Η γρίπη των πτηνών

Facebooktwitterpinterest

Η γρίπη των πτηνών είναι οξεία ιογενής νόσος που προσβάλλει αρκετά είδη πτηνών κάθε ηλικίας και χαρακτηρίζεται από υψηλή γενικά νοσηρότητα και θνησιμότητα. Είναι γνωστή στην Ευρώπη από το 1880 και παλαιότερα είχε παγκόσμια εξάπλωση.

Ιδιαίτερα ευπαθή στη γρίπη είναι τα ορνιθοειδή και ακολουθούν οι ινδιάνοι, οι πάπιες, οι φασιανοί, τα ορτύκια, οι χήνες, τα χελιδόνια και πλήθος άγριων και αποδημητικών πτηνών (ιδιαίτερα τα στεγανόποδα) όχι όμως τα περιστέρια.
Ευπαθή επίσης στον ιό της γρίπης είναι και άλλα είδη ζώων, όπως τα χοιροειδή, τα ιπποειδή, οι φώκιες και οι φάλαινες.

Αιτιολογία.

Οφείλεται σε ιό RNA που κατατάσσεται στους ορθομυξοϊούς ή γριπικούς ιούς και ανήκει στο γριπικό τύπο Α. Ο τύπος Α διακρίνεται περαιτέρω σε υποτύπους ανάλογα με την ύπαρξη ή μη αντιγόνων αιμοσυγκολητίνης (Η) και νευραμινιδάσης (Ν). Σήμερα είναι γνωστοί 15 υπότυποι με αντιγόνο Η και 9 με αντιγόνο Ν. Περισσότερο παθογόνοι για τα πτηνά θεωρούνται οι υπότυποι Η5 και Η7.
Αποθήκη του ιού στη φύση φαίνεται ότι είναι διάφορα άγρια υδρόβια πτηνά τα οποία τον μεταδίδουν στα λοιπά άγρια και οικόσιτα.

Ο ιός είναι σχετικά ευαίσθητος στο εξωτερικό περιβάλλον και τα απολυμαντικά.

Σε θερμοκρασία 56 βαθμών C επέρχεται ταχεία αδρανοποίηση του ιού.
Χάνει τη λοιμογόνο του δύναμη μετά από 85 ημέρες σε περιβάλλον 6 ή 37 βαθμών C.
Σε διάλυμα γλυκερίνης 50% σε θερμοκρασία 0 βαθ. C διατηρείται επί μήνες, ενώ σε θερμοκρασία -70 βαθ. C διατηρείται για περισσότερες από 250 ημέρες.
Καταστρέφεται σε 10 λεπτά σε διάλυμα φαινόλης 5% ή σε 6 ώρες σε διάλυμα φορμόλης 0,2 – 0,4%, καθώς επίσης στην επίδραση αραιών οξέων, τον αιθέρα και τις υπεριώδεις ακτίνες.
Η ευαισθησία αυτή του ιού εξηγεί και τη σποραδικότητα της νόσου μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, όταν γενικεύτηκε η χρήση απολυμαντικών στα πτηνοτροφεία.

Τρόπος μετάδοσης.

Η μετάδοση της νόσου στα ευπαθή πτηνά γίνεται με την επαφή τους με ασθενή, τα οποία φέρουν τον ιό μέσα στα ρινικά και οφθαλμικά εκκρίματα, το σάλιο και τα περιττώματά τους. Η είσοδος του ιού στον οργανισμό του πτηνού γίνεται κυρίως από την πεπτική οδό, αλλά πιθανότατα και από την αναπνευστική.
Έτσι, ο ιός μεταδίδεται με την τροφή, το πόσιμο νερό, τη στρωμνή, τα πτηνοτροφικά σκεύη, τους διάφορους επισκέπτες ή άλλα μέσα, που έχουν προηγουμένως μολυνθεί. Κάθετη μετάδοση της γρίπης είναι δυνατή, αλλά δεν έχει ιδιαίτερη πρακτική σημασία, γιατί τα πτηνά που προσβάλλονται σπάνια επιζούν.
Στην εξάπλωση της ίωσης σε μικρές αποστάσεις ρόλο φαίνεται να παίζουν τα συνήθη έντομα που διαβιούν στα πτηνοτροφεία, ενώ σε μακρινές αποστάσεις το κυριότερο μέσο διασποράς φαίνεται ότι είναι τα άγρια πτηνά και ιδιαίτερα τα αποδημητικά.

Συμπτώματα.

Τα συμπτώματα διαφέρουν ανάλογα με το στέλεχος του ιού, το είδος και την ηλικία των πτηνών.
Συνήθως η περίοδος επώασης κυμαίνεται μεταξύ 3 – 5 ημερών και η νόσος εισβάλλει απότομα με νοσηρότητα και θνησιμότητα που ποικίλουν ευρέως.
Συχνά τα ορνιθοειδή πέφτουν νεκρά χωρίς να προλάβουν να εμφανίσουν συμπτώματα με απώλειες που μπορεί να φτάσουν το 100%.
Συνήθως όμως εκδηλώνουν ανορεξία, ατονία, ασυντόνιστες κινήσεις και σε περίπτωση που βρίσκονται σε ωοτοκία, παύση της. Επίσης εμφανίζουν σουφρωμένο πτέρωμα και χαρακτηριστικό οίδημα στην κεφαλή, τα λειριά και τον τράχηλο, καθώς και κυάνωση στα γυμνά από φτερά μέρη του σώματος. Επιπλέον μπορεί να παρουσιάσουν βήχα, φτερνίσματα, ρόγχους και υπερβολική δακρύρροια η οποία συνοδεύεται από επιπεφυκίτιδα και ρινίτιδα και τέλος, διάρροια με υδαρή πράσινα κόπρανα.
Οι πάπιες και οι ινδιάνοι εμφανίζουν επιπλέον και χαρακτηριστική παραρρινική κολπίτιδα, με αυξημένη νοσηρότητα, αλλά χαμηλή, σε σχέση με τα ορνιθοειδή θνησιμότητα.
Ορισμένα στελέχη του ιού, κυρίως στα στεγανόποδα (πάπιες, χήνες) δυνατόν να προκαλέσουν και νευρικά συμπτώματα, όπως κρίσεις διέγερσης, τετανία, κυκλοτερείς κινήσεις, αταξία και τύφλωση.

Νεκροτομικά ευρήματα.

Στη νεκροψία το πτώμα παρουσιάζει εικόνα αιμορραγικής σηψαιμίας. Διακρίνονται πετέχειες ή και εκχυμώσεις στο λιπώδη ιστό της στερνικής χώρας και στην εσωτερική επιφάνεια του στέρνου, υποδόριο οίδημα στη χώρα της κεφαλής και του τραχήλου και εντυπωσιακές εκχυμώσεις στο βλεννογόνο του αδενώδους στομάχου και το λίπος που τον περιβάλλει.
Η καρδιά παρουσιάζει συχνά πετέχειες και ο περικαρδιακός σάκκος περιέχει εξίδρωμα.
Ο ορογόνος και ο βλεννογόνος του εντέρου παρουσιάζουν πετέχειες.
Το ήπαρ είναι συμφορημένο και καλυμμένο με ινώδες εξίδρωμα και σε χρόνιες περιπτώσεις εμφανίζει εστίες νέκρωσης, όπως επίσης και ο σπλήνας, ο οποίος είναι μικρός και αναιμικός.
Κατά τη μικροσκοπική εξέταση οι αλλοιώσεις εντοπίζονται κυρίως στον εγκέφαλο. Παρατηρείται εγκεφαλίτιδα με περιαγγειακή διήθηση και εκφύλιση των νευρικών κυττάρων, γύρω από τα οποία παρατηρούνται νεκρωτικές εστίες και υπερπλασία των νευρογλοιακών κυττάρων.
Όλες οι παραπάνω αλλοιώσεις δεν είναι παθογνωμονικές και παρατηρούνται στα περισσότερα οξέα νοσήματα των πτηνών.

Διάγνωση.

Η κλινική διάγνωση είναι αρκετά δύσκολη. Ενδεικτικά της νόσου συμπτώματα είναι η απότομη εισβολή, η υψηλή νοσηρότητα και η μεγάλη θνησιμότητα, τα νεκροτομικά ευρήματα και ιδιαίτερα το υποδόριο οίδημα της κεφαλής και του τραχήλου.
Η γρίπη των πτηνών πρέπει να διαφοροποιηθεί από τις ακόλουθες νόσους:

  1. Την ψευδοπανώλη. Δίνει χαρακτηριστικές ωοειδείς αιμορραγίες και νεκρωτικές περιοχές στο βλεννογόνο του εντέρου και έχει λιτότερο αιμορραγικό χαρακτήρα.
  2. Τη λοιμώδη βρογχίτιδα και τη λοιμώδη λαρυγγοτραχεΐτιδα. Δεν δίνουν νευρικά συμπτώματα ούτε έχουν τόσο υψηλή θνησιμότητα.
  3. Τη χρόνια αναπνευστική νόσο (ΧΑΝ) και τη λοιμώδη παραρρινική κολπίτιδα. Έχουν χρόνια διαδρομή και μικρή θνησιμότητα.
  4. Την ορνίθωση. Δεν παρατηρούνται νευρικά συμπτώματα και ο σπλήνας εδώ είναι διογκωμένος.
  5. Την οξεία παστεριδίαση και τον τύφο. Δεν παρατηρούνται συνήθως νευρικά συμπτώματα, ούτε η ταχεία μετάδοση της γρίπης.
  6. Τη λοιμώδη κόρυζα. Παρατηρείται χρόνια διαδρομή και αμελητέα θνησιμότητα.

Η εργαστηριακή διάγνωση της γρίπης βασίζεται στην απομόνωση και την ταυτοποίηση του ιού.
Η απομόνωση του ιού γίνεται με ενοφθαλμισμό παθολογικού υλικού σε εμβρυοφόρα αβγά (8 – 10 ημερών), οπότε σε θετικά περιστατικά επέρχεται θάνατος των εμβρύων σε διάστημα 24 – 48 ωρών με πολλαπλές αιμορραγίες στους σκελετικούς μυς και το ΚΝΣ.
Το υλικό που συλλέγεται και αποστέλλεται για εξέταση είναι για μεν τα άρρωστα πτηνά επιχρίσματα αμάρας ή κόπρανα και επιχρίσματα της τραχείας, για δε τα προσφάτως νεκρά κόπρανα ή περιεχόμενο φανερά προσβεβλημένων οργάνων, όπως είναι τα έντερα, ο εγκέφαλος, η τραχεία, οι πνεύμονες, το ήπαρ, η σπλήνας κλπ.
Η ταυτοποίηση του ιού γίνεται με τις δοκιμασίες της οροεξουδετέρωσης, της αναστολής της αιμοσυγκόλλησης ή της διάχυσης σε άγαρ.

Εξέλιξη – Πρόγνωση.

Η νόσος στα ορνιθοειδή έχει ταχεία διαδρομή και συνήθως παρουσιάζει υψηλή νοσηρότητα και θνησιμότητα, που φτάνουν και στο 100%.
Στους ινδιάνους και τα στεγανόποδα η νοσηρότητα και η θνησιμότητα ποικίλουν πάρα πολύ. Ειδικά για τους ινδιάνους, αναφέρεται ότι στη βόρεια Αμερική σε φυσικές λοιμώξεις η θνησιμότητα σπάνια ξεπέρασε το 10%, ενώ σε πειρατικές συνθήκες ήταν πολύ υψηλότερη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, τα λίγα ή περισσότερα πτηνά που επιζούν κάθε φορά μιας νόσου, εμφανίζουν ισχυρή ανοσία και φέρουν στον οργανισμό τους οροεξουδετερωτικά, καθώς και ανασταλτικά της αιμοσυγκόλησης αντισώματα.
Η πρόγνωση είναι πάντοτε κακή. Η γρίπη των πτηνών, εκτός από τους ομαδικούς θανάτους που προκαλεί, έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της ανάπτυξης των πτηνών και γενικά τη δραματική μείωση των αποδόσεών τους σε κρέας ή αβγά.

Θεραπεία – Πρόληψη.

Θεραπεία για τη γρίπη των πτηνών αφ’ ενός μεν δεν υπάρχει, αφ’ ετέρου απαγορεύεται κάθε προσπάθεια θεραπευτικής αντιμετώπισης.
Για την προφύλαξη των πτηνών δοκιμάστηκαν κατά το παρελθόν διάφορα νεκρά ή ζωντανά εξασθενημένα εμβόλια, τα οποία όμως έχουν εγκαταλειφθεί. Τα νεκρά γιατί δεν έδωσαν ικανοποιητικά αποτελέσματα, τα ζωντανά από το φόβο διασποράς του ιού.
Στη χώρα μας, η αντιμετώπιση της γρίπης των πτηνών καθορίζεται από τις διατάξεις του Π.Δ. 31/1995 “Θέσπιση μέτρων για την καταπολέμηση της γρίπης των ορνίθων σε συμμόρφωση προς την οδηγία 92/40/ΕΟΚ του Συμβουλίου” (Α. 25).

http://users.otenet.gr/

Facebooktwitterpinterest

Στείλτε τις απορίες σας

Στείλτε τις απορίες σας στο Γιατρό - Συγγραφέα του παραπάνω άρθρου
  • This field is for validation purposes and should be left unchanged.