Υιοθεσία, μια δύσκολη συζήτηση για τους γονείς…
Ένα από τα βασικά ερωτήματα που υπάρχει στο μυαλό των γονιών υιοθετημένων παιδιών είναι το ποια είναι η κατάλληλη στιγμή αλλά και ο κατάλληλος τρόπος για να ενημερώσουν το παιδί τους για την υιοθεσία. Δεν βρίσκουν καμιά στιγμή που να είναι η ιδανική και παράλληλα θεωρούν ότι δεν υπάρχουν τα κατάλληλα λόγια για να το ενημερώσουν.
Ενώ οι φόβοι για το τι θα ακολουθήσει μετά την αποκάλυψη της αλήθειας είναι επίσης μεγάλοι. Πώς θα αντιδράσει το παιδί; Θα αντιδράσει άμεσα; Ή θα το μάθει σήμερα και θα αντιδράσει βίαια όταν είναι έφηβος; Θα αλλάξουν η συμπεριφορά και τα συναισθήματα του;
Ωστόσο, πλέον οι επιστήμες που ασχολούνται με την ανάπτυξη του παιδιού, υποστηρίζουν ότι καλό είναι το παιδί να ενημερώνεται από μικρή ηλικία, καθώς κάτι τέτοιο το βοηθά να αποδεχτεί ευκολότερα το γεγονός της υιοθεσίας. Να τονιστεί ότι η ενημέρωση καλό είναι να γίνεται από τους γονείς με απλό και κατανοητό τρόπο.
Ένας απλός τρόπος για να ξεκινήσουν οι γονείς την συζήτηση, είναι διαβάζοντας του παραμύθια που πραγματεύονται ανάλογες καταστάσεις ή μπορούν ακόμα και να μιλήσουν απευθείας στο παιδί για την δική του περίπτωση. Βέβαια, ένα παιδί μικρής ηλικίας δεν μπορεί να κατανοήσει απόλυτα την έννοια της υιοθεσίας, γι’ αυτό και θα χρειαστεί να επανέλθουν σε αυτό και σε άλλες στιγμές στη διάρκεια της ανάπτυξης του. Όπως αναφέρουν οι Brondzinsky, Singer και Braff (1984, στο Watkins & Fisher, 2007), για να καταλάβει ένα παιδί τι σημαίνει υιοθεσία, πρέπει πρώτα να αποκτήσει κάποιες γνώσεις για τη γέννηση και την αναπαραγωγή, για τους ρόλους και τις σχέσεις στην οικογένεια, τις αξίες, τα διαπροσωπικά κίνητρα και τη λειτουργία των κοινωνικών θεσμών. Αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι ο γονιός θα πρέπει να περιμένει για να πει στο παιδί ότι είναι υιοθετημένο. Καθήκον του είναι να το ενημερώσει από την αρχή και καθώς ωριμάζει να του δίνει παραπάνω πληροφορίες, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να μάθει να ακούει το παιδί για να καταλαβαίνει πώς βιώνει την υιοθεσία.
Πολλοί είναι οι γονείς που διστάζουν να μιλήσουν στα παιδιά όταν είναι ακόμα μικρά, φοβούμενοι ότι μια τέτοια ανακοίνωση θα τραυματίσει το παιδί. Ωστόσο, οι γονείς είναι σημαντικό να αποδεχτούν ότι δεν μπορούν να προστατεύσουν το παιδί τους από κάθε στεναχώρια –όσο κι αν το θέλουν. Αλλά, ένας τρυφερός γονιός μπορεί να μετριάσει τον πόνο του. Στην ουσία, η πρώιμη συζήτηση θα βοηθήσει τόσο το παιδί όσο και τους ίδιους τους γονείς να δημιουργήσουν μια σχέση που βασίζεται στην ειλικρίνεια και όχι στα μυστικά. Είναι γνωστό ότι η ύπαρξη μυστικών μπορεί να αποβεί επιζήμια για τις μεταξύ τους σχέσεις και να τροφοδοτεί ένα κλίμα μυστικοπάθειας μέσα στην οικογένεια. Το παιδί πρέπει να αντιληφθεί ότι η υιοθεσία είναι μια φυσιολογική διαδικασία και δεν υπάρχει τίποτα κακό ή μυστικό γύρω απ’ αυτή. Είναι βοηθητικό για το παιδί να νιώθει ότι οι γονείς είναι απόλυτα συμφιλιωμένοι με την υιοθεσία και άρα είναι ανοικτοί να απαντήσουν σε οποιαδήποτε απορία του, χωρίς τον φόβο ότι θα τους πληγώσει.
Ένας ακόμη από τους βασικούς φόβους των γονιών είναι τι μπορεί να συμβεί αν το παιδί θελήσει να μάθει για τους βιολογικούς του γονείς. Καλό είναι, λοιπόν, να έχουν στο μυαλό τους ότι η επιθυμία ή ακόμα και η ανάγκη του παιδιού να μάθει πληροφορίες για το παρελθόν του είναι απόλυτα φυσιολογική και δεν χρειάζεται να την ερμηνεύουν σαν απόρριψη προς το πρόσωπο τους ή αμφισβήτηση. Οι έρευνες δείχνουν ότι ένα πολύ μικρό ποσοστό υιοθετημένων παιδιών επιθυμεί να συναντήσει τους βιολογικούς του γονείς. Και τα παιδιά που τους αναζητούν σε καμιά περίπτωση δεν θεωρούν ότι ήταν ανεπαρκής η θετή τους οικογένεια. Η αναζήτηση τους αφορά την ανάγκη να γνωρίσουν το παρελθόν τους.
Είναι αναμενόμενο ότι η στιγμή που οι γονείς θα κληθούν για να απαντήσουν στα ερωτήματα του παιδιού τους για το ποιοι είναι οι βιολογικοί τους γονείς και γιατί το εγκατέλειψαν, είναι δύσκολη. Ωστόσο, καλό είναι αρχικά να πουν στο παιδί λίγα λόγια, πάντα προσαρμοσμένα στην ηλικία που βρίσκεται και κυρίως να του μεταδώσουν το συναίσθημα ότι οι γονείς του δεν το εγκατέλειψαν ή το άφησαν επειδή εκείνο ήταν «κακό» παιδί αλλά επειδή, για κάποιους λόγους, δεν μπορούσαν να το μεγαλώσουν και επιθυμούσαν να του προσφέρουν μια καλύτερη ζωή. Όταν το παιδί μεγαλώσει, αν θελήσει να μάθει περισσότερες λεπτομέρειες για τους βιολογικούς του γονείς, τότε οι γονείς του μπορούν να το βοηθήσουν και να το υποστηρίξουν στη διαδικασία αναζήτησης.
Κλείνοντας, αντιλαμβάνομαι απόλυτα ότι μια τέτοια συζήτηση είναι δύσκολη και αγχώνει συχνά τους γονείς. Ωστόσο, είναι κάτι που καλό είναι να γίνει, έτσι ώστε να μπουν οι βάσεις για μια υγιή και «καθαρή» σχέση γονέα – παιδιού. Όταν οι γονείς νιώθουν ότι το βάρος αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο, όταν έχουν άγχος και αγωνία είναι καλό να συμβουλευτούν κάποιον ειδικό ο οποίος θα τους συμβουλεύσει, θα τους υποστηρίξει και θα τους βοηθήσει να «βρουν τα λόγια» για να μιλήσουν στο παιδί τους.
Μαρία Βερβέρη,
Ψυχολόγος,