14 Νοεμβρίου,Παγκόσμια ημέρα κατά του Διαβήτη
Η ανακάλυψη της ινσουλίνης
Κάθε χρόνο στις 14 Νοεμβρίου εορτάζεται η Παγκόσμια ημέρα κατά του Διαβήτη με πρωτοβουλία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Διαβήτη και υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Ο εορτασμός αυτός έχει σαν στόχο την αναγνώριση από τον κόσμο των αιτίων , των συμπτωμάτων , της θεραπείας και των επιπλοκών του διαβήτη με σκοπό την ευαισθητοποίηση του κοινού και τη ενημέρωσή του για την πρόληψη και αντιμετώπιση της σοβαρής αυτής νόσου.
Η 14η Νοεμβρίου είναι η ημέρα των γενεθλίων του Καναδού νομπελίστα ιατρού Frederick Banting,(1891-1941) που μαζί με τον ομοεθνή του , φοιτητή τότε, Clarles Best (1899-1978) ανακάλυψε το 1921 την Ινσουλίνη , την ουσία εκείνη που έμελε να σώσει εκατομμύρια ζωές τα επόμενα χρόνια.
Αν και από την ανακάλυψη της ινσουλίνης δεν έχει συμπληρωθεί ακόμη ένας αιώνας , ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί ιατρικό πρόβλημα εδώ και 35 αιώνες. Η πρώτη περιγραφή του διαβήτη βρέθηκε σε χειρόγραφο της αρχαίας Αιγύπτου (γύρω στο 1500 πΧ.) που σήμερα είναι γνωστό σαν “Πάπυρος Εbers”.
Σ’ αυτό το χειρόγραφο, ο διαβήτης περιγράφεται με εξαιρετική σαφήνεια σαν «νόσος με πολυουρία και λιποσαρκία». Ο όρος διαβήτης αποδίδεται στον Έλληνα ιατρό Αρεταίο τον Καππαδόκη, που έζησε το δεύτερο ήμισυ του 2ου αιώνα μ.Χ., ο οποίος παρατήρησε τα δύο βασικά και κύρια συμπτώματα των διαβητικών, την πολυδιψία και την πολυουρία.
Έτσι, θεώρησε ότι το σώμα του διαβητικού μοιάζει με έναν σωλήνα μέσα από τον οποίον διαβαίνει το νερό εισερχόμενο με την πόση του ύδατος από το ένα άκρο και εξερχόμενο με την ούρηση από το άλλο άκρο.
Πολύ αργότερα ο Thomas Willis (1621-1675) προσέθεσε στον διαβήτη το επίθετο “σακχαρώδης” όταν ανακάλυψε ότι τα ούρα των διαβητικών είναι «σε θαυμαστό βαθμό γλυκά σαν να είναι ποτισμένα με μέλι ή ζάχαρη».
Επίσης, το επίθετο σακχαρώδης αντιδιαστέλει και την μορφή αυτή του διαβήτη από ένα άλλο διαβήτη, τον «άποιο» (χωρίς ποιότητα), που δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τον προηγούμενο.
Ο σημαντικότερος όμως σταθμός, τόσο στην ιστορία του διαβήτη όσο και στην ζωή των διαβητικών ατόμων ήταν η ανακάλυψη της Ινσουλίνης.
Πριν από την ανακάλυψη της ινσουλίνης, ο σακχαρώδης διαβήτης ήταν μια πάθηση που προκαλούσε τον τρόμο στον κόσμο, ενώ η πορεία προς το θάνατο των διαβητικών λόγω της νόσου τους ήταν σχετικά σύντομη και αναπόφευκτη.
Οι ιατρικές δυνατότητες της εποχής περιορίζονταν στη γνώση ότι η ζάχαρη επιδείνωνε την κατάσταση των διαβητικών και γι’ αυτό το λόγο οι ασθενείς αυτοί υποβάλλονταν σε πολύ αυστηρές δίαιτες με ελάχιστη πρόσληψη σακχάρων.
Στην καλύτερη περίπτωση η συγκεκριμένη θεραπεία θα μπορούσε να χαρίσει στους διαβητικούς μερικά επιπλέον χρόνια, χωρίς όμως φυσιολογική ζωή.
Επιπλέον, οι σκληρές δίαιτες μπορούσαν ακόμη και να προκαλέσουν το θάνατο λόγω υποσιτισμού.
Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα είχαν εμφανισθεί ενδείξεις ότι το πάγκρεας σχετίζεται κατά κάποιο τρόπο με τον διαβήτη.
Αυτή την αιτιολογική σχέση του παγκρέατος με τον διαβήτη είχαν για πρώτη φορά διατυπώσει γύρω στο 1860 δυο Γάλοι ιατροί, ο Ethienne Lancereaux και ο Appolinaire Bouchardat.
Το γεγονός όμως ότι στα νεκροτομικά ευρήματα δεν διαπίστωναν στο πάγκρεας σημαντικές παθολογικές αλλοιώσεις που να είναι ενδεικτικές κάποιας νόσου, τους απομάκρυναν από την μελέτη του παγκρέατος ως υπευθύνου οργάνου για την νόσο.
Το 1869 ένας νεαρός φοιτητής της Ιατρικής σχολής στο Βερολίνο, ο Paul Langerhans, κατά την συγγραφή της διατριβής του, μελετώντας στο μικροσκόπιο την δομή του παγκρέατος , ανακάλυψε «σωρούς κυττάρων» μέσα στον ιστό του παγκρέατος ενός κουνελιού χωρίς να κάνει τότε κάποια υπόθεση για την λειτουργία τους.
Αυτοί οι σωροί των κυττάρων έμελε αργότερα να αποδειχθεί ότι περιείχαν έναν ειδικό τύπο κυττάρων , τα λεγόμενα β-κύτταρα που ευρέθη να είναι υπεύθυνα για την έκκριση της Ινσουλίνης δηλ. της ορμόνης εκείνης που μειώνει τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Και αυτά τα νησίδια προς τιμήν του ερευνητή που τα ανακάλυψε ονομάστηκαν νησίδια του Langerhans.
To 1889 στο Στρασβούργο , δύο ιατροί, ο Oscar Minkowski και ο Joseph von Mering, αφαιρώντας το πάγκρεας από ένα σκύλο του προκάλεσαν την τυπική κλινική εικόνα του διαβήτη όπως εμφανίζεται στον άνθρωπο.
Στην συνέχεια με πλέον εξειδικευμένα πειράματα απέδειξαν ότι το πάγκρεας έχει δυο τουλάχιστον λειτουργίες, μία εξωκρινή για την έκκριση των παγκρεατικών ενζύμων που συμμετέχουν στην πέψη και μια ενδοκρινή για την παραγωγή μιας ουσίας που ρυθμίζει το σάκχαρο του αίματος. Από κει και πέρα ήταν θέμα χρόνου η απομόνωση αυτής της ουσίας που αποτελούσε το κλειδί για την αντιμετώπιση του σακχαρώδους διαβήτη.
Μετά την δημοσίευση των αποτελεσμάτων των Mering και Minkowski, ένα Γάλλος ιστολόγος , ο E.G.Laquesse, ανατρέχοντας στην δημοσίευση του Langrehans που είχε γίνει 23 χρόνια πριν, διατύπωσε την υπόθεση πως η απουσία από το πάγκρεας των κυττάρων που «κατά σωρούς» περιέγραψε ο τότε νεαρός φοιτητής της ιατρικής, είναι υπεύθυνη για την εγκατάσταση του διαβήτη.
Ο ερευνητής μάλιστα αυτός έδωσε στους «σωρούς» των κυττάρων και το όνομα νησίδια, για να περιγράψει την εικόνα που παρουσίαζαν οι σωροί αυτοί των κυττάρων διασκορπισμένοι μέσα στην «αχανή» όπως την περιέγραφε «θάλασσα» του παγκρεατικού ιστού.
Στην συνέχεια πολλοί ερευνητές προσπάθησαν να φθάσουν στην απομόνωση της ουσίας αυτής, που η έλλειψη της ήταν υπεύθυνη για την εμφάνιση του διαβήτη, κάνοντας πολλαπλά πειράματα με εκχυλίσματα παγκρέατος σε πειραματόζωα. Μερικοί κατάφεραν να φθάσουν πολλοί κοντά στον στόχο της ανακάλυψης αυτής της ουσίας, όμως ο θρίαμβος ήλθε τις πρώτες ημέρες του 1922 όταν για πρώτη φορά χορηγήθηκε η ινσουλίνη σε ένα 14χρονο διαβητικό αγόρι με πολύ βαριά κλινική εικόνα και αναπόφευκτο τέλος. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Στις 30 Οκτωβρίου του 1920 ένας νεαρός Καναδός χειρούργος, ο Frederic Banting, προετοιμαζόμενος να κάνει διάλεξη στους φοιτητές , στο London Western University έξω από το Toronto του Καναδά που υπηρετούσε σαν βοηθός του καθηγητού της Χειρουργικής Miller, διάβασε κάποια άρθρα που του έδωσαν την ιδέα ότι αν κατόρθωνε με κάποιο τρόπο να απομονώσει από το πάγκρεας την εξωκρινή του μοίρα δηλ. το κομμάτι εκείνο που παράγει τα παγκρεατικά ένζυμα καταστρέφοντας το, θα μπορούσε από το υπόλοιπο τμήμα του παγκρέατος , δηλ την ενδοκρινή του μοίρα να πάρει χωρίς προσμίξεις την ουσία που εκκρίνει η μοίρα αυτή και που όπως μέχρι τότε είχε αποδειχθεί σχετίζετο με τον διαβήτη.
Μένοντας ξάγρυπνος σχεδόν όλη την νύχτα ανέφερε την επομένη το πρωί την ιδέα του αυτή στον καθηγητή Miller ο οποίος του σύστησε να συζητήσει το θέμα αυτό με τον καθηγητή MacLoad στο Ontario, που θεωρείτο βαθύς γνώστης του μεταβολισμού των υδατανθράκων και του διαβήτη γενικότερα.
Στις 7 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου ο Banting συζήτησε το θέμα αυτό με τον MacLoad ο όποιος αν και αρχικά είχε πολλούς ενδοιασμούς δέχτηκε τελικά να υιοθετήσει της ερευνά του και του παραχώρησε ένα εργαστήριο και δύο φοιτητές που θα τον βοηθούσαν εκ περιτροπής στης έρευνά του αυτή το ερχόμενο καλοκαίρι.
Ο ένας από τους φοιτητές αυτούς ήταν ο 22χρονος τότε Charles Best ο οποίος μετά από κλήρωση (στρίψιμο νομίσματος) ξεκίνησε πρώτος να βοηθά τον Banting και ήταν επιφορτισμένος μεταξύ των άλλων και για τον προσδιορισμό του σακχάρου στα ούρα και το αίμα των πειραματόζωων.
Ο Best, πτυχιούχος της φυσιολογίας , ήταν πολύ καλός γνώστης της χημείας του διαβήτη.
Ο χώρος των πειραμάτων ήταν ένα παλιό, μικρό πειραματικό χειρουργείο.
Ο εξοπλισμός ήταν ελάχιστος και οι συνθήκες εργασίας κάθε άλλο παρά ιδανικές.
Τα πειράματα ξεκίνησαν τον Μάιο του 1921 αλλά ο ίδιος ο MacLoad δεν ήταν καθόλου αισιόδοξος για την έκβαση των ερευνών και συμμετείχε προσωπικά μόνο στο πρώτο πείραμα σε σκυλί που πέθανε από υπερδοσολογία αναισθητικού.
Ωστόσο οι Banting και Best συνέχισαν απτόητοι τα πειράματά τους και έγιναν ένα αχώριστο ερευνητικό δίδυμο.
Το ένα σκυλί διαδεχόταν το άλλο. Και οι δύο τους το καλοκαίρι του 1921 έκαναν μια υπερπροσπάθεια. Καθάριζαν οι ίδιοι τα αίματα και το χώρο του πειραματικού χειρουργείου.
Ήταν ζωοκόμοι, καθαρίστριες , νοσηλεύτριες, γιατροί και ερευνητές. Το κυριότερο όμως ήταν ότι ήταν αποφασισμένοι να πετύχουν αλλά είχαν προβλήματα με την διάθεση των σκύλων από το Πανεπιστήμιο.
Άρχισαν να αγοράζουν σκύλους στους δρόμους του Toronto.
Ο Best περιέγραψε αργότερα τον Banting να σέρνει ένα σκύλο στο εργαστήριο δεμένο στην γραβάτα του.
Η κατάσταση ήταν τραγική. Ήδη είχαν χειρουργήσει 19 σκυλιά και τα 12 είχαν πεθάνει από μετεγχειρητικές επιπλοκές. Αλλά και σ’ αυτά που είχαν επιζήσει και είχαν χορηγήσει το εκχύλισμα του παγκρέατος τα αποτελέσματα ήταν αμφιλεγόμενα.
Ο διευθυντής του τμήματος MacLoad ήταν στην Σκωτία για διακοπές, αλλά υπήρχε μεγάλη αποφασιστικότητα από τους δυο ερευνητές και ο Best αποφάσισε να συνεχίσει αυτός την έρευνα στην θέση του άλλου φοιτητή.
Έτσι συνέχισαν για πολύ ακόμη καιρό να αποτελούν αχώριστο ερευνητικό δίδυμο.
Τελικά μετά από πολλές προσπάθειες να παρασκευάσουν όσο το δυνατόν πιο καθαρό εκχύλισμα παγκρέατος, την 1η Αυγούστου, ημέρα Δευτέρα, έκαναν ένεση 8 κ.ε. του τελευταίου και πιο καθαρού εκχυλίσματος που είχαν, σε ένα μισοπεθαμένο σκυλί. Το σάκχαρο του σκύλου έπεσε και το σκυλί στάθηκε στα πόδια του και περπάτησε.
Αν και την επομένη ο σκύλος πέθανε, οι Banting και Best είχαν εντυπωσιασθεί από το γεγονός ότι ο σκύλος ανένηψε με την χρήση του εκχυλίσματος ενώ βρισκόταν σε κώμα.
Εν τω μεταξύ δεν είχαν άλλα παγκρεατεκτομηθέντα σκυλιά και αποφάσισαν να κάνουν στον ίδιο χρόνο την εκτομή του παγκρέατος και την χορήγηση του εκχυλίσματος. Η επέμβαση έγινε στις 3 Αυγούστου και ήταν απόλυτα επιτυχής.
Αμέσως χορηγήθηκε το εκχύλισμα και το σκυλί επέζησε αρκετά με την βοήθεια του εκχυλίσματος. Οι δύο ερευνητές έδωσαν στο εκχύλισμα την ονομασία Isletin.
To ηθικό τους πλέον ήταν πολύ υψηλό. Ο Banting έγγραψε γράμμα στον καθηγητή Macload στο οποίον τον ενημέρωνε για τα αποτελέσματα της έρευνας του ενώ ταυτόχρονα έγραψε πολύ κολακευτικά σχόλια για τον Best.
Στις 6 Σεπτεμβρίου ο Banting πήρε γράμμα από το MacLoad ο οποίος εύρισκε τα αποτελέσματα της έρευνας λίαν ενθαρρυντικά και του συνέστησε να συνεχίσει την έρευνα επισημαίνοντας ορισμένες λεπτομέρειες που θα έπρεπε να προσεχθούν ιδιαίτερα.
Οι Banting και Best συνέχισαν τα πειράματα θυσιάζοντας και άλλα σκυλιά και στις 17 Σεπτεμβρίου χορήγησαν το isletin υποδορίως αλλά χωρίς εντυπωσιακά αποτελέσματα. Όταν ο MacLoad επέστρεψε στις 21 Σεπτεμβρίου, οι Banting και Best είχαν κάνει και άλλα πειράματα. Εν τω μεταξύ το σκυλί που είχε χειρουργηθεί τον Αύγουστο πέθανε από έλλειψη εκχυλίσματος. Ωστόσο το ζητούμενο είχε σχεδόν αποδειχθεί.
Στα μέσα Δεκεμβρίου του τού ίδιου έτους (1921) στην ερευνητική ομάδα μπαίνει και ο James .B.Collip ηλικίας μόλις 29 ετών , κάτοχος PhD και καθηγητής Βιοχημείας.
Ο Collip κατόρθωσε με ειδική μέθοδο να παρασκευάσει βελτιωμένο εκχύλισμα μεγαλύτερης καθαρότητας, με πολύ καλή δραστικότητα.
Το εκχύλισμα που παρασκευάσθηκε με την μέθοδο του Collip ήταν σχεδόν ελεύθερο από τοξικές προσμίξεις.
Τώρα η ομάδα των τεσσάρων ερευνητών (Banting, Best, MacLoad, Collip) ήταν έτοιμη να εφαρμόσει την θεραπευτική μέθοδο και στον άνθρωπο.
Ο πρώτος ασθενής δεν άργησε να βρεθεί. Όπως αναφέρθηκε ήταν ένα 14χρονο αγόρι , ο Leonard Thomson, που είχε φθάσει στο χείλος του γκρεμού. Ζύγιζε περί τα 27 κιλά και «έλιωνε» μέρα με τη μέρα. Είχε ακετόνη και σάκχαρο στα ούρα, ανέπνεε οξεωτικά και περίμενε το αναπόφευκτο τέλος.
Στις 11 Ιανουαρίου του 1922 έλαβε εκχύλισμα από τους Banting και Best αλλά χωρίς καλά αποτελέσματα. Δουλεύοντας σκληρά, πολλές ώρες, ο Collip παρασκεύασε σύντομα, ένα καθαρότερο εκχύλισμα που χορηγήθηκε στις 23 Ιανουαρίου με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Αργότερα, τον Απρίλιο του 1922, μετά από πρόταση του ΜacLoad, το εκχύλισμα αυτό μετονομάστηκε από Isletin σε Ιnsulin (Ινσουλίνη).
Η βελτίωση του ασθενούς με την ινσουλίνη ήταν θεαματική. Η γλυκόζη και οι κετόνες από του ούρα εξαφανίσθηκαν.
Το σάκχαρο από το 520 mg% έπεσε στο 120 mg% και το σημαντικότερο, το παιδί ανέκτησε τις δυνάμεις του και κυριολεκτικά αναστήθηκε.
Ο μικρός Leonard έζησε για 14 ακόμη χρόνια κάνοντας καθημερινά ινσουλίνη. Απεβίωσε σε ηλικία 27 ετών το 1935 από επιπλοκές του διαβήτη.
Ο καθηγητής MacLoad έθεσε όλο το εργαστήριό του στην διάθεση της ερευνητικής ομάδος για την παραγωγή του εκχυλίσματος της ινσουλίνης.
Η αμερικανική εταιρεία Lilly ανέλαβε την εμπορική παραγωγή της Ινσουλίνης και μέσα σε ένα χρόνο η ινσουλίνη ήταν διαθέσιμη σε μεγάλες ποσότητες και έδωσε ζωή σε χιλιάδες διαβητικούς.
Η απήχηση της ανακάλυψης της ινσουλίνης ήταν τεράστια. Σηματοδοτούσε την αρχή μιας νέας εποχής κατά την οποίαν πλέον ο διαβήτης έπαυε να αποτελεί μια σύντομη και θανατηφόρο νόσο.
Η ανακάλυψη της ινσουλίνης είναι μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία της Ιατρικής. Η Ινσουλίνη παρόλο που δεν θεραπεύει τον διαβήτη επιτρέπει στους διαβητικούς να ζουν μια φυσιολογική ζωή.
Στα τέλη του 1923 οι Banting και MacLoad τιμήθηκαν με το βραβείο Nobel για την ανακάλυψη της Ινσουλίνης.
Οι τιμηθέντες μοιράστηκαν το βραβείο του με τους συνεργάτες τους , τον Best και τον Collip. Πρώτος ο Banting διαμαρτυρήθηκε για τον παραγκωνισμό του Best στην βράβευση και μοιράστηκε μαζί του το χρηματικό έπαθλο.
Ακολούθησε ο MacLoad που μοιράστηκε το χρηματικό βραβείο με τον Collip. Αρκετά χρόνια αργότερα η επιτροπή των βραβείων Nobel αναγνώρισε το λάθος της μη βράβευσης του Best.
Στις μεγάλες ανακαλύψεις υπάρχει πάντοτε και η λεγόμενη παράπλευρη ιστορία, ανθρώπινες στιγμές, συναισθήματα, συγκρούσεις, συμβιβασμοί.
Παράλληλα υπάρχουν και άλλα πρόσωπα που αν και εργαστήκαν σκληρά για να επιτύχουν το ίδιο στόχο εν τούτοις το έργο τους δεν ευτύχησε για πολλούς και διαφόρους λόγους να ολοκληρωθεί ή να αναγνωρισθεί. Κάτι τέτοιο υπάρχει και στην περιπετειώδη πορεία για την ανακάλυψη της ινσουλίνης.
Όταν ο MacLoad επέστρεψε από τις διακοπές του στην Σκωτία, ο Banting του ζήτησε να βελτιωθούν οι συνθήκες εργασίας του ιδίου και του Best, να επισκευασθεί το εργαστήριο, να πάρουν έναν ζωοκόμο για να φροντίζει τα σκυλιά και ακόμη να τους δοθούν κάποια χρήματα σαν μισθός αφού μέσα στο εργαστήριο ξόδευαν ατέλειωτες ώρες.
Ο MacLoad είχε αρχικά σημαντικές αντιρρήσεις γιατί δεν υπήρχαν χρήματα για επισκευές και επρόκειτο εξάλλου να μεταφερθούν μελλοντικά σε άλλο κτίριο.
Επίσης κατ αυτόν , η έρευνα τους δεν είχε κάτι το εξαιρετικά σημαντικό σε σχέση με τις άλλες έρευνες που γίνονταν ταυτόχρονα στο Πανεπιστήμιο, αν και αρχικά όπως είδαμε είχε εκφρασθεί ενθαρρυντικά για τα συγκεκριμένα ευρήματα της έρευνας.
Πώς θα μπορούσε λοιπόν να απαιτήσει από το διοικητικό συμβούλιο της Ιατρικής σχολής όλα αυτά που του ζητούσε ο Banting ;
Τότε ο Banting τον απείλησε ότι αν σε 24 ώρες δεν του παρασχεθούν οι διευκολύνσεις που του γύρευε θα έφευγε και θα εργαζόταν σε άλλο πανεπιστήμιο.
Ο Best έμεινε κατάπληκτος από την συμπεριφορά του Banting. Κανείς μέχρι τότε δεν είχε μιλήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο στον σοφό καθηγητή. Η συζήτηση υπήρξε πολύ έντονη και ο Banting ξεχείλιζε από οργή.
Όμως αυτή η οργή έφερε γρήγορα το ποθούμενο αποτέλεσμα.
Ο MacLoad, παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις, διαβλέποντας μια σημαντική ανακάλυψη να εκκολάπτεται στο εργαστήριό του και υπό τον φόβο να την χάσει αν ο Βanting πραγματοποιούσε την απειλή του να πάει σε άλλο Πανεπιστήμιο να συνεχίσει την έρευνά του, φρόντισε να ικανοποιηθούν όλες του οι απαιτήσεις.
Έτσι δύο ήμερες μετά τον τσακωμό τους επισκευάσθηκε ο χώρος του εργαστηρίου, βρέθηκε πιο ευρύχωρος χώρος για τα σκυλιά, παραχωρήθηκε ζωοκόμος μερικής απασχόλησης και ο Banting διορίστηκε σαν Λέκτορας Φαρμακολογίας στο Πανεπιστήμιο με μισθό, ενώ στον Best δόθηκε χρηματικό επίδομα.
O Banting ζήτησε τότε από τον MacLoad να ενταχθεί στην ερευνητική ομάδα και ο J.B.Collip που όπως αναφέρθηκε ήταν καθηγητής της Βιοχημείας με σημαντικές δημοσιεύσεις σε θέματα ενδογενούς έκκρισης του παγκρέατος, αλλά ο MacLoad αρνήθηκε επιφυλασσόμενος για το μέλλον.
Στις 14 Νοεμβρίου του 1921 ο Banting παρουσίασε τα αποτελέσματα των ερευνών τους σε επιστημονική συγκέντρωση του πανεπιστημίου.
Ο MacLoad έκανε την εισαγωγή πάνω στο θέμα της έρευνας με εξαιρετική ευφράδεια, χρησιμοποιώντας συχνά την λέξη «εμείς» κάτι που δυσαρέστησε τα μέγιστα τον Banting αφού αφενός μεν ο ίδιος ο MacLοad δεν είχε συμμετάσχει στα πειράματα παρά μόνο στο πρώτο, αφετέρου δε δεν άφηνε περιθώρια στον Banting να διακριθεί επισκιαζόμενος από το κύρος του καθηγητού.
Τα πειράματα συνεχίσθηκαν και παράλληλα ετοιμάσθηκε η πρώτη δημοσίευση που στάλθηκε στο ιατρικό περιοδικό Journal of Laboratory and Clinical Medicine με συγγραφείς τους Banting και Best.
Στην δημοσίευση αναφερόταν ότι ανάλογες έρευνες έκανε και ο Ρουμάνος Ν.Paulescu (θα αναφερθώ πιο κάτω για τον σημαντικό αλλά άτυχο αυτόν επιστήμονα) αλλά χωρίς να αποδοθεί τελείως σωστά η μετάφραση των γραπτών του Paulescu από τα Γαλλικά στα Αγγλικά, κάτι που μείωνε την επιστημονικότητα της έρευνας του Ρουμάνου που είχε προηγηθεί λίγους μήνες της εργασίας των Banting και Best.
Στις 20 Δεκεμβρίου ο Banting παρουσίασε την έρευνά του σε συνεδρίαση της Αμερικανικής Εταιρείας Φυσιολογίας στο Yale Univesity του New Haven.
Μετά την παρουσίαση ο MacLoad απάντησε με εξαιρετική πειστικότητα στις ερωτήσεις των συνέδρων κλέβοντας , χάρις στην ακαδημαϊκή του πείρα, για μια ακόμη φορά την παράσταση από το Banting.
Ο Banting προφανώς απογοητευμένος άρχισε να βλέπει με καχυποψία τον MacLoad επειδή, όπως ανεφέρθη, χωρίς να συμμετάσχει στα πειράματα αφού ευρίσκετο για διακοπές στην Σκωτία , οικειοποιείτο την όλη έρευνα χρησιμοποιώντας το «εμείς».
Μετά την ιστορική αυτή ανακοίνωση συνέχισαν όλοι οι ερευνητές να εργάζονται στο τμήμα του Macload.
Εν τω μεταξύ στην ομάδα είχε προστεθεί και ο άλλος φοιτητής ( ο πρώτος ήταν ο Best) που είχε προταθεί αρχικά από τον ΜacLoad για να βοηθήσει τον Banting. Αυτός ήταν ο Clark Noble.
Επίσης είχε προστεθεί και ο Collip, αυτός δηλ που παρασκεύασε το πιο καθαρό παγκρεατικό εκχύλισμα που είχε χορηγηθεί στον 14χρονο Leonard Thomson. Στις αρχές Ιανουαρίου ο Collip απέδειξε την θεραπευτική αξία της γλυκόζης στην αντιμετώπιση της υπογλυκαιμίας που δημιουργείτο ενίοτε στα πειράματα του πάνω στα κουνέλια, γνώση που είχε αποκτήσει ανεξάρτηατα από τον Collip και ο Noble.
Μετά την θεαματική επιτυχία που είχε η χορήγηση του καθαρού εκχυλίσματος στον μικρό Thomson, o Collip θέλησε να κατοχυρώσει για τον εαυτό του την πατέντα καθαρισμού του εκχυλίσματος πράγμα που τον έφερε σε έντονη αντιπαράθεση με τους υπόλοιπους ερευνητές.
Τελικά , στις 25 Ιανουαρίου του 1922, οι Banting, Best, Collip και MacLoad, υπέγραψαν συμφωνητικό συνεργασίας και μη αυτοτελών ατομικών ενεργειών προς την κατεύθυνση της εξασφάλισης της πατέντας.
Εν τω μεταξύ η πορεία του μικρού Leonard Thomson με τις ενέσεις του καθαρού παγκρεατικού εκχυλίσματος ήταν εντυπωσιακή.
Τον Φεβρουάριο του 1922 χορηγήθηκε το φάρμακο και σε άλλους έξη ασθενείς με περίφημα αποτελέσματα. Άρχισαν να γράφονται και να δημοσιεύονται εργασίες από τους συντελεστές αυτού του επιτεύγματος και πλέον οι εφημερίδες της εποχής να αφιερώνουν εκτενή άρθρα και συνεντεύξεις με τους πρωταγωνιστές και ιδία τον Banting .
Όσο όμως η δόξα από την ανακάλυψη της ινσουλίνης μεγάλωνε, τόσο αυξάνονταν και τα προβλήματα στις σχέσεις των πρωτεργατών μεταξύ τους.
Οι Banting και Best είχαν ψυχρανθεί με τον Collip. O Banting θεωρούσε ότι ο ρόλος του MacLoad στην όλη ερευνητική προσπάθεια ήταν διακοσμητικός αφού στο μεγαλύτερο μέρος της δημιουργικής εργασίας έλειπε σε διακοπές.
Γι’αυτό όταν στις 26 Οκτωβρίου του 1923 έμαθε ότι το βραβείο Nobel απονεμήθηκε στον ίδιο και τον MacLoad, εκνευρίστηκε πολύ και ανακοίνωσε ότι το χρηματικό ποσό του βραβείου Nobel θα το μοιραζόταν με τον στενό του συνεργάτη , τον Best, που θεωρούσε ότι αυτός θα έπρεπε να μοιραστεί μαζί του το βραβείο Nobel και όχι ο MacLoad.
Τότε βέβαια το ίδιο έκανε και ο MacLoad που μοιράστηκε το βραβείο με τον Collip.
To Toronto αντάμειψε τον Banting με την ίδρυση ερευνητικού ινστιτούτου και προσωπική έδρα στην Ιατρική σχολή.
Επίσης το Κοινοβούλιο του Καναδά του χορήγησε 7500 δολάρια το χρόνο για να μείνει απερίσπαστος στην έρευνά του.
Ο Banting συνέχισε την έρευνα και έκανε πολλές επιστημονικές παρατηρήσεις σχετικά με την ινσουλινοθεραπεία Σκοτώθηκε, ευρισκόμενος σε στρατιωτική αποστολή, σε αεροπορικό ατύχημα στις 20 Φεβρουαρίου του 1941 αφού προηγουμένως είχε ξεχάσει τις παλιές του διαφορές με τον Collip και είχε συμφιλιωθεί μαζί του.
Ο MacLoad ενίσχυσε σημαντικά τα επόμενα χρόνια την έρευνα για την ινσουλίνη και στις επιχειρηματικές και διπλωματικές του ικανότητες οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος η ταχύτητα με την οποία βιομηχανοποιήθηκε η ινσουλίνη και έγινε γνωστή ανά τον κόσμο η νέα θεραπευτική μέθοδος
Το πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου του έδωσε το βραβείο Cameron για την ανακάλυψη της ινσουλίνης επειδή ήταν Σκώτος στην καταγωγή.
Λίγα χρόνια πριν πεθαίνει έφυγε από τον Καναδά και πήρε την θέση του καθηγητού της Φυσιολογίας στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου.
Πέθανε το 1933 σε ηλικία 59 ετών πάσχων από σοβαρό ρευματικό νόσημα.
Ο Best διαδέχθηκε ως καθηγητής τον MacLoad στο πανεπιστήμιο του Toronto. Στο εργαστήριο του ανακαλύφθηκε αργότερα η Ηπαρίνη.
Επισκέφθηκε την Θεσσαλονίκη προσκεκλημένος του ΑΠΘ, ανακηρύχτηκε επίτιμος διδάκτωρ και έδωσε διάλεξη για την ανακάλυψη της ινσουλίνης. Πέθανε το 1975.
Ο Collip εργάσθηκε εντατικά στην απομόνωση διαφόρων ορμονών. Οι εργασίες του πάνω στην παραθορμόνη, τις ορμόνες των ωοθηκών, την φλοιοτρόπο ορμόνη και τις γοναδοτροπίνες θεωρούνται πρωτοποριακές.
Έγινε πρόεδρος της Ιατρικής σχολής του Ontario και πέθανε σε ηλικία 72 ετών το 1965.
Θα ήταν όμως τελείως άδικο, σε όλη αυτή την ιστορία για την ανακάλυψη της ινσουλίνης, να μην αναφερθούν και κάποια ονόματα που αν και δεν έγιναν ευρέως γνωστά κατέχουν σημαντική θέση στην δημιουργία αυτού του μεγάλου επιτεύγματος.
Οι Von Mering και Minkowski το 1889, όπως ανεφέρθη στην αρχή του κειμένου , ανακάλυψαν πως αν αφαιρεθεί το πάγκρεας προκαλείται διαβήτης.
Έτσι άνοιξε ο δρόμος για την αναζήτηση κάποιας ουσίας που υπάρχει στο πάγκρεας και η έλλειψη της ή η καταστροφή της για διαφόρους λόγους, προκαλεί διαβήτη.
Ο Georg Ludwig Zuelzer to 1906 θεράπευσε με παγκρεατικό εκχύλισμα διαβητικά σκυλιά αλλά δεν συνέχισε την δουλειά του επειδή το εκχύλισμα δεν ήταν καθαρό και είχε πολλές τοξικές αντιδράσεις. Την καθαρότητα του εκχυλίσματος , όπως είδαμε , την πέτυχε πολύ αργότερα ο Collip.
Ο Ε.L.Scott to 1911, στο πανεπιστήμιο του Chicago χρησιμοποιώντας υδάτινα εκχυλίσματα σε διαβητικά πειραματόζωα ελάττωσε την γλυκοζουρία αλλά δεν μπόρεσε να πείσει τον διευθυντή του για την αξία της έρευνάς του αυτής και σταμάτησε πρόωρα.
O Israel Kleiner to 1919 παρουσίασε παρόμοια αποτελέσματα στο Πανεπιστήμιο Rockfeller αλλά η δουλειά του διεκόπη από τον 1ο Παγκόσμιο πόλεμο.
Αναμφίβολα όμως ο πλέον σημαντικός από όλους αυτούς του αφανείς ερευνητές στην πορεία της ανακάλυψης της ινσουλίνης είναι ο Ρουμάνος επιστήμονας Nicolas Paulesku.
O Paulescu παρασκεύασε εκχυλίσματα παγκρέατος τα οποία χορήγησε σε διαβητικούς σκύλους με εντυπωσιακά κλινικά αποτελέσματα και ονόμασε την ουσία αυτή που είναι υπεύθυνη για την μείωση του σακχάρου στο αίμα «παγκρεινη»(Pancreine). Όπως ανεφέρθη οι Banting και Best αυτή την ουσία την είχαν ονομάσει isletin και αργότερα έλαβε το όνομα ινσουλίνη.
Τα πειράματα του Paulescu ήταν σωστά και τα αποτελέσματά τους δημοσιεύτηκαν μερικούς μήνες πιο νωρίς από τα αντίστοιχα της ομάδος του Banting και γι’αυτό από πολλούς θεωρείται ότι αυτός ανακάλυψε την ινσουλίνη. Σημειωτέον ότι ήταν ο μόνος που έδειξε την υπογλυκαιμική δράση του παγκρεατικού εκχυλίσματος σε φυσιολογικά σκυλιά.
Ωστόσο η δημοσίευση του Ρουμάνου ερευνητή στην γαλλική γλώσσα και η βαλκανική εθνότητά του, φαίνεται να έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην λιγότερο ευρεία αποδοχή της έρευνάς του σε σχέση με αυτήν του Banting.
Επιπλέον ο Paulescu υστερούσε σε τεχνικές δυνατότητες μέτρησης του σακχάρου στο αίμα και ποσοτικής παρασκευής των παγκρεατικών εκχυλισμάτων, σε σχέση με την ομάδα των Καναδών ερευνητών.
Επίσης ο Paulesku δεν επεξέτεινε τα πειράματά του σε ανθρώπους σε αντίθεση με τους Banting και Best που με την πολύτιμη συμβολή του Collip πήραν καθαρό εκχύλισμα και το χορήγησαν στον άνθρωπο.
Αναμφίβολα πάντως και η συμβολή του Paulescu στην ανακάλυψη της ινσουλίνης υπήρξε αποφασιστική και αναγνωρίστηκε μετά τον θάνατό του.
Ένα μερίδιο από το βραβείο Nobel ίσως ανήκει δικαιωματικά και στον Paulescu που πράγματι αισθάνθηκε αδικημένος και λίγο πριν το θάνατό του το 1931 έγραψε τα εξής: «στο παρελθόν πίστεψα και υποστήριξα ότι ένας επιστήμονας μπορεί να εργάζεται σε απόλυτη ασφάλεια, πεπεισμένος καθώς ήμουν , ότι η ημερομηνία των δημοσιεύσεών του τον προστατεύει από οποιαδήποτε αδικία.
Δυστυχώς είμαι υποχρεωμένος να παραδεχθώ τώρα πως είχα εντελώς λάθος σ’ αυτήν μου την εκτίμηση.
Δεν κατέχομαι από υπερηφάνεια και αγωνίζομαι κατ’ αυτής της απεχθούς ανηθικότητας. Πράγματι , δημοσιεύοντας την ανακάλυψή μου, ποτέ, ούτε για μια στιγμή δεν σκέφθηκα την δημοσιότητα, η οποία θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις στην σεμνότητά μου την οποία και θεωρώ μία από τις πρώτες ιδιότητες που πρέπει να έχει ένας επιστήμονας,
Αλλά δεν μπορώ βεβαίως να δεχθώ ένα άλλο, περισσότερο απεχθές ελάττωμα, αυτό της κλοπής της επιστημονικής ιδιοκτησίας κάπου άλλου».
Αν και είναι αναμφίβολα συνυφασμένες με την ανθρώπινη φύση, όλες αυτές οι αντιπαραθέσεις για την αναγνώριση , εν τούτοις αποτελούν πολύ μικρό τίμημα για την πρόοδο της επιστήμης ειδικά όταν πρόκειται για την προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Η ανακάλυψη της ινσουλίνης που έδωσε «ζωή» σε εκατομμύρια διαβητικούς σε όλο τον κόσμο, πρέπει σήμερα να πιστωθεί σε όλους εκείνους τους επιστήμονες και ερευνητές , επώνυμους και ανώνυμους, γνωστούς και άγνωστους, που με την επιστημονική τους σκέψη, την οξυδέρκεια και το ερευνητικό τους έργο, άνοιξαν τα μονοπάτια που τελικά οδήγησαν στον θρίαμβο της επιστήμης.