Ηπατίτιδα C
Αισιοδοξία για την αντιμετώπιση της σιωπηλής νόσου
Ο ιός της ηπατίτιδας C είναι ένα από τα κυριότερα αίτια της γνωστής μας από παλιά ΝΟΝ Α – ΝΟΝ Β (μη-Α, μη-Β) ηπατίτιδας, αποκλειστικά παρεντερικής ή κρυψιγενούς μετάδοσης. Ο HCV (= ιός ηπατίτιδας C) είναι ευρύτατα διαδεδομένος σε όλο τον κόσμο.
Αποδεικνύεται ένας από τους κυριότερους παράγοντες χρόνιας ηπατοπάθειας στον δυτικό κόσμο. Προκαλεί την ηπατίτιδα C, οξεία ή χρόνια, το πρόβλημα της οποίας έχει τεράστιες διαστάσεις, αφού υπολογίζεται ότι 170 εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν χρονίως από τον HCV και εμφανίζονται 3-4 εκατομμύρια νέες λοιμώξεις κάθε χρόνο στην υφήλιο. Στην Ευρώπη 2.000.000 ασθενείς πάσχουν από χρόνια ηπατίτιδα C με 230-250.000 νέες περιπτώσεις κάθε χρόνο. Στην Ελλάδα ο επιπολασμός της νόσου υπολογίζεται σε 1,5-2% του πληθυσμού. Πάσχουν 150-200.000 Ελληνες, ενώ στην κατηγορία των χρόνιων ηπατοπαθειών φαίνεται ότι η χρόνια HCV λοίμωξη περνά δεύτερη στην κατάταξη μετά τη χρόνια λοίμωξη από τον ιό της ηπατίτιδας Β. Παρ’ όλα αυτά ο έλεγχος για την προσέγγιση και αναζήτηση της νόσου δεν είναι επαρκής με αποτέλεσμα ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών να είναι αδιάγνωστο.
Επιτακτική ανάγκη
Αναφέρεται χαρακτηριστικά -για την κατανόηση του προβλήματος- ότι σε χώρες με αναπτυγμένα συστήματα υγείας και σωστούς μηχανισμούς αναζήτησης επιδημιολογικών δεδομένων, μόνο το 23-25% των πασχόντων έχουν διαγνωσθεί. Εκτιμάται πολύ χαμηλότερο ποσοστό σε άλλες χώρες και περιοχές του κόσμου που δεν διαθέτουν τέτοιες υποδομές.
Επομένως είναι επιτακτική η ανάγκη και υποχρέωση των φορέων υγείας και της Πολιτείας γενικότερα, για την όσο το δυνατό πληρέστερη και απλούστερη διαφώτιση του κοινού γι’ αυτή τη μάστιγα της εποχής μας -τη χρόνια ηπατίτιδα C- τη σιωπηλή νόσο όπως χαρακτηριστικά την αποκαλούν, λόγω της απουσίας σοβαρών συμπτωμάτων στα αρχικά στάδιά της.
Πριν από μερικές δεκαετίες οι εκλαϊκευμένες απλουστεύσεις και ανακοινώσεις σχετικά με σοβαρά θέματα υγείας που έβλεπαν το φως της δημοσιότητας στον ημερήσιο Τύπο, ίσως θεωρούνταν υπέρβαση ιατρικής δεοντολογίας. Σήμερα επιβάλλεται και αναγνωρίζεται η -βάσει αρχών και κανόνων- ενημέρωση και διαφώτιση του κοινού από ημερήσιο και ηλεκτρονικό Τύπο.
Επ’ ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας της Χρόνιας Ηπατίτιδας C (1η Οκτωβρίου), ανταποκρινόμενοι σ’ αυτό τον σκοπό, φιλοδοξούμε σε μια σφαιρική ενημέρωση σχετικά με το πρόβλημα της ηπατίτιδας C όσον αφορά την πρόληψη και τους τρόπους μετάδοσης, τις μεθόδους διάγνωσης της νόσου και τα ελπιδοφόρα δεδομένα που προήλθαν από τις καινούργιες θεραπείες που άρχισαν να εφαρμόζονται ανά την υφήλιο.
Ο κυριότερος τρόπος μετάδοσης της Ηπατίτιδας C στην εποχή μας είναι η ενδοφλέβια – παρεντερική χρήση ναρκωτικών ουσιών. Δεν θεωρείται υπερβολή η επισήμανση ότι το 80% των ατόμων που έχουν κάνει έστω και βραχεία ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών ουσιών, πάσχουν από HCV λοίμωξη. Παλαιότερα, ένας άλλος συχνός τρόπος μετάδοσης της νόσου ήταν η μετάγγιση αίματος ή παραγώγου αυτού, σε άτομα που τα είχαν ανάγκη. Ο HCV ανακαλύφθηκε το 1989. Χρειάστηκαν περίπου 2-3 χρόνια μέχρι τα κέντρα αιμοδοσίας και επεξεργασίας παραγώγων αίματος, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, να εξοπλισθούν πλήρως για τον ασφαλή γενικευμένο έλεγχο των μονάδων αίματος και παραγώγων αυτού. Σήμερα οι μεταγγίσεις γενικώς θεωρούνται ασφαλείς.
Βάσει των ανωτέρω, πρέπει να υποδείξουμε ότι οι μεταγγισθέντες για οποιονδήποτε λόγο πριν από το 1992, πρέπει να υποβληθούν σε έλεγχο για ηπατίτιδα C, απαραιτήτως.
Ο HCV μεταδίδεται ενδοοικογενειακά και σεξουαλικά, αλλά με χαμηλότερη μεταδοτικότητα σε σχέση με τους ιούς της ηπατίτιδας Β και του AIDS.
Η μετάδοση της νόσου από τη μητέρα στο παιδί κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού είναι δυνατή αλλά σχετικά χαμηλή και εξαρτάται και από άλλους παράγοντες. Το τρύπημα με μολυσμένη βελόνα ή εργαλείο έχει σχετικά μικρή πιθανότητα 2-5% μετάδοσης της HCV λοίμωξης. Αντίθετα, επεμβάσεις αισθητικής (τατουάζ-τρύπημα σημείων σώματος κ.λπ.) θεωρούνται ασφαλείς μόνο αν τηρούνται αυστηρά βασικοί κανόνες υγιεινής και αποστείρωσης.
http://www.enet.gr