Καλσιτονίνη
Η καλσιτονίνη είναι μια πεπτιδική ορμόνη που παράγεται από τα παραθυλακικά κύτταρα C του θυρεοειδούς αδένα. Η δράση της, ωστόσο, δεν συσχετίζεται με τη δράση των θυρεοειδικών ορμονών. Εμπλέκεται στο μεταβολισμό του ασβεστίου, μαζί με την παραθορμόνη και τη βιταμίνη D.
Το φυσιολογικό ερέθισμα για την έκκριση καλσιτονίνης είναι η αύξηση του ασβεστίου του αίματος. Αντίθετα, η ελάττωση του ασβεστίου του αίματος αναστέλλει την έκκρισή της. Ακριβώς τα αντίστροφα ισχύουν για την παραθορμόνη. Η καλσιτονίνη δρα στους οστεοκλάστες, ένα είδος κυττάρων του οστίτη ιστού που απορροφούν τις οστικές δοκίδες, ως μέρος της φυσιολογικής αναδόμησης του οστού. Συγκεκριμένα, η καλσιτονίνη αναστέλλει τη δράση των οστεοκλαστών και με τον τρόπο αυτό εμποδίζει την απελευθέρωση του ασβεστίου στο αίμα από τους οστεοκλάστες. Συνεπώς, με τη δράση της ελαττώνει τη στάθμη του ασβεστίου του αίματος . Η αναστολή της δράσης των οστεοκλαστών βρίσκει εφαρμογή στη θεραπευτική αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης και της νόσου του Paget. Στην περίπτωση της οστεοπόρωσης, η καλσιτονίνη χορηγείται με τη μορφή spray ενδορρινικών ψεκασμών και βοηθά στη διατήρηση της οστικής μάζας.
Η καλσιτονίνη δεν είναι απαραίτητη για τη ζωή, και αυτό φαίνεται στις περιπτώσεις ολικής θυρεοειδεκτομής, όπου δεν απαιτείται ορμονική υποκατάσταση με καλσιτονίνη δια βίου. Επίσης, η καλσιτονίνη αυξάνει στο μυελοειδές καρκίνωμα του θυρεοειδούς, όπου χρησιμοποιείται ως καρκινικός δείκτης, για την παρακολούθηση της εξέλιξης του νοσήματος.