Μυικός ιστός και διαφορές στην τρίτη ηλικία
Οι μύες έχουν πολυσήμαντο ρόλο για τον άνθρωπο. Πρωτίστως μαζί με το σκελετό δίνουν μορφή στο ανθρώπινο σώμα και ευθύνονται για κάθε κίνησή του. Έχουν ακόμα στηρικτικό ρόλο στις αρθρώσεις, προστατεύουν υποκείμενους ιστούς, και είναι απαραίτητοι για την καρδιοαναπνευστική λειτουργία ή τη λειτουργία εσωτερικών οργάνων (π.χ. έντερο, στομάχι). Ανάλογα με τον τρόπο λειτουργίας, τους διακρίνουμε σε καρδιακό, λείο, και σκελετικό μυ. Τα δύο πρώτα είδη εργάζονται ανεξάρτητα από τη θέλησή μας, ενώ το τρίτο υπόκειται στη θέλησή μας.
Εξακόσιοι σκελετικοί μύες αποτελούν το μυϊκό σύνολο του οργανισμού. Η μυϊκή ίνα είναι το εξειδικευμένο κύτταρο για συστολή και αποτελείται από μυιοϊνίδια. Το μυιοϊνίδιο αποτελείται από σαρκομέρια, διατεταγμένα κατά τον επιμήκη άξονα. Το σαρκομέριο με τη σειρά του αποτελείται από παχιά νημάτια (μυοσίνη) και λεπτά νημάτια (ακτίνη).
Οι μυϊκές ίνες διακρίνονται σε:
• Οξειδωτικές ίνες βραδείας συστολής τύπου I
• Οξειδογλυκοτικές ίνες ταχείας συστολής τύπου ΙIα
• Γλυκολυτικές ίνες ταχείας συστολής τύπου ΙΙβ
Μια από τις εντονότερες επιδράσεις της γήρανσης αποτελεί η μείωση της μυϊκής δύναμης. Σύμφωνα με την αρθρογραφία, διάφορες μυϊκές ομάδες έχουν εξεταστεί και αξιολογηθεί μεταξύ νεαρών, μέσης ηλικίας και ηλικιωμένων ατόμων, δείχνοντας ότι οι μειώσεις στη μυϊκή δύναμη παρουσιάζονται έντονα στην ηλικία μετά των 60 ετών. Άτομα της τρίτης ηλικίας που βρίσκονται στην έβδομη και όγδοη δεκαετία της ζωής τους παρουσιάζουν 20-40% μικρότερη ισομετρική δύναμη από νεαρά άτομα, ενώ οι υπερήλικες παρουσιάζουν άνω του 50% μειώσεις.
Ο βασικός λόγος για τη μείωση της μυϊκής δύναμης σε ηλικιωμένα άτομα φαίνεται να είναι η απώλεια της μυϊκής μάζας (μυικη ατροφία). Οι μειώσεις στη μυϊκή μάζα που προκαλούνται λόγω της επίδρασης της γήρανσης, οφείλονται κύρια στην απώλεια αριθμού μυϊκών ινών, καθώς επίσης και από τη μείωση του μεγέθους τους .(Lexell et al. , 1988; 1993; 1995). Πλήθος ερευνών, οι οποίες έχουν μελετήσει τον τετρακέφαλο μυ, κατέληξαν ότι οι μυϊκές ίνες τύπου ΙΙ μειώνονται με την πάροδο της ηλικίας, ενώ οι μυϊκές ίνες τύπου Ι παραμένουν λιγότερο επηρεασμένες. (Doherty et al. , 1993; Lexell et al. , 1988; 1993; Aniansson et al. , 1986).
Οι μυϊκές ίνες νευρώνονται από ένα κινητικό νευρώνα και ο κινητικός νευρώνας μαζί με τον άξονα του και όλες τις μυϊκές ίνες που νευρώνει καλείται κινητική μονάδα. Η πιο βασική αλλαγή στην μορφολογία του μυός κατά το γήρας είναι ότι επέρχεται μείωση του συνολικού αριθμού των κινητικών μονάδων (McComas, 1995). Η μείωση του αριθμού των κινητικών μονάδων υπολογίζεται περίπου στο 1% του συνολικού αριθμού, αρχίζοντας από την 3η δεκαετία και αυξάνεται ο ρυθμός σημαντικά μετά την ηλικία των 60. Οι κινητικές μονάδες μειώνονται με την πάροδο της ηλικίας με την νέκρωση κινητικών νευρώνων στο νωτιαίο μυελό. Οι κινητικές μονάδες που απομένουν και που εντοπίζονται κυρίως σε μύες αργής συστολής βοηθούν στην επανεύρωση μυικών ινών.
Η άποψη που σήμερα επικρατεί είναι ότι η πιθανότητα εμφάνισης ενεργών μυοπεριτονιακών Σημείων Πυροδότησης (trigger points) αυξάνει όσο αυξάνεται η ηλικία και παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα στις ηλικίες μεταξύ 40-50 ετών δηλαδή στη μέση ηλικία, με επικράτηση στο γυναικείο πληθυσμό. Στις μεγαλύτερες ηλικίες με τον περιορισμό των δραστηριοτήτων φαίνεται να υπερέχουν τα λανθάνοντα trigger points.
Σε τυχαιοποιημένη μελέτη 200 νεαρών ενηλίκων ο Sola et col. αναφέρει ότι λανθάνοντα ΣΠ βρέθηκαν στην περιοχή του ώμου σε ποσοστό 54% στις γυναίκες και 45% στους άνδρες. Σε μελέτη 1000 ασθενών πάλι ο Sola et col.(μη δημοσιευμένη μελέτη του 1985) αναφέρει ότι ενεργά ΣΠ με κλασική συμπτωματολογία μυοπεριτονιακού συνδρόμου βρέθηκαν στο 36% των γυναικών (598) και στο 26% των ανδρών (402).
Κυκλοφορικά προβλήματα τα οποία αποκτώνται με την ηλικία, αλλά και η αυξανόμενη φλεβική στάση από την μειωμένη άθληση των ηλικιωμένων ατόμων οδηγούν στην μείωση της αιματικής κυκλοφορίας σε όλο το σώμα και κατ’ επέκταση στους μύες. Οι μύες κουράζονται πιο εύκολα και πονούν πιο γρήγορα κατά τη διάρκεια ακόμα και απλών δραστηριοτήτων, λόγω της μειωμένης δυνατότητας αποβολής των μεταβολικών παραγώγων και της μειωμένης τροφικότητας των μυών.
Η μείωση της ιδιοδεκτικότητας στους ηλικιωμένους είναι ο κύριος λόγος των πτώσεων τους που οδηγούν σε εκτεταμένους τραυματισμούς. Οι πτώσεις προκύπτουν από τα μειωμένα αντανακλαστικά και την συνεχώς μειούμενη δυνατότητα των μυών των ηλικιωμένων να ανταποκριθούν σε περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως διαφορετικά επίπεδα τριβής σε διαφορετικές επιφάνειες, έδαφος με εμπόδια και μειωμένα επίπεδα φωτισμού λόγω της μειωμένης ιδιοδεκτικότητας.
Τελικά τα παραπάνω προβλήματα συσσωρεύονται, και οι ηλικιωμένοι συνήθως απέχουν από ασκήσεις ή ακόμα και τις καθημερινές τους δραστηριότητες, μειώνοντας έτσι τη λειτουργικότητα και την ποιότητα ζωής τους. Είναι καθήκον του φυσικοθεραπευτή να βοηθήσει τον ηλικιωμένο στην επανένταξή του, με ασκήσεις κατάλληλες και προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες του.