Γιατί δε κοιμόμαστε το βράδυ
Σε αυτήν τη διαπίστωση κατέληξε μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, σύμφωνα με την οποία το να κοιμάται κανείς λιγότερες από έξι ώρες το βράδυ επί μια εβδομάδα, ανατρέπει τη φυσιολογική λειτουργία εκατοντάδων ζωτικών γονιδίων. Συνεπώς, η έλλειψη ή η διαταραχή του ύπνου έχει σοβαρότερες συνέπειες από το να αφήνει κάποιον απλώς με το αίσθημα της κούρασης την επόμενη ημέρα, όπως είπαν οι επιστήμονες.Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Κόλιν Σμιθ του πανεπιστημίου του Σάρεϊ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το BBC, τόνισαν ότι η μελέτη τους βοηθά να πέσει φως στο πώς και γιατί ο κακός ύπνος υποσκάπτει την υγεία. Οι καρδιοπάθειες, ο διαβήτης, η παχυσαρκία, η κατάθλιψη, η άνοια, η πρόωρη γήρανση κ.α. έχουν κατά καιρούς συσχετισθεί με τον ανεπαρκή και χαμηλής ποιότητας ύπνο.
Οι Βρετανοί επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα αίματος από 26 εθελοντές ηλικίας 23 έως 31 ετών, αφότου είχαν κοιμηθεί είτε πολύ (έως δέκα ώρες), είτε λίγο (κάτω από έξι ώρες). Η συγκριτική μελέτη έδειξε ότι στη δεύτερη περίπτωση πάνω από 700 γονίδια είχαν υποστεί μεταβολές στη λειτουργία και στην έκφρασή τους. Συγκεκριμένα, σε όσους είχαν κοιμηθεί λίγο, 444 γονίδια ήσαν λιγότερο ενεργά και 267 περισσότερο ενεργά, σε σχέση με όσους είχαν κοιμηθεί περισσότερο. Επειδή τα γονίδια ελέγχουν την παραγωγή των πρωτεϊνών, οι μεταβολές στη γονιδιακή έκφραση έχουν ως συνέπεια να μεταβάλλεται και η βιοχημεία του ανθρώπινου οργανισμού εξαιτίας του κακού ύπνου, αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι λόγω του ελλιπούς ύπνου διαταράσσεται το βιολογικό (κιρκαδιανό) ρολόι του οργανισμού. Μερικά γονίδια έχουν ένα φυσιολογικό ρυθμό έντασης και ύφεσης στη δραστηριότητά τους μέσα στο 24ωρο, όμως αυτός ο κύκλος δυσλειτουργεί λόγω της στέρησης του ύπνου. Περίπου 400 γονίδια σταμάτησαν τελείως να λειτουργούν, από τα 1.855 συνολικά που εμπλέκονται σε αυτό τον περιοδικό κύκλο.
«Είναι σαφές ότι ο ύπνος είναι ζωτικός για την καλή συντήρηση και τη σωστή λειτουργία του σώματος. Αν δεν μπορούμε πραγματικά να ανανεώνουμε και να αντικαθιστούμε τα παλαιά κύτταρα με νέα, αυτό πρόκειται να οδηγήσει σε εκφυλιστικές παθήσεις», δήλωσε ο Σμιθ.
Πάντως, προς το παρόν, οι Βρετανοί ερευνητές, αναγνώρισαν ότι δεν μπορούν να πουν με βεβαιότητα κατά πόσο οι γονιδιακές μεταβολές στους στερημένους από ύπνο ανθρώπους είναι περισσότερο μια επιβλαβής βραχύβια αντίδραση του οργανισμού ή μια ένδειξη μακρόχρονης βλάβης. Γι’ αυτό, θα χρειαστούν κι άλλες έρευνες σε βάθος χρόνου για να φωτίσουν το ζήτημα.
Μελλοντικά, οι επιστήμονες δεν αποκλείουν την εύρεση ενός αιματολογικού- γενετικού τεστ, που θα δείχνει κατά πόσο το σώμα ενός ανθρώπου έχει επηρεαστεί αρνητικά από την έλλειψη του ύπνου. Αυτό θα είναι χρήσιμο, με δεδομένο ότι ορισμένες ουσίες, όπως η καφεΐνη, μπορούν να «καμουφλάρουν» τις συνέπειες της αϋπνίας και έτσι οι άνθρωποι να μην συνειδητοποιούν τη φθορά για τον οργανισμό τους.
Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι όσοι συστηματικά κοιμούνται λιγότερες από πέντε ώρες κάθε βράδυ, έχουν κατά 15% αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από οποιαδήποτε αιτία, σε σχέση με όσους απολαμβάνουν τον ύπνο τους.
Από την άλλη όμως, ο καθηγητής ψυχοφυσιολογίας Τζιμ Χορν του Κέντρου Ερευνών για τον Ύπνο του πανεπιστημίου του Λαφμπόροου επισήμανε ότι «συχνά υπερτονίζονται οι δυνητικοί κίνδυνοι από την έλλειψη ύπνου και η ανάγκη για ύπνο οκτώ ωρών, προκαλώντας υπερβολική και περιττή ανησυχία σε πολλούς ανθρώπους», κάτι που φαίνεται να τροφοδοτεί και η νέα μελέτη.
Όπως είπε ο Βρετανός ειδικός, «πρέπει να προσέχουμε και να μη γενικεύουμε ευρήματα τέτοιου είδους. Υπάρχουν άνθρωποι που είναι απόλυτα ικανοποιημένοι με έναν ύπνο έξι ωρών και, άλλωστε, δεν μετρά μόνο η διάρκεια του ύπνου, αλλά και η ποιότητά του».