Άνδρας και Γονιμότητα
65% Είναι το ποσοστό των υπογόνιμων ζευγαριών που αποκτούν παιδί μετά από ιατρική βοήθεια .
Ως υπογονιμότητα ορίζετε η αδυναμία ενός σεξουαλικά ενεργού ζευγαριού να επιτύχει μία εγκυμοσύνη ένα χρόνο μετά την έναρξης της ελεύθερης σεξουαλικής ζωής. Στην Ελλάδα περίπου το 18% των ζευγαριών σε αναπαραγωγική ηλικία (1 στα 6 ζευγάρια) αντιμετωπίζει πρόβλημα υπογονιμότητας. Μάλιστα η Eurostat αναφέρει ότι ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά γονιμότητας στην ΕΕ καταγράφεται στην Ελλάδα, καθώς οι Ελληνίδες γεννούν, κατά μέσο όρο 1,28 παιδιά.
Στο παρελθών, η αδυναμία σύλληψης και εγκυμοσύνης της γυναίκας αποδίδονταν εξολοκλήρου σε εκείνη. Σήμερα όμως γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η αδυναμία σύλληψης οφείλεται εξίσου στον άνδρα όσο και στη γυναίκα.
Στα υπογόνιμα ζευγάρια το πρόβλημα χαρακτηρίζεται ως ανεξήγητο (ιδιοπαθής) στο 20% των περιπτώσεων, στο 40% των ζευγαριών αυτών το αίτιο είναι η ανδρική υπογονιμότητα, ενώ στο υπόλοιπο 40% διαγιγνώσκεται κάποιο γυναικολογικό πρόβλημα.
Η ανδρική υπογονιμότητα είναι ένα παλαιό προσωπικό πρόβλημα που στις μέρες μας έχει εξελιχθεί σε ένα έντονο κοινωνικό πρόβλημα.
Τα αίτια της ανδρικής υπογονιμότητας, διακρίνονται σε αυτά που προκαλούν διαταραχές της υποθαλαμικής και υποφυσιακής λειτουργίας που ελέγχουν τον όρχι (προ-ορχικά αίτια), σε διαταραχές της λειτουργίας των όρχεων (ορχικά αίτια) και σε ανωμαλίες της εκφορητικής οδού του σπέρματος και της εκσπερμάτισης.
Σε κάθε περίπτωση το υπογόνιμο ζευγάρι πρέπει να εκτιμάται συλλογικά. Η συνεισφορά του Ουρολόγου-Ανδρολόγου που ασχολείται με την ανδρική υπογονιμότητα, οφείλει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με εκείνη του γυναικολόγου (εξειδικευμένου σε θέματα γυναικείας υπογονιμότητας), αλλά και του ενδοκρινολόγου, όπου αυτό απαιτείται. Με αυτό τον τρόπο το ζευγάρι μπορεί να ελπίζει στα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα και σε μία γρήγορη σύλληψη.
Η ανδρολογία, αν και σχετικά νέο αντικείμενο, προσφέρει σήμερα σημαντικό αριθμό θεραπευτικών επιλογών για τον άνδρα που αντιμετωπίζει προβλήματα γονιμότητας.
Η βαρύτητα της ανδρικής υπογονιμότητας κρίνεται καθοριστικής σημασίας για την επιλογή της καταλληλότερης μεθόδου αντιμετώπισής της που μπορεί να είναι φαρμακευτική (ορμονική ή μη) ή χειρουργική.
Ο στόχος της θεραπευτική προσέγγισης του υπογόνιμου άνδρα είναι να βοηθήσει το ζευγάρι στην επίτευξη φυσιολογικής σύλληψης και εγκυμοσύνης και όπου αυτό δεν είναι εφικτό, να προετοιμάσει το ζευγάρι για τη χρήση λιγότερο επεμβατικών μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και να βελτιώσει το ποσοστό επιτυχίας των μεθόδων αυτών.
Ωστόσο και στην ανδρολογία ισχύει ο χρυσός κανόνας της σωστής ενημέρωσης και της πρόληψης. Οι άνδρες πρέπει να γνωρίζουν τις αιτίες που επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα του σπέρματος, άρα και τη γονιμότητα. Αυτές είναι η παχυσαρκία, το κάπνισμα, η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και αναβολικών, η κιρσοκήλη, η αυξημένη θερμοκρασία όρχεων, οι τραυματισμοί, οι λιμώξεις, η διατροφή και η ηλικία.
Από μικρή ηλικία οι γονείς αγοριών οφείλουν να ελέγχουν με τη συνδρομή του παιδιάτρου τη σωστή θέση των όρχεων στο όσχεο (για την ύπαρξη κρυψορχίας) και τη σωστή ανατομία του πέους και της ουρήθρας (για την ύπαρξη υποσπαδία ή επισπαδία) που ευθύνονται για την υπογονιμότητα του αγοριού και πρέπει να διορθώνονται το συντομότερο δυνατόν.
Καλό είναι κάθε άντρας μετά την εφηβεία, πριν αρχίσει τις προσπάθειες για σύλληψη, να επισκεφτεί έναν ειδικό Ουρολόγο-Ανδρολόγο για μια αξιολόγηση του ουρογεννητικού του συστήματος για την ύπαρξη ανωμαλιών (κιρσοκήλης, κρυψορχίας) ή λοιμώξεων που μπορούν να επηρεάσουν την γονιμότητά του.
Αν και μερικοί άντρες, ακόμη και σήμερα, αμφισβητούν σθεναρά την πιθανή συμμετοχή τους στο πρόβλημα της γονιμότητας αυτό είναι αλήθεια. Το κακό είναι ότι οι παθήσεις που προκαλούν υπογονιμότητα στον άντρα δεν δίνουν κατά κανόνα συμπτώματα κι έτσι αναγνωρίζονται μόνο μετά από άκαρπη προσπάθεια του ζευγαριού για τεκνοποίηση. Αυτό καθιστά αναγκαίο τον προληπτικό έλεγχο του άνδρα, γιατί η πρώιμη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει στην αντιμετώπιση της αιτίας και την διατήρηση της γονιμότητας του άντρα.