Διαχωριστικό ανεύρυσμα της αορτής
Το διαχωριστικό ανεύρυσμα της αορτής αποτελεί σπάνια σχετικά, αλλά εξαιρετικά επείγουσα κατάσταση. Συνίσταται σε διάσχιση του τοιχώματος της αορτής παράλληλα με το μέσο χιτώνα του αγγείου. Ο διαχωρισμός του τοιχώματος της αορτής επεκτείνεται κατά μήκος του αγγείου. Με τον τρόπο αυτό, πέρα από τον αληθή αυλό του αγγείου, δημιουργείται και ένας ψευδής αυλός , ο οποίος ενδέχεται να ραγεί είτε προς τα έξω, είτε πάλι προς το εσωτερικό (επανείσοδος).
Η υπέρταση αποτελεί τον κύριο προδιαθεσικό παράγοντα για τα ηλικιωμένα άτομα που ευνοεί τη ρήξη του έσω χιτώνα του αγγείου. Όταν εμφανίζεται σε νέα άτομα, συνήθως οφείλεται σε κατασκευαστική ατέλεια της αορτής (νόσος του συνδετικού ιστού, σύνδρομο Marfan)
Στην ταξινόμηση κατά DeBakey ο τύπος Ι καταλαμβάνει την ανιούσα και την κατιούσα αορτή, ο τύπος ΙΙ μόνο την αορτή, ενώ ο τύπος ΙΙΙ μόνο την κατιούσα αορτή. Στην ταξινόμηση κατά Stanford ο τύπος Α καταλαμβάνει απαραιτήτως την ανιούσα αορτή (αντιστοιχει στους τύπους Ι και ΙΙ κατά DeBakey), ενώ ο τύπος Β όχι (αντιστοιχεί στον τύπο ΙΙΙ κατά DeBakey)
Η εισβολή είναι οξεία. Πέρα από το οπισθοστερνικό άλγος που πιθανόν να παραπέμπει σε οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, εκείνο που διαφοροποιεί το διαχωριστικό ανεύρυσμα της αορτής είναι η παρουσία νευρολογικών και άλλων εκδηλώσεων. Η επέκταση του διαχωρισμού στα αγγεία του τραχήλου προκαλεί εικόνα ημιπληγίας. Ο πόνος συχνά επεκτείνεται και στη ράχη και είναι τόσο οξύς, που περιγράφεται από τον ασθενή ως “τσεκουριά”. Η εμφάνιση άλγους στην κοιλιά σημαίνει επέκταση του διαχωρισμού στα αγγεία της κοιλιάς. Η συμμετοχή της νεφρικής αρτηρίας μπορεί να δώσει ευρήματα νεφρικής ανεπάρκειας, ενώ η επέκταση στα στεφανιαία αγγεία προκαλεί την απόφραξή τους και εικόνα οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου. Είναι δυνατόν ο διαχωρισμός να επεκταθεί στον αορτικό δακτύλιο με εκδηλώσεις οξείαςανεπάρκειας της αορτικής βαλβίδας. Ο ψευδής αυλός είναι δυνατόν να ραγεί προς το περικάρδιο ή τη θωρακική κοιλότητα με αποτέλεσμα εικόνα καρδιογενούς ή ολιγαιμικού shock . Παρατηρείται και απώλεια των περιφερικών σφύξεων, κυρίως στα κάτω άκρα.
Για τη διάγνωση μπορεί να κινήσουν την υποψία τα ευρήματα της ακτινογραφίας θώρακος και της αξονικής τομογραφίας. Ωστόσο ο ψευδής αυλός καταδεικνύεται καλύτερα και πιο αξιόπιστα με τη μαγνητική τομογραφία και το διοισοφάγειο υπερηχοκαρδιογράφημα .
Η θνητότητα είναι πολύ μεγάλη τα πρώτα εικοσιτετράωρα. Σκοπός της θεραπευτικής αντιμετώπισης είναι η ταχεία πτώση της αρτηριακής πίεσης με φάρμακα όπως το νιτροπρωσσικό νάτριο. Έχει βρεθεί ότι με τον τρόπο αυτό καθυστερεί η επέκταση του διαχωρισμού της αορτής. Ορισμένες επιλεγμένες περιπτώσεις είναι δυνατόν να χειρουργηθούν (κυρίως όταν συμμετέχει η ανιούσα αορτή). Τονίζεται, όμως, ότι η χειρουργική θνητότητα είναι πολύ μεγάλη. Για όσους επιβιώσουν απαιτείται μόνιμος έλεγχος της υπέρτασης με συνδυασμούς αντιυπερτασικών φαρμάκων, ενώ δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο επανεγχειρήσεων.