Όζοι του θυρεοειδούς αδένα
Όζοι του θυρεοειδούς αδένα
Είναι συχνοί και αποτελούν το συχνότερo ενδοκρινολογικό πρόβλημα σε πολλές χώρες. O θυρεοειδής είναι ένας ενδοκρινής αδένας σε σχήμα πεταλούδας που βρίσκεται φυσιολογικά στο κατώτερο μέρος της πρόσθιας επιφάνειας του λαιμού. Ο ρόλος του θυρεοειδούς είναι η παραγωγή θυρεοειδικών ορμονών. Η κύρια θυρεοειδική ορμόνη είναι η θυροξίνη, που επίσης ονομάζεται Τ4 επειδή περιέχει 4 μόρια ιωδίου. Οι θυρεοειδικές ορμόνες μεταφέρονται με το αίμα σε όλους τους ιστούς του σώματος και είναι απαραίτητες σε κάθε κύτταρο ιστών και οργάνων του σώματος για τη σωστή τους λειτουργία. Για παράδειγμα οι θυρεοειδικές ορμόνες βοηθούν το σώμα να χρησιμοποιεί την ενέργεια, να μένει ζεστό και βοηθούν τον εγκέφαλο, την καρδιά, τους μυς και τα άλλα όργανα να λειτουργούν φυσιολογικά. Όζος θυρεοειδούς είναι ένα ογκίδιο, ένα μόρφωμα με διαφορετική σύσταση από τον ιστό που τον περιβάλλει και βρίσκεται μέσα ή πάνω στο θυρεοειδή αδένα. Αποτελεί μια μη φυσιολογική ανάπτυξη και συνάθροιση κυττάρων και στοιχείων του θυρεοειδούς.
Παρόλο που οι περισσότεροι όζοι δεν προκαλούν συμπτώματα, ορισμένες φορές μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα πόνο στο λαιμό, σαγόνι ή αυτί και ευαισθησία ή ερεθισμό στην περιοχή του λαιμού. Εάν ο όζος είναι αρκετά μεγάλος δυνατόν να προκαλεί δυσκολία ή απλά ενόχληση στην κατάποση ή ερεθισμό στην αναπνευστική οδό. Σπάνια μπορεί να προκαλέσει βραχνάδα στη φωνή λόγω ερεθισμού του νεύρου που είναι υπεύθυνο για τις φωνητικές χορδές.
Οι όζοι του θυρεοειδούς είναι συχνοί και αποτελούν το συχνότερο ενδοκρινολογικό πρόβλημα σε πολλές χώρες. Οι πιθανότητες ότι εσείς ή κάποιος που ξέρετε θα ανακαλύψει όζο θυρεοειδούς είναι 1 στις 10. Πιθανόν ο μισός πληθυσμός να έχει τουλάχιστον έναν όζο θυρεοειδούς παρόλο που οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουν. Κάποτε ένα άτομο από μόνο του θα ανακαλύψει τον όζο, κάποτε η ανίχνευση θα γίνει κατά την κλινική εξέταση ρουτίνας από το γιατρό και κάποτε οι όζοι είναι τυχαίο εύρημα κατά την πραγματοποίηση ακτινολογικών εξετάσεων για άλλες παθήσεις.
Οι όζοι μπορεί να αποτελούν απλά μια υπέρμετρη συλλογή φυσιολογικού θυρεοειδικού ιστού, κύστεις που περιέχουν υγρό, φλεγμονή (θυρεοειδίτιδα), ή όγκο (καλοήθη ή κακοήθη). Οι περισσότεροι είναι καλοήθεις (μη καρκίνοι) αλλά μερικοί μπορεί να είναι και κακοήθεις (καρκίνοι). Μέχρι τη δεκαετία του 1980 οι περισσότεροι όζοι αφαιρούνταν χειρουργικά, αλλά αυτό οδηγούσε σε πολλές αχρείαστες χειρουργικές επεμβάσεις αφού λιγότεροι από 1 στους 10 όζους ήταν καρκίνοι. Οι περισσότεροι από τους αφαιρεθέντες όζους θα μπορούσαν απλώς να παρακολουθούνται ή να αντιμετωπίζονται συντηρητικά.
Καθορισμός κατά πόσο ένας όζος είναι καλοήθης ή κακοήθης με αιματολογικές εξετάσεις ή την κλινική εξέταση δεν είναι συνήθως εφικτός. Ο αιματολογικός έλεγχος της λειτουργίας του θυρεοειδούς μετρώντας τα επίπεδα θυροξίνης (Τ4) και TSH (ορμόνη που διεγείρει τη λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα) είναι συνήθως απαραίτητος και δυνατόν να καθορίσει την πορεία της περαιτέρω διερεύνησης. Οι περισσότεροι ασθενείς με όζους έχουν φυσιολογική λειτουργία θυρεοειδούς.
Οι ενδοκρινολόγοι, οι οποίοι είναι ειδικοί για την αντιμετώπιση παθήσεων του θυρεοειδούς, βασίζονται σε 3 ειδικές εξετάσεις για βοήθεια στην απόφαση κατά πόσο ένας όζος πρέπει να χειρουργηθεί: Το σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς, τη βιοψία και το υπερηχογράφημα. Σπινθηρογράφημα Θυρεοειδούς: Αποτελεί μία εικόνα του θυρεοειδούς που λαμβάνεται μετά από μία μικρή δόση ραδιενεργού ιωδίου ή τεχνητίου από το στόμα. Το σπινθηρογράφημα απεικονίζει τον θυρεοειδή και τον όζο. Επίσης δείχνει εάν ο όζος είναι λειτουργικός (θερμός) ή μη λειτουργικός (ψυχρός). Η ύπαρξη καρκίνου είναι εξαιρετικά σπάνια σε θερμούς όζους οι οποίοι όμως μπορεί να παράγουν θυρεοειδικές ορμόνες ανεξέλεγκτα και να οδηγήσουν σε υπερθυρεοειδισμό. Οι περισσότεροι όζοι είναι ψυχροί (μη λειτουργικοί) και χρειάζεται να μελετηθούν περαιτέρω.
Βιοψία θυρεοειδούς:
Είναι μία απλή εξέταση που γίνεται στο γραφείο του γιατρού. Δεν χρειάζεται αναισθησία και οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν στο σπίτι ή την εργασία τους χωρίς πρόβλημα μετά. Ο γιατρός χρησιμοποιεί μία λεπτή βελόνη για να αφαιρέσει κύτταρα από τον όζο. Συνήθως χρειάζονται αρκετά δείγματα από διάφορες περιοχές του όζου, έτσι ώστε εάν υπάρχουν καρκινικά κύτταρα αυτά να ανιχνευθούν. Το δείγμα των κυττάρων που λαμβάνεται, εξετάζεται στο μικροσκόπιο από παθολογοανατόμο-κυτταρολόγο.
Η βιοψία θυρεοειδούς προσφέρει πληροφορίες που καμία άλλη εξέταση δεν μπορεί να προσφέρει. Το αποτέλεσμα της βιοψίας θα είναι ένα από τα ακόλουθα:
α. Ο όζος είναι καλοήθης (μη καρκίνος). Αυτό είναι το αποτέλεσμα στο 50-60% των βιοψιών. Ο κίνδυνος να μη διαγνωσθεί καρκίνος εάν αυτός υπάρχει είναι γενικά λιγότερο του 3 στα 100 και συνήθως χαμηλότερος εάν ο παθολογοανατόμος είναι ιδιαίτερα έμπειρος. Αυτοί οι όζοι γενικά δεν χρειάζεται να χειρουργηθούν αλλά δυνατόν να χρειαστεί επανάληψη της βιοψίας στο μέλλον ειδικά εάν μεγαλώνουν σε μέγεθος.
β. Ο όζος είναι κακοήθης (καρκίνος). Αποτελεί το 5% των βιοψιών. Ο τύπος του καρκίνου συνήθως είναι το θηλώδες καρκίνωμα που αποτελεί έναν από τους συχνότερους καρκίνους του θυρεοειδούς. Η χειρουργική επέμβαση από έναν έμπειρο χειρουργό θυρεοειδούς είναι απαραίτητη σε αυτή την περίπτωση.
γ. Ο όζος είναι ύποπτος. Αποτελεί το 10% των βιοψιών. Ο όζος δυνατόν να είναι θυλακιώδες αδένωμα (καλοήθες) ή θυλακιώδης καρκίνος. Σε αυτή την περίπτωση δυνατόν να ζητηθεί ένα σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς για απόφαση κατά πόσο θα συστηθεί χειρουργική επέμβαση ή παρακολούθηση.
δ. Η βιοψία είναι μη διαγνωστική (μέχρι και 15% των βιοψιών) ο παθολογοανατόμος δεν μπορεί να γνωματεύσει κατά πόσο ο όζος είναι καλοήθης ή κακοήθης. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο γιατρός που έχει εμπειρία με την αντιμετώπιση παθήσεων του θυρεοειδούς μπορεί να χρησιμοποιήσει άλλα κριτήρια για να αποφασίσει εάν ή όχι χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, επανάληψη της βιοψίας ή παρακολούθηση.
ε. Περίπου 5% των βιοψιών δεν δίνουν αρκετό υλικό για να εξακριβωθεί η διάγνωση. Τέτοιες βιοψίες συνήθως επαναλαμβάνονται, κατά προτίμηση υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση.
Παρόλο που κανένα τεστ δεν είναι τέλειο η βιοψία θυρεοειδούς θα δώσει τη διάγνωση στο 75% των περιπτώσεων. Ως αποτέλεσμα έχει ελαττώσει δραστικά τον αριθμό των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση για καλοήθεις (μη καρκινικούς) όζους.
Υπερηχογράφημα Θυρεοειδούς:
Είναι μία εξέταση που γίνεται για τη λήψη εικόνων του θυρεοειδούς αδένα χρησιμοποιώντας ήχους υψηλής συχνότητας που διαπερνούν το δέρμα, αντανακλούν σε εσωτερικά στοιχεία του λαιμού και μετατρέπονται σε «ζωντανές» εικόνες με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή. Το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς μπορεί να ανιχνεύσει όζους από 2-3 χιλιοστά σε μέγεθος και άνω. Η κλινική σημασία τέτοιων μικρών όζων είναι άγνωστη. Αρχικά, το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς είχε χρησιμοποιηθεί για το διαχωρισμό των κυστικών από τους συμπαγείς όζους. Οι κύστεις είναι συνήθως καλοήθεις, ενώ οι συμπαγείς όζοι μπορεί δυνητικά να είναι κακοήθεις (καρκίνοι). Οι περισσότεροι όμως όζοι έχουν στοιχεία συμπαγή και κυστικά ταυτόχρονα και ελάχιστοι είναι αμιγώς κυστικοί.
Άλλα χαρακτηριστικά όπως η ύπαρξη υποηχογενούς γραμμής γύρω από τον όζο (άλω), αυξημένη πυκνότητα ιστού και εναποθέσεις ασβεστίου (αποτιτανώσεις) στην επιφάνεια-περιφέρεια του όζου είναι στοιχεία περισσότερο συχνά σε καλοήθεις όζους. Παρόλα αυτά υπάρχουν και εξαιρέσεις, έτσι το υπερηχογράφημα από μόνο του δεν μπορεί συνήθως να διαχωρίσει έναν καλοήθη από έναν κακοήθη όζο. Μία άλλη σημαντική χρήση του υπερηχογραφήματος θυρεοειδούς είναι η καθοδήγηση της βελόνης βιοψίας του θυρεοειδούς για την ελάττωση της πιθανότητας λήψης ανεπαρκούς δείγματος με τη βιοψία. Μία τέτοια καθοδήγηση επιτρέπει επιπλέον τη λήψη του δείγματος από το συμπαγές και όχι το κυστικό μέρος του όζου σε περιπτώσεις μεικτών όζων. Επιπρόσθετα αποφεύγει τη λήψη δείγματος από τον φυσιολογικό περιβάλλοντα θυρεοειδικό ιστό εάν ο όζος είναι μικρός σε μέγεθος και η προσπέλασή του δύσκολη. Ακόμη και όταν το δείγμα της βιοψίας του θυρεοειδούς έχει διαβαστεί από τον παθολογοανατόμο ως καλοήθες το μέγεθος του όζου πρέπει να παρακολουθείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Το υπερηχογράφημα θυρεοειδούς αποτελεί έναν αντικειμενικό και ακριβή τρόπο για την ανίχνευση αλλαγής στο μέγεθος του όζου. Όζοι οι οποίοι είναι σταθεροί σε μέγεθος ή το μέγεθός τους ελαττώνεται με την πάροδο του χρόνου συνήθως δεν χρειάζονται χειρουργική αντιμετώπιση.
Αντιμετώπιση όζων θυρεοειδούς:
Ο ενδοκρινολόγος ο οποίος είναι ο γιατρός ο οποίος έχει ειδική εκπαίδευση και εμπειρία στην αντιμετώπιση παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα θα χρησιμοποιήσει μία, δύο ή και όλες τις προαναφερθείσες εξετάσεις-μεθόδους για να καταλήξει στην απόφαση όσον αφορά την καλύτερη αντιμετώπιση κάθε ασθενούς με όζο θυρεοειδούς. Εάν υπάρχει υποψία καρκίνου τότε θα συστηθεί χειρουργική επέμβαση. Επειδή όμως οι περισσότεροι όζοι είναι καλοήθεις, θυροξίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε επιλεγμένες περιπτώσεις για να ελαττώσει το μέγεθος των ψυχρών όζων, ραδιενεργό ιώδιο ή χειρουργείο για την αντιμετώπιση θερμών, και καμία θεραπεία στους περισσότερους ασθενείς. Ο κύριος στόχος είναι η χειρουρική αφαίρεση των κακοήθων όζων και παράλληλα η αποφυγή της χειρουργικής επέμβασης όταν αυτή δεν χρειάζεται. Εάν δεν χρειάζεται χειρουργείο τότε είναι σημαντικο να υπάρχει παρακολούθηση του όζου ή των όζων ανά τακτά χρονικά διαστήματα (συνήθως κάθε 6-12 μήνες) με κλινική εξέταση, υπερηχογράφημα ή και τα δύο και επανάληψη της βιοψίας ή και χειρουργική επέμβαση εάν ο όζος μεγαλώνει.
http://kardiologia.blogspot.com/