Η κάνναβη μειώνει τη μυική ακαμψία
Σχεδόν το 90% των ασθενών με σκλήρυνση κατά πλάκας υποφέρουν από μυική ακαμψία σε μια δεδομένη στιγμή κατά την εξέλιξη της νόσου, σύμπτωμα που περιορίζει την κίνηση και την ποιότητα ζωής τους, όπως μετέδωσε το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Σύμφωνα με την ιατρική επιθεώρηση Journal of Neurology, Neurosurgery & Psychiatry, μια μελέτη τρίτης φάσης –το τελευταίο στάδιο μιας διαδικασίας για την αξιολόγηση ενός νέου φαρμάκου ή μιας νέας θεραπείας– διεξήχθη σε δείγμα 279 ασθενείς στη Βρετανία επί 12 εβδομάδες.
Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η μια ομάδα λάμβανε δισκία τετραϋδροκανναβινόλης, ένα εκχύλισμα κάνναβης, και η άλλη ομάδα ψευδοφάρμακο. Οι δοσολογίες αυξάνονταν σταδιακά από 2,5 mg έως μια μέγιστη δοσολογία 25 mg στο τέλος 15 ημερών, η δοσολογία αυτή διατηρήθηκε στη διάρκεια του υπόλοιπου τεστ.
Στο τέλος της μελέτης, το 29,4% των ασθενών που ανήκαν στην ομάδα της κάνναβης, έκανε λόγο για έναν περιορισμό της μυικής ακαμψίας έναντι ποσοστού 15,7% στην ομάδα-μάρτυρα. Η αλλαγή ήταν αισθητή από την 4η εβδομάδα και επηρέαζε επίσης τον πόνο και την ποιότητα του ύπνου.
Η μεγαλύτερη βελτίωση ήταν στους ασθενείς που δεν λάμβαναν αντισπασμωδική αγωγή με το ποσοστό των θετικών απαντήσεων να φθάνει το 40% μεταξύ των ασθενών στους οποίους χορηγήθηκαν εκχυλίσματα κάνναβης.
Οι παρενέργειες ήταν εξάλλου μεγαλύτερες στην ομάδα της κάνναβης και επικεντρώνονταν κυρίως σε εντερικά προβλήματα και διαταραχές του νευρικού συστήματος.
Η σκλήρυνση κατά πλάκας είναι μια αυτοάνοση νευρολογική νόσος που προσβάλλει τον κεντρικό νευρικό σύστημα (εγκέφαλο, οπτικό νεύρο και νωτιαίο μυελό). Αλλοιώνει τη μετάδοση των νευρικών παλμών και εκδηλώνεται κατά κύματα που καταλήγουν ύστερα από αρκετά χρόνια σε μια εξασθένηση του οργανισμού και αναπηρία.
«Τα συμπεράσματά μας επιβεβαιώνουν δύο άλλες μελέτες που είχαν δείξει σημαντική μείωση της σπαστικότητας (υπερβολική αύξηση του μυικού τόνου) στους ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκε εκχύλισμα κάνναβης», υπογραμμίζουν οι συντάκτες της μελέτης που διεξήχθη υπό τον Τζον Πίτερ Ζάγιτσεκ, της βρετανικής ομάδας έρευνας για την κλινική νευρολογία.