Μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά…
«Δεν μ’ αγαπάς! Αν μ’ αγαπούσες δεν θα …»
«Αν μ’ αγαπούσες θα ήξερες ότι δεν μου αρέσει…..»
Κάπως έτσι η Αντωνία μιλά στον άντρα της κάθε φορά που θυμώνει, που λυπάται ή και απογοητεύεται από κάτι που αυτός κάνει.
«Εσύ δεν μ’ αγαπάς! Αν μ’ αγαπούσες θα ήσουν ευτυχισμένη μαζί μου…»
«Αν μ’ αγαπούσες δεν θα γκρίνιαζες , δεν θα….»
Κάπως έτσι απαντά ο Γιώργος στην Αντωνία. Και ο καυγάς συνεχίζεται.
Ο 10χρ. γάμος τους πια κινδυνεύει σοβαρά! Έχουν φτάσει να μαλώνουν πάντα και για τα πάντα… Διαφωνούν ακόμη και σ’ αυτά που συμφωνούν. Διαφωνούν πριν ακόμη μιλήσουν!
Πολλές φορές οι συγκρούσεις στα ζευγάρια καταλήγουν στο ίδιο σημείο. Φταίει μόνο ο άλλος!!! Ο άλλος κάνει λάθος. Και κάνει συνήθως λάθος ή γιατί είναι «κακός/ια» (εγωιστής/στρια, αδιάφορος /η, αναίσθητος/η, …κ.α) ή γιατί είναι «αδύναμος/η» (επηρεάζεται από άλλους όπως συγγενείς, φίλους, άλλες ερωτικές σχέσεις) ή γιατί δεν αγαπά (είτε γιατί δεν ξέρει πώς να αγαπά είτε γιατί δεν νιώθει πια ) ή στην χειρότερη περίπτωση και για τους τρεις λόγους μαζί.
Σε κάθε περίπτωση η λέξη αγάπη «πάει και έρχεται» ανάμεσα στους καβγάδες των ζευγαριών και δυστυχώς ο καθένας έχει στον νου του διαφορετικά πράγματα.
Σε αντίθεση με τον έρωτα που είναι ένα αυτοτροφοδοτούμενο συναίσθημα, δηλαδή, δεν χρειάζεται ο άλλος να κάνει τίποτα για να τον ερωτευτεί κανείς (!!!), η αγάπη είναι ένα ανατροφοδοτούμενο συναίσθημα, δηλαδή για να υπάρξει και να διατηρηθεί χρειάζεται να ενισχύεται θετικά από την αναγνώριση της συμπεριφοράς, των συναισθημάτων και των πράξεων του άλλου.
Σ’ αυτό το σημείο τα πράγματα περιπλέκονται. Πως δείχνει κανείς την αγάπη του; Τι κάνει κανείς όταν αγαπά; Τι σημαίνει αυτό ως προς την συμπεριφορά του;
Ο καθένας μπορεί να θεωρεί πως οι απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα είναι αυτονόητες.
Μάλιστα γι’ αυτόν τον λόγο θεωρείται σχεδόν απογοητευτικό να πρέπει να εξηγήσεις σε κάποιον που σε αγαπά πως πρέπει να φέρεται!!! Απλούστατα γιατί θεωρείται αυτονόητο πως αν σ’ αγαπούσε , θα ήξερε!!! Όπως λέει χαρακτηριστικά και η Αντωνία «τι να του πω δηλαδή; Ότι αν μ’αγαπούσε δεν θα έπρεπε να με προσβάλει, δεν θα έπρεπε να με αγνοεί, δεν θα έπρεπε να με πληγώνει; Και μόνο που πρέπει να του το πω χαλιέμαι! Είναι σαν να πρέπει να ζητιανέψω την αγάπη του!!!»
Αυτός ο τρόπος σκέψης, οι επαναλαμβανόμενες και άλυτες συγκρούσεις και η συσσώρευση αρνητικών συναισθημάτων, κάνει την Αντωνία να κρίνει και να επικρίνει τον Γιώργο, χαρακτηρίζοντας τον ως εγωιστή και αδιάφορο που δεν έχει μάθει να αγαπά και δεν είναι παρά ένας «μαμάκιας» που μόνο την μαμά του ακούει γιατί αυτή ακόμη τον νταντεύει.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο σκέψης και ο Γιώργος κρίνει και επικρίνει την Αντωνία ως νευρική, γκρινιάρα, αχάριστη, ζηλιάρα που δεν τον αγαπά πραγματικά (αλλιώς θα τον φρόντιζε και θα ήταν τρυφερή μαζί του) , απλά τον θεωρεί κτήμα της που πρέπει να κάνει ότι αυτή διατάζει.
Παραβλέπουν έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο σκέψης, και η Αντωνία και ο Γιώργος, την πολυπλοκότητα της διαφορετικότητας του κάθε ανθρώπου. Παραβλέπουν ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο, ότι ο καθένας έχει μάθει στην ζωή του να φέρεται ανάλογα με τις εμπειρίες του και ότι επομένως δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος να αγαπά κάποιος. Παραβλέπουν επίσης το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι πολλές φορές άλλη είναι η πρόθεση των ανθρώπων και άλλο το αποτέλεσμα. Πόσες φορές δεν ακούει κανείς στην ζωή του ότι «ό,τι κάνω , το κάνω για το καλό σου» κι όμως ο ίδιος δεν το εισπράττει μ’ αυτόν τον τρόπο. Παραβλέπουν τέλος, ότι με το να επιδίδονται σε αλληλοκατηγορίες, παραμένουν υπεραπασχολημένοι με το να δηλητηριάζουν την σχέση τους και δεν τους μένει ενέργεια, χρόνος, διαύγεια και διάθεση να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους και να δούνε τι καλύτερο μπορούν να προσφέρουν στην σχέση. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι ερμηνείες που κάνει ο καθένας σε σχέση με την συμπεριφορά του άλλου, επηρεάζονται απόλυτα από τα συναισθήματα και την προδιάθεση που υπάρχει (πχ. δεν έβγαλε τα σκουπίδια όπως όφειλε, αν νιώθω καλά μαζί του ενδεχομένως να θυμώσω αλλά όχι τόσο για να γίνει χαμός απλά γιατί θα κυριαρχήσει η σκέψη ότι το ξέχασε, ενώ αν δεν είμαι καλά μαζί του μπορεί και να γίνει χαμός γιατί θα κυριαρχεί η σκέψη πόσο δεν τον νοιάζει, πόσο αδιάφορος είναι, πόσο με εκμεταλλεύεται κ.τ.λ.). Αν συνεχώς ο καθένας από το ζευγάρι πικραίνεται και θυμώνει με τις «αδικίες» που βιώνει εξ’ αιτίας του/της συντρόφου του, είναι αδύνατον να διακρίνει και να εκτιμήσει τα θετικά κομμάτια του άλλου, όπως και να τροφοδοτηθεί με θετική ενέργεια για να προσπαθήσει να σώσει την σχέση τους.
Όσο η κάθε Αντωνία και ο κάθε Γιώργος μένουν άκαμπτα, σταθερά και αφοσιωμένα πιστοί στις απόψεις τους περί σωστού – λάθους, δίκαιου – άδικου, θα συνεχίζουν ακούραστα «τον πόλεμο τους» μέχρι τελικής πτώσεως (αποξένωση, συναισθηματική, ψυχική και σωματική κακοποίηση, εξωσυζυγικές σχέσεις, χωρισμός , διαζύγιο). Όπως και σε όλους τους πολέμους, έτσι και εδώ, οι «εχθροπραξίες» θα σταματήσουν μόνο όταν συμφωνήσουν και οι δύο ή όταν θα εξοντωθούν και οι δύο! Διαφορετικά όσο ο ένας νικά και ο άλλος χάνει , χωρίς όμως αναγνώρισης της νίκης του άλλου, ο πόλεμος θα συνεχίζεται με ατελείωτες αναζωπυρώσεις.
Μερικές φορές μάλιστα με τον συνεχόμενο «πόλεμο» , χάνεται τελείως κάθε συναίσθημα αγάπης (αυτό για το οποίο άλλωστε πολεμούν!!!) και είναι να απορεί κανείς γιατί πια τόσος κόπος, τόσοι καυγάδες, τόσες εντάσεις, αφού έχει χαθεί ο βασικός συνδετικός κρίκος του ζευγαριού που είναι η αγάπη. Είναι δηλαδή σαν να έχει χαλάσει το γλυκό και αυτοί να συνεχίζουν να μαλώνουν για το ποιος δικαιούται να το φάει!
Όταν οι συγκρούσεις στο ζευγάρι δεν έχουν στόχο την επίλυση – διαχείριση των διαφωνιών τους αλλά την απόδειξη του ενόχου, την ανάδειξη του νικητή του πολέμου, την εξόντωση του «εχθρού», την προσβολή, την βλάβη, την εκδίκηση του άλλου, είναι καιρός το ζευγάρι να παίρνει αποφάσεις ή να αλλάξει τον στόχο του ή να διακόψει την σχέση . Αν χαθεί κάθε θετικό συναίσθημα μεταξύ του ζευγαριού και κάθε καυγάς κινητοποιείται όχι από την διάθεση «να τα βρούμε» αλλά «να ανταγωνιστούμε», το ζευγάρι έρχεται αντιμέτωπο με μια πολυπλοκότητα που το ξεπερνά. Πώς να μπορέσει κανείς να διερευνήσει, να αναγνωρίσει και να κατανοήσει τον «κόσμο» του άλλου, αν συνεχώς σκέφτεται αρνητικά γι’ αυτόν. Κανένα «θύμα» ποτέ δεν χαίρεται για τον θύτη του πόσο μάλλον να θέλει και να επενδύσει και σε μια συντροφική σχέση μαζί του!