολύνσεις
- Εύκολος μωλωπισμός
- Υπερβολική τριχοφυΐα στο πρόσωπο για τις γυναίκες
- Μυϊκή αδυναμία
- Κεφαλαλγία
Μεταβολικές/ Καρδιαγγειακές εκδηλώσεις
- Καρδιαγγειακή νόσος
- Έντονη κόπωση
- Διαταραχή του μεταβολισμού
- Υπέρταση
- Πολυδιψία και πολυουρία
Άλλες εκδηλώσεις
- Κατάθλιψη, άγχος, ευερεθιστότητα
- Ανικανότητα
- Οστεοπόρωση
- Διαταραχές έμμηνου ρύσης
Επιπλέον κλινικά συμπτώματα περιλαμβάνουν: οίδημα, ευερεθιστότητα, αλλαγές στην όρεξη, προβλήματα μνήμης, προβλήματα στον ύπνο, επανειλημμένες λοιμώξεις, απώλεια μαλλιών, και βραδεία επούλωση τραυμάτων.
ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ
Υπάρχουν πολλές σοβαρές επιπλοκές στην υγεία που σχετίζονται με τη νόσο Cushing, όπως: οστεοπόρωση, κατάγματα, διαβήτης, υψηλή αρτηριακή πίεση (υπέρταση), λοιμώξεις, αυξημένη πηκτικότητα αίματος – θρομβώσεις και υψηλή χοληστερίνη και τριγλυκερίδια.
ΔΙΑΓΝΩΣΗ
H διάγνωση της νόσου Cushing αποτελεί πρόκληση για διάφορους λόγους. Το πιο δύσκολο βήμα είναι η αναγνώριση του συνδρόμου Cushing. Αφού διαγνωσθεί το σύνδρομο Cushing, οι ιατροί μπορούν να πραγματοποιήσουν μία σειρά από εξετάσεις για να επιβεβαιώσουν το λόγο της υπερβολικής έκκρισης κορτιζόλης που θα καθορίσει και τη σωστή θεραπεία.
Πολλά συμπτώματα του συνδρόμου Cushing συχνά αποδίδονται σε άλλες ασθένειες όπως κατάθλιψη ή άλλες ψυχιατρικές διαταραχές, παχυσαρκία από ακατάλληλη διατροφή και/ή άσκηση, διαβήτη, σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών. Αυτό έχει σαν συνέπεια μεγάλη καθυστέρηση στη διάγνωση. Ο χρόνος διάγνωσης μπορεί να καθυστερήσει και πάνω από 6 χρόνια από τη στιγμή που παρατηρούνται τα πρώτα συμπτώματα.
Για την ακριβή επιβεβαίωση της διάγνωσης, οι ιατροί έχουν στη διάθεσή τους μια σειρά από εξετάσεις. Η διάγνωση πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις και πρέπει να ολοκληρώνεται με τη παραπομπή σε Ενδοκρινολόγο κατά προτίμηση σε εξειδικευμένο κέντρο.
Φάση 1η : Το πρώτο βήμα για τη διάγνωση του Συνδρόμου Cushing είναι η παροχή πλήρους ιατρικού ιστορικού στον ιατρό, περιλαμβάνοντας οποιαδήποτε γνωστή πάθηση και θεραπευτική αγωγή. Πολλά φαρμακευτικά σκευάσματα που χρησιμοποιούνται για τις αλλεργίες, τα αναπνευστικά προβλήματα και δερματικές παθήσεις περιέχουν γλυκοκορτικοειδή, φάρμακα τα οποία μπορεί να προκαλέσουν όμοια συμπτώματα με αυτά που σχετίζονται με το ενδογενές σύνδρομο Cushing.
Αφού αξιολογηθούν αυτές οι πληροφορίες, οι ιατροί μπορεί να εξετάσουν για υπερλειτουργία των επινεφριδίων εάν κάποιο από τα παρακάτω χαρακτηριστικά και/ή συμπτώματα παρουσιαστούν:
- Πανσεληνοειδές προσωπείο
- Πορφυρές ραβδώσεις του δέρματος
- Εύκολος μωλωπισμός
- Παχυσαρκία κορμού
- Διαβήτης
- Δασυτριχισμός
- Αδένωμα επινεφριδίου που εντοπίζεται στη διάρκεια υπέρηχου ή αξονικής τομογραφίας
Φάση 2η : Για την επιβεβαίωση της διάγνωσης του συνδρόμου Cushing, ο ιατρός μπορεί να χρησιμοποιήσει διάφορους τύπους εξετάσεων για τη μέτρηση των επιπέδων κορτιζόλης στον οργανισμό. Αυτές οι εξετάσεις θα πρέπει να γίνονται μόνο όταν αποκλείεται η περίπτωση των εξωγενών παραγόντων. Συγκεκριμένα, υπάρχουν τέσσερις εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για την διάγνωση του συνδρόμου Cushing. Oι εξετάσεις αυτές μετρούν τη ποσότητα κορτιζόλης σε δείγματα ούρων, αίματος ή σάλιου. Η πιο αξιόπιστη εξέταση όμως γίνεται με το ειδικό τεστ «αναστολής με δεξαμεθαζόνη».
Φάση 3η : Εάν η διάγνωση του συνδρόμου Cushing επιβεβαιωθεί, θα πραγματοποιηθούν επιπλέον εξετάσεις για να καθοριστεί γιατί ο οργανισμός του ασθενούς παράγει υπερβολική κορτιζόλη και για να επιβεβαιωθεί εάν οφείλεται σε όγκο στην υπόφυση (Νόσος Cushing) ή σε άλλη μορφή του συνδρόμου Cushing. Οι εξετάσεις αυτές είναι αρκετά περίπλοκες και πρέπει να γίνονται σε ειδικά ενδοκρινολογικά κέντρα.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ
Η καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση για τη νόσο Cushing είναι η χειρουργική εξαίρεση του αδενώματος της υπόφυσης, η οποία πραγματοποιείται από εξειδικευμένο νευροχειρουργό μέσω της διασφηνοειδικής οδού. Χρησιμοποιώντας ένα ενδοσκόπιο και μικρά εργαλεία, ο χειρουργός προσεγγίζει την υπόφυση από τη μύτη ή από ένα άνοιγμα που γίνεται κάτω από το άνω χείλος. Δυστυχώς με το τρόπο αυτό δεν θεραπεύονται όλοι οι ασθενείς. Επίσης ακόμη και στις επιτυχείς επεμβάσεις η νόσος μπορεί να υποτροπιάσει. Εκτιμάται ότι το 25-35% των περιπτώσεων δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με την νευροχειρουργική επέμβαση.
Στην περίπτωση που η εγχείρηση δεν είναι αποτελεσματική άλλες θεραπευτικές επιλογές είναι: η ακτινοβολία της υπόφυσης και η αμφοτερόπλευρη λαπαροσκοπική επινεφριδεκτομή. Παράλληλα μπορεί να χορηγηθούν φάρμακα που αναστέλλουν τη παραγωγή κορτιζόλης. Έχουν όμως παρενέργειες και ο χειρισμός τους δεν είναι εύκολος. Πρόσφατα ο Ευρωπαϊκός οργανισμός φαρμάκων ενέκρινε τη κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου το οποίο ανήκει στα ανάλογα σωματοστατίνης και το οποίο αναμένεται να δώσει λύση σε πολλούς ασθενείς με νόσο Cushing.