Γονιδιακή μέθοδος αντιμετώπισης της παχυσαρκίας

Facebooktwitterpinterest

Η γνώμη των ειδικών για τη νέα μέθοδο αντιμετώπισης της παχυσαρκίας
Είναι γεγονός ότι ζούμε σε μια εποχή που μπορεί με την άνεση της να δικαιολογήσει όλους τους παροξυσμούς αισιοδοξίας και να φιλοξενήσει όλους τους παραλογισμούς απελπισίας.

Χάπια αδυνατίσματος, μηχανήματα, τροφές που αυξάνουν το μεταβολισμό και τόσο άλλα που πολύ εύκολα βρίσκουν «λιμάνι» στους κόλπους της απανταχού ευπιστίας. Διατροφή σύμφωνα με τα γονίδια σας: ακανθωδώς βαρυσήμαντο, πρόωρα φαιδρό ή τεχνικά ουδέτερο;

Το τελευταίο διάστημα ολοένα και πληθαίνουν οι διαφημίσεις προτρέποντας όσους έχουν πρόβλημα με τον έλεγχο του βάρους τους να βρουν τη λύση τους μέσα από ένα γονιδιακό τεστ που «βρίσκει» γονίδια που σχετίζονται με την παχυσαρκία, ενώ παράλληλα διαμορφώνεται ένα «ειδικό» εξατομικευμένο πρόγραμμα διατροφής. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μάντης για να προβλέψει ότι πλήθος υπέρβαρων/παχύσαρκων άρχισαν να συρρέουν για να δοκιμάσουν κι αυτό το νέο, διαφορετικό και κακά τα ψέματα ελκυστικό τρόπο αντιμετώπισης του προβλήματος τους.

Ποια είναι η αλήθεια όμως που κρύβεται πίσω από αυτό το τεστ; Ας δούμε τη γνώμη της επιστημονικής κοινότητας…

Το πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ στην επίσημη ιστοσελίδα του τονίζει πως όλα αυτά τα γενετικά τεστ δίνουν αναφορές που ουσιαστικά στηρίζονται σε ανεπαρκή γνώση. Ακόμα κι αν προσδιοριστεί το γονίδιο που ευθύνεται για μια πάθηση, αυτό δεν λέει ουσιαστικά και πολλά καθώς υπάρχουν κι άλλα μη γνωστά ακόμα γονίδια που μπορεί να αλληλεπιδρούν και να διαφοροποιούν το αποτέλεσμα. Άλλωστε σήμερα γνωρίζουμε ελάχιστα μόνο γονίδια συγκριτικά με τα περισσότερα από τα 20.000 του ανθρωπίνου γονιδιώματος.

Προεκτείνοντας την παραπάνω θέση ο γνωστός καθηγητής J.Ordovas από το τμήμα έρευνας και διατροφής του πανεπιστημίου του Tufts κι ένας από τους πιο ειδικούς του χώρου παγκοσμίως αναφέρει πως για κάθε πάθηση, όπως η παχυσαρκία, υπάρχουν εκατοντάδες γονίδια που έχουν κάποια επίδραση σε αυτή. Κατά πόσο όμως καθένα από αυτά τα γονίδια επιδρά στην έκφραση της πάθησης;

Για να δώσουμε μια ολιστική απάντηση θα πρέπει να μελετηθούν όχι μόνο όλα αυτά τα γονίδια, αλλά και οι πιθανές αλληλεπιδράσεις τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη δίαιτα. Για να ολοκληρωθούν σωστά οι αντίστοιχες μελέτες και να έχουμε ένα ασφαλές αποτέλεσμα, ώστε να είναι πραγματικά χρήσιμο στην πράξη θα χρειαστούν τουλάχιστον άλλα 10 χρόνια. Και ο διακεκριμένος καθηγητής προσθέτει χαρακτηριστικά πως «είναι σαν να έχεις ένα πίνακα ζωγραφικής και σου δίνουν λιγότερο από το 1% του πίνακα και σου ζητούν να το ξανασχεδιάσεις. Είναι αδύνατον». Κάπως έτσι ερμηνεύεται η σημερινή γνώση για τα γονίδια.

Όμως και στην Ελλάδα η επιστημονική κοινότητα συμφωνεί. Ο Γιώργος Δεδούσης, αναπληρωτής καθηγητής βιολογίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου σε ομιλία του σε πρόσφατο συνέδριο με θέμα «Η σχέση γονιδίων και διατροφής» παρουσίασε πως τα δεδομένα που έχουμε σήμερα για τη σχέση της διατροφής με τα γονίδια είναι εντυπωσιακά, εφόσον όλο και περισσότερα δεδομένα σχετικά με τα γονίδια και τη σχέση τους με ασθένειες έρχονται στο φως.

Όπως φαίνεται το επόμενο στάδιο στον τομέα αυτό είναι να εξετασθεί πώς αλλαγές στα γονίδια μπορεί να επηρεάσουν τη διατροφή και τις χρόνιες ασθένειες αλλά και το αντίστροφο, πως δηλαδή η διατροφή επηρεάζει την έκφραση των γονιδίων μας και κατ’ επέκταση την εμφάνιση ασθενειών. Τα δεδομένα ωστόσο για το δεύτερο αυτό επίπεδο έρευνας φαίνεται να είναι σε πρώιμο στάδιο, αποτελώντας και το ερευνητικό πεδίο του μέλλοντος.

Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το σχόλιο του καθηγητή ιατρικής γενετικής της ιατρικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών, κύριου Εμ. Καναβάκη, ο οποίος δήλωσε πως «οι εταιρείες που εμπορεύονται γονιδιακά τεστ βιάστηκαν, καθώς σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα που έχουμε είμαστε 10 χρόνια μακριά από το σημείο να παίρνουμε το γενετικό προφίλ ενός ατόμου και να μπορούμε να καθορίζουμε τη θεραπεία του».

Αυτός είναι και ο λόγος που, σύμφωνα με τον καθηγητή, «ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των Η.Π.Α. (FDA) έχει απαγορεύσει την εμπορική εκμετάλλευση των γονιδιακών τεστ». Ας περιμένουμε, λοιπόν, τις νεότερες εξελίξεις που διαφαίνονται λαμπρές με τη ματιά μας στραμμένη στο μέλλον, αντιμετωπίζοντας με κριτική σκέψη και προβληματισμό κάθε νέο επιστημονικό δεδομένο.

Συμπερασματικά τα γονιδιακά τεστ είναι ένας πολλά υποσχόμενα χώρος που η επιστημονική κοινότητα παρακολουθεί στενά. Το γεγονός ότι γνωρίζουμε τα αποτελέσματα για κάποια γονίδια, δε σημαίνει ότι γνωρίζουμε και πως να τα ερμηνεύσουμε καθώς:

1. Δεν υπάρχει ακόμη η πληροφορία για όλα τα γονίδια,

2. Δεν έχουμε την πληροφορία αυτή για μεγάλους πληθυσμούς,

3. Δεν γνωρίζουμε πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και

4. Δεν γνωρίζουμε τις αλληλεπιδράσεις των γονιδίων με τη διατροφή.

Αναμφίβολα η επιστήμη της συσχέτισης γονιδίων και διατροφής (διατροφογενωμική – διατροφογενετική) έχει μαγνητίσει το ενδιαφέρον και των διαιτολόγων και είναι πολύ πιθανό στα επόμενα χρόνια να είμαστε σε θέση να σχεδιάζουμε το διαιτολόγιο ενός ατόμου με βάση το γενετικό του υπόβαθρο.

Ωστόσο, μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες που να μας οδηγήσουν σε ένα ασφαλές αποτέλεσμα και με τα σημερινά δεδομένα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η διαιτολογική υποστήριξη με βάση τα γονιδιακά τεστ είναι πρώιμη και στερείται επαρκούς και ολοκληρωμένης επιστημονικής βάσης.

Πηγή: nutrimed.gr

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.