Άσθμα στα παιδιά
Το βρογχικό άσθμα είναι η πιο συχνή χρόνια ασθένεια των παιδιών. Εμφανίζεται σε 1 στα 10 παιδιά. Η συχνότητα του άσθματος παγκοσμίως αυξάνεται. 50-80% των ασθματικών παιδιών εκδηλώνουν συμπτώματα άσθματος πριν την ηλικία των 5 ετών.
Το άσθμα είναι μια χρόνια φλεγμονώδης διαταραχή των αεραγωγών. Στα παιδιά που έχουν γενετική προδιάθεση για την εκδήλωση άσθματος όταν έρθουν σε επαφή με κάποιο εκλυτικό παράγοντα αρχίζει μιά φλεγμονώδης διεργασία στους βρογχους που προηγείται αρκετά της εμφανισης συμτωμάτων.
Οι βρόγχοι των ασθματικών παιδιων λόγω της φλεγμονής, σταδιακά εμφανίζουν οίδημα και αυξημένες βλενώδεις εκκρίσεις, ενώ είναι υπεραντιδραστικοί, δηλαδή όταν ερθουν σε επαφη με εκλυτικούς παράγοντες προκαλείται σύσπαση των μυικών ινών τους (βρογχόσπασμος).
Με απλά λόγια αυτό σημαίνει ότι το ασθματικό παιδί έχει περισσότερο στενωμένους βρόγχους από τα μη πάσχοντα παιδιά, λόγω του χρόνιου οιδήματος και της αυξημένης βλέννης, ακόμα και όταν δεν έχει εμφανή συμπτώματα, όπως βήχα ή δύσπνοια.
Όταν το παιδί έρθει σε επαφή με κάποιο εκκλυτικό αίτιο (άσκηση, αλλεργιογόνα) επέρχεται βρογχόσπασμος, ο οποίος σε πολύ μικρό διάστημα στενεύει ακόμα περισσότερο τους βρόγχους του, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται βήχας, συρίττουσα αναπνοή, δύσπνοια και αύξηση του ρυθμού των αναπνοών (κρίση βρογχικού άσθματος).
Τα παιδιά με άσθμα συνήθως έχουν γονείς ή στενούς συγγενείς με άσθμα, ατοπική δερματίτιδα, αλλεργική ρινίτιδα ή άλλα αλλεργικά νοσήματα.
Οι συχνότεροι εκλυτικοί παράγοντες στα παιδιά είναι:
λοιμώξεις αναπνευστικού (συχνότερα οι ιογενείς)
αλλεργιογόνα (τροφικά και περιβαλλοντικά)
χημικές ουσίες (καπνός τσιγάρου, μόλυνση περιβάλλοντος)
άσκηση (το έντονο κλάμα ή γέλιο είναι ισοδύναμο άσκησης σε βρέφη και νήπια)
στρες
Θα πρέπει να τονισθεί ότι πολύ συχνά δεν μπορεί να αναγνωρισθεί από τους γονείς ή το γιατρό κάποιο σαφές εκλυτικό αίτιο.
Η διάγνωση του βρογχικού άσθματος στα παιδιά βασίζεται στο ιστορικό και την κλινική εξέταση του ασθενούς, ενώ επιβεβαιώνεται σε μεγαλύτερα παιδιά με τη σπιρομέτρηση προ και μετά βρογχοδιαστολή ή και τα τεστ πρόκλησης. Βοηθητικά για την επιβεβαίωση του αλλεργικού υπόβαθρου μπορούν να γίνει έλεγχος με δερματικά τέστ ή ειδικές IgE αίματος (RAST) για τα συνήθη αλλεργιογόνα.
Από το ιστορικό συνήθως αναδεικνύονται συχνά υποτροπιάζοντα επεισόδια του παιδιού με βήχα, συρίττουσα αναπνοή και δύσπνοια που δεν συνοδεύονται πάντα από λοίμωξη ή ακολουθούν την έκθεση σε κάποιον εκλυτικό παράγοντα. Συνήθως τα επεισόδια αυξάνονται σε αριθμό ανά έτος όσο αυξάνεται η ηλικία του παιδιού, ιδιαίτερα εάν το παιδί δεν λάβει χρόνια θεραπεία. Επίσης μπορεί να αναφερθεί βήχας, δύσπνοια ή και θωρακικό άλγος μετά από άσκηση ή στρες.
Η κλινική εξέταση του ασθματικού παιδιού εάν αυτό δεν βρίσκεται σε κρίση βρογχικού άσθματος συνήθως είναι χωρίς ευρήματα. Εάν το παιδί είναι σε κρίση, εμφανίζεται συριγμός, μουσικοί ρόγχοι, παράταση εκπνοής και ταχύπνοια.
Συνήθως τα ασθματικά παιδιά έχουν και κάποιο άλλο αλλεργικό νόσημα στο ιστορικό τους (βρεφικό ή παιδικό έκζεμα, αλλεργική ρινίτιδα, τροφικές αλλεργίες) ενώ ιστορικό άσθματος ή αλλεργικών παθήσεων στην οικογένεια είναι συχνό. Η παρουσία αλλεργικής ευαισθητοποίησης του παιδιού (θετικά δερματικά τέστ ή RAST), ατοπικών εκδηλώσεων (ατοπική δερματίτιδα, τροφικές αλλεργίες), ατοπίας ή άσθματος στην οικογένεια σε τα παιδιά προσχολικής ηλικίας αυξάνει την πιθανότητα τα συμπτώματα να οφείλονται σε άσθμα.
Συχνά η επιβεβαίωση της διάγνωσης επιτυγχάνεται με τη βελτίωση των συμπτωμάτων μετά τη χορήγηση αντιασθματικής αγωγής για 3-6 μήνες, αλλά και με την επανεμφάνιση των συμπτωμάτων μετά τη διακοπή της χρόνιας αγωγής.
Ιδιαιτερότητες και δυσκολίες στη διάγνωση του άσθματος εμφανίζονται κυρίως στις ηλικίες κάτω των 5 ετών. Αυτό συμβαίνει γιατί η συρίττουσα αναπνοή και ο βήχας είναι συχνά συμπτώματα και σε παιδιά που δεν έχουν άσθμα και ιδιαίτερα σε αυτά με ηλικία <3 ετών. Επιπρόσθετα, η περιγραφή των συμπτωμάτων γίνεται συνήθως από τους γονείς χωρίς πάντα να είναι ακριβής στον ορισμό των συμπτωμάτων και της συρίττουσας αναπνοής. Τέλος, οι δοκιμασίες αναπνευστικής λειτουργίας σε παιδιά κάτω των πέντε ετών δύσκολα εφαρμόζονται στην κλινική πράξη. Λόγω των δυσκολιών αυτών, η διάγνωση του άσθματος σε παιδιά προσχολικής ηλικίας βασίζεται κυρίως στον τύπο των συμπτωμάτων (συχνά επεισόδια συρίττουσας αναπνοής), στην προσεκτική μελέτη του οικογενειακού και ατομικού ιστορικού και στα ευρήματα της κλινικής εξέτασης.
Η θεραπεία του βρογχικού άσθματος έχει ως στόχο τον έλεγχο της νόσου με την ελαχίστη φαρμακευτική δόση που εξασφαλίζει τον επαρκή έλεγχο. Ελεγχόμενο θεωρείται το άσθμα όταν το παιδί δεν έχει κάνει κρίση τον τελευταίο χρόνο, δεν χρειάζεται βρογχοδιασταλτικά φάρμακα για τα συμπτώματα του πάνω από 2 φορές την εβδομάδα, δεν έχει νυκτερινά συμπτώματα και έχει φυσιολογική δραστηριότητα χωρίς περιορισμούς από τη νόσο. Τα παιδιά με ανεπαρκή έλεγχο του άσθματος συνήθως λαμβάνουν χρόνια αγωγή με φάρμακα που μειώνουν τη φλεγμονή και την υπεραπαντητικότητα όπως τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή με ή χωρίς μακράς δράσης βρογχοδιασταλτικά και τα αντιλευκοτριένια. Τα εισπνεόμενα φάρμακα σε παιδιά κάτω των 5 ετών χορηγούνται πάντα με αεροθάλαμο με μάσκα ή νεφελοποιητή με μάσκα, ενώ σε αυτά άνω των πέντε ετών χορηγούνται με αεροθάλαμο με επιστόμιο ή με ενεργοποιούμενη με την εισπνοή συσκευή, συσκευή ξηρής σκόνης ή νεφελοποιητή. Σε μικρό αριθμών παιδιών με σοβαρό μη ελεγχόμενο άσθμα με τη συνήθη αγωγή μπορεί να απαιτηθεί χορήγηση κορτικοστεροειδών από το στόμα ή μονοκλωνικών αντισωμάτων έναντι της IgE. Τα ασθματικά παιδιά υπό αγωγή θα πρέπει να εξετάζονται ώστε να επιβεβαιώνεται η σωστή τεχνική χορήγησης των εισπνεομένων (ειδικά στα παιδιά κάτω των πέντε ετών) και να εκτιμάται το επίπεδο ελέγχου της νόσου. Εάν το παιδί έχει πλήρως ελεγχόμενο άσθμα το τελευταίο εξάμηνο, μπορεί ο θεράπων ιατρός να προχωρήσει σε μείωση της θεραπευτικής δόσης.
Τα εισπνεόμενα φάρμακα δεν έχουν σοβαρές παρενέργειες στα παιδιά. Η χρήση χαμηλών-μέτριων δόσεων εισπνεομένων κορτικοστεροειδών δεν σχετίζεται με εμφάνιση καταρράκτη, μείωση του τελικού ύψους, οστεοπόρωσης ή φλοιεπινεφριδιακής ανεπάρκειας. Πάραυτα χρειάζεται επαγρύπνηση του γιατρού για την πιθανή εμφάνιση παρενεργειών σε παιδιά με χρόνια αγωγή.
Η πρόγνωση του παιδικού άσθματος από μελέτες που έχουν γίνει και στην Ελλάδα είναι αρκετά καλή αφού 60% των παιδιών που εμφάνισαν άσθμα σε προσχολική ηλικία ήταν ασυμπτωματικά στα επτά έτη ενώ μόνο το 7% αυτών είχαν συμπτώματα σε ηλικία 18 ετών.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι τα ασθματικά παιδιά, ιδίως όταν είναι υπό αγωγή και το άσθμα τους ελέγχεται πλήρως, δεν πρέπει να υποβάλλονται σε παράλογες απαγορεύσεις, ενώ είναι σε θέση να συμμετέχουν στην πλειοψηφία των δραστηριοτήτων των συνομηλίκων τους.
Η καλή πληροφόρηση των γονέων για την πρόγνωση του παιδικού άσθματος καθώς και για τα οφέλη της χρόνιας αγωγής, όταν και για όσο διάστημα χρειάζεται, εξασφαλίζει την καλή συνεργασία της οικογένειας με το γιατρό με αποτέλεσμα την καλύτερη ποιότητα ζωής και την αποτελεσματική θεραπεία του μικρού ασθενούς. Πέρα από τα φάρμακα, ισχύουν όλα τα μέτρα που μπορεί να πάρει κανείς για να βελτιώσει το περιβάλλον ενός παιδιού με άσθμα (βλ. Άλλα μέτρα για την αντιμετώπιση του άσθματος).