Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή: Τι ψυχικό «κόστος» έχει μια αποτυχία;

Facebooktwitterpinterest

Η αρχική διαπίστωση ότι η πολυπόθητη εγκυμοσύνη δεν επιτυγχάνεται με φυσικό τρόπο τοποθετεί τον κάθε ένα από τους υποψήφιους γονείς μπροστά σε πολύπλοκα ψυχικά ζητήματα. Γενικεύοντας μπορεί κανείς να πει ότι η πιο σημαντική παράμετρος αυτών των ζητημάτων είναι η δυνατότητα να αποδεχθούν ή όχι το ότι δεν είναι παντοδύναμοι, δεν μπορούν δηλαδή να επιτύχουν όλα όσα επιθυμούν (εδώ την δημιουργία απογόνων) στη χρονική στιγμή που επιθυμούν ή με τον τρόπο που θεωρούν ιδανικό.

Ήδη δηλαδή, τη στιγμή που το υπογόνιμο ζεύγος κλείνει το πρώτο του ραντεβού με τον ειδικό της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, είναι πολύ πιθανό ότι βρίσκονται σε κάποια φάση πένθους, την ψυχική διεργασία δηλαδή που θα τους συμβιβάσει με την καινούρια κατάσταση, εδώ αυτή της υπογονιμότητας. Θλίψη, ενοχή, θυμός, ευερεθιστότητα, άρνηση του προβλήματος αρχικά, δυσκολία να αισθανθούν ευχαρίστηση είναι ορισμένες από τις ψυχικές εκδηλώσεις που σε κάποιο βαθμό συναντούμε στη φάση αυτή. Η αρχική άρνηση της κατάστασης οδηγεί συχνά τους υποψήφιους γονείς στο να αναζητήσουν πολλές ιατρικές γνώμες ή να κατηγορήσουν τον σύντροφό τους ως υπεύθυνο για το πρόβλημα.

Υπό την επιστημονική καθοδήγηση του ειδικού, η απόφαση του ζευγαριού να ξεκινήσει μια προσπάθεια Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, συνεπάγεται μεγάλο αριθμό ιατρικών εξετάσεων και παρεμβάσεων που βιώνονται ως επιπλέον στρες από την υποψήφια μητέρα κατά κύριο λόγο, αφού το δικό της σώμα αφορούν περισσότερο.

Ο υποψήφιος πατέρας, σε μικρότερο βαθμό βέβαια από τη σύντροφό του, έχει και αυτός να αντιμετωπίσει καινούριες καταστάσεις που χρειάζονται ψυχική επεξεργασία, όπως την πολύ μικρή συμμετοχή του στην αναπαραγωγική διαδικασία η οποία αποσυνδέεται πλέον από το σεξ, κάτι που ενδεχομένως να τον απομακρύνει σε κάποιο βαθμό και ψυχικά από την σύντροφό.

Όταν λοιπόν γίνεται πράξη η τελική φάση του εγχειρήματος, η μεταφορά των εμβρύων στην μήτρα, ήδη έχει σχηματιστεί ένα ψυχικό φορτίο στους υποψήφιους γονείς. Η τελική αυτή φάση της εμβρυομεταφοράς, επιτρέπει -αφού είναι πλέον και σωματικό γεγονός- στην υποψήφια μητέρα να φαντασθεί με όλη της την δύναμη την εξέλιξη της κύησης, την γέννηση του παιδιού/παιδιών, το μέλλον τους και τα λοιπά. Η προσδοκία δηλαδή σε αυτή την πολύ ευάλωτη φάση είναι πάρα πολύ μεγάλη με αποτέλεσμα η συναισθηματική φόρτιση της γυναίκας να είναι στο απόγειό της.

Έτσι, η μη επιτυχής κατάληξη μιας τόσο απαιτητικής, τόσο από σωματικής όσο και από ψυχικής απόψεως διαδρομής για τη γυναίκα, είναι ευνόητο ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση στην αρχή τουλάχιστο. Ματαιώνεται απότομα μια πολύ δυνατή προσδοκία. Κάπως έτσι αποτυπώνεται και στις στατιστικές μελέτες που δείχνουν ότι για αρκετό διάστημα μετά την αρνητική έκβαση μιας προσπάθειας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής σημαντικό ποσοστό των υποψήφιων μητέρων (αλλά και σε μικρότερο ποσοστό και των υποψήφιων μπαμπάδων) εμφανίζουν κάποιας μορφής καταθλιπτική συμπτωματολογία.

Έτσι, το τι θα επακολουθήσει στον ψυχικό κόσμο της γυναίκας μετά από μια αρνητική έκβαση της διαδικασίας, έχει να κάνει πρώτα από όλα με τις ψυχικές της εφεδρείες, την προσωπικότητά της δηλαδή, αλλά και την δυνατότητα στήριξης από το περιβάλλον τη δεδομένη στιγμή. Για παράδειγμα, γυναίκες περισσότερο ανασφαλείς και με μεγαλύτερες ανάγκες επιβεβαίωσης, είναι περισσότερο ευάλωτες στo ενδεχόμενο αρνητικής έκβασης της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής να εμφανίσουν κάποιου είδους ψυχικό σύμπτωμα από ότι άλλες με περισσότερη αυτοεκτίμηση και σταθερότερη αίσθηση του εαυτού τους. Οι τελευταίες δε θα βιώσουν την αρνητική έκβαση της προσπάθειας ως προσωπική αποτυχία, όπως οι πρώτες.

Οι ψυχικές αντιδράσεις, φανερές ή ασυνείδητες είναι αυτές που σε κάθε περίπτωση θα επηρεάσουν καθοριστικά τις μελλοντικές αποφάσεις για επανάληψη ή όχι της προσπάθειας. Εδώ είναι θεμελιώδες κατά τη γνώμη μου να μπορεί ο ειδικός ιατρός της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής να αντιληφθεί, κυρίως μέσα από την εμπειρία του, τις υποκείμενες ψυχικές ανάγκες των γυναικών που υποβάλλονται στη διαδικασία. Έτσι θα έχει τη δυνατότητα να συμπεριλάβει στο θεραπευτικό πλάνο που προτείνει από κει και πέρα, τόσο τα σωματικά όσο και τα ψυχικά δεδομένα των γυναικών και του ζευγαριού. Το θεραπευτικό πλάνο μπορεί ενίοτε να περιλαμβάνει την παραπομπή της γυναίκας ή και του ζεύγους στον αντίστοιχο ειδικό της ψυχικής υγείας με πρώτο στόχο μια περεταίρω διερεύνηση των ζητημάτων αυτών. Ο απώτερος σκοπός είναι πάντα η διασφάλιση της ψυχικής υγείας του επερχόμενου βρέφους.

Αναφέρθηκα πριν στην μεγάλη σημασία της στήριξης από το περιβάλλον των γυναικών που υπεβλήθησαν σε μια άκαρπη προσπάθεια Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Εδώ, πλην του γιατρού της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, που συνοδεύει ούτως ή άλλως τη υποψήφια μητέρα και ψυχικά σε όλη τη διαδικασία, ο ρόλος του συντρόφου/συζύγου είναι πολύ σημαντικός όσο και δύσκολος αφού σε όλη την προηγούμενη διαδικασία είχε αναγκαστεί να μείνει κάπως αμέτοχος. Και εδώ οι εφεδρείες του ζευγαριού δοκιμάζονται. Σύμμαχός τους είναι η από κοινού ειλημμένη, ώριμη απόφαση για τεκνοποίηση. Μια τέτοια ώριμη απόφαση για τεκνοποίηση φαίνεται να είναι κατά πολύ συχνότερη στα ζευγάρια που προχωρούν στη διαδικασία της Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, από ότι σε αυτά που συλλαμβάνουν με τον φυσικό τρόπο.

Καταλήγω με το εξής: οι δυνατότητες της ιατρικής επιστήμης μέρα με τη μέρα διευρύνονται. Αυτό επιτρέπει διαρκώς μεγαλύτερο εύρος επιτυχημένων παρεμβάσεων και φυσικά αυτό ισχύει και στην ιατρική της ανθρώπινης γονιμότητας. Δεν πρέπει να ξεχνούμε όμως την ψυχική υπόσταση των υποψήφιων μητέρων, τις ιδιαίτερες ψυχικές ανάγκες τους και το πόσο σημαντικό είναι για εκείνες αυτό που διακυβεύεται κάθε φορά, δηλαδή η μητρότητα. Χρειάζεται εκ μέρους μας, των γιατρών υπομονή, κατανόηση, ευαισθησία, οπωσδήποτε ειλικρίνεια και στιβαρό κράτημα από την (επιστημονική) πραγματικότητα που θα τους επιτρέψει να αφεθούν ασφαλώς στις φροντίδες μας.

Πηγή: In.gr

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.