Διάγνωση του καρκίνου του μαστού.
Ο καρκίνος του μαστού συχνά αναπτύσσεται στους πόρους του μαστού αρχικά σαν πορογενές καρκίνωμα in situ. Όταν επεκτείνεται έξω από τον μαστό, συχνά προσβάλλει τους ομόπλευρους μασχαλιαίους λεμφαδένες. Κατά την χειρουργική εξαίρεση του όγκου ή του μαστού, αφαιρούνται ένας ή περισσότεροι μασχαλιαίοι λεμφαδένες, με σκοπό την σταδιοποίηση της νόσου. Σε μερικές περιπτώσεις ο καρκίνος επεκτείνεται σε άλλα όργανα χωρίς να έχει προσβάλλει τους μασχαλιαίους λεμφαδένες. Οι κεντρικοί όγκοι, που αναπτύσσονται κοντά στην θηλή, μπορεί να επεκταθούν στους έσω μαστικούς αδένες, που εντοπίζονται μεταξύ των πλευρών και όπισθεν του στέρνου.
Σε ποσοστό 10%, ο καρκίνος του μαστού παρουσιάζεται σαν μεταστατικός από την αρχή της διάγνωσης. Ο εξ αρχής μεταστατικός καρκίνος σημαίνει ότι ή είναι ταχέως εξελισσόμενος ή ότι είναι παραμελημένος και δεν διαγνώσθηκε έγκαιρα. Μεταστατικός καρκίνος είναι και ο καρκίνος, που υποτροπιάζει μετά την αρχική διάγνωση και αντιμετώπιση πρώιμου καρκίνου. Ο καρκίνος του μαστού υποτροπιάζει τοπικά, περιοχικά ή με απομακρυσμένες μεταστάσεις. Η τοπική ή τοπικοπεριοχική υποτροπή διαγιγνώσκεται με την κλινική εξέταση, την μαστογραφία ή το υπερηχογράφημα μαστού. Για την διάγνωση των απομακρυσμένων μεταστάσεων χρειάζονται άλλες εξετάσεις, όπως το σπινθηρογράφημα οστών, η ακτινογραφία θώρακος, οι αξονικές ή οι μαγνητικές τομογραφίες και τέλος εξετάσεις αίματος με καρκινικούς δείκτες.
Οι καρκινικοί δείκτες, που ανιχνεύονται στο αίμα είναι αρκετά καλοί δείκτες παρακολούθησης, χωρίς όμως μεγάλη ειδικότητα. Δύο αξιόπιστοι τέτοιοι δείκτες για τον καρκίνο του μαστού είναι το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA) και το CA-15-3. To καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο είναι μία ειδική πρωτεΐνη που παράγεται τόσο στα εμβρυϊκά όσο και τα καρκινικά κύτταρα. Αύξηση του CEA μπορεί να παρατηρηθεί και σε καλοήθεις καταστάσεις, όπως το κάπνισμα, ελκοπάθεια, πολύποδες παχέος εντέρου κ.ά. Η αύξηση του σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού πρέπει να διερευνάται για τον εντοπισμό μεταστάσεων. Το CA-15-3 είναι ένας άλλος καρκινικός δείκτης με μεγαλύτερη ειδικότητα για τον καρκίνο του μαστού και επομένως είναι ένας καλός δείκτης παρακολούθησης και ανταπόκρισης στην θεραπεία.
Η βιοψία μεταστατικών εστιών, θεωρείται επιβεβλημένη, όπου αυτό είναι εφικτό, με σκοπό την επανεκτίμηση του όγκου σε σχέση με τους ορμονικούς υποδοχείς και την έκφραση του HER-2 ή και άλλους βιολογικοί παράγοντες, που μπορεί να διαφέρουν από τον αρχικό όγκο και να καθορίσουν τη θεραπευτική απόφαση.
Ο μεταστατικός καρκίνος του μαστού εκδηλώνεται με διάφορα συμπτώματα, που εξαρτώνται από τη θέση των μεταστάσεων.