Μάθετε τα πάντα για τις αλλεργίες σας…

Facebooktwitterpinterest

Τις τελευταίες δεκαετίες καταγράφεται παγκόσμια ραγδαία αύξηση των αλλεργικών αντιδράσεων, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η ποιότητα ζωής αρκετών ανθρώπων και σε ακραίες καταστάσεις να κινδυνεύει ακόμα και η ίδια η ζωή τους. Υπολογίζεται δε ότι το 25-30% του πληθυσμού παγκόσμια υποφέρει από αλλεργίες.

Η αλλεργία είναι σύνθετη λέξη και προέρχεται από τον συνδυασμό των λέξεων «άλλο + έργο». Ο πρώτος που πρότεινε τον όρο αυτό ήταν ο Αυστριακός παιδίατρος Clemens von Pirquet, ο οποίος παρατήρησε το 1905 ότι κατά την επαναχορήγηση ετερόλογων ορών, ορισμένα άτομα αντί ανοσία εμφάνιζαν ορονοσία. Δηλαδή, το ανοσοποιητικό τους σύστημα αντί να εμφανίζει τη φυσιολογική δραστηριότητα για την οποία έχει ταχθεί από τη φύση, να εμφανίζει δηλαδή φύλαξη του οργανισμού (ανοσία), εμφάνιζε α -φύλαξη (αναφυλαξία) δηλαδή άλλο έργο (αλλεργία).

Τι είναι αλλεργία;

Επομένως, αλλεργία χαρακτηρίζεται κάθε ανώμαλη ή υπερβολική αντίδραση (υπερευαισθησία) του ανοσοποιητικού συστήματος του οργανισμού σε ουσίες οι οποίες υπό φυσιολογικές συνθήκες ΔΕΝ είναι επικίνδυνες ή βλαβερές για τον οργανισμό όπως, γύρεις δένδρων και φυτών, πρωτεΐνες τροφίμων κλπ. Οι ουσίες αυτές μπορεί να εισέλθουν στο σώμα μέσω της εισπνοής, της κατάποσης, ή με την επαφή στο δέρμα. Οι ουσίες που προκαλούν αυτές τις αντιδράσεις ονομάζονται αλλεργιογόνα.

Μηχανισμός δράσης

Τα φυσιολογικά άτομα ανέχονται την επαφή του οργανισμού με αυτά τα αλλεργιογόνα χωρίς το ανοσοποιητικό τους σύστημα να αντιδρά. Παρουσιάζει δηλαδή ανοσολογική ανοχή. Η ανοσολογική ανοχή είναι απαραίτητη διότι ο οργανισμός μας είναι υποχρεωμένος να έρχεται σε επαφή με συστατικά που δεν έχουν την ίδια σύσταση με τα δικά του και συνεπώς το ανοσοποιητικό μας σύστημα να ανέχεται αυτή την επαφή χωρίς να αντιδρά, επειδή τα ξένα συστατικά είναι τις περισσότερες φορές χρήσιμα. Για παράδειγμα, εάν δεν υπήρχε το φαινόμενο της ανοσολογικής ανοχής τότε δεν θα μπορούσαμε να φάμε ζωικές ή φυτικές πρωτεΐνες.

Στα αλλεργικά άτομα υπάρχει διαταραχή αυτής της ανοσολογικής ανοχής σε κάποιες από τις ξένες πρωτεΐνες, με αποτέλεσμα όταν αυτές εισέλθουν στον οργανισμό το ανοσοποιητικό σύστημα να υπεραντιδρά και να προκαλείται βλάβη σε κάποιους ιστούς ή όργανα του οργανισμού.

Το ανοσοποιητικό σύστημα των αλλεργικών ατόμων, την πρώτη φορά που έρχεται σε επαφή με κάποιο αλλεργιογόνο, το αναγνωρίζει, το απομνημονεύει, επειδή το θεωρεί επικίνδυνο και βλαβερό για τον οργανισμό και παράγει αντισώματα, τις ειδικές ανοσοσφαιρίνες Ε (IgE) οι οποίες είναι ειδικά σχεδιασμένες να αντιμετωπίζουν και να εξουδετερώνουν το συγκεκριμένο αλλεργιογόνο.

Αυτές οι ανοσοσφαιρίνες συνδέονται σε ειδικές θέσεις (υποδοχείς) πάνω στην κυτταρική μεμβράνη συγκεκριμένων κυττάρων του οργανισμού τα οποία περιέχουν ποικιλία ουσιών μεταξύ των οποίων και ισταμίνη.

Κάθε φορά που το ίδιο αλλεργιογόνο εισέρχεται στον οργανισμό του ευαισθητοποιημένου ατόμου, το ανοσοποιητικό του σύστημα το θυμάται και αντιδρά άμεσα με απελευθέρωση χημικών ουσιών, όπως για παράδειγμα ισταμίνης, από τα ειδικά κύτταρα που φέρουν στην επιφάνεια τους τις ανοσοσφαιρίνες IgE και οι οποίες ευθύνονται για την πρόκληση των συμπτωμάτων της αλλεργίας.

Τα αλλεργικά άτομα είναι γενετικά προγραμματισμένα να παράγουν πληθώρα IgE αντισωμάτων εναντίον διαφόρων αλλεργιογόνων (τροφικών και περιβαλλοντικών).

Παρά το γεγονός ότι ο τρόπος με τον οποίο το ανοσοποιητικό σύστημα των αλλεργικών ατόμων αντιδρά στα αλλεργιογόνα είναι βασικά ο ίδιος, τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν (πχ. φτάρνισμα, βήχας, άσθμα, φαγούρα, εξάνθημα), να αφορούν άλλα μέρη του σώματος (πχ. μάτια, μύτη, δέρμα, πνεύμονες) και να ποικίλουν σε βαρύτητα από άτομο σε άτομο.

Όταν λέμε ότι ένα άτομο είναι ευαισθητοποιημένο σε κάποιο αλλεργιογόνο, εννοούμε ότι το ανοσοποιητικό του σύστημα έχει έλθει σε επαφή με το αλλεργιογόνο, το έχει απομνημονεύσει, έχει κατασκευάσει IgE αντισώματα και είναι έτοιμο να αντιδράσει μόλις το αλλεργιογόνο έρθει σε επαφή ξανά με τον οργανισμό του.

Συμπτώματα

Οι αλλεργικές αντιδράσεις είναι άμεσες, εκδηλώνονται δηλαδή μέσα σε μερικά λεπτά μέχρι και 2 περίπου ώρες από την επαφή με το αλλεργιογόνο.

Η δράση του ανοσοποιητικού συστήματος εκδηλώνεται με ένα ευρύ φάσμα κλινικών συμπτωμάτων με ποικίλη ένταση και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων εξανθήματα, οιδήματα, φαγούρα, κνίδωση, έκζεμα, δερματίτιδα, επιπεφυκίτιδα, κοκκινισμένα και ερεθισμένα μάτια, άσθμα, ρινίτιδα, δύσπνοια, βήχας, φτάρνισμα, μπούκωμα, καταρροή, αγγειοοίδημα, ναυτία, εμετός και διάρροια, ενώ σε σοβαρότερες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσουν ακόμη και αναφυλαξία (αναφυλακτικό σοκ), η οποία είναι μία γενικευμένη αντίδραση στην οποία συμμετέχουν πολλά ζωτικά όργανα του οργανισμού.

Κληρονομικότητα ή περιβάλλον.

Έχει παρατηρηθεί τις τελευταίες δεκαετίες μία δραματική αύξηση των αλλεργικών παθήσεων στις λεγόμενες κοινωνίες «Δυτικού τύπου». Σε μερικές αλλεργικές παθήσεις η αύξηση της συχνότητας είναι εντυπωσιακή, αφού έχει διπλασιασθεί ή και τετραπλασιασθεί αυτή η συχνότητα μέσα σε διάστημα 20-30 ετών. Μία τέτοια αύξηση είναι απίθανο να οφείλεται μόνο σε αλλαγή του γενετικού υποστρώματος (κληρονομική προδιάθεση) και οι αιτίες αναζητούνται πλέον σε μεταβολές των περιβαλλοντικών συνθηκών. Διάφορες έρευνες έχουν δείξει ότι η κληρονομική προδιάθεση κληρονομείται με τρόπο σύνθετο και αυτό που παρεμβαίνει καθοριστικά στην εκδήλωση ή όχι της αλλεργικής νόσου είναι το περιβάλλον.

Ποιες ουσίες προκαλούν αλλεργίες?

Οι ουσίες που προκαλούν αλλεργικές αντιδράσεις λέγονται αλλεργιογόνα και αυτά μπορεί να είναι Τροφικά ή Περιβαλλοντικά.

Στα συχνότερα τροφικά αλλεργιογόνα που εμπλέκονται στις αλλεργίες συμπεριλαμβάνονται τα γαλακτοκομικά προϊόντα, αυγά, ξηροί καρποί, οστρακοειδή, δημητριακά, φράουλες, ντομάτα, σόγια κλπ.

Στα δε συχνότερα περιβαλλοντικά αλλεργιογόνα συμπεριλαμβάνονται οι γύρεις των φυτών και δένδρων, γρασίδια, ακάρεα σκόνης σπιτιού, μύκητες, δηλητήρια εντόμων και κατοικίδια ζώα.

Επιβαρυντικοί παράγοντες

Παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση μίας αλλεργικής αντίδρασης θεωρούνται οι πιο κάτω:

Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος, όπως η ιγμορίτιδα αλλά και τα κρυολογήματα.

Οι καιρικές συνθήκες, όπως η απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας, ο κρύος αέρας και η υγρασία.

Η ατμοσφαιρική ρύπανση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου όπως καυσαέρια, ρύποι εργοστασίων και αυξημένη χρήση κλιματιστικών συσκευών.

Η διατροφή, όπου πέραν των συγκεκριμένων τροφικών αλλεργιογόνων στα οποία το άτομο παρουσιάζει αλλεργία, επιπρόσθετα μία κακή διατροφή μπορεί να επιτείνει το πρόβλημα. Οι τροφές που καταναλώνουμε έχουν αλλάξει τα τελευταία χρόνια τόσο όσον αφορά τη σύσταση, τη συντήρηση και την επεξεργασία τους με την προσθήκη διαφόρων ουσιών, όπως συντηρητικών, χρωστικών και των διαφόρων πρόσθετων (τα γνωστά Ε) των τροφίμων καθώς και την πρόσθεση των γενετικώς τροποποιημένων τροφίμων. Επιπλέον, θα πρέπει να διευκρινιστεί στην περίπτωση αυτή κατά πόσον πρόκειται για Τροφική Αλλεργία (αντισώματα IgE) ή Τροφική Δυσανεξία (αντισώματα IgG)

Διάφορες χημικές ουσίες, όπως απορρυπαντικά, σπρέι, διάφορα καλλυντικά και αρώματα, καθώς και οι σκόνες στο περιβάλλον και οι οσμές της κουζίνας.

Το κάπνισμα, όπου το παθητικό κάπνισμα ευθύνεται για την εκδήλωση αλλεργίας και βρογχικού άσθματος σε μεγάλο αριθμό παιδιών.

Διάφοροι ψυχολογικοί παράγοντες, όπως είναι οι έντονες συγκινήσεις, η υπερβολική χαρά και λύπη, ο θυμός και το άγχος.

Η «υπόθεση της υγιεινής», η οποία ξεκίνησε στο τέλος της δεκαετίας του 80 και υποστηρίζει ότι τα σημερινά παιδιά, επειδή έχουν μειωμένες πιθανότητες μικροβιακών λοιμώξεων στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, λόγω της βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου, έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν αλλεργία επειδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα δεν αναπτύσσεται φυσιολογικά και «εκπαιδεύεται» να αντιδρά με «αλλεργικό τρόπο», δηλαδή να παράγει τα IgE αντισώματα, αντί τα αντισώματα IgG όπως στην περίπτωση της επαφής με τα μικρόβια.

Ο μητρικός θηλασμός θεωρείται ότι δρα προστατευτικά στην εκδήλωση αλλεργικών παθήσεων. Οι σημερινές μητέρες έχουν ελάχιστο χρόνο και παρά τις καλές προθέσεις δεν θηλάζουν τα παιδιά τους τόσο όπως γινόταν σε παλαιότερες εποχές.

Πως αντιμετωπίζεται η αλλεργία?

Η αλλεργία αντιμετωπίζεται βασικά με 2 τρόπους:

Απομάκρυνση – αποφυγή αλλεργιογόνου

Εφ’ όσον διαγνωσθεί το αίτιο (αλλεργιογόνο), η απομάκρυνση και η αποφυγή του είναι το πιο αποτελεσματικό μέτρο αλλά δεν είναι πάντοτε εφικτό. Σε κάποιες περιπτώσεις η πλήρης αποφυγή του αλλεργιογόνου είναι αδύνατη (π.χ. αερομεταφερόμενες γύρεις), ενώ σε άλλες περιπτώσεις η απομάκρυνση του αλλεργιογόνου μπορεί να δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα από όσα καλείται να λύσει (π.χ. απομάκρυνση αγαπημένων κατοικίδιων ζώων). Συχνά όμως είναι δυνατή η πλήρης αποφυγή του αλλεργιογόνου ή τουλάχιστον η μείωση της έκθεσης σ’ αυτό (π.χ. αποφυγή συγκεκριμένων τροφίμων, απορρυπαντικών, λήψη μέτρων για μείωση του επιπέδου των ακάρεων της οικιακής σκόνης).

Φαρμακευτική αγωγή

Σήμερα υπάρχουν διαθέσιμα αρκετά αποτελεσματικά φάρμακα για τις αλλεργίες, η σωστή χρήση των οποίων εξασφαλίζει, στις περισσότερες περιπτώσεις, έλεγχο των συμπτωμάτων και άριστη ποιότητα ζωής.

Τα κυριότερα φάρμακα είναι, αντισταμινικά, αποσυμφορητικά, βρογχοδιασταλτικά, αντιφλεγμονώδη, αδρεναλίνη και ανοσοθεραπεία (αντί- IgE θεραπεία).

Η μέθοδος της ανοσοθεραπείας στοχεύει στο αίτιο της αλλεργίας, δηλαδή το υπεύθυνο αλλεργιογόνο. Αυτή τροποποιεί την αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος, με ειδικά «αλλεργικά εμβόλια», ώστε να μην εκλαμβάνει πλέον τις αλλεργιογόνους ουσίες ως απειλητικές και να μην υπεραντιδρά σε αυτές με τα γνωστά αλλεργικά συμπτώματα.

Διάγνωση αλλεργίας

Ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία για τη διάγνωση της αλλεργίας είναι το ιστορικό του ασθενούς, αφού έτσι μπορεί ο ειδικός ιατρός να υποπτευθεί πότε και που ο ασθενής εμφανίζει τα συμπτώματα. Συχνά δεν αναζητείται μόνο ένα αίτιο αλλά ένα πλήθος από παράγοντες που μπορεί να ευθύνονται για τα συμπτώματα τα οποία δεν είναι ειδικά της αλλεργίας και μπορεί να οφείλονται και σε άλλες παθήσεις, όπως π.χ. Τροφική Δυσανεξία.

Έτσι, αφού προσδιοριστεί ότι υπάρχουν πιθανότητες ένας ασθενής να είναι αλλεργικός και αφού εντοπιστούν οι πιθανές αιτίες που μπορεί να προκαλούν την αλλεργία, ακολουθεί η επαλήθευση-επιβεβαίωση με ειδικές εξετάσεις.

Σήμερα, η εργαστηριακή ιατρική διαθέτει βασικά 2 μεθόδους διάγνωσης της αλλεργίας. Τη δερματική εξέταση (Skin-Prick Test) και τις ειδικές εξετάσεις αίματος για τον ποσοτικό προσδιορισμό των ειδικών αντισωμάτων IgE που υπάρχουν στα διάφορα αλλεργιογόνα.

http://www.chem-lab.com.cy/

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.