Δυσπεψία και μετεωρισμός καθημερινά προβλήματα που μπορούν να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά
Η δυσπεψία και ο μετεωρισμός, είναι από τα πιο συχνά συμπτώματα που συνήθως περιγράφουμε ως δυσάρεστο “φούσκωμα”, και γίνονται αισθητά κυρίως στο ανώτερο σημείο της κοιλιακής χώρας. Κάποιες άλλες φορές πάλι αναφέρουμε πως έχουμε μόνιμα “γεμάτο στομάχι”, επίμονα ρεψίματα κι αέρια, και πως αυτά ταλαιπωρούν την καθημερινότητά μας. Σε όλα τα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε και ορισμένες περιπτώσεις ναυτίας, εμετών όπως και ανορεξίας που μπορεί να συνοδεύουν τη δυσπεψία.
Έχουμε λοιπόν να αντιμετωπίσουμε ένα ενοχλητικό καθημερινό πρόβλημα, τα αίτια του οποίου οφείλονται είτε σε «κακή διατροφή», είτε στο είδος και την ποσότητα της τροφής που καταναλώνουμε. Οφείλουμε όμως εδώ να διευκρινίσουμε ότι δεν περιγράφουμε την παθολογική δυσπεψία, που οφείλεται σε έλκος του πεπτικού συστήματος ή σε άλλη οργανική αιτία, καταστάσεις που ασφαλώς συνοδεύονται και από άλλα συμπτώματα.
Πιο συγκεκριμένα για την τροφή, η ποσότητα που καταναλώνουμε αλλά και το είδος των τροφών που το διαιτολόγιό μας περιλαμβάνει, είναι πολύ συχνά τα αίτια της δυσπεψίας.
Υπάρχουν μάλιστα και τροφές, όπως τα άσπρα φασόλια, τα ωμά λαχανικά και άλλα, που προκαλούν δυσπεψία σε μεγαλύτερη συχνότητα. Επίσης, άλλη μία βασική αιτία της δυσπεψίας είναι η κατανάλωση αεριούχων ποτών, το κάπνισμα κατά την διάρκεια του γεύματος, το άγχος που μπορεί να έχουμε και μας αναγκάζει να τρώμε βιαστικά.
Με ποιό μηχανισμό όμως προκαλείται η δυσπεψία και ο μετεωρισμός;
Έχει αποδειχθεί ότι το αίσθημα της δυσφορίας που περιγράψαμε ως δυσπεψία οφείλεται κυρίως στα αέρια του γαστρεντερικού σωλήνα, που προέρχονται είτε από τον αέρα που καταπίνουμε κατά τη μάσηση, είτε από τα αέρια που παράγονται στο στομάχι και το έντερο κατά την πέψη και τη ζύμωση ορισμένων τροφών. Όταν μάλιστα οι τροφές παράγουν αυξημένα αέρια (φασόλια, μήλα, πατάτες κ.α.) τότε η δυσφορία είναι μεγαλύτερη.
Σ’ αυτές λοιπόν τις περιπτώσεις, όταν δηλαδή δεν υπάρχει κάποιο οργανικό αίτιο, που πρέπει να θεραπεύσουμε, για να απαλλαγούμε από αυτήν την δυσάρεστη κατάσταση, χρειαζόμαστε απλώς ένα σκεύασμα που να μπορεί να δεσμεύει τα αέρια του γαστρεντερικού σωλήνα, που περιγράψαμε παραπάνω, χωρίς να επιβαρύνει τον οργανισμό.
Αν καταφύγουμε σε φαρμακευτικές ουσίες που δρουν στο στομάχι ή το έντερο (π.χ. σόδα φαγητού ή κάποιο φάρμακο που μπορεί να ανακουφίζει τους ελκοπαθείς) το πιθανότερο είναι να έχουμε είτε ένα προσωρινό αποτέλεσμα, είτε να εκτεθούμε στους κινδύνους από τις παρενέργειες αυτών των φαρμάκων, όταν χορηγούνται χωρίς τη σύσταση κάποιου Επιστήμονα Υγείας.
Τι μπορούμε όμως από μόνοι μας να κάνουμε;
Αρχικά λοιπόν πρέπει να συμμορφωθούμε με απλούς διαιτητικούς κανόνες, όπως η καλή και αργή μάσηση των τροφών, η αποφυγή καπνίσματος κατά το γεύμα, η αποφυγή κατανάλωσης μεγάλης ποσότητας αεριούχων ποτών ή οινοπνεύματος και η διάθεση επαρκούς χρόνου για τα γεύματά μας. Εάν εξακολουθούν, παρ’ όλα αυτά, τα συμπτώματα της δυσπεψίας, τότε πρέπει να καταφύγουμε σε ένα σκεύασμα που θα μειώσει τον όγκο των αερίων του γαστρεντερικού σωλήνα.
Ένα μοναδικό στον τρόπο δράσης του σκεύασμα με εξαιρετικά αποτελέσματα είναι το CARBOSYLANE, που περιέχει ως δραστικές ουσίες τον φυτικό ενεργό άνθρακα από καρύδα και την σιμεθικόνη.
Οι συγκεκριμένες ουσίες, χωρίς οι ίδιες να απορροφώνται από τον οργανισμό, έχουν την ιδιότητα να διασπούν τον αφρό που σχηματίζεται (σιμεθικόνη – αντιαφριστικός παράγοντας) και να απορροφούν τα αέρια που παράγονται (φυτικός ενεργός άνθρακας – απορροφητικός παράγοντας) στο γαστρεντερικό σωλήνα, απαλλάσσοντας έτσι αποτελεσματικά από τη δυσπεψία και τον μετεωρισμό.
Το CARBOSYLANE είναι ένα φάρμακο που απλώς “περνά” από το πεπτικό σύστημα χωρίς να απορροφάται, δηλαδή δε μπαίνει στην κυκλοφορία του οργανισμού, και προσφέρει χωρίς ανεπιθύμητες ενέργειες αποτελεσματική ανακούφιση από τα συμπτώματα της δυσπεψίας και του μετεωρισμού.
Χορηγείται χωρίς ιατρική συνταγή.
Υπεύθυνος Ιατρός:
Ελευθέριος Αζάς, Παθολόγος, Ιατρικός Σύμβουλος της Εταιρείας ‘ΦΑΡΜΑΣΕΡΒ-ΛΙΛΛΥ ΑΕΒΕ’
Ιδιαίτερες προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση
Όλα τα συγχορηγούμενα με το CARBOSYLANE φάρμακα πρέπει να λαμβάνονται τουλάχιστον μία ώρα πριν από ή τουλάχιστον μία ώρα μετά από τη λήψη του CARBOSYLANE. Αυτό συνιστάται, επειδή είναι δυνατό να μειωθεί η απορρόφηση των συγχορηγουμένων φαρμάκων, λόγω των προσροφητικών ιδιοτήτων του ενεργού άνθρακα.