Συμπληρώματα διατροφής: Τα χρειάζεται όντως ο οργανισμός μας και γιατί;
Το 2012 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την γέννηση του όρου «βιταμίνες». Ο όρος επινοήθηκε από τον βιοχημικό Casimir Funk το 1912. Εκατό χρόνια αργότερα οι βιταμίνες είναι από τις πιο μελετημένες ουσίες που γνωρίζουμε και η επιστήμη έχει πλέον εντοπίσει τις πολυάριθμες ευεργετικές ιδιότητες αυτών των σημαντικών θρεπτικών συστατικών.
Επ’ ευκαιρία των εκατοστών γενεθλίων των βιταμινών το Council for Responsible Nutrition (Συμβούλιο για την Υπεύθυνη Διατροφή) εξέδωσε την 4η έκδοση του «Τα Οφέλη των Συμπληρωμάτων Διατροφής». Πρόκειται για μια εκτενή διατριβή 115 σελίδων που αφορά στο θέμα των συμπληρωμάτων διατροφής, βασισμένη στην πιο πρόσφατη ιατρική βιβλιογραφία.
Είναι σημαντικό να διευκρινήσουμε ότι ως «συπληρώματα διατροφής» ορίζονται συμπυκνωμένες τροφές που έχουν σκόπο να συμπληρώσουν την διατροφή μας με τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Ο συγκεριμένος όρος έχει υποστεί μεγάλη κατάχρηση και καλό είναι να θυμόμαστε ότι οτιδήποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί τροφή εξ ορισμού δεν μπορεί να συμπληρώσει τη διατροφή μας.
Τα οφέλη των συμπληρωματών διατροφής
Σήμερα γνωρίζουμε περισσότερα παρά ποτέ στους τομείς της ιατρικής και της διατροφής. Έχουμε κάνει σημαντικά άλματα στην κατανόηση της βιολογίας του ανθρωπίνου σώματος αλλά και της δράσης των θρεπτικών και άλλων συστατικών που καταναλώνουμε.
Το υπάρχον μοντέλο υγειονομικής φροντίδας (ή νοσολογικής φροντίδας καλύτερα) ωθεί τους γιατρούς να αντιμετωπίζουν τα συμπτώματα της νόσου αντί να την προλαμβάνουν εξαρχής. Το καταναλωτικό κοινό έχει προγραμματιστεί να πιστεύει ότι υπάρχει κάποιο «μαγικό χάπι» που αντιμετωπίζει κάποιο ή και όλα τα προβλήματα υγείας. Αυτό το μοντέλο δεν μπορεί να συνεχιστεί πια γιατί είναι αναποτελεσματικό και παρά πολύ δαπανηρό.
Αναδύεται ένα νέο πρότυπο υγειονομικής φροντίδας: μια ολοκληρωμένη φροντίδα, πρωταρχικός στόχος της οποίας είναι η πρόληψη και η έναρξη θεραπείας, όταν προκύπτει η ανάγκη για τη θεραπεία της ασθένειας, που να στοχεύει στην αντιμετώπιση της υποκείμενης αιτίας και όχι στα συμπτώματα της νόσου. Πάνω σ’ αυτό το σταυροδρόμι, ανακαλύπτουμε στις μέρες μας, μια αναγεννημένη εκτίμηση για τη διατροφή. Ό,τι εισάγουμε στο σώμα μας (ή αποτυγχάνουμε να εισάγουμε), σε τακτική βάση μπορεί να έχει μακροχρόνιες συνέπειες στην υγεία και στην ευεξία.
Εδώ βρίσκεται και το όφελος των συμπληρωμάτων διατροφής: η υπόσχεση της προαγωγής της υγείας και της πρόληψης των ασθενειών. Αυτή όμως η υπόσχεση είναι ταυτόχρονα και ο βασικότερος περιορισμός της. Οι «αποδείξεις» που απαιτούνται για να αποδειχθεί η υπόσχεση της καλής υγείας είναι δύσκολο να επιτευχθούν και το κόστος που απαιτείται γι αυτό είναι υψηλό.
Το να «αποδείξει» κανείς ότι κάτι δεν θα συμβεί (επιδεικνύοντας δηλαδή προληπτικές ιδιότητες) είναι επιστημονικά πολύ πιο δύσκολο εγχείρημα από την απόδειξη ότι κάτι κακό μπορεί να βελτιωθεί (όπως στη θεραπεία της νόσου).
Κάλυψη ημερήσιων αναγκών σε βιταμίνες και μεταλλικά στοιχεία
Όπως τα εργαλεία που περιέχονται σε μια μεγάλη εργαλειοθήκη, έτσι και τα συμπληρώματα είναι ένα συστατικό μιας συνολικής προσέγγισης για τη διατήρηση της υγείας και την αποφυγή της νόσου.
Θρεπτικές ελλείψεις επιφέρουν συνέπειες για την υγεία που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την καθημερινότητα αλλά και την υγεία μας συνολικά. Έρευνες στο γενικό πληθυσμό καταγράφουν διατροφικές ελλείψεις στην πρόσληψη πολλών θρεπτικών συστατικών.
Περισσότερο από το 90% των ενηλίκων δεν καταφέρνει να καλύψει τη μέση ημερήσια ανάγκη τους σε βιταμίνη Ε, και πολλοί υπολείπονται σε άλλες βιταμίνες και ανόργανα συστατικά, ελλείψεις που μπορούν να επηρεάσουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Ακόμα και οι πιο συνειδητοποιημένοι καταναλωτές ανακαλύπτουν ότι είναι δύσκολο να λάβει κανείς όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζονται μόνο από τα τρόφιμα.
Η βελτίωση της διατροφής είναι ένας επιθυμητός στόχος, η αλλαγή όμως στις διατροφικές συνήθειες είναι εξαιρετικά δύσκολη. Υπό την παραδοχή ότι είναι καλύτερο για τους ανθρώπους να λαμβάνουν τις συνιστώμενες ποσότητες βιταμινών και ανόργανων συστατικών από το να χωλαίνουν μεταβολικά λόγω χαμηλών προσλήψεων, η λήψη μιας πολυβιταμίνης με μεταλλικά στοιχεία είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να καλύψει κανείς μια σειρά από γνωστά κενά σε θρεπτικά συστατικά.
Το τμήμα διατροφής της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ συνέταξε μια έκδοση της διατροφικής πυραμίδας η οποία συμπεριλαμβάνει μια σημείωση που συνιστά την
«καθημερινή λήψη μιας πολυβιταμίνης και επιπλέον βιταμίνης D (για τους περισσότερους ανθρώπους)».
Αναγνωρίζοντας τις ειδικές διατροφικές ανάγκες των ηλικιωμένων πολιτών, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο Ταφτς σχεδίασαν μια διατροφική πυραμίδα οδηγό για τους ηλικιωμένους, η οποία διαθέτει μια σημαία στην κορυφή της ως υπενθύμιση ότι μπορεί να απαιτηθούν συμπληρώματα ασβεστίου, βιταμίνης D και βιταμίνης Β-12 για την επίτευξη βέλτιστης υγείας.
Η Αμερικανική Ακαδημία Διατροφής και Διαιτολογίας τονίζει τη σημασία των καλών διατροφικών επιλογών, αλλά και αναγνωρίζει ότι τα συμπληρώματα μπορούν να βοηθήσουν ορισμένα άτομα να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες .
Τα συμπληρώματα διατροφής χρησιμοποιούνται από την πλειοψηφία των ενηλίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Περισσότερο από τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, ενώ η χρήση τους αυξάνεται επίσης παράλληλα με την ηλικία και το επίπεδο εκπαίδευσης.
Ένα μεγάλο μέρος της τρέχουσας επιστημονικής έρευνας σχετικά με τη διατροφή και την υγεία επικεντρώνεται στην πρόληψη των χρόνιων ασθενειών. Ο βασικός όμως λόγος που οι περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολυβιταμίνες και άλλα συμπληρώματα διατροφής είναι για να ενισχύσουν την ευεξίας τους.
Συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη βιταμινών και χρόνιες ασθένειες
Έχει αποδειχθεί ότι τα αντιοξειδωτικά συμπληρώματα έχουν θετική επίδραση στην υγεία των ματιών και τη γνωστική λειτουργία. Επίσης, μια επαρκής διατροφική κατάσταση επιδρά θετικά στην κατάσταση του δέρματος και υποστηρίζει την λειτουργία των πνευμόνων και των μυών.
Βρέθηκε σε ορισμένες μελέτες ότι η συμπληρωματική πρόσληψη της βιταμίνης Ε είχε θετική επίδραση στη μείωση των λοιμώξεων του ανώτερου αναπνευστικού.
Οι διατροφικές συνήθειες και η επαρκής πρόσληψη θρεπτικών συστατικών, με βάση τις συνιστώμενες ημερήσιες δόσεις (RDA), είχαν θεωρηθεί ως οι καλύτεροι οδηγοί για την υγεία. Η τροποποίηση όμως των διατροφικών συνηθειών, ως μέσο πρόληψης των χρόνιων ασθενειών, δεν αποτελούσε ένα κοινό θέμα συζήτησης.
Η εστίαση αυτή άλλαξε δραματικά στη δεκαετία του 1980 μετά τη δημοσίευση πολυάριθμων αναφορών που υποδήλωναν μια άμεση σχέση μεταξύ των διατροφικών παραγόντων και της εμφάνισης πολλών θανατηφόρων ασθενειών.
Οι αναφορές αυτές υποστήριξαν ότι η βελτίωση των διατροφικών συνηθειών, συμπεριλαμβανομένης της αυξημένης πρόσληψης φρούτων, λαχανικών, και δημητριακών ολικής αλέσεως, θα μπορούσε να μειώσει τον κίνδυνο χρόνιων ασθενειών. Διαπραγματεύτηκαν επίσης και ποια συστατικά, τα οποία περιέχονται σε αυτά τα τρόφιμα, είναι πιθανό να έχουν προστατευτική επίδραση, συμπεριλαμβανομένων των φυτικών ινών και μια σειρά αντιοξειδωτικών.
Κατά το ίδιο χρονικό διάστημα πολυάριθμες κλινικές δοκιμές διεξήχθησαν για να αξιολογηθεί η πιθανότητα μείωσης του κινδύνου νόσησης, από καρκίνο και από καρδιακές παθήσεις, μέσω της συμπλήρωσης συγκεκριμένων θρεπτικών συστατικών (κυρίως αντιοξειδωτικών).
Η δράση των θρεπτικών συστατικών στη λειτουργία των ενζύμων και του DNA
Πολλές από τις βιταμίνες λειτουργούν ως συμπαράγοντες για τα ένζυμα, και πολλά από τα βασικά μεταλλικά στοιχεία είναι αναπόσπαστες συνιστώσες των εκατοντάδων ενζύμων που λειτουργούν συνεχώς μέσα στο σώμα.
Ο Δρ Μπρους Έιμς, είναι ένας επιφανής ερευνητής που θεωρεί ότι η γενναία πρόσληψη βιταμινών μπορεί να «ρυθμίσει» το μεταβολισμό και έτσι να βελτιώσει την υγεία ή ακόμα και να καθυστερήσει τη γήρανση (Ames, 2004).
Οι κλασικές ασθένειες ανεπάρκειας, όπως το σκορβούτο (έλλειψη C), το beriberi (πολυνευρίτιδα από έλλειψη Β1), η κακοήθης αναιμία (έλλειψη Β12), και η ραχίτιδα (έλλειψη D), είναι σπάνιες. Τα στοιχεία δείχνουν, ωστόσο, ότι προκύπτει μια σημαντική χρόνια μεταβολική βλάβη σε επίπεδα που βρίσκονται μεταξύ του επίπεδου της εμφάνισης νόσου λόγω της οξείας ανεπάρκειας μικροθρεπτικών συστατικών και των συνιστώμενων ημερήσιων δόσεων (RDA).
Ο Δρ Έιμς θεωρεί ότι, όταν τα θρεπτικά συστατικά δεν επαρκούν, καταμερίζονται από τον οργανισμό, με προτεραιότητα την εξασφάλιση των άμεσων ζωτικών λειτουργιών, όπως η παραγωγή ενέργειας, εις βάρος πιθανώς λειτουργιών που είναι σημαντικές στη διατήρηση της υγείας μακροπρόθεσμα.
«Οι συνέπειες μιας τέτοιας διαλογής εκδηλώνονται σε όλα τα επίπεδα», λέει. «Για παράδειγμα, στις μεταβολικές αντιδράσεις, τα ένζυμα που εμπλέκονται στη σύνθεση του ΑΤΡ (ενέργεια) θα ευνοούνταν έναντι εκείνων που αφορούν στην επιδιόρθωση του DNA. Σε επίπεδο κύτταρων, τα ερυθροκύτταρα θα ευνοούνταν έναντι των λευκοκυττάρων. Ενώ στα όργανα, η καρδιά μπορεί να ευνοείται έναντι του ήπατος».
Σύμφωνα με τον Δρ Έιμς, υπάρχει ανάγκη «να καθοριστεί ένα αρκετά υψηλό όριο διατροφικών αναγκών σε μικρο-θρεπτικά συστατικά ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι βλάβες σε επίπεδο DNA και μιτοχονδρίων».
Οι βιταμίνες και τα απαραίτητα μεταλλικά στοιχεία χρησιμοποιούνται συνεχώς από τον οργανισμό για την παραγωγή ενέργειας, για τη σύνθεση και τη ανάπλαση του αίματος, του δέρματος, των μυών και των οστών, για την παραγωγή του DNA, των πρωτεϊνών και των ένζυμων, για την υποστήριξη της κυτταρικής ανάπτυξης και της αναπαραγωγής. Στοιχεία που διασφαλίζουν τις σωματικές και τις γνωστικές ικανότητες που κάνουν τη ζωή δυνατή και ευχάριστη.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι ένας υγιεινός τρόπος ζωής πρέπει να περιλαμβάνει βελτιώσεις στη διατροφή. Η γενναία πρόσληψη των απαραίτητων θρεπτικών συστατικών θα υποστηρίξει την φυσιολογική λειτουργία του σώματος και την ενίσχυση της υγείας με άπειρους τρόπους. Η ορθολογική χρήση των συμπληρωμάτων διατροφής, σε συνδυασμό με μια υγιεινή διατροφή, θα συμβάλει ουσιαστικά στην προαγωγή της υγείας και στην πρόληψη των ασθενειών.