Γυροειδής αλωπεκεία
Η γυροειδής αλωπεκεία (κατά κόσμον τριχοφάγος) είναι μια νόσος των τριχών η οποία χαρακτηρίζεται συνήθως από μια ή περισσότερες στρογγυλές άτριχες περιοχές στο τριχωτό της κεφαλής ή σε άλλα σημεία του σώματος, όπως στα φρύδια, στις βλεφαρίδες ή οπουδήποτε αλλού. Σπάνια οι ασθενείς χάνουν όλες τις τρίχες της κεφαλής (ολική γυροειδής αλωπεκία) ή όλες τις τρίχες του σώματος (καθολική γυροειδής αλωπεκία).
Σπάνια μορφή της γυροειδούς αλωπεκία είναι η διάχυτη, στην οποία οι τρίχες που πέφτουν είναι διάσπαρτες από όλο το κεφάλι.
Συνοδό εύρημα της γυροειδούς αλωπεκίας, ειδικά στις πιο σοβαρές και επίμονες μορφές της, είναι οι βλάβες των νυχιών. Τα νύχια μπορεί να εμφανίζουν μικρά εντυπώματα (βοθρία), λευκές περιοχές, να είναι κοίλα ή τραχιά σαν γυαλόχαρτο.
Η γυροειδής αλωπεκία αφορά ασθενείς κάθε ηλικίας, είναι όμως πιο συχνή στα παιδιά. Μερικές φορές υπάρχει σχετικό οικογενειακό ιστορικό. Είναι νόσος αυτοάνοση, δηλαδή το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενή «επιτίθεται» στους τριχικούς θυλάκους προκαλώντας την πτώση των τριχών. Οι ασθενείς που πάσχουν από γυροειδή αλωπεκία συχνά πάσχουν και από άλλα αυτοάνοσα νοσήματα (όπως λεύκη, αυτοάνοση θυρεοειδίτιδα ) είτε οι ίδιοι είτε οι συγγενείς τους.
Η διάγνωση της νόσου γίνεται από το Δερματολόγο κλινικά και δερματοσκοπικά, σπάνια και με βιοψία δέρματος σε περίπτωση διαγνωστικού διλλήματος. Εξετάσεις αίματος μπορεί να ζητηθούν για τη διερεύνηση άλλου συνυπάρχοντος αυτοάνοσου νοσήματος.
Η θεραπεία δεν είναι πάντα αποτελεσματική, ωστόσο μπορεί να βοηθήσει στη γρηγορότερη επανέκφυση των τριχών. Η τοπική θεραπεία με ενδοβλαβική έγχυση στεροειδών ή η τοπική χρήση τους σε μορφή κρέμας ή διαλύματος είναι η πιο συνηθισμένη σε εντοπισμένη νόσο. Πιο δραστικές θεραπείες επιλέγονται σε εκτεταμένη νόσο.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι τρίχες επανεκφύονται, ακόμα και αυτόματα, αρχικά λευκές και λεπτές, ενώ στη συνέχεια αποκτούν το φυσιολογικό τους χρώμα. Δυσμενείς προγνωστικοί παράγοντες για την αποκατάσταση των τριχών θεωρούνται η εκτεταμένη νόσος, οι συνυπάρχουσες βλάβες των νυχιών, η παρουσία και άλλων αυτοάνοσων νοσημάτων και το θετικό οικογενειακό ιστορικό. Συχνές δυστυχώς είναι και οι υποτροπές της νόσου, ωστόσο σε μεγάλο ποσοστό ασθενών οι τρίχες επανεκφύονται και δεν ξαναχάνονται.