Οι συγγενείς καρδιοπάθειες θα πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά εφ’ όρου ζωής.
Παρακολούθηση για τις συγγενείς καρδιοπάθειες
Οι συγγενείς καρδιοπάθειες δεν αφορούν μόνο παιδιά και γι’ αυτό οι πάσχοντες θα πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά και εφ’ όρου ζωής, διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος να αναπτύξουν σοβαρές επιπλοκές. Δυστυχώς όμως, ένα μεγάλο ποσοστό των ασθενών πιστεύουν ότι εφόσον έκαναν θεραπεία στη παιδική ηλικία, (χειρουργική ή συντηρητική), δε χρειάζεται πλέον να ανησυχούν.
«Αυτή η πεποίθηση, που τις περισσότερες φορές είναι λανθασμένη, έχει ως συνέπεια να μην παρακολουθούνται συστηματικά οι ασθενείς αυτοί, και ούτε να ενημερώνονται για τις εξελίξεις σχετικά με την ασθένειά τους. Το γεγονός αυτό θεωρείται από τους ειδικούς ιδιαίτερα ανησυχητικό, διότι υπολογίζεται ότι ένα μεγάλο ποσοστό από αυτούς θα εκδηλώσουν στο μέλλον προβλήματα όπως αρρυθμίες, καρδιακή ανεπάρκεια, πνευμονική αρτηριακή υπέρταση» επεσήμανε ο καθηγητής Καρδιολογίας στο ΑΠΘ, Χαράλαμπος Καρβούνης μιλώντας στη 2η Επιστημονική Συνάντηση Παιδιάτρων – Καρδιολόγων Θέματα Παιδοκαρδιολογίας, που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.
Τόσο στους ενήλικες όσο και στα παιδιά, τα συμπτώματα αλλά και η συνεχής παρακολούθηση είναι τα «κλειδιά» για την έγκαιρη διάγνωση και τη σωστή αντιμετώπιση. Η έγκαιρη διάγνωση, η κατάλληλη χειρουργική και φαρμακευτική αντιμετώπιση και η μακροχρόνια και συχνή παρακολούθηση σε ειδικά οργανωμένα κέντρα καθώς και η ευαισθητοποίηση των πασχόντων μπορούν να τους προσφέρουν καλύτερη ποιότητα ζωής.
Ο αριθμός των εφήβων και των ενηλίκων που γεννήθηκαν με συγγενείς καρδιοπάθειες και εξακολουθούν να πάσχουν εξακολουθεί να είναι μεγάλος (40.000 – 50.000) ενώ 1000 παιδιά γεννιούνται κάθε χρόνο με το ίδιο πρόβλημα, τόνισε μεταξύ άλλων ο επίκουρος καθηγητής Παιδιατρικής-Καρδιολογίας στο ΑΠΘ, Ανδρέας Γιαννόπουλος.
Οι συγγενείς καρδιοπάθειες, περιλαμβάνουν ένα φάσμα καρδιακών ατελειών (ελλειμμάτων), που οφείλονται στη μη φυσιολογική διάπλαση και ανάπτυξη της καρδιάς ή των αγγείων που βρίσκονται κοντά στη καρδιά, κατά τη διάρκεια της εμβρυικής ζωής ανέφερε η αναπληρώτρια Διευθύντρια του Παιδοκαρδιολογικού Τμήματος στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, Σωτηρία Αποστολοπούλου.
Συνήθως οι καρδιακές συγγενείς ανωμαλίες ανιχνεύονται πριν τη γέννηση (με ηχοκαρδιογραφία) ή πολύ πρώιμα κατά τη νεογνική ηλικία και διορθώνονται χειρουργικά σε πρώιμη φάση στη ζωή του ασθενούς. Ωστόσο, αυτή η χειρουργική προσέγγιση δεν ισχύει για όλες τις περιπτώσεις. Κάποια ελλείμματα είναι μικρά και δεν απαιτούν χειρουργική διόρθωση, ενώ κάποια από αυτά θα κλείσουν αυτόματα στην πορεία του χρόνου.
Μία από τις πλέον σοβαρές επιπλοκές της νόσου είναι η Πνευμονική Αρτηριακή Υπέρταση, την οποία αναπτύσσει το 10% των ασθενών με συγγενείς καρδιοπάθειες, σύμφωνα με τον λέκτορα Καρδιολογίας στο ΑΠΘ Γεώργιο Γιαννακούλα. Το πιο χαρακτηριστικό σύμπτωμα της Πνευμονικής Αρτηριακής Υπέρτασης, η οποία εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, μπορεί να οδηγήσει σε δραματικές συνέπειες για τη ζωή των ασθενών, είναι η πολύ έντονη δύσπνοια που εκδηλώνεται με την παραμικρή προσπάθεια, ακόμα κι όταν οι ασθενείς κάνουν λίγα βήματα. Άλλα συμπτώματα της νόσου είναι: ζάλη, κόπωση, πόνος (αίσθημα σύσφιξης) στο θώρακα, συγκοπτικό επεισόδιο και περιφερικό οίδημα. Επειδή τα συμπτώματα της Πνευμονικής Αρτηριακής Υπέρτασης είναι μη ειδικά και για τον λόγο αυτό συχνά η διάγνωση καθυστερεί. Η εξέλιξη της νόσου οδηγεί σε περιορισμό της ροής του αίματος στις πνευμονικές αρτηρίες, με αποτέλεσμα την αύξηση της πίεσης στα πνευμονικά αγγεία. Η Πνευμονική Υπέρταση που παρατηρείται επιβαρύνει την καρδιακή λειτουργία και πιο συγκεκριμένα τη δεξιά πλευρά της καρδιάς, οδηγώντας σε καρδιακή ανεπάρκεια και πρόωρο θάνατο του ασθενούς.
Σύμφωνα με τις οδηγίες των Διεθνών Επιστημονικών Εταιρειών, για τη σωστή αντιμετώπιση της Πνευμονικής Αρτηριακής Υπέρτασης επιβάλλεται ο έλεγχος και η τακτική παρακολούθηση των ασθενών να γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα. Τέτοια κέντρα βρίσκονται τόσο στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, καθώς και σε άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας μας.
Αποτελεσματική θεραπεία για την Πνευμονική Αρτηριακή Υπέρταση αποτελεί η χρήση της θεραπευτικής ουσίας μποσεντάνης, αφού σύμφωνα με την κλινική μελέτη BREATHE -5 βελτιώνει σημαντικά την πνευμονική κυκλοφορία και την ικανότητα σωματικής άσκησης των ασθενών σε 16 εβδομάδες από την έναρξή της, συμβάλλοντας, με αυτό τον τρόπο, στην καλύτερη ποιότητα της καθημερινής ζωής των πασχόντων. Η ουσία αυτή έχει δοκιμαστεί με εξαιρετικά αποτελέσματα τόσο σε ενήλικες όσο και σε παιδιά. Είναι ασφαλής για μακροχρόνια χρήση, ενώ χορηγείται από το στόμα δύο φορές την ημέρα.
Zougla.gr