Σακχαρώδης διαβήτης
Η ιατρική ονομασία του διαβήτη είναι «σακχαρώδης διαβήτης». Διαβήτης σημαίνει «αυτός που διαβαίνει και φεύγει», ενώ σακχαρώδης, «γλυκός σαν ζάχαρη». Η νόσος χρωστά την ονομασία της στη μεγάλη ποσότητα ούρων με υψηλή συγκέντρωση σακχάρου που συναντάμε σε διαβητικούς που δεν ακολουθούν θεραπεία. Στο παρελθόν, η διάγνωση γινόταν από τη γλυκιά γεύση των ούρων.
Ο αριθμός των διαβητικών ποικίλλει έντονα από χώρα σε χώρα. Στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, οι άνθρωποι που πάσχουν από τη νόσο υπολογίζονται σε 50 εκατομμύρια. Ο αριθμός των ανθρώπων με διαβήτη τύπου 2 σε ολόκληρο τον κόσμο αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά στο μέλλον. Το 2000, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτίμησε τον αριθμό των διαβητικών σε πάνω από 177 εκατομμύρια, που προβλέπεται να αυξηθούν σε τουλάχιστον 300 εκατομμύρια έως το 2025.
Μια ιστορία του διαβήτη
Ο διαβήτης υπάρχει από την αρχαιότητα. Τα συμπτώματά του απεικονίζονται σε αιγυπτιακά ιερογλυφικά που χρονολογούνται από το 1550 π.Χ. Πιστεύεται ότι ο διαβήτης που περιγράφεται είναι διαβήτης τύπου 2, ενώ ο διαβήτης τύπου 1 αποτελεί σχετικά νέα ασθένεια, η οποία εμφανίστηκε τους τελευταίους δύο αιώνες.
Πριν από την ανακάλυψη της ινσουλινοθεραπείας, ο διαβήτης τύπου 1 ήταν θανατηφόρος. Η πρώτη χορήγηση ινσουλίνης σε άνθρωπο έγινε το 1922. Το επόμενο έτος, ένα πεντάχρονο αγόρι από τη Σουηδία άρχισε ενέσεις ινσουλίνης και έζησε με διαβήτη για σχεδόν 70 επιπλέον χρόνια. Από τότε, η ινσουλινοθεραπεία συνεχίζει να σώζει ζωές διαβητικών.