Ο ρόλος του Βιοπαθολογικού Εργαστηρίου στην καθημερινή κλινική πράξη
Η συμβολή του βιοπαθολογικού εργαστηρίου είναι καθοριστικής σημασίας σε όλα τα στάδια προσέγγισης και προσπέλασης του ασθενούς, από την αρχική φάση της διάγνωσης, τις αρχικές θεραπευτικές αποφάσεις, μέχρι και την παρακολούθηση δύσκολων και επίπονων θεραπειών. Ειδικά στον τομέα της θεραπευτικής της Σκλήρυνσης κατά Πλάκας, τομέα στον οποίο προσωπικά εξειδικεύομαι, η διάγνωση της Σκλήρυνσης από άλλα νοσήματα μπορεί αρχικά να διεκπεραιωθεί και με την χρήση των αιματολογικών, βιοχημικών, ανοσολογικών και ορμονολογικών εξετάσεων, ώστε η υπό διερεύνηση απομυελινωτική διεργασία να διαφοροδιαγνωσθεί π.χ. 1) από τυχόν έλλειψη βιταμίνης Β12 (δεσμική μυέλωση), 2) από άλλα τυχόν υποκείμενα αυτοάνοσα νοσήματα (π.χ. Ερυθηματώδη Λύκο), 3) από άλλο ανοσολογικής αρχής νόσημα (π.χ. αγγειίτιδες), 4) ή από άλλα ορμονικά αυτοάνοσα νοσήματα που σπανιότερα μπορούν να παρουσιάσουν εγκεφαλοπάθεια (εγκεφαλοπάθεια από θυροειδίτιδα Hashimoto).
Στην πορεία παρακολούθησης του ασθενούς χρειάζεται η διενέργεια αιματολογικών – βιοχημικών ή και άλλων εξετάσεων για την διαπίστωση της καλής ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας, για την έναρξη των φαρμάκων Α΄ γραμμής (Ιντερφερόνες, Οξεική Γκλατιραμέρη), για την έναρξη θεραπειών Β΄ γραμμής (Fingolimod, Natalizumab) ή και Γ΄ γραμμής αγωγής (Μιτοξανδρόνη, Κυκλοφωσφαμίδη). Στην περίπτωση των φαρμάκων Γ΄ γραμμής αγωγής η χορηγούμενη θεραπεία είναι αδύνατον να δοθεί χωρίς την ημερήσια παρακολούθηση του αιμοδιαγράμματος ή άλλων παραμέτρων του βιοπαθολογικού εργαστηρίου. Στην παρουσίαση αυτή θα δοθούν απτά παραδείγματα που να αποδεικνύουν την στενή σχέση βιοπαθολογικού εργαστηρίου και καθημερινής κλινικής πράξης στη Νευρολογία.