Πονοκέφαλος που οφείλεται στο ΩΡΛ σύστημα
Υπάρχει ένα μεγάλο φάσμα ωτορινολαρυγγολογικών παθήσεων που μπορεί να προκαλέσουν πόνο στην κεφαλή ή στο πρόσωπο. Συνήθως είναι αντανακλαστικοί πόνοι, δηλαδή παρόλο που προκαλούνται από μια πάθηση στη μύτη, το αυτί ή το λαιμό, ο πόνος εμφανίζεται στο κεφάλι ή το πρόσωπο.
Παθήσεις της μύτης και των παραρρινίων κόλπων
Οι πιο συνηθισμένες παθήσεις της μύτης που μπορεί να προκαλέσουν χρόνιο πόνο στη κεφαλή ή το πρόσωπο είναι οι ρινικοί πολύποδες, η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος και η ρινίτιδα, η οποία προκαλεί οίδημα της ρινικής βλεννογόνου και έχει ως αποτέλεσμα τη διόγκωση των ρινικών κογχών. Αυτές οι ανατομικές ανωμαλίες μέσα στη ρινική κοιλότητα, δημιουργούν σημεία επαφής μεταξύ του βλεννογόνου των ρινικών κογχών και του διαφράγματος. Έτσι, η πίεση που ασκείται στο ρινικό βλεννογόνο μπορεί να προκαλέσει κεφαλαλγία. Για αυτό, εάν δεν εντοπίζεται κάποιος άλλος αιτιολογικός παράγοντας πρόκλησης πονοκεφάλου, πάντοτε πρέπει να αναζητείται η παρουσία επαφών του ρινικού διαφράγματος με τις ρινικές κόγχες.
Εκτός από τις παθήσεις της ρινικής κοιλότητας, υπάρχουν κλινικές παθήσεις μέσα στους παραρρινίους κόλπους, τα γνωστά σε όλους μας ιγμόρεια, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν έντονες κεφαλαλγίες και προσωπαλγίες. Η πιο συνηθισμένη πάθηση είναι η οξεία ή χρόνια παραρρινοκολπίτιδα. Η παραρρινοκολπίτιδα, γνωστή περισσότερο ως ιγμορίτιδα, γενικά συνοδεύεται από ρινική συμφόρηση, καταρροή, πονοκεφάλους ποικίλης έντασης, αίσθημα πίεσης στο πρόσωπο ή το μέτωπο και πιθανή διαταραχή της όσφρησης. Ο πόνος είναι χειρότερος το πρωί και όταν γέρνουμε το κεφάλι προς τα εμπρός. Η άμεση αιτία των πονοκεφάλων είναι η φλεγμονή του βλεννογόνου των κόλπων, η οποία μπορεί να είναι επακόλουθο μιας λοίμωξης ή κάποιας αλλεργίας, που ξεκινάει από το ρινικό βλεννογόνο και εξαπλώνεται στο βλεννογόνο των κόλπων. Μια φυσιολογική μύτη μαζί με τους παραρρινίους κόλπους εκκρίνει περίπου 350ml βλέννας, η οποία κατεβαίνει στο φάρυγγα και την καταπίνουμε χωρίς να αισθανθούμε απολύτως κανένα σύμπτωμα. Όταν υπάρχει απόφραξη της βλέννας λόγο ανατομικών ανωμαλιών στη μύτη, προκαλείται συχνή επαναλαμβανόμενη μόλυνση των ρινικών κόλπων (ιγμορίτιδα).
Υπάρχει μία ιδιαίτερη πάθηση, η σφηνοειδίτιδα (φλεγμονή μόνο στο σφηνοειδή κόλπο που βρίσκεται στο πίσω μέρος της μύτης), στην οποία ο ασθενής παραπονιέται για μόνιμο βάρος στο κεφάλι ή πόνο πίσω από τα μάτια χωρίς να εμφανίζει κανένα άλλο από τα παραπάνω ρινολογικά συμπτώματα. Η διάγνωση γίνετε μόνο με ενδοσκοπική εξέταση της μύτης και αξονική τομογραφία. Τα μορφώματα ή όγκοι στη ρινική κοιλότητα και στους παραρρινίους κόλπους παρουσιάζονται σπάνια (1:100.000).
Η ημικρανία και οι λοιποί πονοκέφαλοι σχετίζονται άμεσα με την αλλεργική ρινίτιδα. Η υψηλή συχνότητα των πονοκεφάλων στα άτομα με αναπνευστικές αλλεργίες οφείλεται στην ισταμίνη, που είναι βασικός χημικός μεσολαβητής της πρόκλησης της αλλεργικής φλεγμονής στη μύτη. Η ισταμίνη είναι ουσία που πυροδοτεί τις ημικρανίες μέσω της αγγειοδιαστολής και της φλεγμονώδους παθογένεσης των ημικρανιακών πονοκεφάλων.
Μέσα στα πλαίσια της διαφορικής διάγνωσης των κεφαλαλγιών πρέπει να γίνει ενδοσκοπική εξέταση της μύτης (με εύκαμπτο ή άκαμπτο ενδοσκόπιο) και έλεγχος των παραρρινίων κόλπων με αξονική ή μαγνητική τομογραφία για τον ακριβή εντοπισμό των ανατομικών ανωμαλιών της ρινικής κοιλότητας. Γενικά οι πονοκέφαλοι βελτιώνονται εάν θεραπευτεί η φλεγμονή στη μύτη και αποκατασταθούν χειρουργικά οι ανατομικές ανωμαλίες του ρινικού διαφράγματος. Μελέτες έδειξαν ότι το 74% των ασθενών με χρόνια ρινοκολπίτιδα ή πολύποδες που έπασχαν από πονοκέφαλο, ο πόνος τους υποχώρησε μετά από ενδοσκοπική χειρουργική των ιγμορείων και αφαίρεση των πολυπόδων.
Κεφαλαλγία σε ωτολογικές παθήσεις
Οι παθήσεις των αυτιών που μπορεί να προκαλέσουν κεφαλαλγίες είναι η οξεία ωτίτιδα (εξωτερική ή μέση ωτίτιδα), η χρόνια ωτίτιδα με ή χωρίς διάτρηση του τυμπανικού υμένα, ο ωτικός έρπης ζωστήρας καθώς και ενδοκρανιακές παθήσεις όπως το ακουστικό νευρίνωμα. Παρακάτω περιγράφονται κάποιες παθήσεις, οι οποίες αν και είναι σπάνιες, ο ασθενής παρουσιάζει κεφαλαλγία πολλές φορές ως πρωταρχικό σύμπτωμα. Οι ωτίτιδες συνήθως εμφανίζονται με πόνο στο αυτί παρά με πόνο στο κεφάλι.
Ωτικός έρπης ζωστήρας είναι μια ιογενή φλεγμονή. Προσβάλει κυρίως το προσωπικό νεύρο (υπεύθυνο για της κινήσεις του προσώπου) αλλά μπορεί και το ακουστικό νεύρο (υπεύθυνο για την ακοή και ισορροπία). Οι ασθενείς που προσβάλλονται από αυτό τον ιό εμφανίζουν έντονους νευραλγικούς πόνους στο αυτί και το κρόταφο. Ενδέχεται ο πόνος να υπάρξει πριν από οποιοδήποτε άλλο σύμπτωμα. Στην εξέταση του αυτιού υπάρχει εξάνθημα (σαν φυσαλίδες) στο πτερύγιο ή τον ακουστικό πόρο. Ο ασθενής ενδέχεται να παρουσιάζει παράλυση του προσωπικού νεύρου, βαρηκοΐα και ίλιγγο. Θεραπεύεται με αντιικά φάρμακα αν και στο 30% των περιπτώσεων ενδέχεται να μην υπάρχει πλήρης αποκατάσταση στις κινήσεις του προσώπου.
Το ακουστικό νευρίνωμα είναι καλοήθης όγκος που αναπτύσσεται στο περίβλημα του ακουστικού νεύρου (το νεύρο της ακοής και της ισορροπίας). Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα είναι η απώλεια ακοής, οι εμβοές, διαταραχή της ισορροπίας καθώς και πόνος στο πρόσωπο ή το κεφάλι. Σε πιο σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να υπάρξει παράλυση του προσωπικού νεύρου καθώς και οφθαλμολογικές αλλαγές. Η διάγνωση γίνεται κατά προτίμηση με μαγνητική τομογραφία αλλά και με αξονική. Η αντιμετώπιση των νευρινωμάτων περιλαμβάνει παρακολούθηση, ακτινοθεραπεία ή χειρουργική αφαίρεση ανάλογα με το μέγεθος του όγκου. Ο ασθενής πρέπει να ενημερωθεί πλήρως από τον ΩΡΛ για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της κάθε θεραπευτικής αγωγής. Οι παράμετροι που πρέπει να συνεκτιμηθούν είναι η ηλικία του ασθενή, η γενική κατάσταση της υγείας του, η απώλεια ακοής, το μέγεθος και ο ρυθμός αύξησης του όγκου.
Η κλινική εξέταση του αυτιού περιλαμβάνει ωτοσκόπηση με ενδοσκόπιο ή μικροσκόπιο, ακουομετρικό έλεγχο, όχι τόσο για να δούμε πόσο ακούει ο ασθενής, αλλά για διερεύνηση πιθανής ασυμμετρίας στην ακοή, που μπορεί να κρύβει κάποιες ενδοκρανιακές παθήσεις, όπως το ακουστικό νευρίνωμα που αναφέραμε παραπάνω. Επίσης, πρέπει να γίνει τυμπανομετρία και σε κάποιες περιπτώσεις δοκιμασία πρόκλησης ιλίγγου, όπως θερμικός διακλεισμός και βιντεονυσταγμογραφία. Οι απεικονιστικές μέθοδοι στις ωτολογικές παθήσεις, περιλαμβάνουν αξονική και μαγνητική τομογραφία.
Κεφαλαλγία σε τραχηλικές παθήσεις
Αντανακλαστικό πόνο στην περιοχή της κεφαλής μπορεί να προκαλεί η ύπαρξη όγκου στο φάρυγγα ακόμα και στην αμυγδαλή. Κεφαλαλγία παρατηρείται στο 20% των ατόμων που πάσχουν από καρκίνο του ρινοφάρυγγα. Ρινοφάρυγγας είναι το ανώτερο τμήμα του φάρυγγα που βρίσκεται πίσω από τη μύτη. Όγκοι στο ρινοφάρυγγα είναι εξαιρετικά σπάνιοι (0.2% του συνόλου των καρκίνων) και συνήθως εκδηλώνονται με διόγκωση τραχηλικού λεμφαδένα (στο 50% των περιπτώσεων.) Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι η ρινική συμφόρηση, ρινορραγία, εκρηκτική μέση ωτίτιδα και πιο σπάνια δυσκαταποσία, ή παράλυση φωνητικών χορδών. Η διάγνωση γίνεται με οπίσθια ρινοσκόπηση, αξονική ή μαγνητική τομογραφία και βιοψία. Η ακτινοθεραπεία αποτελεί τη μόνη θεραπευτική προσέγγιση.
Κεφαλαλγία και κροταφογναθική διάρθρωση (ΚΦΓΔ)
Η ΚΦΓΔ συνδέει την κάτω γνάθο με το οστό του κρανίου ακριβώς μπροστά από τα αυτιά. Κάθε φορά που μασάμε ή μιλάμε χρησιμοποιούμε αυτήν την άρθρωση. Αν τοποθετήσουμε τα δάκτυλα μας μπροστά από τα αυτιά μας και ανοίξουμε το στόμα μας μπορούμε να αισθανθούμε την άρθρωση στα πλάγια του κεφαλιού μας. Οι κροταφογναθικές δυσλειτουργίες οφείλονται συνήθως σε τραυματισμό, (π.χ. λόγω σφιξίματος δοντιών ή συχνής μάσησης τσίχλας), γενετική προδιάθεση, άγχος, κακή ποιότητα ύπνου και ανωμαλίες σύγκλεισης της γνάθου. Οι λειτουργικές διαταραχές της διάρθρωσης μπορεί να προκαλέσουν επίσης ισχυρό πόνο γύρω από την άρθρωση, στην κροταφική χώρα και να φτάσουν από την κεφαλή μέχρι την περιοχή του αυχένα.
Κάποιες φορές ο πονοκέφαλος μπορεί να μιμηθεί την ημικρανία. Παθήσεις της άρθρωσης συνήθως προκαλούν ισχυρό πόνο κυρίως κατά τη λειτουργία της κάτω γνάθου. Χαρακτηριστικός πολλές φορές είναι ο ήχος τριβής στο άνοιγμα-κλείσιμο του στόματος. Επίσης ο ασθενής μπορεί να παρουσιάσει βούισμα και πόνο στο αυτί, καθώς και υπερβολική φθορά στα δόντια. Τα συμπτώματα των ασθενών με σύνδρομο κροταφογναθικής διάρθρωσης επιδεινώνονται όταν αυτοί βρίσκονται υπό συνθήκες εντόνου άγχους, υπερέντασης και κατάθλιψης.
Η θεραπεία στις παθήσεις της κροταφογναθικής διάρθρωσης εξατομικεύεται ανάλογα με τη διάγνωση. Σημαντικό ρόλο παίζει η ανεύρεση και εξάλειψη επιβαρυντικών παραγόντων. Η φαρμακευτική (συντηρητική) αγωγή περιλαμβάνει παυσίπονα, αντιφλεγμονώδη και μυοχαλαρωτικά χάπια. Η φυσιοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει σε κάποιες περιπτώσεις καθώς και η χρήση ενδοστοματικού νάρθηκα που φοράει ο ασθενής κατά την διάρκεια του ύπνου. Η γναθοχειρουργική έχει ρόλο στις πιο βαριές περιπτώσεις.
Ανακεφαλαιώνοντας, μια επίμονη κεφαλαλγία/προσωπαλγία μπορεί να οφείλεται σε κάποιο νόσημα του ΩΡΛ συστήματος. Για αυτό, σε αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται λεπτομερής ενδοσκοπικός έλεγχος του αρρώστου. Η συμβολή κατά συνέπεια του ΩΡΛ στην διάγνωση και διαφορική διάγνωση των κεφαλαλγιών είναι σημαντική.
Το παραπάνω άρθρο είναι από την παρουσίαση του γιατρού στην ημερίδα που οργανώθηκε στη Φλώρινα από τον Νευρολόγο-Ψυχίατρο κ. Μπαλογιάννη στις 15/9/12, με τίτλο “Κεφαλαλγίες – Ημικρανίες”
http://taxalia.blogspot.com