Δυσκοιλιότητα – μια µάστιγα της σύγχρονης κοινωνίας
Τι είναι όµως η δυσκοιλιότητα;
Η δυσκοιλιότητα δεν αποτελεί µια νόσο. Πρόκειται για ένα σύµπτωµα ή ένα σύνολο συµπτωµάτων. Γενικά και µε βάση τον καθιερωµένο διεθνή ορισµό, η δυσκοιλιότητα χαρακτηρίζει ένα άτοµο που εµφανίζει λιγότερες από τρείς κενώσεις την εβδοµάδα, που καταβάλλει ιδιαίτερη προσπάθεια κατά την αφόδευση και που αποβάλλει σκληρά και λίγα σε ποσότητα κόπρανα (κριτήρια της Ρώµης).
Η δυσκοιλιότητα µπορεί να είναι χρόνια ή παροδική, δηλαδή περιστασιακή π.χ. κατά την διάρκεια ταξιδιού ή τη χρήση φαρµάκων ή αλλαγή των συνθηκών διαβίωσης του ατόµου, οι οποίες σχετίζονται µε τη διατροφή και έλλειψη επαρκούς πρόσληψης νερού ή το έντονο stress.
Πόσο συχνή είναι η χρόνια δυσκοιλιότητα;
∆υστυχώς τα δηµογραφικά στοιχεία που προέκυψαν από σύγχρονες επιδηµιολογικές έρευνες στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ και την Ασία κατέδειξαν ότι ένα 12% των ανθρώπων παγκοσµίως πάσχει από χρόνια δυσκοιλιότητα. Όµως η συχνότητα αυτή ποικίλλει µεταξύ των διαφόρων χωρών και έτσι στις ΗΠΑ και την Ασία είναι διπλάσια από ότι στη ∆υτική Ευρώπη. Θα πρέπει να τονισθεί ότι στην Ιταλία και στη Γαλλία, το 38% και το 43% αντίστοιχα των πασχόντων υποφέρουν για πάνω από 10 χρόνια! Περίπου οι µισοί από τους πάσχοντες αντιµετωπίζουν πρόβληµα δυσκοιλιότητας τουλάχιστον µια φορά την εβδοµάδα!
Είναι η δυσκοιλιότητα ένα γυναικείο πρόβληµα;
Με βάση τα επιδηµιολογικά δεδοµένα ερευνών στις ΗΠΑ και την Ευρώπη αποδεικνύεται ότι η δυσκοιλιότητα πλήττει σε πολύ µεγαλύτερη συχνότητα τις γυναίκες και ιδιαίτερα τις νέες γυναίκες. Για το γεγονός αυτό ενοχοποιούνται διαιτητικές συνήθειες και κυρίως η µειωµένη πρόσληψη υγρών και φυτικών ινών, η καθιστική ζωή και ορµονικοί παράγοντες, αλλά και το stress. Στην Ελλάδα, επτά στους δέκα δυσκοίλιους είναι γυναίκες και οκτώ στους δέκα, στις ηλικίες από 15-29 ετών.
Υπάρχει σηµαντικό πρόβληµα δυσκοιλιότητας στον Ελληνικό πληθυσµό;
Δυστυχώς, η χώρα µας ανήκει στις χώρες που εµφανίζουν την υψηλότερη επίπτωση δυσκοιλιότητας παγκόσµια.
Σύµφωνα µε δύο πανελλήνιες έρευνες του Ελληνικού Ιδρύµατος Γαστρεντερολογίας και ∆ιατροφής του 2006 και 2007, το 16% των Ελλήνων έχει εµφανίσει δυσκοιλιότητα τον τελευταίο χρόνο και το 20% (ένας στους πέντε) έχει παρουσιάσει δυσκοιλιότητα µια φορά στη ζωή τους!
Πρόκειται για διπλάσια ποσοστά δυσκοιλιότητας από τον Ευρωπαϊκό µέσο όρο που είναι 8,75%.
Μπορεί η δυσκοιλιότητα να οφείλεται ή να υποκρύπτει µια σοβαρή πάθηση;
Ένα ποσοστό πασχόντων από δυσκοιλιότητα µπορεί να πάσχουν από σοβαρά νοσήµατα που προκαλούν µείωση της κινητικότητας του εντέρου και δυσχέρεια αφόδευσης (θυρεοειδοπάθεια, σακχαρώδης διαβήτης, νευρολογικά νοσήµατα, αιµορροϊδοπάθεια κ.τ.λ.). Επίσης αίτια που αποφράσσουν τον αυλό του εντέρου όπως οι πολύποδες, φλεγµονώδεις νόσοι, εκκολπώµατα του εντέρου, αλλά και ο εντερικός καρκίνος µπορούν να προκαλέσουν αλλαγή των συνηθειών του εντέρου και αποφρακτικά φαινόµενα ή απώλεια αίµατος από το ορθό.
Στις περιπτώσεις αυτές, ο ιατρικός έλεγχος και ιδιαίτερα µια κολονοσκόπηση στις ηλικίες από 50 ετών και πάνω είναι απαραίτητα. Υπολογίζεται ότι σ’ ένα ποσοστό 10-15% των πασχόντων, η δυσκοιλιότητα οφείλεται σε οργανικά αίτια.
Η έλλειψη φυτικών ινών προκαλεί δυσκοιλιότητα; Μπορεί η δυσκοιλιότητα να θεραπευθεί µε τη χορήγηση φυτικών ινών;
Αν και οι φυτικές ίνες αυξάνουν τη συχνότητα και τον όγκο των κενώσεων στους υγιείς ανθρώπους, δεν αποδεικνύεται το αντίθετο, ότι δηλαδή η διατροφή φτωχή σε φυτικές ίνες είναι υπεύθυνη για την εµφάνιση του προβλήµατος της δυσκοιλιότητας. Αντιθέτως, η αύξηση των φυτικών ινών σε πολλούς πάσχοντες που υποφέρουν από σοβαρές περιπτώσεις δυσκοιλιότητας, µπορεί να προκαλέσει επιδείνωση της κατάστασης.
Έχει σχέση η σωµατική δραστηριότητα µε το πρόβληµα της δυσκοιλιότητας;
Πρόσφατες έρευνες κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι ενώ η λειτουργία του εντέρου µπορεί να συσχετιστεί ως ένα βαθµό µε τη σωµατική δραστηριότητα ή µειωµένη κινητικότητα, δεν είναι αιτία εµφάνισης του προβλήµατος της δυσκοιλιότητας. Η αύξηση της σωµατικής δραστηριότητας, µολονότι συνιστάται απόλυτα, δε φαίνεται να επαρκεί από µόνη της για την ανακούφιση των συµπτωµάτων της δυσκοιλιότητας σε άτοµα µε φυσιολογική δραστηριότητα.
Στις µεγαλύτερες όµως ηλικίες, σε συνδυασµό µε ένα γενικότερο πρόγραµµα αποκατάστασης, η µέτρια σωµατική άσκηση µπορεί να βοηθήσει.
Μπορεί η αύξηση πρόσληψης υγρών να θεραπεύσει το πρόβληµα της δυσκοιλιότητας;
Πρόσφατη ανασκόπηση σχετικά µε την εµφάνιση, τη διάρκεια και τη θεραπεία της δυσκοιλιότητας κατέληξε στο συµπέρασµα ότι η αύξηση της πρόσληψης υγρών δεν παρέχει καµία σηµαντική ανακούφιση, παρά µόνο εάν υπάρχει περίπτωση αφυδάτωσης του πάσχοντος.
Ποιοι γενικοί κανόνες συνιστώνται για την αντιµετώπιση της δυσκοιλιότητας;
Η ισορροπηµένη διατροφή, η τακτική άσκηση και η µείωση του stress µπορούν να βοηθήσουν στην πρόληψη της δυσκοιλιότητας. Όταν όµως εµφανιστεί το πρόβληµα, οι σύγχρονες ιατρικές αντιλήψεις συνιστούν την ιατρική εκτίµηση και την ανάλογη φαρµακευτική αγωγή. Μόνο ο γιατρός µπορεί να διαγνώσει την αιτία του προβλήµατος και να συµβουλεύσει για την ορθή αντιµετώπιση του.
Είναι εντυπωσιακό όµως το εύρηµα από τις επιδηµιολογικές έρευνες ότι περίπου 25% των δυσκοίλιων ατόµων δεν κάνουν τίποτα για να ανακουφιστούν από τα συµπτώµατα τους και στις ΗΠΑ µόνο τέσσερις στους δέκα πάσχοντες λαµβάνουν φαρµακευτική αγωγή. Στην Ελλάδα, όπου ο µέσος χρόνος διάρκειας της δυσκοιλιότητας είναι 11 χρόνια, το 27% των πασχόντων αλλάζει διατροφικές συνήθειες, το 34% παίρνει παραδοσιακά προϊόντα (ακτινίδια, δαµάσκηνα κ.λπ.) και το 46% παίρνει υπακτικά φάρµακα, µε τους µισούς µόνο να έχουν συµβουλευτεί γιατρό για τη φαρµακευτική αυτή αγωγή.
Σήµερα έχουµε στη διάθεση µας φάρµακα δοκιµασµένα πάνω από µισό αιώνα, σε ότι αφορά την ασφάλεια και την αποτελεσµατικότητα τους, τα οποία µας δίνουν τη δυνατότητα να αντιµετωπίσουµε το πρόβληµα έγκαιρα και µε υψηλό ποσοστό επιτυχίας. Η έγκαιρη έναρξη χρήσης του κατάλληλου φαρµάκου σε αρχικό στάδιο της δυσκοιλιότητας µπορεί να προσφέρει πολύ σηµαντική βοήθεια στην αντιµετώπιση της.